Γράφει ὁ Σάββας Ἠλιάδης, Δάσκαλος
Βρίσκομαι στὸ ψαλτικὸ ἀναλόγιο ἀπὸ μικρὸ παιδί. Ἔχω διαβάσει καὶ ξαναδιαβάσει τὴν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἄλλοτε μὲ τὴν δέουσα προσοχή, ἄλλοτε μηχανικά, ἄλλοτε μὲ τὸν νοῦ διεσπαρμένο. Κάθε φορᾶ ποὺ διαβάζω, θὰ ἀντικρίσουν τὰ μάτια μου «κάτι», ποὺ θὰ «φρενάρει» τὸν νοῦ, θὰ κολλήσει ἡ γλώσσα μου, θὰ κοντοσταθῶ, γιὰ νὰ συλλαβίσω, νὰ ἐπιτονίσω αὐτὸ τὸ «κάτι», νὰ σταματήσω ἀκόμη ἀκόμη τὸ διάβασμα γιὰ λίγα δευτερόλεπτα καὶ νὰ ψελλίσω συντομότατα δύο λέξεις ἔκπληξης, ἀπορίας καὶ θαυμασμοῦ. Καὶ ἐνῶ θὰ συνεχίσω παρακάτω, θὰ μείνουν ἐκεῖ ὁ νοῦς καὶ ἡ σκέψη, μέχρι νὰ βρῶ τὸν κατάλληλο χρόνο, νὰ ἐπανέλθω καὶ νὰ ἀποσπάσω αὐτὸ τὸ «κάτι» στὴ μνήμη ἢ στὸ χαρτί, γιὰ νὰ σκύψω ἐπάνω του καὶ νὰ τὸ «χορτάσω» ἐν καιρῶ, μὲ τὴν ἡσυχία μου καὶ μὲ τὴν ἄνεσή μου.
Αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ ἴδιο μου συνέβη καὶ ἐχθὲς στὴν ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου, μαζὶ μὲ τὴν ὁποία ἐπιτελοῦμε τὴν μνήμη τοῦ μεγάλου σεισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη στοὺς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου (740), προκαλώντας μεγάλες καταστροφές. Γράφει ὁ Συναξαριστής:
Τῆ αὐτῆ ἡμέρα, (ΚΣΤ΄ Ὀκτωβρίου) Μνήμη τοῦ μεγάλου καὶ φρικώδους σεισμοῦ.
Στίχοι
Ἔσεισας, ἀλλ' ἔσωσας αὔθις γῆν Λόγε.
Τῆς σῆς γὰρ ὀργῆς οἶκτός ἐστι τὸ πλέον.
Μὲ ἐλάχιστες λέξεις οἱ δύο στίχοι μᾶς διδάσκουν δύο βασικὰ πράγματα τῆς πίστης μας...
Α).Ὁ Θεὸς εἶναι ὁ παντοδύναμος Δημιουργός της φύσεως καὶ αὐτὸς εἶναι ποὺ καταργεῖ τὴν τάξη καὶ τὴ σειρά της, ὅπου, ὅπως καὶ ὅποτε βούλεται. Ὁ Θεὸς παρακολουθεῖ, προνοεῖ, σκεπάζει καὶ συντηρεῖ ἀδιαλείπτως τὰ δημιουργήματά του. Β). Ὀργίζεται, ὅταν τὰ λογικὰ πλάσματά του παραβαίνουν τὸν νόμο του καὶ χρησιμοποιεῖ ἀκόμη καὶ φοβεροὺς τρόπους, ὅπως τὸν σεισμό, γιὰ νὰ τὰ ἐπαναφέρει στὴν ἀγκαλιά του. Ὅμως ἐπιτρέπει τὸν πειρασμό, τὸν πόνο καὶ τὴ θλίψη, μέχρι ἐκεῖ ποὺ ἀντέχει ὁ ἄνθρωπος. Δηλαδή, ἡ ἀγάπη τοῦ πάντοτε ὑπερβαίνει τὴν ὀργή του, τὸν θυμό του: «Τῆς σῆς γὰρ ὀργῆς οἶκτός ἐστι τὸ πλέον», δηλαδή, ὅση καὶ ἂν εἶναι ἡ ὀργή σου, ἡ ἀγάπη σου πάντοτε βγαίνει περισσευούμενη.
Θὰ ἀναρωτηθοῦμε βέβαια πολλοί: Εἶναι δυνατὸν νὰ ὀργίζεται ὁ Θεός; Λέει ὁ Μ. Ἀντώνιος: «Ὁ Θεὸς εἶναι ἀγαθὸς καὶ ἀπαθὴς καὶ ἀμετάβλητος». Ἀνθρωπίνως εἶναι δικαιολογημένη ἡ ἐρώτηση, ἀλλὰ ἡ ἔκφραση αὐτὴ τοῦ Συναξαριστῆ εἶναι ἀνθρωποπαθῆς. Θὰ φέρουμε ἐδῶ ἕνα παράδειγμα, γιὰ νὰ κάνουμε τὸν παραλληλισμό. Σὲ πολλὲς περιοχὲς τῆς Ἑλλάδος, ὅταν ὁ ἥλιος σκεπάζεται ἀπὸ σύννεφα, λένε τὴν ἑξῆς λαϊκὴ φράση: «Ὀργίστηκε ὁ ἥλιος». Μὲ τὴ φράση αὐτὴ τί θέλουν νὰ ποῦν; Ὅτι θύμωσε ὁ ἥλιος;
Εἶναι δυνατόν; Ὄχι, βέβαια! Ἀλλὰ τί; Ὅτι τὸν ἥλιο τὸν ἔκρυψαν τὰ σύννεφα καὶ δὲν μποροῦν νὰ τὸν δοῦν οἱ ἄνθρωποι καὶ ἔτσι στεροῦνται καὶ τὸ φῶς καὶ τὴ ζέστη του. Τὸ ἴδιο ἀκριβῶς συμβαίνει καὶ μὲ τὴν «ὀργὴ» τοῦ Θεοῦ. Τὰ σύννεφα εἶναι οἱ ἁμαρτίες μας, οἱ ὁποῖες μπαίνουν ἀνάμεσα σέ μας καὶ στὸν Θεὸ καὶ ἐμποδίζουν τὴν ὕπαρξή μας νὰ νοιώσει τὴν εὐεργετικὴ καὶ σωστικὴ παρουσία του στὴ ζωή μας. Αὐτὸ ὁ Θεὸς δὲν τὸ «ἀνέχεται», δὲν τὸ ἀντέχει! Θέλει μὲ κάθε τρόπο νὰ τὸ διορθώσει. Γι` αὐτὸ προλαβαίνει ὁ Συναξαριστὴς τὸ λογισμό μας: «Ἔσεισας, ἀλλ' ἔσωσας αὔθις γῆν Λόγε», δηλαδή, συντάραξες τὴ γῆ μὲ τὸ σεισμό, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀλλὰ πάλι ἀμέσως τὴν ἔσωσες.
Ὅλα τὰ τροπάρια τοῦ κανόνος τοῦ σεισμοῦ περιστρέφονται γύρω ἀπὸ αὐτὴν τὴν αἰτιολόγηση τοῦ κακοῦ, δηλαδή, τὴν ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεό! Ὅπως μᾶς ὑπενθυμίζουν πάλι πολὺ χαριτωμένα πώς, ὅποιον σεισμὸ κι ἂν ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς στὴ ζωή μας, ὁ «σεισμὸς» τῆς καρδιά μας θὰ εἶναι αὐτὸς ποὺ θὰ δώσει τὴ λύση καὶ τὴν ἔκβαση.
Μερικὰ ἀπὸ αὐτὰ προχωροῦν στὰ ἐνδότερά της καρδιᾶς καὶ τῆς ὑπάρξεως καὶ μᾶς παρακινοῦν νὰ ἐγερθοῦμε, νὰ γίνει σεισμὸς καὶ στὶς καρδιές μας, ὥστε μὲ τὸ μυστήριο τῆς Μετανοίας καὶ Ἐξομολογήσεως καὶ μὲ τὴν προσευχὴ νὰ ἄρει ὁ Θεὸς τὴν δίκαιη ὀργή του:
1. Τὴ θεία νεύσει σου, κλονεῖς τὰ σύμπαντα, καὶ δονεῖς τὰς καρδίας τῶν ἐπὶ γής, κατοικούντων Δέσποτα· τῆς οὒν δικαίας σου ὀργῆς, ἄνες Κύριε τὰ κύματα. (Μὲ ἕνα σου νεῦμα, Θεέ μου, γκρεμίζεις τὰ σύμπαντα καὶ ταρακουνᾶς τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων, ποὺ κατοικοῦν στὴ γῆ. Ἀλλά, Κύριε, ἀπόσυρε τὰ κύματα τῆς δίκαιης ὀργῆς σου).
2. Καὶ σὺ καρδία σείσθητι νῦν, βλέπουσα Θεοῦ τὴν ἀπειλήν, ἐπικειμένην καὶ βόησον· Φεῖσαι τοῦ λαοῦ σου Δέσποτα Κύριε, καὶ παῦσον τὴν δικαίαν ὀργήν σου εὔσπλαγχνε. (Καὶ σὺ καρδιά μου, ταρακουνήσου τώρα, ποὺ βλέπεις τὴν ἀπειλὴ τοῦ Θεοῦ νὰ κρέμεται ἀπὸ πάνω σου καὶ φώναξε` προστάτεψε καὶ μὴν καταστρέψεις τὸν λαό σου, Δέσποτα Κύριε καὶ σταμάτησε τὴν δίκαιη ὀργή σου, Εὔσπλαχνε).
Παρακάτω ἔχουμε καὶ ἕνα ἄλλο πλεονέκτημα, ἕναν σύμμαχο ἀπὸ τὸν πνευματικὸ κόσμο. Μαζί μας εἶναι καὶ οἱ θεῖες πνευματικὲς δυνάμεις, οἱ ὁποῖες παρακαλοῦν τὸν Θεὸ καὶ μᾶς παραστέκονται στὸν ἀγώνα, ἂν θελήσουμε νὰ προσπαθήσουμε μὲ ταπείνωση καὶ φιλότιμο:
3. Χιλιάδες Ἀγγέλων, Μαρτύρων σύλλογος, Προφητῶν Ἀποστόλων, Ὁσίων Ἱεραρχῶν, ἅγιος χορός, ἱκετεύει σὲ Δέσποτα· Φεῖσαι τοῦ λαοῦ σου, τοῦ τεταπεινωμένου.
Στοὺς ἀμέτρητους φυσικοὺς σεισμούς, ποὺ δονοῦν συνεχῶς τὴ γῆ καὶ προκαλοῦν τρόμο καὶ καταστροφές, ἀλλὰ καὶ σὲ αὐτοὺς τοὺς πνευματικούς, ποὺ αἰσθανόμαστε νὰ δονοῦν τὴν ὕπαρξή μας σήμερα, δὲν εἴμαστε ἄοπλοι. Ἔχουμε τὴν ἀπάντηση καὶ τὴ λύση ἀπὸ τὴν δοκιμασμένη ἀνὰ τοὺς αἰῶνες ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας. Διότι εἶναι ἡ κατάθεση τῆς ἐμπειρικῆς ἐφαρμογῆς τῆς διδασκαλίας τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τοὺς ἁγίους μας. Τὴν ἐμπιστευόμαστε καὶ σπεύδουμε νὰ τὴν ὑπακούσουμε καὶ νὰ τὴν ἐφαρμόσουμε κι ἐμεῖς στὸ κατὰ δύναμη, ὥστε νὰ διέλθουμε, θεία Χάριτι, ἐκ τοῦ πυρός της παρούσης κολάσεως στὴν ἀναψυχὴ τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.
Σάββας Ἠλιάδης
Δάσκαλος
Κιλκίς, 27-10-2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου