Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης είναι μία από τις μεγαλύτερες θεολογικές και διδασκαλικές μορφές της τουρκοκρατίας. Το έργο του ανύψωσε τα ήθη των μοναχών και όλων των πιστών. Έκανε γνωστή την αγιοπατερική σοφία, την αγιολογική ευωδία και την υμνογραφική χάρη. Δίκαια αποτελεί καύχημα του Αγίου Όρους και δόξα της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Κατά τον φιλάρετο παραδελφό του και εξαίρετο βιογράφο του ιερομόναχο Ευθύμιο γεννήθηκε στη Νάξο το 1749 από ενάρετους γονείς, τον Αντώνιο και την Αναστασία, η οποία τελείωσε τον βίο της ως μοναχή Αγάθη στη μονή του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου στη Νάξο. Νωρίς φάνηκαν τα εξαιρετικά χαρίσματα που τον κοσμούσαν. Η οξύνοια, η φιλομάθεια, η δυνατή μνήμη και η καθαρότητά του τον κάνουν άριστο μαθητή του ιερέως-διδασκάλου της ενορίας του και διακονητή του στις ιερές ακολουθίες και θείες λειτουργίες. Η ευφυΐα και οι επιδόσεις του φάνηκαν και στο σχολείο της Χώρας Νάξου.
Μόλις 16 ετών εισέρχεται μαθητής στην περίφημη Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης με διδασκάλους τους σπουδαίους Ιθακήσιους Ιερόθεο Δενδρινό και Χρύσανθο Καραβία. Επιστρέφοντας στην πατρίδα του πλούτισε τις γνώσεις του από τον γνωστό και πολύ καλό διδάσκαλο Χρύσανθο τον Αιτωλό (+1785), αδελφό του ιερομάρτυρος Κοσμά του Αιτωλού. Ο μητροπολίτης του τόπου Άνθιμος Βαρδής, που τον εκτιμούσε και ήλπιζε σε αυτόν, τον προσέλαβε γραμματέα.
Ο βιογράφος του σημειώνει: «Εκεί όντας ανταμώθη με πατέρας Αγιορείτας, με τους Ιερομονάχους, λέγω, Γρηγόριον και Νήφωνα και με τον Γερο-Αρσένιον, άνδρας τη αληθεία τους πολλούς υπερέχοντας τη αρετή και σεμνότητι, από τους οποίους ελκύσθη εις την μοναδικήν πολιτείαν και εδιδάχθη απ΄αυτούς την νοεράν προσευχήν. Απ’ αυτού, δεν ηξεύρω πότε, επήγεν εις την Ύδραν. Εκεί ηύρε τον άγιον Κορίνθου κύριον Μακάριον, με κάθε αρετήν και αγιωσύνην λάμποντα. Ηύρε και τον Γερο-Σίλβεστρον, τον υψίνουν και πλατύνουν, τον Καισαρέα, τω μέλι της ησυχίας και θεωρίας τρεφόμενον, έξω από την Ύδραν, εις έναν στενότατον οικίσκον κεκλεισμένον, από τον οποίον μάλιστα εκαρπώθη όλας τας αρετάς του μονήρους βίου». Πρόκειται για τους αυτοεξόριστους Αγιορείτες λεγομένους
Κολλυβάδες, οι οποίοι, όπως αναφέραμε, υπήρξαν ακόλουθοι του φιλοκαλικού εκείνου κινήματος, που μιλούσε για επάνοδο στην ορθή και γνήσια εκκλησιαστική παράδοση. Από τους λίαν εναρέτους αυτούς Γέροντες ο νεαρός Νικόλαος Καλλιβούρτζης μυήθηκε στα μυστικά τής νοεράς προσευχής και αγάπησε τον αγιορείτικο μοναχισμό.
Το 1755 «έρχεται μονάσων εις Άγιον Όρος, όπου και κείρεται μοναχός εν τη του Αγίου Διονυσίου, Νικόδημος αντί Νικολάου μετονομασθείς. Εκεί διορίζεται αναγνώστης και Γραμματεύς της Μονής, απελθών δε της Μονής μετά 7ετίαν, ειργάζετο εν τινι Κελλίω, παρά την Ιεράν Μονήν Παντοκράτορος, όπου διεκρίθη διά τε τον ασκητικόν αυτού βίον και την φιλοπονίαν του, ένθα επί εξαετίαν όλη ησυχάζων και μελετών, εγένετο δόκιμος της θείας γραφής ερμηνευτής».
Ο πόθος του για υψηλή πνευματική εργασία ήθελε να τον πάει άλλοτε στη Ρουμανία, στον εργάτη της νοεράς προσευχής, όσιο Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ (+1794), που ματαιώθηκε, και άλλοτε στην πλησιόχωρη του Αγίου Όρους ερημική νήσο Σκυροπούλα, επί ένα έτος, κοντά στον Γέροντα Αρσένιο Κολλυβά, όπου συνέθεσε το «Συμβουλευτικού Εγχειρήδιον» δίχως κανένα βοήθημα.
Ο βιογράφος του επιμένει να αναφέρει τους πολλούς και μακρούς κόπους και μόχθους του για τη συγγραφή των ψυχωφελών βιβλίων του, όπως την περίφημη «Φιλοκαλία», τον «Ευεργετινό», το «Περί της θείας και ιεράς συνεχούς Μεταλήψεως», τα «Έργα Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου», το «Εξομολογητάριον», το «Θεοτοκάριον», τον «Αόρατο Πόλεμο», το «Νέον Μαρτυρολόγιον», τα «Πνευματικά Γυμνάσματα», τα «Άπαντα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά», τα οποία δυστυχώς χάθηκαν, το «Πηδάλιον», τη «Χρηστοήθεια», το «Ευχολόγιον», τον «Κήπο Χαρίτων», τους «Διαλόγους Βαρσανουφίου», τον «Συναξαριστή», την «Αλφαβηταλφάβητο» του οσίου Μελετίου, το «Νέον Εκλόγιον», το «Εορτοδρόμιον», τη «Νέα Κλίμακα». Ακόμη πολλά ερμηνευτικά, λειτουργικά, υμνογραφικά, απολογητικά και επιστολές, μαζί με τα κανονικά, ασκητικά, μυστικά, ηθικά και αγιολογικά, που αναφέραμε και που φθάνουν όλα μαζί περί τα εκατό έργα και τα οποία γνώρισαν πολλές εκδόσεις.