Για την επιλογή και επιβολή, από την Αγγλία, της πριγκηπικής οικογένειας της Δανίας στον ελληνικό θρόνο γράφει στο βιβλίο του «Μεγάλη Ιδέα: 1844 -1922» (εκδόσεις ΤΟΠΟΣ) ο Σπύρος Αλεξίου. Αναδημοσιεύουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα:
«Τελικά στις 2 Οκτώβρη 1862 ο Όθωνας και η Αμαλία επιβιβάζονται στη φρεγάδα «Αμαλία» και ξεκινούν περιοδεία με στόχο να ξανακερδίσουν την «αγάπη του λαού». Δε θα ξαναπατήσουν ποτέ στην Αττική. Στις 4 Οκτώβρη στη Βόνιτσα ο Θεοδωράκης Γρίβας ξεκινά πρώτος την Επανάσταση. Ακολουθούν η μία μετά την άλλη οι πόλεις και το ξημέρωμα της 11 Οκτώβρη η Αθήνα. Χωρίς να συναντήσουν ουσιαστικά αντίσταση οι επαναστάτες συγκεντρώνονται στον στρατώνα του πυροβολικού και στις 3 τα χαράματα, πάνω στην κάνη ενός πυροβόλου ο Επαμεινώνδας Δεληγιώργης συντάσσει το ψήφισμα που κηρύσσει έκπτωτο τον Όθωνα και συγκροτείται προσωρινή κυβέρνηση από τους Δ. Βούλγαρη, Κ. Κανάρη και Μ. Ρούφο.
Το διπλωματικό παιχνίδι
Ο θρόνος της Ελλάδας μένει κενός και το διπλωματικό πόκερ ξεκινά. Τα φύλλα τα μοιράζει, ως συνήθως, η Αγγλία και ανάμεσα στα άλλα χαρτιά που θα ρίξει στο τραπέζι θα είναι και τα Επτάνησα.
Οι Άγγλοι, έχοντας προδιαγράψει και επιδιώξει την εκθρόνιση του Όθωνα είχαν ξεκινήσει την προσπάθεια να ανεβάσουν στον θρόνο της Ελλάδας τον Αλφρέδο, γιο της βασίλισσας Βικτωρίας. Το όνομά του, στα τέλη της δεκαετίας του 1850, είχε ακουστεί ως πρόταση για ηγεμόνα μιας «Επτανησιακής Ηγεμονίας», σχέδιο που προωθούσαν οι άνθρωποι της Αγγλίας στα Επτάνησα. Η γηραιά Αλβιόνα ήθελε στην πραγματικότητα να ξεφορτωθεί τα «προβληματικά» Επτάνησα, να ελέγχει όμως το μέλλον τους. Ταυτόχρονα άφηναν να διαδίδονται φήμες και για ευνοϊκή θέση της Αγγλίας για Θεσσαλία και Ήπειρο. Όταν φάνηκε πως ήταν θέμα χρόνου η εκθρόνιση του Όθωνα, οι άνθρωποι των Άγγλων «ξέχασαν» το σχέδιο τους μιας και ο Αλφρέδος προοριζόταν πια για βασιλιάς της Ελλάδας.
Όπως γράφει ο Επ. Κυριακίδης:
«η αγγλική διπλωματία από δεκαετίας ειργάσθη υπέρ της υποψηφιότητας του Αλφρέδου, ωμίλει δε περί τούτου εν Αθήναις δια του Άγγλου πρεσβευτού κατά τρόπον δυνάμενον να παράσχη πολλάς ελπίδας περί μεγεθύνσεως της Ελλάδος εν περιπτώση εκλογής αυτού. Ούτως εν τη ελευθέρα και δούλη Ελλάδι το όνομα του Αλφρέδου εγένετο δημοφιλέστατον, εικόνες αυτού κυκλοφορούν ανά πάσας τας πόλεις και διαδηλώσεις εγένοντο υπέρ αυτού εν Αθήναις»[1].
Στο παιχνίδι έπαιζαν φυσικά και οι άλλες δυνάμεις. Η Ρωσία προωθούσε για βασιλιά τον Γαλλορώσο πρίγκηπα Λαίχτεμπεργκ, εγγονό του τσάρου Νικόλαου, υποψηφιότητα που στήριζε και η Γαλλία. Η Αγγλία για να εμποδίσει την εξέλιξη αυτή επικαλέστηκε το Πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830, σύμφωνα με το οποίο δεν μπορούσε ο βασιλιάς να προέρχεται από τους οίκους των τριών προστάτιδων Δυνάμεων. Ταυτόχρονα βέβαια ακύρωνε και την υποψηφιότητα του Αλφρέδου και όλη την πολιτική επένδυση που είχε κάνει και που είχε φέρει αποτελέσματα.
Αξίζει να αναφέρουμε πως το 1862, μαζί με τις εκλογές στην Ελλάδα, έγινε και ενδεικτικό δημοψήφισμα για επιλογή βασιλιά. Ο Αλφρέδος έλαβε 230.016 ψήφους, ο Λάιχτεμπεργκ 2.400 ενώ ο Γεώργιος – Γουλιέλμος, αυτός τον οποίον έφεραν τελικά για βασιλιά…μόλις 6! Προς τιμήν τους, 93 πολίτες ψήφισαν «ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑ», αν και δεν είχε μπει θέμα πολιτεύματος. Τυπικά η Αγγλία εμφανιζόταν χαμένη, πρακτικά συνέβαινε το αντίθετο. Ο Π. Καρολίδης σχολιάζει:
«Αι εις τον Αλφρέδον δοθείσαι ψήφοι εκήρυττον εμφαντικώτατα εις άπαντα τον κόσμον ουχί απλώς την εμπέδωσιν της Αγγλικής εν Ελλάδι πολιτικής ροπής, αλλά την παμβασιλείαν της Αγγλικής εν τω κράτει τούτω»[2].
Ουσιαστικά δηλαδή η Αγγλία αναζητούσε «να πέψη εις Αθήνας αρμοστήν μεριμνώντα περί των αγγλικών και ουχί βασιλέα εργαζόμενον περί ελληνικών συμφερόντων»[3]. Και ποια ήταν η αιχμή αυτών των συμφερόντων; Όπως αποκάλυψε ο Δούκας Ερνέστος του Σαξ Κομπουργκ, αρνήθηκε το στέμμα που του πρότεινε η Αγγλία γιατί «δεν ηθέλησε να υποσχεθή τη Αγγλία ότι ουδέποτε ως βασιλεύς της Ελλάδος θα περιέλθη εις πόλεμον προς την Τουρκίαν»[4]. Στα «Απομνημονεύματά» του ο Ερνέστος σημειώνει, μετά τη συνάντησή του με τον πρωθυπουργό της Αγγλίας Πάλμερστον:
«ο λόρδος Πάλμερστον εφρόνει ότι δια την Ελλάδα η συντήρησις στρατού και στόλου απέβαινε επιζήμιος και επιβλαβής διότι θα ενέβαλε το κράτος εις περιπλοκάς. Η Η Ελλάς έχρηζε μόνον λυσιτελούς χωροφυλακής».[5] Ο Ερνέστος αναφέρει ακόμη πως ανάμεσα σε αυτούς που η Αγγλία πρόσφερε το στέμμα ήταν κι ο Φερδινάρδος της Πορτογαλίας αλλά κι αυτός το αρνήθηκε καθώς «η αγγλική κυβέρνησις επεθύμει να εγκαταστήσει εντός ολίγων εβδομάδων νέον εν Αθήναις βασιλέα, ως συνέβαινε με τους τοπάρχας της Βεγγάλης ότε αναχωρούντος του ενός επέμπετο ευθύς έτερος»[6] .
Επειδή στην εποχή μας από διάφορες πλευρές εκφράζεται η άποψη πως δεν υπήρξε εξαρτημένο κράτος η Ελλάδα, είναι χαρακτηριστικό το απόσπασμα του Επ. Κυριακίδη:
«το ελληνικό στέμμα περιεφέρετο ανά την Ευρώπην εκπληστηριαζόμενον υπό της αγγλικής κυβερνήσεως, κατά την φράσιν του Άγγλου βουλευτού Φιτζέραλντ, προτεινόμενον εις τους άρρενες βλαστούς πάσης γερμανικής αυλής και απορριπτόμενον παρά των πειναλέων τούτων πριγκήπων, κατά την φράσιν ετέρου Άγγλου βουλευτού του Σμόλετ.»[7].
Με απλά λόγια, η Αγγλία έλεγχε απόλυτα το μέλλον της Ελλάδας και επιδίωκε έναν τοποτηρητή της στον θρόνο της. Κόκκινη γραμμή ήταν η εξασφάλιση της ακεραιότητας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Για αυτό και ήταν διατεθειμένη να δώσει ως αντάλλαγμα ασήμαντες πια για αυτές κτήσεις που, εκτός των άλλων, αποτελούσαν και μπελά λόγω των εξεγέρσεων των «ποπολάρων».
Ο Γεώργιος Γλύξμπουργκ. Το πλήρες όνομά του ήταν Κρίστιαν Γουλιέλμος Φερδινάνδος Αδόλφος Γεώργιος του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν-Σόνντερμπουρκ-Γκλύξμπουρκ
Αφού οι Γερμανοί πρίγκηπες Λεινίγκεν και Χοενλόε καθώς και ο Φερδινάρδος της Βαϊμάρης αρνήθηκαν ο Πάλμερστον κατέληξε στον Γουλιέλμο Γεώργιο της Αγγλίας, ανιψιό του βασιλιά Φρειδερίκου της Δανίας. Ήταν 18 ετών και υπηρετούσε ως δόκιμος στο ναυτικό. Στην υποψηφιότητά του συμφώνησαν και η Ρωσία με τη Δανία. Ανακοινώθηκε στην ελληνική κυβέρνηση (πάλι καλά…) κι ο πρωθυπουργός Σ. Βάλβης το ανακοίνωσε στη Βουλή όπου «δι ανατάσεως των βουλευτών» αναγορεύτηκε συνταγματικός βασιλέας των Ελλήνων ο Γεώργιος. Η όλη μεθόδευση δεν θύμιζε και πολύ διαδικασία εκλογής βασιλέα σε ανεξάρτητο κράτος, ειδικά αν θυμηθούμε πως στο ενδεικτικό «δημοψήφισμα» η υποψηφιότητα του Γεώργιου είχε λάβει τον εντυπωσιακό αριθμό των … 6 ψήφων! Αυτά ήταν βέβαια λεπτομέρειες για την Αγγλία αλλά και την ελληνική πολιτική ηγεσία, μην τους ξεχνάμε κι αυτούς, δεν ήταν ανεύθυνοι…
Η Βουλή εξέλεξε τριμελή επιτροπή από τους Κ. Κανάρη, Θρ. Ζαΐμη και Δ. Γρίβα για να μεταβεί στην Κοπεγχάγη και να προσφέρει το στέμμα. Λύθηκε πρώτα το οικονομικό, οι Δανοί ήταν σοβαροί επαγγελματίες του είδους, τα παζάρια κράτησαν 42 ημέρες: Εκτός της επιχορήγησης, ύψους 1.125.000 δραχμών εκείνης της εποχής, από το ελληνικό κράτος ο Γεώργιος θα λάμβανε επιπλέον και 12.000 χρυσές λίρες τον χρόνο. Όχι βέβαια από τις Δυνάμεις αλλά από τα τοκοχρεωλύσια του δάνειου που η Ελλάδα είχε πάρει από τις Δυνάμεις για να πληρώνει τον…Όθωνα! Και εφαπαξ ένα μεγάλο ποσό ως προικοδότηση. Στην – υποτιθέμενη – «Ψωρωκώσταινα» όπως φαίνεται πλούτος πάντα παραγόταν. Ποιος τον καρπώνονταν ήταν πάντα το ερώτημα.
Τελικά στις 25 Μάη 1863 ο Φρειδερίκος της Δανίας, ως κηδεμόνας του ανήλικου Γεώργιου, αποδέχθηκε το στέμμα σε επίσημη τελετή και η Ελλάδα απέκτησε βασιλιά. Κι όχι μόνο αυτό αλλά πήρε και δώρο τα Επτάνησα, ήταν η πρώτη διεύρυνση μετά το 1830. Ήταν μια «διπλωματική νίκη» ή «απόδειξη του φιλελληνισμού των Άγγλων»; Όχι ακριβώς ή, καλύτερα, καμία σχέση. Ας το δούμε…
Το κρυφό διπλωματικό παιχνίδι
Είδαμε τις επιδιώξεις της αγγλικής διπλωματίας σχετικά με τον θρόνο της Ελλάδας. Πριν ανακοινώσει η αγγλική κυβέρνηση στην ελληνική ποιος θα ήταν ο νέος βασιλιάς του …ανεξάρτητου ελληνικού κράτους είχε θέσει στον Φρειδερίκο της Δανίας τον ίδιον όρο που είχε θέσει και στους άλλους υποψηφίους, οι οποίοι τον είχαν αρνηθεί. Ο Φρειδερίκος τον δέχτηκε και υπογράφηκε μυστική συμφωνία με την οποία η Αγγλία «προίκιζε» τον Γεώργιο με τα Επτάνησα αλλά με τον σαφή όρο πως ο Γεώργιος «ήθελε απόσχει στασιαστικών κινημάτων κατά της Τουρκίας». Ταυτόχρονα ο Γεώργιος, δηλαδή το ελληνικό κράτος θα αναλάμβανε τις οικονομικές υποχρεώσεις που είχε αναλάβει ο Άγγλος αρμοστής απέναντι στην εταιρεία Loyd, την Ιόνιο τράπεζα, την εταιρεία υγραερίου της Μάλτας και άλλους δικαιούχους.
Στις 10 Δεκεμβρίου του 1862, ο λόρδος Ράσελ, διαμήνυσε στον επιτετραμμένο της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο Χαρίλαο Τρικούπη πως η βασίλισσα δεν θα είχε αντίρρηση να δοθούν τα Επτάνησα στην Ελλάδα, αν ο νέος βασιλιάς ήταν αρεστός στους Βρετανούς. Αντίστοιχο μήνυμα, τον ίδιο μήνα, μετέφερε στην ελληνική κυβέρνηση απεσταλμένος της Αγγλίας.
Και αφού όλα συμφωνήθηκαν, έπρεπε να νομιμοποιηθούν και τυπικά. Έτσι, στις 13 Ιουλίου του 1863, μια διεθνής συνθήκη έδινε στα Επτάνησα το δικαίωμα να ενωθούν με την Ελλάδα, «εφόσον αυτό επιθυμούσε ο λαός τους». Ο Ύπατος Αρμοστής Στορξ διέλυσε το κοινοβούλιο της Επτανησιακής πολιτείας και προκήρυξε εκλογές για τις 19 Σεπτεμβρίου, θέτοντας ο ίδιος το ερώτημα αν επιθυμούν οι εκλογείς την Ένωση με την Ελλάδα. Η νέα Βουλή με το 1ο ψήφισμά της, στις 23 Σεπτέμβρη δηλώνει:
«Αι νήσοι Κέρκυρα, Κεφαλληνία, Ζάκυνθος, Λευκάς, Ιθάκη, Κύθηρα, Παξοί και τα εξαρτήματα αυτών ενούνται μετά του βασιλείου της Ελλάδος, όπως εσαεί αποτελώσιν αναπόσπαστον αυτού μέρος εν μιά και αδιαιρέτω πολιτεία, υπό το συνταγματικόν σκήπτρον της Αυτού Μεγαλειότητος του βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου του Α’ και των διαδόχων αυτού».
Τελικά στις 14 Νοεμβρίου του 1863 με την υπογραφή της συνθήκης του Λονδίνου τα Επτάνησα «παραχωρήθηκαν» στην Ελλάδα, ακόμη και για το ρήμα υπήρξε αντιπαράθεση, «παραχωρήθηκαν» λόγω της αγγλικής μεγαλοψυχίας ή «ενώθηκαν» λόγω της θέλησης και των αγώνων του λαού τους;. Στις 16 Νοέμβρη ο Γεώργιος ορκιζόταν βασιλιάς των Ελλήνων. Στις 16 Μάη 1864 ο Θρασύβουλος Ζαίμης, εκ μέρους του Ελληνικού κράτους, θα παραλάβει από τον ύπατο αρμοστή Στορξ τα κατεστραμμένα οχυρά της Κέρκυρας και στις 21 Μάη και τυπικά τα Επτάνησα ενώνονται με την Ελλάδα».
Τοποτηρητές των Άγγλων οι Γλύξμπουργκ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Επαμεινώνδας Κυριακίδης, Ιστορία του σύγχρονου ελληνισμού 1832-1892, εκδ. Ιγγλέση, Αθήνα 1892, τομ. Β΄, σελ. 204 anemi.lib.uoc.gr (21/7/22)
[2] Παύλου Καρολίδη, «Σύγχρονος ιστορία των Ελλήνων και των λοιπών λαών της Ανατολής από 1821 μέχρι 1921»,τομος στ΄, σελ. 10, https://anemi.lib.uoc.gr (12/7/22)
[3] Γεωργίου Ν. Φιλαρέτου, «Ξενοκρατία και Βασιλεία εν Ελλάδι (1821-1897)», Αθήνα 1897, εκδ. Κουσουλίνου, σελ. 149, https://anemi.lib.uoc.gr/metadata (22/7/22)
[4] Επ. Κυριακίδης, ο.π., τομ. Β΄, σελ. 216
[5] Γ. Φιλαρέτου, ο.π., σελ. 152, 158
[6] Γ. Φιλάρετου, ο.π.
[7] Επ. Κυριακίδη, ο.π., σελ. 233
πηγή
Έκτακτο παράρτημα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου