Τοῦ Φώτη Μιχαήλ, ἰατροῦ
Ὁμιλία γιὰ τὴν Ἐθνικὴ Ἐπέτειο τῆς 25ης Μαρτίου 1821
’’Βίος ἀνεόρταστος, μακρὰ ὁδὸς
ἀπανδόχευτος’’, ἔλεγαν οἱ παλιοί. Ζωὴ χωρὶς γιορτές, μοιάζει μὲ ταξίδι
πολυήμερο χωρὶς ἀνάπαυση, χωρὶς ἀνεφοδιασμό. Ἡ
25η Μαρτίου, γιὰ μᾶς τοὺς Ἕλληνες, εἶναι πνευματικὸ πανδοχεῖο, ποὺ
προσφέρει διπλὴ ἀνάπαυση καὶ διπλὸ ἀνεφοδιασμό. Καὶ ὁ λόγος εἶναι, ὅτι
τὴν ἴδια μέρα ἑορτάζουμε δυὸ μοναδικὲς καὶ ἀνεπανάληπτες ἐλευθερίες
μας. Πρῶτα τὴν ἐλευθερία ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ θανάτου λόγω τῆς ἁμαρτίας, καὶ
ἔπειτα τὴν ἐλευθερία τοῦ Γένους μας ἀπὸ τὴν τουρκικὴ σκλαβιά.
Στὸν λίγο χρόνο ποὺ ἔχουμε στὴν διάθεσή
μας, θὰ ἀναφερθοῦμε στὸ δεύτερο σκέλος τῆς ἑορτῆς, ποὺ ἔχει νὰ κάνει μὲ
τὴν ἐθνική μας παλιγγενεσία. Θέμα μας, τὸ παράπονο τῶν ἀγωνιστῶν τοῦ
’21.
Ἀδελφοί μου,
Ἡ ἐπέτειος τῆς 25ης Μαρτίου θαρρῶ πὼς
δὲν εἶναι ἁπλὰ καὶ μόνον μιὰ εὐκαιρία γιὰ μεγάλα λόγια, γιὰ ψεύτικες
ἐπετειακὲς πολιτικὲς δηλώσεις, γιὰ ἐμβατήρια καὶ ἐξέδρες. Εἶναι
πάνω ἀπ’ ὅλα μιὰ πρώτης τάξεως πρόκληση γιὰ γόνιμο προβληματισμὸ καὶ
μιὰ ἐξαιρετικὴ ἀφορμὴ γιὰ συλλογικὴ καὶ προπάντων γιὰ προσωπικὴ
αὐτοκριτική. Μιὰ αὐτοκριτικὴ βασισμένη κυρίως πάνω σε...
μιὰ σύγκριση τῶν δικῶν μᾶς ἐπιλογῶν καὶ ἀξιῶν σὲ σχέση μὲ τὰ ἰδανικὰ καὶ τὶς ἐπιλογὲς τῶν Ἀγωνιστῶν τοῦ ’21.
Θὰ ποῦνε ἴσως μερικοί: Καλά, πῶς εἶναι
δυνατὸν νὰ συγκριθοῦν οἱ συνθῆκες τοῦ ’21 μὲ τὶς τωρινές; Τί κοινὸ
μπορεῖ νὰ ὑπάρχει ἀνάμεσα στὰ χρόνια ἐκεῖνα καὶ τὰ δικά μας; Οἱ πρόγονοί
μας τότε ἤσαν σκλαβωμένοι, ἐνῶ ἐμεῖς…
Ἀδελφοί μου, ἐὰν δὲν ἔχουμε ἀκόμα
καταλάβει, ὅτι στὶς ἡμέρες μας ζοῦμε μιὰ σκλαβιὰ ἀσύγκριτα πιὸ σκοτεινὴ
καὶ πιὸ ὕπουλη ἀπὸ ἐκείνη τὴν σκλαβιά, ποὺ βίωσαν οἱ πρόγονοί μας ἐπὶ
τουρκοκρατίας, τότε εἴμαστε δυστυχῶς ἄξιοί τῆς μοίρας μας.
Ἐὰν δὲν ἔχουμε ἀκόμα συνειδητοποιήσει,
ὅτι στὰ χρόνια μας εἴμαστε σκλαβωμένοι διπλά, δηλαδή, ὄχι μονάχα σὲ
ξένους δυνάστες ἀλλὰ καὶ στὰ πάθη μας τὰ δαιμονικά, τότε πῶς θὰ πάρουμε
τὴν ἀπόφαση νὰ ἐλευθερωθοῦμε; Τότε, μὲ ποιὸ ὅραμα, μὲ ποιὲς δυνάμεις, μὲ
ποιὰ ἀποφασιστικότητα, προσδοκᾶμε νὰ ξαναπάρουμε πίσω τὴν χαμένη μας
Ἐλευθερία, τὴν χαμένη μας τιμὴ καὶ ἀξιοπρέπεια, τὴν χαμένη μας
ἀθωότητα;
Ἃς προχωρήσουμε, λοιπόν, νὰ δοῦμε πού
βασίστηκαν οἱ ἀγωνιστὲς τοῦ ’21, ποιὰ ἦταν τὰ ἰδανικά τους, ποιὰ τὰ
ὁράματά τους καὶ ποιὸς ὁ σκοπὸς τοῦ Ἀγώνα τους; Καὶ ἀφοῦ τοποθετήσουμε
ἔπειτα τοὺς ἑαυτοὺς μας ἀπέναντί τους, νὰ δοῦμε, τελικά, δικαιώσαμε τοὺς
Ἀγῶνες τους ἢ τοὺς ἔχουμε περιφρονήσει τόσο, ποὺ ἡ καρδιὰ τοὺς πονάει
ἀπὸ θλίψη καὶ τὸ λαρύγγι τοὺς πνίγεται μέσα στὸ παράπονο;
Ἀδελφοί μου,
Τὰ γεγονότα τῆς Ἐπαναστάσεως μαρτυροῦν,
ὅτι δύο εἶναι τὰ πιὸ δυνατὰ κοινὰ σημεῖα ἀναφορᾶς ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν
Ἀγωνιστῶν τοῦ ’21: Ἡ Πίστη καὶ ἡ Πατρίδα. Ὅλες οἱ μάχες, ὅλες οἱ θυσίες
γίνονται πρῶτα γιὰ τὴν Πίστη τὴν Ἁγία καὶ ἔπειτα γιὰ τὴν φιλτάτη
Πατρίδα.
Βρισκόμαστε στὸ θρυλικὸ Ἰάσιο τῆς
Μολδοβλαχίας. Τὰ παλληκάρια τοῦ Ἱεροῦ Λόχου –Πόντιοι στὴν πλειονότητά
τους- ἀκοῦνε τὸν ἐπίσης ποντιακῆς καταγωγῆς Ἀλέξανδρο Ὑψηλάντη νὰ τοὺς
προτρέπει: ''Εἶναι καιρὸς νὰ ἀποτινάξωμεν τὸν ἀφόρητον τοῦτον ζυγόν. Νὰ
ἐλευθερώσωμεν τὴν Πατρίδα καὶ νὰ ὑψώσωμεν τὸ Σημεῖον δὶ οὗ πάντοτε
νικῶμεν. Λέγω τὸν Σταυρόν. Μάχου ὑπὲρ Πίστεως καὶ Πατρίδος''.
Νὰ ὑψώσουμε, βροντοφωνάζει ὁ Ἀλέξανδρος
Ὑψηλάντης, τὸν Τίμιο Σταυρὸ τοῦ Κυρίου μας, μὲ τὴν βοήθεια τοῦ ὁποίου
πάντοτε νικᾶμε καὶ νὰ τὰ δώσουμε ὅλα γιὰ τὴν Πίστη καὶ τὴν Πατρίδα.
Ἐμεῖς σήμερα τί κάνουμε; Ἀκοῦμε τὴν φωνὴ τοῦ Ὑψηλάντη;
Ἐμεῖς, σήμερα, ἀντὶ νὰ τὸν ὑψώσουμε τὸν
Σταυρό, ὅπως ἔκανε ὁ Ὑψηλάντης, τὸν περιφρονοῦμε ὑβριστικά: Τὸν πετᾶμε
ἀπὸ τὰ σχολεῖα καὶ τὶς δημόσιες ὑπηρεσίες, τὸν ἀφαιροῦμε ἀπὸ τὸ κοντάρι
τῆς Σημαίας μας, τὸν βγάζουμε ἀπὸ τὰ στήθια μας καὶ ἀπὸ τὶς καρδιές μας,
καὶ δὲν ξέρω ἐὰν σὲ λίγο, ἐν ὀνόματι τῆς νεοταξικῆς
πολυπολιτισμικότητας, τὸν κατεβάσουμε ἀκόμη καὶ ἀπὸ τοὺς τρούλους τῶν
ἐκκλησιῶν μας.
Τὰ ἔργα μας, δὲν τὰ στερεώνουμε πιὰ στὸν
Σταυρὸ τοῦ Κυρίου μας, ὅπως τὰ στερέωναν οἱ ἀγωνιστὲς τοῦ ’21, ἀλλὰ
ποῦ; Τὰ στηρίζουμε στὴν αὐτοπεποίθησή μας, στὴν ἐπιστημοσύνη μας, στὰ
βρώμικα δανεικά των ἑβραϊκῶν τραπεζῶν, στοὺς δούρειους ἵππους τῶν ΕΣΠΑ,
στὰ ναρκοθετημένα οἰκονομικὰ πακέτα τῆς λεγόμενης εὐρωπαϊκῆς ἕνωσης.
Ὅσο γιὰ τὶς μάχες, ποὺ δίνουμε σήμερα
στὴν ζωή μας, εἶναι ὁλοφάνερο, ὅτι σὲ γενικὲς γραμμὲς ἔπαψαν νὰ εἶναι
μάχες γιὰ τὴν Πίστη καὶ τὴν Πατρίδα, ὅπως καλοῦσε τοὺς ἀγωνιστὲς ὁ
Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης. Ἔχουν μετατραπεῖ σὲ μάχες γιὰ τὴν ἀτομική μας
καθαρὰ καλοπέραση. Μάχες γιὰ κέρδη, γιὰ καταθέσεις, γιὰ καριέρα, γιὰ
δόξα. Πάντως ὄχι μάχες γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία μας καὶ τὴν Ἑλλάδα μας.
Στὴν Ἁγία Λαύρα, ὁ Ἐπίσκοπος Παλαιῶν
Πατρὼν Γερμανὸς ὑψώνει τὸ ἱστορικὸ λάβαρο τῆς Ἐπανάστασης τοῦ ’21,
εὐλογεῖ τοὺς ἀγωνιστὲς καὶ μεταξύ των ἄλλων βροντοφωνάζει: ''Ἦρθε ἡ ὥρα
νὰ σπάσουμε τὰ δεσμὰ καὶ τὸν ζυγό, ποὺ βαραίνει τὸν τράχηλό μας.
Καλύτερος εἶναι ὁ θάνατος μὲ τὸ ὅπλο ἀνὰ χείρας, παρὰ ἡ θέαση τοῦ
ἐξευτελισμοῦ τῶν βωμῶν καὶ τῶν ἐστιῶν''.
Τὰ ἴδια γράφει στὰ ἀπομνημονεύματά του
καὶ ὁ Μακρυγιάννης: ’’Ὅταν μου πειράξουν τὴν πατρίδα καὶ τὴν θρησκεία
μου, θὰ μιλήσω, θὰ ‘νεργήσω κι ὅτι θέλουν ἅς μου κάνουν’’.
Σήμερα, ὅμως, ἀδελφοί μου, ὅταν μᾶς
πειράζουν τὴν Πίστη ἢ τὴν Πατρίδα, συνήθως δὲν κάνουμε, αὐτὸ ποὺ θὰ
ἔκανε ὁ Μακρυγιάννης. Προτιμᾶμε νὰ μείνουμε σιωπηλοί, ψυχροὶ καὶ
ἀδιάφοροι. Μιὰ ταπεινωτικὴ ἥττα τῆς ποδοσφαιρικῆς μας ὁμάδας τολμῶ νὰ
πῶ, ὅτι ἴσως μᾶς ἐξαγριώνει περισσότερο.
Τὰ παραδείγματα; Ἀμέτρητα!
Μήπως, ὡς λαό, μᾶς ἔθιξαν τὰ γεγονότα
τῶν Ἰμίων; Σὲ ποιὸ σχολεῖο σήμερα γίνεται λόγος γιὰ τὰ ἠρωϊκὰ μᾶς ἐκεῖνα
παιδιά, πού θυσιάστηκαν γιὰ τὴν Πατρίδα ἐκεῖνο τὸ βράδυ; Θὰ μᾶς πεῖ
κανεὶς ποιὸ βόλι τὰ θανάτωσε;
Μήπως μᾶς πειράζει τὸ νέο παιδομάζωμα;
Ἔρχεται ὁ κύριος Φοῦχτελ, ἁρπάζει τὰ παιδιά μας καὶ ἐμεῖς χαιρόμαστε,
πού σώζονται! Ποῦ; Στὰ χέρια τῶν Γερμανῶν!
Μήπως φαίνεται ἀπὸ τὴν στάση μας, ὅτι
μᾶς προβληματίζει στὰ σοβαρὰ ἡ κατάργηση τῶν συνόρων μας καὶ ἡ ἀπώλεια
τῆς ἐθνικῆς μας κυριαρχίας;
Τί κάνουμε ὡς λαὸς καὶ ὡς ἡγεσίες, γιὰ
νὰ ἀποτρέψουμε τὴν κοινωνική, πολιτισμικὴ καὶ δημογραφικὴ ἀλλοίωση, ποῦ
ἐπιχειρεῖται σήμερα σὲ βάρος τῆς Πατρίδας μας, μὲ ἀφορμὴ τάχα τὸ
προσφυγικό;
Ἀδελφοί μου, ἃς μὴν μπερδευόμαστε. Ἄλλο
πράγμα ἡ χριστιανικὴ ἀγάπη πρὸς τοὺς ὄντως πρόσφυγες καὶ ἄλλο ἡ
ἀνεξέλεγκτη ἐγκατάσταση φανατικῶν μουσουλμάνων μέσα στὴν αἱματοβαμμένη
ἀπὸ τὸ Ἰσλὰμ πατρίδα μας.
Στὸν Ἀγώνα τοῦ ’21 ἔδωσαν τὸ αἷμα τοὺς
ἕνα ἑκατομμύριο πρόγονοί μας. Δέκα πατριάρχες καὶ 120 ἐπίσκοποι ἔχασαν
τὰ κεφάλια τους ἀπὸ τὴν χατζάρα τοῦ Ἰσλάμ.
Αὐτὴ τὴν ὥρα, μονάχα στὸν Πειραιά, λειτουργοῦν σαράντα τεμένη!
Γι’ αὐτὸ θυσιάστηκαν γιὰ τὴν Πατρίδα καὶ
τὴν Ὀρθοδοξία ὅλοι αὐτοί; Γιὰ νὰ ξαναγεμίσει ἡ Πατρίδα μας τζαμιά; Δὲν
μᾶς ἔφτασαν χίλιοι ἑκατὸ Νεομάρτυρες; Θέλουμε κι ἄλλους;
Καὶ γιὰ τὸν ἐξευτελισμὸ τῶν ἑστιῶν, πόσο
ἄραγε θιγόμαστε καὶ ἀντιδροῦμε, ὅταν ἀφήνουμε τὸν θεσμὸ τῆς οἰκογένειας
στὴν πατρίδα μας νὰ διαλυθεῖ, ὅταν τὸν θεοσδοτο γάμο τὸν περνᾶμε μέσα
ἀπὸ τὰ δημαρχεῖα καὶ ὄχι μέσα ἀπὸ τὶς ἐκκλησιές μας, ὅταν ἀναδεικνύουμε
τὸν σοδομισμὸ σὲ ἀξία γαμική, ὅταν οἱ γονεῖς κατάντησαν βάρος καὶ ἡ
παιδοποιία βάσανο παραπανίσιο, ὅταν δολοφονοῦμε πάνω ἀπὸ 300.000
ἀγέννητα παιδιὰ τὸν χρόνο;
Ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸν ἐξευτελισμό, ποὺ
δέχονται σήμερα ἄνθρωποι καὶ σύμβολα τῆς Πίστεώς μας, πόσο μποροῦμε νὰ
ποῦμε ὅτι μᾶς καίει, ὅταν, ὡς Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ἀνεχόμαστε
νὰ ἀποκλείονται οἱ Ἱεράρχες μας ἀπὸ τὶς σχολικὲς αἴθουσες, ὅταν μένουμε
σιωπηλοὶ στὴν ἀπόσυρση τῆς εἰκόνας τοῦ Κυρίου μας ἀπὸ τὴν εἴσοδο τῆς
θεολογικῆς μας σχολῆς, ὅταν δεχόμαστε ἀδιαμαρτύρητα τὴν διακωμώδηση τοῦ
ράσου σὲ καρναβαλικὲς ἐκδηλώσεις ἢ σὲ παρελάσεις σοδομιστῶν;
Μὲ ὅλα αὐτὰ τὰ ’’κατορθώματά’’ μας, πῶς
εἶναι δυνατόν, ἀγωνιστὲς σὰν τὸν Μακρυγιάννη καὶ τὸν Παλαιῶν Πατρὼν
Γερμανό, νὰ μὴν ἔχουν παράπονα καὶ νὰ μὴν εἶναι πικραμένοι μαζί μας;
Ὁ μεγάλος Διδάχος τοῦ Γένους μας, ὁ
ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ἀκούραστος αὐτὸς Ἀγωνιστῆς γιὰ τὸ Ποθούμενο,
γιὰ τὴν Ἐλευθερία τοῦ Γένους, στὶς διδαχὲς τοῦ ἔλεγε: ’’Πρέπει νὰ
φυλάξετε τὴν πίστη σας καὶ νὰ τὴν στερεώσετε’’.
Ἐμεῖς σήμερα τί κάνουμε, ἀδελφοί μου;
Ἐμεῖς σήμερα, ἀντὶ νὰ φυλάξουμε καὶ νὰ στερεώσουμε τὴν Πίστη μας, ὅπως
προέτρεπε ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, πολὺ συχνά, δυστυχῶς, τὴν
ὑπονομεύουμε καὶ τὴν ἀμβλύνουμε.
Φυλᾶμε τὴν Πίστη μας, ὅταν στὶς
θεολογικές μας σχολὲς καὶ σὲ κάποιες ἀπὸ τὶς λεγόμενες ἀκαδημίες
θεολογικῶν σπουδῶν, τὰ τελευταῖα χρόνια, περιφρονοῦμε τοὺς Ἁγίους
Πατέρες, ποὺ εἶναι οἱ στυλοβάτες τῆς Πίστεώς μας, καὶ διδάσκουμε
θεωρίες καὶ πρακτικὲς δῆθεν μεταπατερικές;
Φυλᾶμε τὴν Πίστη μας, ὅταν κάθε τόσο
συμπροσευχόμαστε στὸ ἐξωτερικὸ μὲ αἱρετικοὺς καὶ ἀλλοθρήσκους; Ὅταν τὸ
κοράνιο τὸ ὀνομάζουμε βιβλίο ἱερό, δοθείσης μάλιστα εὐκαιρίας τὸ
δωρίζουμε κιόλας ἀντὶ τοῦ Εὐαγγελίου;
Στερεώνουμε τὴν Πίστη μας, ὅταν
καταργοῦμε τὸν ὁμολογιακὸ χαρακτήρα τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν, καὶ
τοὺς παραδοσιακοὺς θεολόγους μας τοὺς περιφρονοῦμε;
Ὅταν ἀναθέτουμε τὴν θεραπεία τῶν παθῶν
τῆς ψυχῆς μας σὲ ψυχολόγους, σὲ ψυχοθεραπευτὲς καὶ σὲ ὁμοιοπαθητικούς,
ἐνῶ ὁ μόνος θεραπευτὴς τῶν ψυχῶν μας εἶναι ὁ Κύριος Ἠμῶν Ἰησούς Χριστός,
θεραπευτήριό Του ἡ Ἐκκλησίας μας καὶ μοναδικά Του φάρμακα τὰ Ἱερά μας
Μυστήρια;
Φυλᾶμε τὴν Πίστη μας, ὅταν μὲ νόμους τῆς
πολιτείας δῆθεν ἀντιρατσιστικούς, φιμώνουμε τὸν ἄμβωνα σὲ θέματα ὅπως ἡ
ὁμοφυλοφιλία, οἱ ἐκτρώσεις, οἱ δυσώνυμες δυτικόφερτες ἐκτροπὲς τοῦ
θεσμοῦ τοῦ γάμου, ἡ κάρτα τοῦ πολίτη, ἡ ἀχρήματη κοινωνία, λὲς καὶ ὅλα
αὐτὰ δὲν ἀφοροῦν στὴν Πίστη μας, δὲν ἅπτονται τοῦ κεφαλαίου τῆς σωτηρίας
μας;
Πῶς, λοιπόν, μὲ ὅλα αὐτὰ καὶ ἄλλα τόσα,
νὰ μὴν εἶναι πικραμένος μαζί μας ὁ Ἐθναπόστολός μας, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ
Αἰτωλός; Καὶ πῶς νὰ μὴν πνίγεται ἀπὸ τὸ παράπονο, βλέποντάς μας νὰ
παρατᾶμε κάποιες φορὲς ἀφύλαχτη τὴν πολυτίμητη Ὀρθοδοξία μας καὶ νὰ
δηλώνουμε ἐνθουσιασμένοι μὲ τὰ ξυλοκέρατα, πού μᾶς ἔρχονται ἀπὸ τὴν
Δύση;