Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2012

Το θαύμα του συναισθήματος


Πηγή:ardin-rixi.gr


της Ιωάννας Τσιβάκου*
Εκσυγχρονιστές πολιτικοί διαφόρων κομματικών αποχρώσεων, αλλά και αρκετοί πανεπιστημιακοί ιστορικοί και κοινωνιολόγοι, που ως επί το πλείστον θεωρούν τους εαυτούς τους εκφραστές μιας «προοδευτικής» πολιτικής τοποθέτησης, στην αρθρογραφία και στους λόγους τους έχουν επανειλημμένως επισημάνει το υστέρημα του Νεοέλληνα ως προς την ορθολογική σκέψη. Στην προσπάθειά τους να ερμηνεύσουν τον ανορθολογικό τρόπο αντιμετωπίσεως των πραγμάτων εκ μέρους του Νεοέλληνα, αναδιφούν συχνά στην ιστορία, προκειμένου να αντλήσουν από εκεί επιχειρήματα για την ήττα του διαφωτισμού στο νεοαπελευθερωθέν ελληνικό κράτος και την υπερίσχυση ενός προνεωτερικού συναισθηματισμού, γεννημένου και συντηρούμενου στα στενά πλαίσια της οικογένειας, της κοινότητας και της ορθοδοξίας.

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η μονομερής επικράτηση του συναισθήματος ως οδηγού κοινωνικής δράσης καταλήγει πράγματι στην μερική και αναποτελεσματική αντιμετώπιση των πολύπλοκων καταστάσεων που ανέπτυξε η καπιταλιστική λογική και η τεχνολογική ανέλιξη τους τελευταίους αιώνες. Οι συνέπειες μιας μονομερούς συναισθηματικής αντιδράσεως, όταν μάλιστα συνοδεύεται από την προσωποποίηση των συμφερόντων, έχει σοβαρές επιπτώσεις στους θεσμούς, ιδίως του πολιτικού συστήματος και της δημόσιας διοίκησης, όπου η ουδετε-ρότητα των συναλλαγών θάπρεπε να είναι προαπαιτούμενο.
Εκείνο ωστόσο που η εκσυγχρονιστική ρητορική φαίνεται να αγνοεί, είναι η σημασία του συναισθήματος για την ίδια την ορθολογική σκέψη ώστε αυτή να ριζώνει στον ανθρώπινο ψυχισμό. Άλλωστε αυτή την αγνόηση του ορθολογικού λόγου κατήγγειλε το ρομαντικό κίνημα, προσφέροντας ως διέξοδο στον συναισθηματισμό του δυτικού ανθρώπου την ένδυση των ορθολογικών μορφών του εθνικού κράτους και της γραφειοκρατίας του με τον μανδύα του ιερού και των συμβόλων του.
Σήμερα όμως, που οι επιστήμες της βιολογίας, της ψυχολογίας, της κοινωνιολογίας και των γνωστικών επιστημών αναγνωρίζουν ως σημαντικό μηχανισμό γνώσης το ανθρώπινο συναί-σθημα, ενώ οι μεγάλες ιδεολογίες και οι φανατισμοί του 20ου αιώνα που εξέθρεψαν καταστροφικά πάθη έχουν αδρανοποιηθεί, η απογύμνωση της εκσυγχρονιστικής λογικής από το συναίσθημα είναι ολέθριο σφάλμα.
Το ότι ο ελληνικός λαός έχει στραφεί στην κατανάλωση ή στην φοροδιαφυγή, άρα μιλάμε για έναν παρηκμασμένο λαό, είναι άποψη καφενειακή. Οι λαοί δεν κρίνονται από ατομικές συμπεριφορές, αλλά από συλλογικές, ούτε από συμπεριφορές προνομιούχων κοινωνικών ομάδων. Χωρίς να υποτιμάται η καλλιέργεια μιας ευτελούς ηδονοθηρίας που απλώθηκε σαν γάγγραινα στον κοινωνικό ιστό και η ανάγκη καυτηριάσεώς της, εν τούτοις η ηθική στάση ενός λαού θα κριθεί από τη συλλογική δράση όταν διακυβεύονται οι τύχες της χώρας του. Ο ελληνικός λαός, ως εθνική συλλογικότητα, θα κριθεί από την ιστορία του και από την αξιοπρέπεια με την οποία αντιμετωπίζει την τρέχουσα κρίση. Θα κριθεί από το φρόνημα που υπέδειξε κάθε φορά που η χώρα κινδύνεψε (το ιστορικό παράδειγμα της εθνικής αντίστασης δεν είναι μακρινό), όταν οι ηγεσίες του κατόρθωσαν να του αναπτερώσουν το συναίσθημα της ελευθε-ρίας, όταν αποτάθηκαν στο συγκινησιακό υπόστρωμα της συλλογικής μνήμης ανακαλώντας ηρωικά γεγονότα του παρελθόντος.
Δεν ανυψώνεται ένας λαός σε πράξεις κοινωνικής ευθύνης όταν κατεδαφίζονται τα ιερά και τα όσιά του, όταν οι εθνικές καταστροφές απαλύνονται ή διαστρέφονται με ατυχείς εκφράσεις, όπως του συνωστισμού στη Σμύρνη, ή όταν αμφισβητείται ο χορός του Ζαλόγγου και αποκαθηλώνονται μορφές σαν του Γέρου του Μωριά. Σε αυτές τις περιπτώσεις η ανάγκη για την αποκατάσταση της επιστημονικής αλήθειας είναι πρόσχημα. Για ποια ιστορική αλήθεια πρόκειται όταν ο ίδιος ιστορικός ή κοινωνικός επιστήμονας υποστηρίζει μια μεθοδολογία που αρνείται εκ προοιμίου τη δυνατότητα της αντικειμενικής ανάλυσης και όταν είναι προφανές πως εκείνο που τον απασχολεί μέσα από την ιστορική έρευνα είναι η καθοδήγηση του παρόντος; Από αυτό το παρόν ελαύνεται και από το πάθος για την κυριάρχησή του. Το πάθος και όχι ο ορθολογισμός μάς κάνει τελικά να επιλέγουμε πολιτικά ρεύματα, είτε του φιλελεύθερου εκσυγχρονισμού, είτε της δημοκρατικής αριστεράς, είτε του δογματικού κομμουνισμού.
Μια πρόκληση στο συναίσθημα και την ιστορική μνήμη δεν είναι εθνικιστική στάση, όπως κάποιοι αριστεροί ενδεχομένως φοβούνται. Άλλωστε, και οι ίδιοι γνωρίζουν πως και η δική τους στάση ζωής υπέρ της κοινωνικής απελευθέρωσης, εφόσον είναι αυθεντική, αναβλύζει πρώτα από τα συναισθηματικά κοιτάσματα του εαυτού τους, και μόνο στη συνέχεια οικοδομείται με ορθολογικά επιχειρήματα ώστε να αποδειχθεί η ρεαλιστικότητά της.
Όσοι σήμερα ασκούν δημόσιο, κριτικό λόγο ας τον εμπλουτίσουν με ένα υψηλής ποιότητας συναισθηματικό ήθος. Σε ειρηνικές και ομαλές περιόδους ο νους μπορεί να αρκεί. Σε ακραίες περιόδους, χρειάζεται να συστρατευθεί και η καρδιά και όχι να καταρρακώνεται η βούληση και περηφάνια του λαού. Χρειάζεται το συναίσθημα για να ευαισθητοποιηθεί ο λαός και να αντισταθεί στις κακές του συνήθειες αλλά και ν’ απορρίψει τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα με τα οποία συστηματικά τον πλανέψανε.
*Η Ιωάννα Τσιβάκου είναι ομότιμη καθηγήτρια Παντείου Πανεπιστημίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου