Όταν δείχνεις έναν σωρό σκουπίδια στον θεατή σε ένα πολυτελές μουσείο και του λέγεις ότι αυτό που βλέπει είναι γλυπτό, επιτίθεσαι στη λογική του
Η Ανατολή εδώ και αιώνες έχει κατανοήσει ότι το μυστήριο της τέχνης δεν βρίσκεται στην μορφή αλλά στην ουσία, έτσι ώστε η ύλη που χρησιμοποιεί ο καλλιτέχνης να μην μένει στείρα. Αντίθετα στη Δύση συχνά αναζητείται η μορφή και το κατόρθωμα, που μερικές φορές αιχμαλωτίζει τον άνθρωπο σε μια αναγκαστική κακοτεχνία που υπηρετεί τη μόδα. Για την απήχηση της τέχνης στον άνθρωπο της εποχής συνομιλήσαμε με τον γνωστό γλύπτη Βασίλη Παπασάικα, που μνημειακά έργα του κοσμούν πολλούς δημοσίους χώρους τόσο της ιδιαιτέρας πατρίδος του – Αιτωλοακαρνανίας και Ευρυτανίας – όσο και της Ελλάδος γενικότερα.
Ο Βασίλης Παπασάικας είναι ένας από τους πλέον γνωστούς Έλληνες γλύπτες. Γεννήθηκε στο Καινούργιο Τριχωνίδος το έτος 1956 από γονείς αγρότες τον Γιώργο και τη Θεοφανώ Παπασάικα. Ζει και εργάζεται μεταξύ του χωριού του και της Αθήνας. Έχει κάνει 12 ατομικές εκθέσεις και έχει λάβει μέρος σε πολλές ομαδικές. Έργα του υπάρχουν σε πολλές δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές.
Αποτελείτε, θα μπορούσα να πω, ένα ιδιότυπο φαινόμενο στο σύγχρονο εικαστικό γίγνεσθαι, εκεί δηλαδή που τα πάντα καθορίζονται από την επίμονη έως και την μετά μανίας επιδίωξη της πρωτοτυπίας, εσείς επιμένετε στην τέχνη της εικόνος.
Το πράγμα έχει ακριβώς όπως το περιγράψατε, μιας και εξασκώ κυριολεκτικά την εικαστική τέχνη, αλλά θα έλεγα ίσως ότι πράττω τούτο μετά λόγου και γνώσεως, αφού σύμφωνα με την Ελληνική σκέψη, εικαστική τέχνη δεν νοείται απουσία εικόνος. Θα πω κάτι που ενδεχομένως θ’ ακουσθεί τετριμμένο, αλλά έχει για μένα μεγάλη σημασία: Είμαι Έλλην και ως Έλλην διδάσκομαι το κάθε τι περί την φιλοσοφία της τέχνης από την Ελληνική σκέψη, η οποία υπερτερεί μακράν κάθε άλλης φιλοσοφικής σκέψεως.
Δηλαδή όλα όσα βλέπουμε να προβάλλονται σήμερα από τα μουσεία της σύγχρονης τέχνης δεν είναι για σας τέχνη;
Λέγω όχι, αλλά για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή θα πρέπει να πούμε ότι σήμερα στην Ελλάδα υπάρχουν δύο είδη τέχνης, η μοντέρνα – σύγχρονη τέχνη και η παραδοσιακή όπως την αποκαλούν διάφοροι αυτόκλητοι ρυθμιστές του εικαστικού χώρου. Εγώ όπως αντιλαμβάνεστε, κατά την κρίση αυτών των ανθρώπων, ανήκω στους παραδοσιακούς. Αλλά το πράγμα στην ουσία του δεν είναι καθόλου έτσι και τούτο διότι αυτό που αποκαλείται στις μέρες μας παραδοσιακό είναι η τέχνη της εικόνος, η μοναδική πραγματική τέχνη, η οποία έχει τα φιλοσοφικά της βάθρα στην πανάρχαια ανάγκη των Ελλήνων για την ανύψωση του ήθους των και την προσέγγιση του Θεού, του οποίου τμήμα και δημιούργημα θεωρούν τους εαυτούς των.
«Όσα ανερμάτιστα παρουσιάζονται ως σύγχρονη τέχνη παρεισάγονται στον τόπο μας από ανθρώπους που στην πλειονότητά τους δεν έχουν ελληνική συνείδηση, πολλοί δεν είναι καν Έλληνες»
Από την άλλη πλευρά τα όσα ανερμάτιστα παρουσιάζονται ως σύγχρονη τέχνη, παρεισάγονται στην ουσία στον τόπο μας από ανθρώπους οι οποίοι στην πλειονότητά τους δεν έχουν Ελληνική συνείδηση, πολλοί απ’ αυτούς δεν είναι καν Έλληνες. Οι άνθρωποι αυτοί όπως αντιλαμβάνεσθε δεν έλαβαν ποτέ τον κόπο να μελετήσουν το βάθος της Ελληνικής σκέψεως. Έτσι ότι δουν στα πλούσια κράτη της δύσεως το μιμούνται με μανία πιθήκου και μας το παρουσιάζουν εδώ ως πρωτοπόρο και ρηξικέλευθο, δημιουργώντας το φαινόμενο που παλαιότεροι σπουδαίοι Έλληνες ονόμαζαν «εθνικό επαρχιωτισμό». Δυστυχώς όλοι αυτοί είναι ιστορικοί τέχνης, ιδιοκτήτες και επιμελητές μουσείων, χώρων τέχνης κ.λ.π.
Ανερμάτιστα, μήπως είναι λίγο βαρύς ο χαρακτηρισμός, υπάρχει θέλω να πω μια συμβολιστική και σε πολλά έργα σύγχρονης τέχνης, μπορεί ο προσεκτικός θεατής να την διακρίνει.
Έχετε εν μέρει δίκιο, αλλά στο αληθινό έργο τέχνης ο συμβολισμός δεν καταλαμβάνει παρά μικρό μέρος του. Στη σύγχρονη τέχνη βλέπουμε στις περισσότερες περιπτώσεις το έργο να καταλύεται η και να εξαφανίζεται για να επιτευχθεί ένας κραυγαλέος συμβολισμός τον οποίο οι «σοφοί» ονομάζουν στο τέλος έργο εικαστικό, πράγμα που καταστρατηγεί ακόμη και την απλή λογική. Αλλά για ν ’απαντήσω στο πρώτο σκέλος της ερωτήσεώς σας θα πω ότι η φιλοσοφική σκέψη πάνω στην οποία εδράζεται η τέχνη των δυτικών και κατ’ επέκτασιν των εδώ μιμητών τους, έχει τις ρίζες της στην Προτεσταντική Μεταφυσική και την Παπική θέληση – Παπικό δόγμα. Δεν θα πλατειάσω επ’ αυτού για την οικονομία της συζητήσεως. Θ’ αναφέρω μόνον ως παράδειγμα αυτό που ονομάζεται «αφηρημένη –ανεικονική τέχνη», η οποία προέκυψε ως αποτέλεσμα των Προτεσταντικών απαγορεύσεων περί εικόνων.
Είστε σαφής. Αλλά θα πρέπει όμως να σας θυμίσω ότι υπήρχε και ακόμη σήμερα υπάρχει η τέχνη της απεικονίσεως στη Δύση.
Της απεικονίσεως όχι, ρεαλιστική ναι. Αυτή εξ άλλου είναι και η κεφαλαιώδης διαφορά ημών από τους δυτικούς. Θα προσπαθήσω αυτό να σας το εξηγήσω με δυο λόγια. Η προσπάθεια των καλλιτεχνών της Δύσεως ολοκληρώνεται και μόνον «με την απεικόνισιν του αισθητού». Δηλαδή με την κατασκευή ειδώλου αυτού που ο καλλιτέχνης αντιλαμβάνεται με τις αισθήσεις του. Στην δική μας περίπτωση αυτό που επιδιώκεται είναι η κατά Λύσιππον «απόδοσις του όντος και ουχί του φαινομένου», απόδοσις δηλαδή της ψυχής και όχι της εξωτερικής εμφανίσεως. Οι δυτικοί μ’ ένα λόγο αποδίδουν το αισθητό, ενώ εμείς το ουσιώδες. Για τα μιλήσω πιο απλά θα πω πως εμείς, ενώ κοιτάζουμε πολύ λίγο με τα μάτια μας, βλέπουμε τα πολλά με τα μάτια της διανοίας, τα μάτια της ψυχής. Αυτό μπορεί κάποιος να το διακρίνει πολύ εύκολα στην τέχνη της Αγιογραφίας.
Όταν η Πολιτεία, οι νόμοι, τα πανεπιστήμια και ο Τύπος μετατρέπονται σε πανίσχυρο όπλο επίθεσης!
Πώς, με ποιον τρόπο, μπορείτε σας παρακαλώ να μας το εξηγήσετε με δυο λόγια;
Ακούστε, αν παρατηρήσουμε προσεκτικά μια εικόνα, ενός κατά προτίμησιν σπουδαίου αγιογράφου, ας πούμε τον Άγιο Δημήτριο του Μανουήλ Πανσέληνου στο Πρωτάτο, το πρώτο πράγμα που θα διαπιστώσουμε είναι η κυριαρχία της γεωμετρίας στην ολοκλήρωση του έργου. Και τούτο δεν συμβαίνει μόνο στην απόδοση της ενδυματολογίας και του χώρου, αλλά και στην απόδοση της ανατομίας. Παρά ταύτα, η ζωντάνια του έργου είναι απίστευτη. Αυτή είναι η μαγεία της τέχνης της εικόνος και το ίδιο ισχύει και στην αγαλματοποιία. Είναι η τέχνη του ανθρώπου. Αυτού δηλονότι που δεν κοιτάζει αλλά βλέπει οδηγούμενος από την Θεία Χάρι. Γι’ αυτό και βλέπουμε να υπογράφει: «διά χειρός», που σημαίνει: η Θεία Χάρις ζωγράφισε χρησιμοποιώντας το χέρι μου. Το ίδιο βέβαια συμβαίνει και με την Υμνολογία της Εκκλησίας μας αλλά και με κάθε είδος της τέχνης.
Θεωρείτε δηλαδή ότι και η κατά κόσμον τέχνη είναι δημιούργημα της Θείας Χάριτος;
Πώς αλλιώς. Η τέχνη δεν είναι αυτή που εξημερώνει τον άνθρωπο, βελτιώνει την αισθητική του και ενισχύει το αίσθημα της ευπρεπείας του, οδηγώντας τον στην φιλοσοφία και δι΄ αυτής στην αρετή, πράγμα που τον φέρνει πλησιέστερα προς την Θεία πλευρά της υποστάσεώς του; Σήμερα βέβαια βιώνουμε σε μεγάλο βαθμό το αντίθετο όλου αυτού. Με την αυθαίρετη ασχημία που παρουσιάζεται στην πατρίδα μας ως τέχνη, οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει να θεωρούν φυσική κάθε μορφή φαυλότητος στη ζωή τους. Γιατί ξέρετε όταν, για παράδειγμα, δείχνεις στον θεατή ένα σωρό σκουπίδια μέσα σ’ ένα πολυτελές Μουσείο και του λέγεις ότι αυτό που βλέπει είναι γλυπτό, επιτίθεσαι στην λογική του, την εννοιολογική γνώση του και την αισθητική του και προσπαθείς να τις διαστρέψεις. Και βέβαια το όπλο της επιθέσεως σου, είναι ένα προβεβλημένο και προστατευμένο από τους νόμους και την πολιτεία Μουσείο, υποστηριζόμενο από τα Πανεπιστήμια και τον τύπο. Όπλο δηλαδή πανίσχυρο που αν μη τι άλλο θα φέρει σε μεγάλη σύγχυση τον ταλαίπωρο θεατή.
«Παρέχουν σπουδαία εικαστική αφορμή οι φυσιογνωμίες των αγωνιστών μας»
Τελειώνοντας, θα ήθελα να σας ρωτήσω πως προέκυψαν όλα αυτά τα αγάλματα των ηρώων της επαναστάσεως, που είναι μέρος της προσωπικής σας δουλειάς.
Στην ουσία κατά τύχη, ως παραγγελίες μνημειακών προτομών στην αρχή της σταδιοδρομίας μου. Αλλά γρήγορα απετέλεσαν ένα από τα κεφάλαια του προσωπικού μου έργου. Μελετώ ξέρετε από τα παιδικά χρόνια την Ελληνική ιστορία, και μόνον από τις πηγές. Έτσι έχω διαβάσει πολλές φορές τα απομνημονεύματα όλων των αγωνιστών και την ψυχή μου κατέχει δέος και θαυμασμός για τους ανθρώπους αυτούς και τους αγώνες τους. Παράλληλα οι φυσιογνωμίες τους παρέχουν σπουδαία εικαστική αφορμή, λόγω της δυνάμεως της προσωπικότητός τους και των εντόνων χαρακτηριστικών τους. Γι’ αυτούς τους λόγους αλλά προ πάντων για την συγκίνηση, που μου προκαλούν πάντοτε οι δίκαιοι αγώνες και οι ηρωισμοί του γένους μας, καταπιάστηκα και πάντα θα καταπιάνομαι με την εικονιστική απόδοση των προσώπων των μεγάλων αυτών Ελλήνων.
Ο Βασίλης Παπασαικας θεωρείται δάσκαλος, όχι μόνο από τους μαθητές του αλλά και από άλλους καλλιτέχνες της εποχής. Απ’ όσα μαθητεύσαμε με τη συνομιλία μας μαζί του, αλλά και βλέποντας τα έργα του, έμεινε μέσα μας η αίσθηση ενός χρέους: Δεν γίνεται να είμαστε επιπόλαιοι. Ανήκουμε στους προγόνους που μας χρέωσαν με μια πνευματική κληρονομιά. Δεν μπορούμε να έχουμε οποιοδήποτε άλλοθι με σκοπό να ξεχάσουμε το παρελθόν και το χρέος σε αυτούς που προηγήθηκαν και σε αυτούς που έρχονται. Η ψευτιά σε όλα τα επίπεδα αλλά και στην τέχνη θα βρεθεί μια μέρα μπροστά μας και οι επόμενοι θα μας κατηγορήσουν αν όχι για προδοσία, τουλάχιστον για επιπολαιότητα.
__________
Σοφία Χατζή
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ, 10.04.2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου