Εισαγωγικά
Ο 18ος αιώνας, κατά τον οποίο έζησε και έδρασε ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, είναι ένας αιώνας πολύ σημαντικός, κομβικός θα λέγαμε, για την αφύπνιση και τον ξεσηκωμό του υπόδουλου γένους των Ορθοδόξων Ελλήνων, εθνικά-πολιτικά και πνευματικά.
Αυτό αποδεικνύεται από τη μια μεριά από τα πολλά επαναστατικά κινήματα εναντίον των Τούρκων που έχουν προηγηθεί, όπως για παράδειγμα οι εξεγέρσεις στη Θεσσαλία το 1600, η Επανάσταση του Διονυσιου του Φιλοσόφου στην Ήπειρο το 1611, αλλά και τα πνευματικά κινήματα-ρεύματα που επηρεάζουν τις πνευματικές εξελίξεις από την άλλη μεριά, όπως για παράδειγμα ο Ευρωπαϊκός και κατ’ επέκταση ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός και το Κολλυβαδικό κίνημα στο Άγιον Όρος.
Για τον Διαφωτισμό και την επιρροή που άσκησε σε όλη την Ευρώπη, δεν θα αναφερθούμε στο σημείο αυτό ειδικά.
Το κολλυβαδικό κίνημα και ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός.
Όσον αφορά στους Κολλυβάδες και το Κολλυβαδικό κίνημα του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα που ξεκίνησε από το Άγιο Όρος και εξαπλώθηκε σε όλα τα Βαλκάνια, προέκυψε ως αντίδραση στις ορθολογιστικές, θεϊστικές ή άθεες αντιλήψεις που είχαν εξαπλωθεί και στην Ανατολή μετά τον 16ο αιώνα που άρχισαν να κυριαρχούν και στην Δύση.
Θεωρούσαν οι Κολλυβάδες πως η πίστη ως μέθοδος εμπειρική, θεραπευτική της υπάρξεως και θεώσεως – σωτηρίας και όχι ως θρησκευτική ιδεολογία, είναι αυτή που θα διαφυλάξει και θα διασώσει την αυτοσυνειδησία του υπόδουλου γένους των Ελλήνων Ορθοδόξων και θα πρέπει να στηρίζεται και να θρέφεται από την ησυχαστική πατερική παράδοση. Γι’ αυτό προσπαθούσαν να κρατήσουν όρθια την Ρωμιοσύνη του Βυζαντίου που παρόλα τα προβλήματα και τις κατακτήσεις, κρατούσε όρθια την ψυχή και το πνεύμα του, την ελληνορθόδοξη παράδοση. Για το λόγο αυτό κυρίως συγκρούστηκαν με τους ευρωπαϊστές του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, με την αθεΐα του Βολταίρου και τις ιδέες του Γαλλικού Διαφωτισμού που προσπαθούσαν να στρέψουν τους υπόδουλους ραγιάδες προς την κλασική αρχαιότητα και πρόβαλαν την κοσμική σοφία και γνώση, τον ορθό λόγο, τον άθεο ανθρωπισμό, υποτιμώντας την θεία σοφία.
Αντιπαρατέθηκαν ακόμη οι Κολλυβάδες με τον σχολαστικισμό και ορθολογισμό της Δυτικής Αναγέννησης που απέρριπτε την εμπειρική και δοκιμασμένη μέθοδο φωτισμού και τελειώσεως των Πατέρων της Ανατολής, που έδιναν τα πρωτεία στη θεία σοφία χωρίς όμως να απορρίπτουν την κοσμική, την ανθρώπινη σοφία, υιοθετώντας την βυζαντινή σύνθεση που διέσωζε και ενίσχυε τα υγιή στοιχεία του ελληνικού πνεύματος στην υπηρεσία του θείου κηρύγματος της αγάπης, της ταπεινώσεως, της καταλλαγής που απέρρεαν από το κήρυγμα του Σταυρού. Αντιδρούσαν επομένως στην οπισθοδρόμηση προς ένα νοσηρό κλασικισμό που τοποθετεί το κτιστό πάνω από το άκτιστο, την ανθρώπινη σοφία πάνω από την θεϊκή σοφία, τα άθεα γράμματα πάνω από τα θεωτικά, όπως έλεγε ο όσιος μοναχός Χριστόφορος Παπουλάκος.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες πολιτικές και πνευματικές έζησε και έδρασε ως γνήσιος κολλυβάς και ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, δίνοντας ταυτόχρονα με τον τρόπο αυτό απάντηση και στους δυτικόφρονες - ενωτικούς, χωρίς μάλιστα να μπορεί να κατηγορηθεί ως εχθρός του Λαού ή σκοταδιστής.
Είναι γνωστό πως το νεοελληνικό κράτος, καθοδηγούμενο και κηδεμονευόμενο από τη Δύση πλέον, αποκόπηκε από τις ρίζες του.
Πτυχές από την κολλυβαδική ζωή του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού. Η Ουράνια και η γήινη Πατρίδα.
Οι Κολλυβάδες, οι πνευματικοί αυτοί άνθρωποι στους οποίους σίγουρα συγκαταριθμείται και ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, είναι βέβαιο πως ακολουθούσαν τα βήματα των γερόντων τους και τα πνευματικά χνάρια των φιλοκαλικών – ησυχαστών Πατέρων, που προηγήθηκαν αυτών. Μαρτυρείται πως δίδασκαν και καθοδηγούσαν τον πιστό λαό, όπως στην περίπτωση των νεομαρτύρων, το πως θα φτάσουν στην νέκρωση του ιδίου θελήματος και στην αντικατάστασή του με το θέλημα του Χριστού, ώστε να πετύχουν την κατά δύναμιν κάθαρση του βίου τους από την αμαρτία και το φόβο, πρώτον με την τήρηση των εντολών του Χριστού και δεύτερον με την συμμετοχή στη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας, με σκοπό να κατακτήσουν την Ουράνια Πατρίδα, τη Βασιλεία των Ουρανών.
Την εποχή που έδρασε ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός (γεννήθηκε το 1714 και μαρτύρησε το 1779) είχε να αντιμετωπίσει πάρα πολλούς πειρασμούς, εσωτερικούς-πνευματικούς αλλά και εξωτερικούς. Είχε να αντιμετωπίσει εμπόδια που είχαν να κάνουν με την αμάθεια και την άγνοια των χριστιανών, αφού αυτά νόθευαν την αυθεντική χριστιανική πίστη και ζωή. Είναι καταγεγραμμένα την εποχή αυτή γεγονότα της καθημερινότητας που μαρτυρούν του λόγου το αληθές όπως ληστείες, φόνοι, καταπιέσεις από τους κοτζαμπάσηδες, πολλές φορές χειρότερες από των Τούρκων, υποκρισία, ζηλοφθονία, ψέμα, δεισιδαιμονίες και φόβος. Ταυτόχρονα όμως εμπόδια στο έργο του συνάντησε από τους Τούρκους οι οποίοι ασκούσαν βάρβαρη και τυραννική εξουσία πάνω στους υπόδουλους και προχωρούσαν σε βίαιους ατομικούς ή και ομαδικούς εξισλαμισμούς, αλλά και τους Εβραίους, των οποίων τα συμφέροντα θίγονταν από τη διδασκαλία του Αγίου.
Διαπιστώνουμε από τις Διδαχές του και τους βιογράφους του πως ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ακολουθώντας τον κολλυβαδικό τρόπο σκέψης και ζωής, αγωνίζονταν να πετύχει πρώτα από όλα την προσωπική του κάθαρση από την αμαρτία με την τήρηση των εντολών του Κυρίου και τη νέκρωση του ιδίου θελήματος και την προσπάθεια να ταυτίσει το θέλημα του με το θέλημα του Θεού, σε σημείο που να λέει όπως ο Παύλος: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός·» (Γαλ. 2,20), έπειτα να φτάσει στο φωτισμό και στη συνέχεια με τη χάρη του Θεού στη θέωση. Γνωρίζουμε πως κατάφερε με τον τρόπο αυτό να γίνει σκεύος δεκτικό της χάριτος του Θεού, αφού όπως οι σύγχρονοί του βιογράφοι βεβαιώνουν, είχε αποκτήσει προορατικό - προφητικό χάρισμα αλλά και θαυματουργικό.
Στόχος του ήταν με τη διδασκαλία του να φωτίσει το νου των πιστών ακροατών του και να αλλάξει την ζωή τους. Ο αγνός λαός, τον οποίο οι Τούρκοι αποκαλούσαν «ζώα, κτήνη» τον ακολουθούσε, αφού κατόρθωνε να ανυψώνει τις ψυχές από τη γη στον ουρανό με το κήρυγμά του. «Όχι, δεν είσθε όντα κατώτερα…, να έχετε πίστη, να βαπτίζεσθε, να έχετε μυστηριακή ζωή με εξομολόγηση και κοινωνία, να κάνετε αγαθά έργα και τότε η ψυχή και του ταπεινότερου ανθρώπου θα λάμψει όπως ο ήλιος και θα γίνει νύμφη Χριστού», τους έλεγε.