«Ποῦ εἶ, Ἀδάμ;
ἀπάρτι μὴ κρύπτου με∙
θέλω θεωρεῖν σε∙
κἄν γυμνὸς εἶ, κἄν πτωχός εἶ, μὴ αἰσχυνθῇς∙
σοὶ γὰρ ὡμοιώθην·
αὐτός ἐπιθυμῶν θεὸς οὐκ ἐγένου∙
ἀλλ’ ἐγὼ νῦν βουληθεὶς σὰρξ ἐγενόμην∙
ἔγγισόν μοι οὖν καὶ γνώρισον, ἵνα λέξῃς∙
“ἦλθες, ἐφάνης
τὸ φῶς τὸ ἀπρόσιτον”.
~
«Ποῦ εἶσαι, Ἀδάμ;
Τώρα πιὰ μὴ μοῦ κρύβεσαι.
Θέλω νὰ σὲ θωρῶ.
Κι ἄν εἶσαι γυμνὸς, κι ἄν εἶσαι πτωχός, μὴ ντραπεῖς.
Γιατὶ μὲ σένα ὁμοιώθηκα.
Ἐπιθυμοῦσες, μὰ θεὸς δὲν ἔγινες.
Ἰδοὺ ἐγώ λοιπόν, θέλησα κι ἔγινα σάρκα δική σου.
Ἔλα, ἄγγιξέ, γνώρισέ με καὶ πές:
“ἦλθες, φάνηκες,
τὸ Φῶς τὸ ἀπρόσιτο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου