Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2020

Ἐνῶ ὁ Πατριάρχης καὶ ὁ Αὐτοκράτορας εἶχαν προδώσει, ἕνας ἐπίσκοπος μαζὶ μὲ τὸν λαὸ ἔσωσε τὴν Ὀρθοδοξία!



Πολλαπλὰ τὰ μηνύματα ποὺ στέλνει ἡ ἑορτὴ τοῦ σημερινοῦ Ἁγίου. Κόντρα σὲ ὅλη τὴν ἐκκλησιαστικὴ καὶ πολιτικὴ ἡγεσία τῆς ἐποχῆς, ἡ ἄρνηση ὑπογραφῆς τῆς ἕνωσης τῶν Ὀρθοδόξων μὲ τοὺς Παπικοὺς ἀπὸ ἕναν ταπεινὸ ἐπίσκοπό της Ἐφέσου, ἔσωσε τὴν ὀρθόδοξη πίστη! Ἂς εὐχόμαστε στὸ Θεὸ νὰ ἀναδείξει καὶ σήμερα νέους Μάρκους Εὐγενικοὺς ποῦ θὰ ἀντισταθοῦν στὶς κακοδοξίες ὁρισμένων ὀρθόδοξων (;) ἐκκλησιαστικῶν ἡγετῶν ποὺ ἀποτελοῦν τὸν ἐσωτερικὸ καὶ ἴσως πιὸ ἐπικίνδυνο ἐχθρό της Ἐκκλησίας.
Ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικὸς γεννήθηκε τὸ 1392 μ.Χ. ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ πιστοὺς γονεῖς, τὸν ἀρχιδικαστή, σακελλίων καὶ διάκονο τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας Γεώργιο καὶ τὴ Μαρία ποὺ ἦταν κόρη τοῦ εὐσεβοῦς ἰατροῦ Λουκᾶ. Εἶχε ἀκόμα ἕναν μικρότερο ἀδερφὸ ποὺ ὀνομαζόταν Ἰωάννης. Λόγω τῶν πολλῶν του πνευματικῶν χαρισμάτων ἔκανε περίλαμπρες θεολογικὲς καὶ φιλοσοφικὲς σπουδὲς καὶ μαθήτευσε στοὺς πλέον φημισμένους διδασκάλους τῆς ἐποχῆς του, τὸν Ἰωάννη Χορτασμένο (κατόπιν Ἰγνάτιο Μητροπολίτη Σηλυμβρίας) καὶ τὸν μαθηματικὸ καὶ φιλόσοφο Γεώργιο Γεμιστὸ Πλήθωνα. Μεταξὺ τῶν συμμαθητῶν τοῦ ἦταν καὶ ὁ μετ' ἔπειτα ἄσπονδος ἐχθρός του Βησσαρίων ὁ καρδινάλιος ποὺ ἦταν ὑπέρμαχος τῆς ἕνωσης.
Δίδασκε στὸ φροντιστήριο τοῦ πατέρα του, καὶ ἀργότερα, μετὰ τὸν θάνατο αὐτοῦ, τὸν διαδέχθηκε στὸ διδασκαλικὸ ἐπάγγελμα. Διακρίθηκε σὰν δάσκαλος τῆς ρητορικῆς καὶ μεταξὺ τῶν μαθητῶν του, ποὺ διέπρεψαν ἀργότερα, ἦταν ὁ Γεώργιος Γεννάδιος Σχολάριος (ὁ πρῶτος μετὰ τὴν πτῶσιν τῆς Πόλεως Πατριάρχης), ὁ Θεόδωρος Ἀγαλλιανός, ὁ Θεοφάνης Μητροπολίτης Μηδείας καὶ ὁ ἀδελφός του Ἰωάννης ὁ Εὐγενικός.
Στὸ 25ο ἔτος τῆς ἡλικίας τοῦ ἀποφάσισε νὰ γίνει μοναχὸς καὶ γι' αὐτὸ ἔφυγε σὲ μία Μονὴ στοὺς Πριγκηπόνησους. Ἐκεῖ ἐτάχθη ὑπὸ τὴν πνευματικὴ ἐπιστασία ἐνάρετου μοναχοῦ, τοῦ Συμεών, ὁ ὅποιος τὸν ἔκειρε μοναχὸ καὶ τὸν μετονόμασε ἀπὸ Ἐμμανουήλ, ποὺ ἦταν τὸ πρῶτο του ὄνομα, σὲ Μάρκο. Κατόπιν ἀπὸ τὰ νησιὰ αὐτὰ ἔφυγε καὶ πῆγε στὴ Μονὴ τῶν Μαγκάνων, ὅπου χειροτονήθηκε Ἱερέας. Ἀφοῦ ἔγινε κληρικός, τὸ 1436 μ.Χ. ἐκλέγεται Ἀρχιεπίσκοπος Ἐφέσου.
Ἀκολούθησε τὸν αὐτοκράτορα Ἰωάννη Παλαιολόγο στὴ Φεράρα καὶ τὴ Φλωρεντία, ὅπου πραγματοποιήθηκε Σύνοδος γιὰ τὴν ἕνωση τῆς Ἀνατολικῆς καὶ τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας. Ἐκεῖ ὁ Μάρκος ἀνεδείχθη ὁ θερμοτερος καὶ στερεότερος ὑπέρμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀρνούμενος νὰ ὑπογράψει τὸν ὄρο τῆς ψευδοενώσεως, ἔτσι ποὺ ὅταν ὁ πάπας Εὐγένιος Δ’ (1431 - 1447 μ.Χ.) πληροφορήθηκε τὴν ἀπόφασή του εἶπε: «Μάρκος οὒχ ὑπέγραψε, λοιπὸν ἐποιήσαμεν οὐδέν».
Μετὰ τὴν προδοτικὴ ἕνωση τῆς Φερράρας - Φλωρεντίας οἱ Βυζαντινοὶ ἐγκατέλειψαν τὴν Ἰταλία. Ὁ αὐτοκράτορας παρέλαβε τὸν Ἅγιο Μάρκο στὸ αὐτοκρατορικὸ πλοῖο. Ὕστερα ἀπὸ ταξίδι τρεισήμισι μηνῶν ἔφθασαν τελικὰ στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ οἱ κάτοικοι δέχθηκαν μὲ αἰσθήματα ἐχθρικὰ καὶ ἀποδοκίμασαν αὐτοὺς ποὺ ὑπέγραψαν τὴν ἕνωση, ἀλλὰ ἐπιδοκίμασαν καὶ τίμησαν τὸν Ἅγιο Μάρκο ὅπως ἀναφέρει ὁ ὑβριστὴς τοῦ γραικολατίνος ἐπίσκοπος Μεθώνης Ἰωσήφ: «ὁ Ἐφέσου εἶδε τὸ πλῆθος δοξάζων αὐτὸν ὡς μὴ ὑπογράψαντα καὶ προσεκύνουν αὐτῶ οἱ ὄχλοι παθάπερ Μωϋσεῖ καὶ Ἀαρῶν καὶ εὐφήμουν αὐτὸν καὶ ἅγιον ἀπεκάλουν» (PG 159, 992).

Στὶς 4 Μαΐου 1440 μ.Χ. ὁ Ἅγιος Μάρκος ἀναγκάστηκε νὰ δραπετεύσει ἀπὸ τὴν Βασιλεύουσα, διότι κινδύνευε ἡ ζωή του, καὶ νὰ πάει στὴν Ἔφεσο ποὺ ἦταν κάτω ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Ἐκεῖ ἀφοῦ ποίμανε γιὰ λίγο τὸ ποίμνιο τοῦ ἀναγκάσθηκε πάλι, τώρα ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ τοὺς ἑνωτικούς, νὰ ἐγκαταλείψει τὴν Ἔφεσο καὶ μπῆκε στὸ πλοῖο ποὺ πήγαινε στὸ Ἅγιο Ὅρος, ὅπου εἶχε ἀποφασίσει νὰ περάσει τὸν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς του. Ὅταν ὅμως τὸ πλοῖον ἔκαμε σταθμὸ στὴ Λῆμνο ὁ Ἅγιος ἀνεγνωρίσθει καὶ ἀμέσως συνελήφθη, κατόπιν αὐτοκρατορικῆς ἐντολῆς καὶ φυλακίσθηκε ἐκεῖ γιὰ δύο χρόνια. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς φυλακίσεώς του ὑπέφερε πολύ, ἀλλὰ ὅπως ἔγραψε στὸν ἱερομόναχο Θεοφάνη τὸν ἐν Εὐβοία «ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ τῆς ἀληθείας δύναμης οὐ δέδεται, τρέχει δὲ μᾶλλον καὶ εὐοδοῦται, καὶ οἱ πλείονες τῶν ἀδελφῶν τὴ ἐμὴ ἐξορία θαρροῦντες βάλλουσι τοῖς ἐλέγχοις τοὺς ἀλιτηρίους καὶ παραβάτας τῆς ὀρθῆς πίστεως...».
Ἀπὸ τὴν Λῆμνο ὁ Ἅγιος ἐξαπέλυσε τὴν περίφημο ἐγκύκλιο ἐπιστολή του πρὸς τοὺς ἁπανταχοῦ της γὴς καὶ τῶν νήσων εὐρισκομένους Ὀρθοδόξους Χριστιανούς. Μὲ αὐτὴν ἐλέγχει αὐστηρῶς τοὺς Ὀρθοδόξους ἐκείνους ποὺ ἀποδέχθηκαν τὴν ἕνωση καὶ μὲ ἀδιάσειστα στοιχεῖα ἀποδεικνύει ὅτι οἱ λατίνοι εἶναι καινοτόμοι καὶ γι' αὐτὸ λέει: «ὡς αἱρετικοὺς αὐτοὺς ἀπεστράφημεν, καὶ διὰ τοῦτο αὐτῶν ἐχωρίσθημεν». Καλεῖ δὲ ὁ ἅγιος τους πιστοὺς νὰ ἀποφεύγουν τοὺς ἑνωτικούς, διότι αὐτοὶ εἶναι «ψευδαπόστολοι καὶ ἐργᾶται δόλιοι».
Μετὰ τὴν ἀποφυλάκιση τοῦ ἅγιος Μάρκος λόγω τῆς ἀσθενείας του δὲν μπόρεσε νὰ ἀποσυρθεῖ στὸ Ἅγιο Ὅρος, ἀλλὰ ἐπέστρεψε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἔγινε δεκτὸς μετὰ τιμῶν ὡς ἅγιος καὶ ὁμολογητής. Ἀπὸ τὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῶν Μαγγάνων ὁ νέος ὁμολογητὴς διηύθυνε τὸν ἀγώνα κατὰ τῶν ἑνωτικῶν, γράφοντας ἐπιστολὲς στοὺς μοναχοὺς καὶ κληρικοὺς ἐνθαρρύνοντάς τους νὰ κρατοῦν τὴν ὀρθὴ πίστη καὶ νὰ μὴ συνεργάζονται μὲ τοὺς ἑνωτικούς.
Οἱ διωγμοί, οἱ ἐξουθενώσεις καὶ οἱ πιέσεις ἐπιδείνωσαν τὴν κατάσταση τῆς ὑγείας τοῦ Ἁγίου Μάρκου καὶ στὶς 23 Ἰουνίου τοῦ 1444 μ.Χ., ἀφοῦ εἶχε καλέσει κοντὰ τοῦ τὰ πνευματικά του τέκνα καὶ ἀνέθεσε στὸν Γεώργιο Σχολάριο τὴν ἀρχηγία τοῦ ἀνθενωτικοῦ ἀγῶνος, ἀπεδήμησεν εἰς Κύριον. Ἦταν μόλις 52 ἐτῶν.
Στὸν ἐπικήδειο λόγο ποὺ ἐξεφώνησε ὁ Γεώργιος Σχολάριος, ἀνέφερε μεταξὺ ἄλλων ὅτι ὁ ὅσιος «ἐν ἱερεύσει διέπρεψεν, ἐν ἀρχιερεύσιν διέλαμψεν, ἤθλησεν ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας πάνυ καλῶς ἀδάμαντος στερεώτερος ὤφθη πρὸς τὴν μετάθεσιν...νῦν γυμνὴ τὴ ψυχὴ τῆς μακαριότητος ἐμφορεῖται ἢν ἐπέγνω καλῶς καὶ λαβεῖν ἐντεῦθεν ἐσπούδασε τὴν ἐν Χριστῷ κεκρυμμένην ζήσας ζωὴν καὶ συνεστι τοῖς ἱεροῖς διδασκάλοις τῆς πίστεως, πάντων εἴνεκα δίκαιος ὧν ἐκείνοις συντάττεσθαι».
Ἀμέσως μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ ὁ Μάρκος τιμήθηκε ὡς ἅγιος καὶ ὁμολογητής. Αὐτὸ μαρτυρεῖ μὲ πόνο καὶ ὁ σύγχρονος καὶ ἄσπονδος ἐχθρός του Ἰωσήφ, οὐνίτης ἐπίσκοπος Μεθώνης, λέγων, «ὥσπερ πολλοὺς μὲν καὶ ἄλλους, καὶ τὸν καλούμενον Παλαμᾶν, καὶ τὸν Ἐφέσου Μάρκον, ἀνθρώπους οὒτ' ἄλλως φρενήρεις, ἀλλὰ καὶ δοξοσοφίας ἐμπεπλησμένους, μηδεμίαν ἀρετὴν ἢ ἁγιωσύνην ἐν ἐαυτοῖς ἔχοντας, μόνον διὰ τὸ λέγειν καὶ συγγράφειν κατὰ Λατίνων, δοξάζετε καὶ ὑμνεῖτε, καὶ εἰκόνας ἐγκοσμεῖτε αὐτοῖς καὶ πανηγυρίζοντες, στέργετε αὐτοὺς ὡς ἁγίους καὶ προσκυνεῖτε» (PG 159, 1357).
Τὴν πρώτη ἀκολουθία πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Μάρκου συνέθεσε ὁ ἀδελφός του, Ἰωάννης ὁ φιλόσοφος. Κατ' ἀρχὰς ἡ μνήμη τοῦ ἑορταζόταν στὶς 23 Ἰουνίου ἀλλὰ ὁ Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος, τὸ 1456 μ.Χ., ὅρισε διὰ συνοδικῆς πράξεως, νὰ ἑορτάζεται ἡ μνήμη του στὶς 19 Ἰανουαρίου, ἡμέρα προφανῶς τῆς ἀνακομιδῆς τοῦ λειψάνου τοῦ ἁγίου καὶ ταφῆς αὐτοῦ στὴν μονὴ τοῦ Λαζάρου στὸν Γαλατά.
Οἱ ἀγῶνες τοῦ Μάρκου καὶ τοῦ μαθητοῦ τοῦ Γενναδίου ἀναγνωρίστηκαν ἀπὸ τὴν μεγάλη σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως ποὺ τελείωσε τὸ 1484 μ.Χ. καὶ κατέγραψε τὰ ὀνόματά τους, ὡς πατέρων ἁγίων, στὸ Συνοδικό της Ὀρθοδοξίας.
saint

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου