Τετάρτη 20 Απριλίου 2016

Ἀποκρυφιστικοὶ συμβολισμοὶ καὶ χριστιανικὴ πίστη

Ἱερὰ Μητρόπολις Πειραιῶς, γραφεῖο  ἐπὶ τῶν αἱρέσεων καὶ παραθρησκειῶν
Ἔχουμε ἀναφερθεῖ πολλὲς φορὲς στὴν προσπάθεια ὁρισμένων «ἀρχαιολατρῶν» νὰ συγκεραστοῦν οἱ αἰώνιες ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας μὲ τὶς θρησκευτικὲς πίστεις, δοξασίες καὶ πρακτικὲς τῶν ἀρχαίων προγόνων μας.
Στὴ  οὐσία ὅμως πρόκειται γιὰ ἀπόπειρα νοθεύσεως τῆς σώζουσας Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας μὲ σύγχρονα ἀποκρυφιστικὰ στοιχεῖα τοῦ διάχυτου ἀποκρυφιστικοῦ πλέγματος τῆς «Νέας Ἐποχῆς». Κι’ αὐτὸ διότι ἔχει ἀποδειχτεῖ περίτρανα ὅτι τὸ σύγχρονο φαινόμενο τοῦ Νεοπαγανισμοῦ, τὸ ὁποῖο ἐκδηλώνεται μὲ πρόσχημα τὴν «λατρεία» τῆς προχριστιανικῆς ἀρχαιότητας, εἶναι βαθύτατα διαποτισμένο ἀπὸ τὶς δοξασίες τῆς «Νέας Ἐποχῆς» καὶ προωθεῖ μανιωδῶς τὶς ἐπιδιώξεις της. Ἡ κυριότερη ἴσως ἐπιδίωξή του εἶναι ἡ πολεμική του κατὰ τῆς Χριστιανικῆς μας Πίστεως, κατὰ τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ κατὰ ἠμῶν τῶν Χριστιανῶν. Αὐτὸ μαρτυροῦν ξεκάθαρα οἱ πάμπολλες δημοσιεύσεις τοῦ δαιδαλώδους νεοπαγανιστικοῦ φαινομένου, τόσο στὴ χώρα μας, ὅσο καὶ στὸ ἐξωτερικό. Ὁρισμένες ὁμάδες, σὲ ἀντίθεση μὲ τὶς περισσότερες, οἱ ὁποῖες διακατέχονται ἀπὸ ἀκραῖες φονταμενταλιστικὲς συμπεριφορές, θέλουν νὰ δείχνουν ἕνα προσωπεῖο ἀνεκτικότητας καὶ σὲ κάποιες περιπτώσεις νὰ ἐπιζητοῦν τὸ «πάντρεμα» τοῦ Νεοπαγανισμοῦ καὶ Χριστιανισμοῦ.
Μία τέτοια περίπτωση συναντήσαμε σὲ πρόσφατο δημοσίευμα στὴν ἐφημερίδα
«ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΩΡΑ» (3-3-2016), μὲ τίτλο: «Η ΣΥΜΒΟΛΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΤΡΙΑΔΟΛΟΓΙΑΣ». Στὸ ἀνυπόγραφο αὐτὸ ἄρθρο γίνεται μία προσπάθεια νὰ «κατανοηθεῖ» τὸ ὕψιστο δόγμα τῆς Ἐκκλησίας μας, περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος, μέσα ἀπὸ τὸ «πρίσμα» τῆς ἀρχαιοελληνικῆς θρησκευτικῆς παράδοσης καὶ φιλοσοφίας.
Κατ’ ἀρχὴν θὰ θέλαμε νὰ ἐκφράσουμε τὴν ἀπορία μας, πῶς μία ἐφημερίδα ἡ ὁποία θέλει νὰ δείχνει σεβασμὸ πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία μας, δέχεται τὴ «φιλοξενία» τέτοιων δημοσιευμάτων, τὰ ὁποία προσβάλλουν, ἀφ’ ἑνὸς μὲν τὴν Ἐκκλησία μας καὶ ἀφ’ ἑτέρου τὴν ἴδια τὴν ἐφημερίδα, ἡ ὁποία, ὅπως προαναφέραμε δείχνει ὅτι σέβεται καὶ στηρίζει τὴν Ἐκκλησία μας. Γιὰ τὴν περίπτωση αὐτὴ θὰ μπορούσαμε νὰ ἐπικαλεστοῦμε τὸ λόγιο τοῦ Κυρίου μας «οὐδεὶς οἰκέτης δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν» (Λουκ.16,13). 
Ὁ ἀνώνυμος συντάκτης τοῦ ἄρθρου ἐπικαλεῖται τὰ «διδάγματα» τοῦ κ. Δ. Οἰκονόμου, ὁ ὁποίος «ἀπὸ μικρὸς ἒνιωθε τὰ συμβολικὰ μηνύματα τῆς φύσης καὶ ζωγράφιζε συμβολικά. Γεννημένος σὲ ὕψος 900 μ. εντὸς τοῦ μυστηριακοῦ ἀρχαίου Ἀρκαδικοῦ Ἰδεώδους τοπίου ἐνεπνέετο πρὸς ζωγραφικὴν καὶ ποίησιν. Ἒνιωθε τὰ φυσικὰ φαινόμενα ὡς ὁμιλοῦντα σύμβολα. Πρὶν 15 χρόνια ἄρχισε νὰ ἐρευνᾶ τὴν τριαδικότητα τῶν φαινομένων». Ἐμεῖς δὲν γνωρίζουμε τὸν κ. Δ. Οἰκονόμου καὶ τὸ ἔργο του καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν πρόκειται νὰ κάνουμε κριτικὴ σ’ αὐτόν, ἀλλὰ στὸ ἄρθρο, ποὺ ἀναφέρεται σ’ αὐτόν.
Θὰ θέλαμε ἀρχικὰ νὰ πληροφορήσουμε τὸν ἀρθογράφο πὼς τὸ «μυστηριακὸ ἀρχαῖο Ἀρκαδικὸ Ἰδεῶδες τοπίο» δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ «ἐμπνεύσει» τὸν κ. Δ. Οἰκονόμου νὰ «ἐρευνήσει» τὴν «τριαδικότητα» καὶ μάλιστα τὴν τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἀναφέρεται στὴ συνέχεια τοῦ ἄρθρου. Κι αὐτὸ διότι ἡ παγανιστικὴ Ἀρκαδία εἶναι γεμάτη ἀπὸ θρησκευτικὲς παραδόσεις, οἱ ὁποῖες ὄχι μόνον δὲν τιμοῦν τοὺς προγόνους μας, ἀλλὰ μᾶλλον τοὺς ὑποτιμοῦν καὶ φανερώνουν τὸ ἔρεβος τῆς ἀρχαιοελληνικῆς εἰδωλολατρικῆς θρησκείας. Πρόκειται γιὰ πραγματικὰ δαιμονικὲς δοξασίες καὶ θρησκευτικὲς πρακτικές, οἱ ὁποῖες ἐλάμβαναν χώρα σ’ αὐτὴ τὴν συγκεκριμένη περιοχή, στὴν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα καὶ ὅλον τὸν ἀρχαῖο κόσμο.
Σύμφωνα μὲ τὰ «διδάγματα» τῆς ἀρχαίας θρησκείας, στὴν ἀρκαδικὴ γῆ συντελέστηκε ὁ ἐμετικὸς βιασμὸς καὶ ἡ φρικώδης αἱμομιξία τοῦ «θεοῦ» Ποσειδώνα με τὴν ἀδελφή του «θεὰ» Δήμητρα. Ὁ ἐρωτομανὴς «θεὸς» εἶχε καταληφτεῖ ἀπὸ ἐρωτικὴ μανία γιὰ τὴν ἀδελφή του Δήμητρα. Ἐκείνη γιὰ νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὸ δαιμονικὸ πάθος τοῦ ἀδελφοῦ της, μεταμορφώθηκε σὲ φοράδα καὶ ἐντάχτηκε σὲ ἀγέλη ἀλόγων στὴν Ἀρκαδία. Ἐκεῖνος τὴν ἐντόπισε, μεταμορφώθηκε σὲ ἵππο καὶ πραγματοποίησε τὸν βιασμὸ καὶ τὴν αἱμομιξία!
Ἡ ἀρκαδικὴ γῆ ὑπῆρξε ἐπίσης ἡ κοιτίδα τῆς λατρείας ἑνὸς ἀπὸ τοὺς πλέον ἀποκρουστικοὺς «θεοὺς» τῆς ἀρχαίας θρησκείας, τοῦ Πανός. Ἐνός τερατώδους ὄντος, μίξη ἀνθρώπου, τράγου καὶ ἵππου, ὁ ὁποῖος ἐνσάρκωνε τὴν πλέον ἀκραία θηλυμανία καὶ τὴν ἀνικανοποίητη λαγνεία. Μὲ ἄλλα λόγια, τὴν ἔσχατη ἀποκτήνωση τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν εἶναι ἴσως τυχαῖο ποὺ ὁ δαιμονικὸς αὐτὸς «θεὸς» ταυτίστηκε, τόσο ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὅσο καὶ ἀπὸ τὸν Ἀποκρυφισμό, μὲ τον Εωσφόρο, τὴν ἐνσάρκωση τοῦ κακοῦ.
Στὴν Ἀρκαδία καὶ εἰδικὰ στό Λύκαιο ὅρος, στὸ «ἱερό» τοῦ «θεοῦ» Λυκαίου Διός, διαδραματίζονταν καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ἀρχαιότητας, καὶ ὡς τὸν 4ο μ. Χ. αἰώνα, φρικτὲς καὶ ἀπάνθρωπες τελετουργίες, μὲ ἀποκορύφωμα τὶς ἀνθρωποθυσίες καὶ μάλιστα μικρῶν παιδιῶν, τὰ ὁποία κατόπιν τὰ ἔτρωγαν! Ὁ ἀρχαῖος περιηγητής Παυσανιας (2ος μ. Χ. αἰώνας), ὁμιλεῖ μὲ φρίκη γιὰ τὸν τόπο ἐκεῖνο, ὡς ἑξῆς: «Στὸ βωμὸ αὐτὸν προσφέρουν, (σ.σ. προσφέρονταν καὶ στὶς μέρες του), μυστικὴ θυσία στὸν Λύκαιο Δία. Δὲν εἶχα ὅμως καμιὰ διάθεση νὰ μιλήσω σχετικὰ μὲ αὐτὴ τὴ θυσία. Ἂς μείνει ὅπως εἶναι κι ὅπως ἦταν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ» (Παύσ. Ἀρκαδ.38,7)! Αὐτὸ βεβαιώνει καὶ ὁ νεοπλατωνικὸς φιλοσοφος Πορφύριος (3ος μ. Χ. αἰώνας): «Ἀφ’ οὐ μέχρι τοῦ νυν (στὶς μέρες τοῦ) οὐκ ἐν Ἀρκαδία μόνον τοῖς Λυκαίοις, οὒδ’ ἐν Καρχηδόνι τῷ Κρόνω, κοινὴ πάντες ἀνθρωποθυτούσι (σ.σ. συνεχίζουν νὰ κάνουν ἀνθρωποθυσίες)» (Πόρφ. Περὶ Ἀποχῆς τῶν ἐμψύχων)!
Αὐτὸς ἦταν ὁ «ἱερὸς χῶρος» τῆς ἀρχαίας Ἀρκαδίας τὸ «μυστηριακὸ ἀρχαῖο Ἀρκαδικὸ Ἰδεῶδες τοπίο», κατὰ τὸν ἀρθρογράφο, τὸ ὁποῖο ἐμπνέει τὸν κ. Δ. Οἰκονόμου. Ἄρα δὲν μποροῦσε νὰ ἔχει «θεία ἔμπνευση» ἀπὸ τὸν συγκεκριμένο γεωγραφικὸ χῶρο. Γι’ αὐτὸ δεῖτε πώς, σύμφωνα πάντα μὲ τὸν ἀρθρογράφο, ἀντιλαμβάνεται τὴν τριαδικότητα: «κατενόησε (σ.σ. ὁ κ. Δ. Οἰκονόμου) ὅτι ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ὡς Υἱὸς Ὑψίστου ἔχοντας θείαν Υἱοθεσίαν καὶ Χριστοειδὴ φύση συγκαταλέγεται διὰ προσκλήσεως καὶ θεώσεως στὸ Β΄ πρόσωπον τῆς συμπαντικῆς ἀπείρου τριάδος. Προστιθέμενος ὁ θνητὸς καὶ μηδαμινὸς ἄνθρωπος στὴν πρωταρχικὴν θείαν τριαδικὴ μονάδα προσκομίζει καὶ προσθέτει ἄπειρον ἀξίαν. Ὅταν τὸ πᾶν εἶναι ἁπλὸ καὶ τριαδικὸ δημιουργεῖται εὔκολα. Ἐλέγχεται, προγραμματίζεται, ἀνανεώνεται, αὐτοματοποιεῖται εὔκολα. Ἄλλος τρόπος ἢ σύστημα δὲν ὑπάρχει»! Δὲν μποροῦμε νὰ γνωρίζουμε ἂν ὁ ἴδιος γνωρίζει αὐτὰ ποὺ ὑποστηρίζει, ἐμεῖς πάντως ἀδυνατοῦμε νὰ καταλάβουμε τί ἐννοεῖ. Κατανοοῦμε ὅμως πολὺ καλὰ πὼς ὅ,τι γράφει ἔχει ἀποκρυφιστικὸ χαρακτήρα. Ὁ ὄρος «συμπαντικὴ θεία τριαδικὴ μονάδα» εἶναι κορυφαῖο «δόγμα» τοῦ νεοεποχίτικου πανθεϊστικοῦ ἀποκρυφισμοῦ.
Στὴ συνέχεια ὁ ἀρθρογράφος κάνει λόγο γιὰ τὸ «Μουσεῖο Οἰκονόμου», τὸ ὁποῖο «ἔχει σκοπὸ τὴν ἐξερεύνηση τῆς ἀλήθειας διὰ τῶν συμβόλων, καθ’ ὅτι ἕνα σύμβολο ἐπεξηγεῖ εὔκολα σὰν 1000 λέξεις καὶ ἀπομνημονεύεται εὔκολα». Ἐδῶ θὰ θέλαμε νὰ πληροφορήσουμε τὸν ἀρθρογράφο, πὼς ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, μᾶς δίδαξε τὴν ἀλήθεια καὶ μᾶς αποκάλυψε τὸν ἀληθινὸ Τριαδικὸ Θεό, κατὰ τρόπο εὐθὺ καὶ σαφῆ, ὥστε νὰ μὴν χωροῦν ὑποκειμενισμοὶ καὶ παρανοήσεις. Διότι οἱ συμβολισμοί, οἱ ὁποῖοι κρύβουν «ἀπόκρυφες ἀλήθειες» στηρίζονται στὸν ὑποκειμενισμό. Ὁ Χριστὸς μᾶς δίδαξε μὲν μὲ παραβολές, ἀλλὰ διαβεβαίωσε πὼς «ἔρχεται ὥρα ὄτε οὐκέτι ἐν παροιμίαις λαλήσω ὑμίν, ἀλλὰ παρρησία περὶ τοῦ Πατρὸς» (Ἰωάν.16,25), μετὰ τὴν ἔλευση τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τοῦ Παρακλήτου, ὁ ὁποῖος μᾶς ὁδηγεὶ «εἰς πάσαν τὴν ἀλήθειαν» (Ἰωάν.16,13), μέσω τῆς Ἁγίας Του Ἐκκλησίας.
Ἔτσι γιὰ μᾶς οἱ ἔννοιες «ἀπόκρυφη γνώση», «σύμβολα», κλπ., εἶναι ξένες, ἰδιώματα καὶ πρακτικὲς τῶν ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἰδίως τοῦ σκοτεινοῦ ἀποκρυφισμοῦ, ὁ ὁποῖος ὑπηρετεῖ ξεκάθαρα τὸν ἀντίθεο διάβολο. Ὁ Χριστὸς εἴναι «τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ὁ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον» (Ἰωάν.1,9), τὸ «φῶς τοῦ κόσμου» (Ἰωάν.8,12), σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν Σατανᾶ, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἄρχων τοῦ «σκότους τοῦ ἐξώτερου» (Ματθ.25,30). Τὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ εἶναι φωτεινά, τοῦ δὲ διαβόλου σκοτεινά. Ὁ Χριστὸς δὲν ἔχει νὰ κρύψει τίποτε, ὁ διάβολος ἔχει κάθε λόγο νὰ κρύβει καὶ νὰ δρᾶ στὰ σκοτεινά, προκειμένου νὰ παρασέρνει ψυχὲς στὴν ἀπώλεια.
Στὴ συνέχεια ὁ ἀρθρογράφος, μὴ γνωρίζοντας προφανῶς τὴν δογματικὴ διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ περὶ τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου καὶ ἀδυνατώντας νὰ κάνει τὴν οὐσιώδη διάκριση μεταξὺ κτιστοῦ καὶ ἀκτίστου, φθάνει σ’ ἕναν αὐθαίρετο συλλογισμό: «Ἐφ’ ὅσον ὁ Θεὸς εἶναι τριαδικὸς ἀλλὰ καὶ πολύπλοκος, φυσικὸ ἦταν νὰ τὰ δημιουργήσει ὅλα τριαδικὰ ἀλλὰ καὶ πολύπλοκα». Ὁ Θεὸς εἶναι μὲν Τριαδικὸς ἀλλ’ ὄχι καὶ πολύπλοκος. Τὸ μυστήριο τῆς Τριαδικῆς Θεότητος μᾶς ἀποκαλύφθηκε διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ δὲν μᾶς ἀποκαλύφθηκε κανένα μυστήριο πολυπλοκότητος τῆς Τριαδικῆς Θεότητος. Ἡ αὐτοαλήθεια –Χριστὸς οὐδέποτε μᾶς δίδαξε ὅτι ὁ ἄπειρος Τριαδικὸς Θεὸς εἶναι ταυτόχρονα καὶ πολύπλοκος. Ἐπίσης οὐδέποτε οἱ ἅγιοι Πατέρες στὴν δογματική τους διδασκαλία ἀναφέρουν ὅτι ἡ συμπαντικὴ πραγματικότητα ἔχει τριαδικὴ δομή. Ἡ περὶ «τριαδικότητας τοῦ κόσμου» διδασκαλία προέρχεται ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους ἕλληνες Φιλοσόφους, (Σωκράτης, Πυθαγόρας, Πλάτων, Ἀριστοτέλης, Ἑρμῆς Τρισμέγιστος, Ἰάμβλιχος, κλπ) καὶ ἑπομένως ἀποτελεῖ ἀνθρώπινη ἐπινόηση-πλάνη καὶ ὄχι ἀποκάλυψη Θεοῦ. Ἂν ὁ Θεὸς εἶναι τριαδικὸς καὶ πολύπλοκος καὶ ἡ κτίσις ἐπίσης τριαδικὴ καὶ πολύπλοκη, τότε ἡ κτίσις εἶναι κατ’ εἰκόνα Θεοῦ πλασμένη, πράγμα ἄτοπον, διότι σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας μόνον ὁ ἄνθρωπος εἶναι κατ’ εἰκόνα Θεοῦ πλασμένος. Εἶναι φανερὸ ὅτι ἡ παρὰ πάνω θεωρία, συγχέοντας τὸ κτιστὸ μὲ τὸ ἄκτιστο, τείνει νὰ παρουσιάσει τὴν κτίση ἀπόρροια τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ, καὶ παραπέμπει στὴν κλασικὴ διδασκαλία τῆς Νέας Ἐποχῆς: «Ἐν τὸ πᾶν». Πέραν αὐτῶν εἶναι γνωστὸν ὄτι  οἱ ἀρχαῖοι σοφοὶ παρ’ ὅλη τὴν σοφία τους, δὲν μπόρεσαν νὰ φθάσουν οὔτε καν σὲ μία στοιχειώδη καὶ εἰσαγωγικὴ γνώση περί τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ Παύλου «οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεὸν» (Α΄ Κορ.1,19) καὶ ὄτι «τὰ μωρά τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἴνα τοὺς σοφοὺς καταισχύνη» (Α΄ Κορ.1,27). Οἱ ἀρχαῖοι σοφοὶ ψήγματα μόνο τῆς ἀλήθειας, (σπερματικὸς λόγος), μπόρεσαν νὰ ἀνακαλύψουν. Ἀντίθετα, «ἡ χάρις καὶ ἡ ἀλήθεια διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο. Θεὸν οὐδεὶς ἐώρακε πώποτε, ὁ μονογενὴς Υἱός, ὁ ὧν εἰς τὸν κόλπον τοῦ Πατρὸς ἐκεῖνος ἐξηγήσατο» (Ἰωάν.1,17-18). Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Ἴδιος ἡ μοναδικὴ καὶ ἀποκλειστικὴ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν χρειαζόμαστε ἄλλη «ἀποκάλυψη». Τὰ ψήγματα τῆς ἀλήθειας καὶ ἡ ἀέναη ἀναζήτηση τῆς ἀλήθειας τῶν ἀρχαίων σοφῶν ἔχουν τὴν ἀξία τους μόνον ὡς τέτοια καὶ ὄχι ὡς ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ. Ἄλλωστε, ὅσες φορὲς ἐπιχειρήθηκε νὰ ἐπικαλύψει ἡ φιλοσοφία τὴν θεολογία, τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν ἡ πλάνες καὶ οἱ αἱρέσεις (Μοναρχιανισμός, Ἀρειανισμός, Νεστοριανισμός, Σχολαστικισμός, κλπ).
Βεβαίως στὴ συνέχεια ὁ ἀρθρογράφος γράφει πώς «ὁ Θεὸς Πατὴρ εἶναι ὑπεράνω ἀνθρωπίνης λογικῆς καὶ νόμου… ἂς μὴν προσπαθήσει κάποιος νὰ ἑρμηνεύσει τὴν ἄπειρον καὶ ἀσύληπτον Θείαν Τριάδα. Ἂς κατανομάσει περισσότερο τὸν ἑαυτό του καὶ τὴν φυσικὴν ἁρμονίαν καὶ ὕστερον θὰ θαυμάσει τὴν ἀσύλληπτον ἁρμονία τῆς Θείας Τριάδος». Όχι μόνο ὁ Πατήρ, ἀλλὰ ὁλόκληρη ἡ Ἁγία Τριάδα εἶναι ὑπεράνω τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς. Αὐτὴ ἡ φράση εἶναι ἐπικίνδυνη, διότι δὲν λέει ὅλη τὴν ἀλήθεια. Ἀπρόσιτη καὶ ἀμέθεκτη στὸν ἄνθρωπο εἶναι ἡ Θεία Οὐσία Του, μετέχεται ὁ Θεὸς ὅμως διὰ τῶν ἀκτίστων Τριαδικῶν Θείων Ἐνεργειῶν Του μέσω τῶν ὁποίων ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὴν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ καὶ πραγματοποιεῖται ἡ σωτηρία του καὶ ἡ κατὰ χάριν θέωσή του.
Σὲ ἄλλο σημεῖο τοῦ ἄρθρου ὁ συντάκτης κάνει γνωστὴ τὴν «πνευματικὴ ταυτότητα» τοῦ κ. Δ. Οἰκονόμου. «Τολμὰ (σ.σ. ὁ κ. Δ. Οἰκονόμου) συμβολικὰ νὰ περιγράψει, ἢ συσχετίσει τὶς νότες τῆς ἁρμονίας τῶν οὐρανίων σφαιρῶν, τὴν ἀριθμολογία, τὴν χρωματολογία μὲ τὴν τριαδολογία, βασιζόμενος στὴν ἑνότητα τῶν πάντων καὶ στὸν τριαδικὸ νόμο». Σ’ αὐτὲς τὶς φράσεις του ἀποκαλύπτει ἀβίαστα τὶς ἀποκρυφιστικὲς καὶ νεοεποχίτικες δοξασίες του, (ἂν ἑρμηνεύει σωστὰ τὸν κ. Δ. Οἰκονόμου). Εἶναι ἄλλωστε πασίγνωστο πὼς οἱ ὄροι «ἀριθμολογία» καὶ «χρωματολογία» εἶναι βασικὲς πρακτικές τοῦ νεοεποχίτικου ἀποκρυφισμοῦ. Ἐπίσης ἡ φράση του «ἑνότητα τῶν πάντων» μᾶς θυμίζει τὸ «Ἓν τὸ Πάν» τῆς Θεοσοφίας ὑποδηλώνοντας πανθεϊστικὴ ἀντίληψη τοῦ κόσμου, ἡ ὁποία εἶναι ἀπόλυτα ἀσυμβίβαστη μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη μας.
Περαίνοντας τὸ σχόλιό μας, θέλουμε νὰ ἐπισημάνουμε τὸν ἕρποντα καὶ ἀφανῆ σὲ πολλοὺς κίνδυνο τῆς νοθεύσεως τῆς χριστιανικῆς μας πίστεως μὲ κοσμικὰ στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα μποροῦν νὰ ἔχουν σοβαρὲς ἐπιπτώσεις στὴν πνευματική μας πορεία καὶ τελείωση. Ἡ κατὰ κόσμον σοφία ἔχει τὴν ἀξία της μόνον ὡς θεραπαινίδα τῆς κατὰ Θεὸν σοφίας, διότι μόνον τότε ἐπιτελεῖ τὸν πραγματικὸ καὶ ὠφέλιμο σκοπό της. Στὶς τραγικὲς ἀποκαλυπτικὲς καὶ ἐσχατολογικὲς ἡμέρες μας βρίσκεται σὲ πλήρη ἐξέλιξη μία γιγαντιαία ἐπιχείρηση ἀλλοίωσης τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματός μας, ἀπὸ τὸ δαιμονικὸ πνεῦμα τῆς «Νέας Ἐποχῆς», ἡ ὁποία, ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστὸς π.Ἀντώνιος Ἀλεβιζόπουλος, «ἡ Νέα Ἐποχή, δὲν θέλει ἐκκλησίες ἀδειανὲς ἀπὸ πιστούς, ἀλλὰ γεμάτες ἀπὸ κόσμο μὲ ἀλλοιωμένο φρόνημα». Σήμερα, μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες προκλήσεις κατὰ τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι ἡ λυσσαλέα ἐπίθεση τῶν πάσης φύσεως αἱρέσεων, μὲ κυριότερες τόν Οἰκουμενισμό, μέσα στὸν ὁποῖο κρύβεται καὶ ὁ νεοεποχίτικος ἀποκρυφισμός. Γι’ αὐτὸ καλοῦμε τοὺς πιστούς μας νὰ ἀποκτήσουν «νοῦν Χριστοῦ» (Α΄Κόρ,2,16) καὶ νὰ κωφεύουν στὶς σύγχρονες σειρῆνες τῆς ἀπώλειας. 
Ἐκ τοῦ Γραφείου ἐπὶ τῶν Αἱρέσεων καὶ τῶν Παραθρησκειῶν
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου