Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2022

Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος: «Τί πρέπει νὰ κάνει ὁ χριστιανὸς γιὰ νὰ κληρονομήσει τὴν αἰώνια ζωή;»




Φωτογραφία τοῦ
«Ῥωμαίικου Ὁδοιπορικοῦ»

Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Θέματα ζωῆς Β΄»,
ὁμιλίες τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου,
Ἐκδόσεις Ἱερὰ Μονὴ Παρακλήτου, Ὠρωπὸς Ἀττικῆς

Ὁ Χριστιανός, γιὰ νὰ κληρονομήσει
τὴν αἰώνια ζωή, πρέπει:
1. Μ’ ὅλη του τὴν ψυχὴ ν’ ἀγαπάει τὸ Θεὸ καὶ νὰ τηρεῖ τὶς ἐντολές Του. Ν’ ἀγαπάει, ἐπίσης, τὸ συνάνθρωπό του ὅπως καὶ τὸν ἑαυτό του. Γιατί ὁ Κύριος εἶπε: «Θὰ μείνετε πιστοὶ στὴ ἀγάπη μου, ἂν τηρήσετε ὅλες τὶς ἐντολές μου» (Ἰω. 15:10 ). Καί: «Ἔτσι, θὰ σᾶς ξεχωρίζουν ὅλοι πὼς εἶστε μαθητές μου, ἂν ἔχετε ἀγάπη ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο» (Ἰω. 13:35).
2. Νὰ ταπεινώνει τὴν ψυχὴ του μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ ποτὲ νὰ μὴν ταπεινώνει τὸν πλησίον του. Γιατί «καρδιὰ συντετριμμένη καὶ ταπεινωμένη ὁ Θεὸς δὲν θὰ τὴν καταφρονήσει» (Ψαλμ. 50:19). Νὰ πενθεῖ γιὰ τὶς ἁμαρτίες του. Νὰ θλίβεται πικρὰ γιὰ τὶς ἁμαρτίες τοῦ πλησίον του. Νὰ χαίρεται, ὅταν ὁ πλησίον του εἶναι εὐτυχισμένος, καὶ νὰ μὴν τὸν φθονεῖ γιὰ τὴν εὐτυχία του. Νὰ δέχεται μὲ ὑπομονὴ καὶ νὰ συμβουλεύει μὲ καλοσύνη ὅσους τοῦ ἐναντιώνονται. Νὰ ἐπιδιώκει πάντα τὴν ἐκτέλεση δικαίων καὶ θεάρεστων ἔργων, ποὺ συντελοῦν στὴ διατήρηση τῆς καθαρότητος τῆς ψυχῆς.
3. Νὰ αἰσθάνεται εὐσπλαχνία γιὰ τοὺς δυστυχισμένους. Νὰ ἐργάζεται μ’ ὅλες του τὶς δυνάμεις γιὰ τὴν εἰρήνη, ὅπως τὴ θέλει ὁ Κύριος· γιατί ἔτσι θὰ ὀνομαστεῖ παιδὶ τοῦ Θεοῦ (Ματθ. 5:9). Νὰ μὴ δειλιάζει ὅταν βρίζεται, ὅταν κατηγορεῖται, ὅταν κατατρέχεται, ἀκόμα καὶ ὅταν θανατώνεται γιὰ τὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ὁμολογία τῆς πίστεως στὸ Χριστό.
4. Νὰ πολεμάει κάθε αἱρετικὴ διδασκαλία καὶ νὰ δέχεται τὴν ὀρθὴ πίστη τῆς ἁγίας...Ἐκκλησίας μας γιὰ τὸν Τριαδικὸ Θεό.


5. Ν’ ἀγαπάει τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ μὴ μολύνει ποτὲ τὴ γλώσσα του μὲ τὸ ψέμα. Νὰ μὴν κάνει ποτὲ κακὸ στὸν πλησίον του.
6. Νὰ μὴν κατηγορεῖ. Νὰ μὴν κοροϊδεύει. Νὰ μὴν κάνει τίποτε ἀπ’ ὅσα ἀπαγορεύει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ.
7. Νὰ δίνει ἐλεημοσύνη ἔστω ἀπὸ τὸ ὑστέρημά του, χωρὶς νὰ ζητάει ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἐνίσχυση γιὰ τὴν καλὴ αὐτὴ πράξη.
8. Νὰ δίνει εὐχές, ὅταν τοῦ δίνουν κατάρες. Ἂν κάποιος τὸν πάρει ἀγγαρεία γιὰ ἕνα μίλι, νὰ πάει μαζί του δύο (Ματθ. 5:41), δίχως νὰ βαρυγγωμήσει ἢ νὰ ξεστομίσει κακὸ λόγο. Νὰ μὴν ὁρκίζεται ποτέ, ἀλλὰ νὰ ἐφαρμόζει τὴν παραγγελία τοῦ Κυρίου: «Τὸ «ναὶ» σας νὰ εἶναι ναὶ καὶ τὸ «ὄχι» σας νὰ εἶναι ὄχι» (Ματθ. 5:37).


9. Νὰ ὑμνολογεῖ τὸ Θεὸ καὶ νὰ προσεύχεται σ’ Αὐτὸν μὲ κατάνυξη.
10. Νὰ συλλογίζεται πάντα τὸ θάνατό του, τὴ μέλλουσα κρίση καὶ τὴν ἀπολογία ποὺ θὰ δώσει γιὰ τὰ ἔργα του. Νὰ συλλογίζεται πάντα τὶς ἁμαρτίες του, παρακαλώντας τὸ Θεὸ νὰ τοῦ τὶς συγχωρήσει.
11. Νὰ κάνει μὲ ζῆλο καλὲς πράξεις, χωρὶς ὅμως νὰ καυχιέται γι’ αὐτές, ὅπως ὁ Φαρισαῖος.
12. Νὰ ἀποφεύγει τὴ λαιμαργία, τὴ μέθη, τὴν ἐπιορκία, τὴν ἄσκοπη φλυαρία, τὸ φθόνο, τὶς διαμάχες, τὴν κακεντρέχεια, τὴν πλεονεξία, τὴν αἰσχροκέρδεια, τὴν ὀργή, τὴν πορνεία, τὴ μοιχεία καί, γενικά, τὴν ἀσέλγεια.
13. Νὰ μὴν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὴ μαγεία, νὰ μὴ χρησιμοποιεῖ μαγικὰ καὶ νὰ μὴν καταφεύγει ποτὲ σὲ μάγους, μάντεις καὶ γητευτές. Νὰ διατηρεῖ τὸν ἑαυτὸ του ἁγνό, ὥστε νὰ μεταλαμβάνει ἄξια τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.


14. Νὰ συντρέχει τὰ ὀρφανά, τὶς χῆρες καὶ τοὺς ξένους. Νὰ μὴν ἀρνεῖται τὴ βοήθειά του σ’ ἐκεῖνον ποὺ τὴν χρειάζεται. Νὰ δίνει δανεικὰ δίχως τόκο σ’ ἐκεῖνον ποὺ τοῦ ζητάει, γιατί, ὅσα ἔχει, ἀπὸ τὸ Θεὸ τὰ ἔχει καὶ σ’ Αὐτὸν ἀνήκουν.
15. Νὰ λυπᾶται ὡς ψυχικὰ τυφλούς τούς ἐχθρούς τῆς πίστεως καὶ ν’ ἀγωνίζεται μ’ ὅλες του τὶς δυνάμεις γιὰ τὸ φωτισμό τους, νὰ φεύγει μακριὰ ὅμως, ἀπὸ κείνους ποὺ ἐμμένουν στὴν τύφλωσή τους.
16. Νὰ παραμένει σταθερὰ ἀγαθός, εὐσεβής, ἁγνὸς κι ἀφοσιωμένος στὸ Θεό. Νὰ κατευθύνεται σὲ κάθε ἐνέργειά του ἀπὸ τὴν ἐνθύμηση καὶ τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου, σύμφωνα μὲ τὸ ψαλμικό: «Βλέπω τὸν Κύριο πάντοτε μπροστά μου» (Ψαλμ. 15:8).
17. Νὰ μὴ διατηρεῖ μνησικακία στὴν ψυχή του, ἀλλὰ νὰ συγχωρεῖ ἀμέσως ἐκεῖνον ποὺ τοῦ φταίει. Γιατί ὁ Κύριος εἶπε: «Ἂν συγχωρήσετε τοὺς ἀνθρώπους γιὰ τὰ παραπτώματά τους, θὰ σᾶς συγχωρήσει κι ἐσᾶς ὁ οὐράνιος Πατέρας σας» (Ματθ. 6:14).


18. Νὰ κρίνει μὲ δικαιοσύνη καὶ φόβο Θεοῦ. Νὰ μὴν κατακρίνει, νὰ μὴν περιφρονεῖ καὶ νὰ μὴν ἐξευτελίζει τὸν πλησίον γιὰ τ’ ἁμαρτήματά του. Γιατί ὁ Κύριος εἶπε: «Μὴν κρίνετε τοὺς συνανθρώπους σας, γιὰ νὰ μὴ σᾶς κρίνει κι ἐσᾶς ὁ Θεὸς» (Ματθ. 7:1).
19. Νὰ σωφρονίζει τὸν πλησίον μὲ ἀγάπη. Νὰ ὑπερασπίζει τὸν ἀδικημένο. Νὰ προστατεύει τὸν ἀδύνατο. Νὰ βοηθάει τὸν ἀνάπηρο. Νὰ νουθετεῖ τὸν παραστρατημένο.
20. Νὰ ἀγαπᾶ τὴν ἀνάγνωση πνευματικῶν βιβλίων, τὴν ἀκρόαση τοῦ θείου λόγου καὶ τὶς ψυχωφελεῖς συζητήσεις.


21. Νὰ τιμᾶ τοὺς γονεῖς του καὶ νὰ μὴν τοὺς κακολογεῖ ποτέ.
22. Νὰ συχνάζει στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες, ποὺ τελοῦνται στὸ ναό. Νὰ μὴν ἀμφιβάλλει γιὰ τὰ θαύματα, ποὺ γίνονται ἀπὸ τὸ Θεὸ σὲ κάθε ἐποχή.

23. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ζεῖ μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἔχοντας παντοτινὰ τὸ Θεὸ στὴν καρδιά του μὲ ἐπίγνωση, θὰ κληρονομήσει τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ποὺ ἔχει ἑτοιμαστεῖ γιὰ τοὺς ἁγίους ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ κόσμου καὶ ποὺ εὔχομαι νὰ κληρονομήσουμε ὅλοι μας, μὲ τὴ χάρη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Σ’ Αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη στοὺς ἀτελεύτητους αἰῶνες. Ἀμήν.

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2022

ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ



Τὴν χρυσήλατον σάλπιγγα, τὸ θεόπνευστον ὄργανον, τῶν δογμάτων πέλαγος ἀνεξάντλητον, τῆς Ἐκκλησίας τὸ στήριγμα, τὸν νοῦν τὸν οὐράνιον, τῆς σοφίας τὸν βυθόν, τὸν κρατῆρα τὸν πάγχρυσον, τὸν προχέοντα, ποταμοὺς διδαγμάτων μελιρρύτων, καὶ ἀρδεύοντα τὴν κτίσιν, μελῳδικῶς ἀνυμνήσωμεν.΄


*Όταν διαφθαρούν οι άρχοντες, οι σύμβουλοι, οι δικαστές, οι ιερείς, τίποτε πλέον δεν υπάρχει, που θα μπορέσει να εμποδίσει τον λαόν να καταστραφεί.
*Τα πουλιά έχουν φτερά για να αποφεύγουν τις παγίδες και οι άνθρωποι το λογικό για να αποφεύγουν τα αμαρτήματα.
*Δεν θα χρειαζότανε λόγια, αν έλαμπε η ζωή μας. Δεν θα χρειαζότανε δάσκαλοι, αν επιδεικνύαμε έργα. Κανείς δεν θα παρέμενε άπιστος, αν εμείς είμασταν πραγματικοί Χριστιανοί.
*Να σεβόμαστε ο ένας τον άλλον, για να μάθουμε να σεβόμαστε και τον Θεό. Εκείνος που είναι θρασύς στους ανθρώπους, είναι θρασύς και στον Θεό.
*Πραγματικά πλούσιος είναι εκείνος που δεν έχει ανάγκη από τίποτε. Δηλαδή ο ολιγαρκής.
*Άχρηστοι είναι οι πλούσιοι, ναι, άχρηστοι, εκτός κι αν είναι ελεήμονες και φιλάνθρωποι. Μα, δυστυχώς, λίγοι πλούσιοι, πολύ λίγοι ξεχωρίζουν για τη φιλανθρωπία τους. Οι περισσότεροι είναι βουτηγμένοι στη φιλαυτία, την ασπλαχνία, την αμαρτία. Γι' αυτό μην τους ζηλεύεις. Εσύ να σκέφτεσαι τον Πέτρο και τον Παύλο, να σκέφτεσαι τον Ιωάννη και τον Ηλία, να σκέφτεσαι τον ίδιο το Χριστό, ο οποίος δεν είχε που να γείρει το κεφάλι Του. Μιμήσου τη φτώχεια Εκείνου και των αγίων Του, που ήταν στερημένοι από τα υλικά αγαθά, είχαν όμως αμύθητα πνευματικά πλούτη.
*Η Εκκλησία ιδρύθηκε από τον Θεού και στερεώθηκε με το αίμα των μαρτύρων. Και όμως πολλοί την πολεμούν και την συκοφαντούν, χωρίς να διδάσκωνται από την ιστορία, ότι όσοι την πολέμησαν χάθηκαν, ενώ αντιθέτως εκείνη έχει ανυψωθή μέχρι του ουρανού. Διότι η Εκκλησία όταν πολεμιέται, νικά· όταν σκέφτονται εναντίον της κακά, αυτή εξαγνίζεται, όταν υβρίζεται, γίνεται πλέον λαμπρά. Δέχεται επιθέσεις, όμως δεν νικιέται ποτέ, κλυδωνίζεται μεν, χωρίς όμως να καταποντίζεται, υφίσταται διάφορα κακά, δεν ναυαγεί όμως ουδέποτε. Παλεύει, χωρίς ποτέ να ηττάται.


Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.


Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2022

Κάποια πρωτοπαλίκαρα της υγειονομικής δικτατορίας, άρχισαν να «τα ζώνουν τα φίδια»

 

 Γράφει  ο π. Ηλίας Υφαντής

Τώρα, που το υγειονομικό νεοταξικό καθεστώς ξετσιτσιδώνεται ολοένα και περισσότερο, κάποια πρωτοπαλίκαρα της υγειονομικής δικτατορίας, άρχισαν να «τα ζώνουν τα φίδια».

Γιατί, προφανώς, φοβούνται τις συνέπειες της, μέχρι τώρα, εγκληματικής τους δραστηριότητας. Καθώς τρομοκρατούσαν με τον θανατηφόρο κορονοϊό και διαφήμιζαν τα δολοφονικά εμβόλια. Που, ενώ τα παρουσίαζαν ως τη μοναδική σωτηρία, αποδεικνύονται ολοένα και περισσότερο πηγή ποικιλόμορφων παρενεργειών και θανάτων.

Και, ύστερα απ’ τα πανηγυρικά αυτά αποκαλυπτήριά τους, έρχονται τώρα να μας πουν: «Κάναμε λάθος»! σχετικά με τα μέτρα, που εισηγηθήκαμε για την αντιμετώπιση της «πανδημίας». Όταν, προφανέστατα, δεν έκαμαν κανένα λάθος. Απλά, με πλήρη συνείδηση της επιλογής τους, ανέλαβαν να διαχειριστούν ένα έγκλημα.

Και έλεγαν σε κάθε περίπτωση «ο, τι τους κάπνιζε», φάσκοντας και αντιφάσκοντας. Δεδομένου ότι έπαιζαν μια φαρσοκωμωδία, που για το λαό ήταν τραγωδία. Και πολύ λίγο τους  ενδιάφερε, αν αποτέλεσμα της επιλογής τους ήταν να πεθαίνουν χιλιάδες άνθρωποι. Καθώς το μακελειό απ’ τα «σωτήρια» εμβόλια συνεχίζεται απτόητο.  Αφού, κατά το παροιμιώδες, «είναι πολλά τα λεφτά», τα οποία σε εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, όπως λέγεται, και κάποιοι, σε εκατομμύρια εισέπραξαν!…

Δεν έκαμαν κανένα λάθος, δεδομένου ότι κάποιοι απ’ αυτούς, όπως λέγεται, συνεργάστηκαν στην παρασκευή του θανατηφόρου κορονοϊού. Οπότε γνώριζαν τις ολέθριες συνέπειες της εφεύρεσής τους. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο και φρόντισαν να εξασφαλίσουν, καλού-κακού, προκαταβολικά, το διαβόητο «ακαταδίωκτο». Όχι μόνο αυτοί, αλλά και όλοι οι εμπλεκόμενοι στη σκοτεινή αυτή  υπόθεση.

Εκτός βέβαια των θυμάτων! Τα οποία, είτε λόγω της επί 24ώρου βάσεως  κατατρομοκράτησης, την οποία υφίσταντο είτε λόγω των  πολλαπλών εκβιασμών (πρόστιμων, κλπ), εξαναγκάζονταν να εμβολιαστούν. Εξαναγκασμό, που, στη συνέχεια οι Μέγκελε-γιατροί, κατά την πάγια νεοταξική συνταγή, παμπονήρως μετονόμασαν την υποχρεωτικότητα σε «οφειλή» των εμβολιασθέντων.

Εκείνοι όμως, που, παράλληλα με τους γιατρούς,  σε καμιά περίπτωση δεν δικαιολογούνται, είναι κάποιοι δεσποτάδες και γενικότερα κληρικοί Τέτζελοι. Οι οποίοι ανέλαβαν εργολαβικά το έργο της διαφήμισης των δολοφονικών εμβολίων. Δεδομένου ότι  ούτε τους ανθρώπους, την σωτηρία των οποίων επωμίστηκαν,  ντρέπονται, αλλά ούτε και το Θεό, στο όνομα του οποίου ανέλαβαν την διαφύλαξη του ποιμνίου τους, ευλαβούνται.

Βέβαια οι δεσποτάδες ισχυρίζονται ότι ακολουθούσαν τους επιστήμονες γιατρούς. Κι όμως δεν φαίνονται τόσο αφελείς, ώστε να μην προβληματίστηκαν απ’ το γεγονός ότι οι γιατροί αυτοί ήταν πολλαπλά δικτυωμένοι και παχυλά, όπως και οι δημοσιοκάφροι, αμειβόμενοι. Πράγμα, που, όπως ειπώθηκε, μπορεί να ισχύει και περί των δεσποτάδων. Οπότε το μέγεθος της προδοσίας τους ξεπερνάει κάθε όριο.

Κλιματική «κρίση»: Μιά «ἐλίτ» πού σκοτώνει τόν πλανήτη, ζητάει τόν λογαριασμό ἀπό τόν ἁπλό λαό

 

Γράφει ὁ Ἐλευθέριος Ἀνδρώνης
Οἱ δραστηριότητες ἑνός δισεκατομμυριούχου ἐκπέμπουν 1 ἑκατ. φορές περισσότερο διοξείδιο τοῦ ἄνθρακα ἀπό τόν μέσο ἄνθρωπο - Κι ὅμως γιά τήν κλιματική «κρίση», τήν πληρώνει ὁ ἁπλός λαός
Μετά τήν «πρόβα - τζενεράλε» τῆς διετίας τῆς πανδημίας, εἶναι πασιφανές πλέον πώς ὁ αὐταρχισμός στήν «δημοκρατική» Δύση διογκώνεται μέ πρόσχημα τήν κλιματική καί τήν ἐνεργειακή κρίση. Μέ ἀφορμή τήν COP27 καί τήν διάσκεψη τοῦ ΟΗΕ γιά τό κλίμα, διαπιστώνουμε πώς ὁ οἰκοφασισμός παραμένει στήν κορυφή... τῶν ἰδεολογημάτων τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων.

Τό ἀφήγημα τῆς κλιματικῆς κρίσης περιλαμβάνει μιά μακρά ἀτζέντα μέτρων πού ἔχουν ὡς στόχο τήν μαζική χειραγώγηση τῶν κρατῶν. Ἐξοντωτικοί «πράσινοι» φόροι, συστήματα παρακολούθησης γιά τήν κατανάλωση ἐνέργειας, αστυνὁμοκρατία, κατάργηση συνταγματικῶν δικαιωμάτων, ἐνεργειακά lockdown, μέχρι καί διατροφικές ἀλλαγές μέ προτάσεις πού φέρνουν σκουλήκια καί ἀλεσμένα ἔντομα στό τραπέζι μας. Κοινωνίες ὁλόκληρες θυσιάζονται στόν βωμό τῆς παγκόσμιας «οἰκολογικῆς» δικτατορίας, πού θά ἀποτελέσει καί τήν βάση γιά τήν ἐγκαθίδρυση μιᾶς πανθρησκείας μέ φιλοπεριβαλλοντικό προσωπεῖο.

Ὅπως ἔγινε στήν πανδημία, ἔτσι καί στό πεδίο τῆς λεγόμενης κλιματικῆς κρίσης, ὁ ἁπλός πολίτης γίνεται τό ἀπόλυτο πειραματόζωο, καί ὁ μόνιμος ἀχθοφόρος τοῦ βάρους τῆς κάθε τεχνητῆς ἤ ὑπαρκτῆς κρίσης.

Τά συστημικά ΜΜΕ κατακλύζουν τήν εἰδησεογραφία μέ κινδυνολογικές εἰδήσεις, συνεντεύξεις καί δηλώσεις, ἐνῶ γίνεται κανονική πλύση ἐγκεφάλου μέ δημοσιεύσεις πού περιλαμβάνουν οἰκολογικές συμβουλές «γιά τό καλό τοῦ περιβάλλοντος». Παντοῦ κυριαρχεῖ ἡ καταστροφολογία καί ὁ ἐπίπλαστος πανικός. Τά καιρικά φαινόμενα μεγαλοποιοῦνται, οἱ ἐνεργειακές ἐλλείψεις παρουσιάζονται σάν φυσικό φαινόμενο καί οἱ οἰκολογικές καταστροφές πλασάρονται μέ ὑπόβαθρο «ἀτομικῆς εὐθύνης».

Τρανό παράδειγμα στή χώρα μας, τό ἐπιτελικό φιάσκο μέ τήν «κακοκαιρία» EVA, ὅπου μιά φυσιολογική φθινοπωρινή καταιγίδα παρουσιάστηκε ἀπό τά MME, τούς μετεωρολόγους καί τήν κυβέρνηση, σάν νά ἐπρόκειτο νά συμβεῖ ἕνας δεύτερος κατακλυσμός τοῦ Νῶε.

Σέ ὅλη αὐτή τήν κινδυνολογική προπαγάνδα στοχοποιεῖται ἀποκλειστικά ὁ ἁπλός πολίτης καί πουθενά δέν γίνεται λόγος γιά τούς πραγματικούς ὑπαίτιους γιά τήν ρύπανση καί τήν καταστροφή τοῦ πλανήτη.

Ὁ ἁπλός πολίτης εἶναι αὐτός πού πιέζεται νά ἐγκαταλείψει τούς κινητῆρες ἐσωτερικῆς καύσης, νά βγάλει ἐνεργειακή ταυτότητα, νά ἀλλάξει τίς οἰκιακές συσκευές του, νά δεχθεῖ τήν ἀπόσυρση τοῦ φθηνοῦ λιγνίτη, νά περιορίσει τά ταξίδια του, νά ἐγκαταλείψει τό αὐτοκίνητο τοῦ, νά πληρώσει φόρο γιά τήν πλαστική σακούλα, νά «σώσει» τό περιβάλλον μέ τό... χάρτινο καλαμάκι.

H «ἐλίτ» δημιουργεῖ τήν ἐπιβάρυνση τοῦ πλανήτη

Ο Άγιος Νεκτάριος συκοφαντούμενος και διωκόμενος

 


Λάμπρος Σκόντζος

Κάποιος μεγάλος ασκητής έγραψε πως η απουσία αγίων στον κόσμο, θα σημάνει και το τέλος του

Το μεγάλο και διαρκές θαύμα στην Εκκλησία μας είναι η αδιάκοπη εμφάνιση αγίων. Ουδέποτε υπήρξε εποχή, στο δισχιλιόχρονο διάβα της ιστορίας της, που να μην υπήρχαν άγιοι. Ουδέποτε έλειψαν από την Εκκλησία μας οι άγιοι και αυτό είναι το μόνιμο θαύμα στη δισχιλιόχρονη ιστορική Της πορεία. Οι άγιοι, άνδρες και γυναίκες, είναι τα ορατά σημεία της λυτρωτικής ενέργειας του Αγίου Πνεύματος, το Οποίο αναγεννά τους ανθρώπους και τους καθιστά θεοειδείς υπάρξεις, εικόνες καθαρές του Τριαδικού Θεού, κατά χάριν θεουμένους. Ουδέποτε θα υπάρξει εποχή, που να μην υπάρχουν άγιοι στην Εκκλησία. Κάποιος μεγάλος ασκητής έγραψε πως η απουσία αγίων στον κόσμο, θα σημάνει και το τέλος του.

       Το πλέον παρήγορο και ελπιδοφόρο γεγονός είναι ότι και στη σύγχρονη εποχή της γενικής αποστασίας και της πολυποίκιλης ανταρσίας κατά του Θεού, αναδεικνύονται θεοφόροι και πνευματοφόροι άγιοι, εφάμιλλοι των αγίων της αρχαίας Εκκλησίας. Κι’ αυτό διότι, όπως έγραψε ο απόστολος Παύλος «ου δε επλεόνασεν η αμαρτία, υπερπερίσσευσεν η χάρις» (Ρωμ.5,20). Όπου ο διάβολος καλλιεργεί το δικό του αγρό, με τα ζιζάνια, καλλιεργεί και ο Θεός το δικό Του αγρό, με τον αγαθό σπόρο.    

 Ένας τέτοιος αγαθός σπόρος εμφανίστηκε και καλλιεργήθηκε στην ταραγμένη εποχή μας. Ένας μεγάλων διαστάσεων διάτονας αστέρας μεσουράνησε στο νοητό ουρανό. Ένας αληθινός άνθρωπος του Θεού, αναγεννημένος από τη θεία χάρη, σφράγισε με την παρουσία του και το έργο του την Εκκλησία του Χριστού, τον περασμένο αιώνα. Πρόκειται για τον άγιο Νεκτάριο τον θαυματουργό, επίσκοπο Πενταπόλεως της Αιγύπτου. Ένα χαριτόβρυτο σκεύος εκλογής του Θεού, στο πρόσωπο του οποίου, διασώθηκε το κατ’ εικόνα, όπως ψάλλει η Εκκλησία μας, και δοξάστηκε ο Θεός. Μια σύγχρονη πατερική μορφή, εφάμιλλη των μεγάλων Πατέρων της αρχαίας Εκκλησίας. Μια τέτοια καθαρή εικόνα του Θεού και αγιασμένος άνθρωπος.

 Ο άγιος Νεκτάριος υπήρξε ο αγαπημένος του Θεού και ο μισητός του διαβόλου. Όποιον αγαπά ο Θεός, μισεί ο διάβολος! Το μίσος του εκφράζεται σε σωματικές ταλαιπωρίες. Έχοντας ως συνεργάτες του, ως όργανά του, επί της γης πρόσωπα διεφθαρμένα, παραδομένα στον αμοραλισμό, την φιλαυτία  και την μωροφιλοδοξία, τα στρέφει κατά όσων θέλουν να ζήσουν και να πολιτευτούν θεοφιλώς. Ο απόστολος Παύλος διαβεβαίωσε πως «πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται» (Β΄Τιμ.3,12). Η εκκλησιαστική μας ιστορία και τα ηρωικά συναξάρια των αγίων μας είναι οι αψευδείς μάρτυρες των διώξεων μυριάδων αγίων της Εκκλησίας μας. Δεν υπάρχει άγιος που να μην δοκίμασε το πικρό ποτήρι των διώξεων και των δοκιμασιών (Απ. Παύλος, Άγιοι Απόστολοι, Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος Θεολόγος, Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Μ. Αθανάσιος, Μάξιμος Ομολογητής, Μάρκος Ευγενικός, Μ. Φώτιος, Κοσμάς Αιτωλός, Ιουστίνος Πόποβιτς και τόσοι άλλοι). Η μαρτυρία του Χριστού απέβη και αποβαίνει προσωπικό μαρτύριο για τους συνειδητούς πιστούς. Ο Κύριός μας είναι ο πρώτος Μάρτυρας της Εκκλησίας μας, ο Οποίος «περιεποιήσατο (Αυτήν) δια του ιδίου αίματός» Του (Πραξ.20,28), κατά τον απόστολο Παύλο. Αυτός πρώτος συκοφαντήθηκε από το διάβολο και παραδόθηκε στα επί γης όργανά του, τους Ιουδαίους και τους Ρωμαίους για να συκοφαντηθεί, να βασανιστεί, να σταυρωθεί, να πεθάνει επάνω στο σταυρό. Οι κατοπινοί μάρτυρες και όλοι οι «δεδιωγμένοι  ένεκεν δικαιοσύνης» (Ματθ.5,10), είναι μάρτυρες και τύποι του υπέρ ημών παθόντος, σταυρωθέντος, ταφέντος και αναστάντος Χριστού μας. Ο Κύριος προειδοποίησε γι’ αυτή την κατάσταση, ότι η

ζωή των ομολογητών του αγίου ονόματός Του θα έχει συνέπειες. Ο Χριστός τους είχε προειδοποιήσει ότι ο πτωτικός κόσμος, ο διατελών υπό την επήρεια του άρχοντα του ψεύδους θα αντιστέκονταν σθεναρά στην αποκαλυμμένη αλήθεια και οι μάρτυρες αυτής της αλήθειας θα υφίσταντο μαρτύρια για να μη λάμψει η αλήθεια και αποπεμφθεί ο πατέρας και εφευρέτης του ψεύδους από τον κόσμο. «ιδού εγώ αποστέλλω υμάς ως πρόβατα εν μέσω λύκων» (Ματθ.10,16) και «ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσιν… ταύτα πάντα ποιήσουσι υμίν δια το όνομά μου» (Ιωάν,15,20). «Έσεσθε μισούμενοι υπό πάντων δια το όνομά μου» (Ματθ.10,22). «Παραδώσουσιν γαρ υμάς εις συνέδρια και εν ταις συναγωγαίς αυτών μαστηγώσουσιν υμάς… και επί ηγεμόνας δε και βασιλείς αχθήσεσθε ένεκεν εμού εις μαρτύριον αυτοίς και τοις έθνεσιν» (Ματθ.10,16).

       Οι λόγοι του Κυρίου επαληθεύτηκαν στα πρόσωπα των αγίων και βέβαια στο πρόσωπο του αγίου Νεκταρίου, ο οποίος υπήρξε γνήσιος τύπος του υπέρ ημών παθόντος Χριστού. Η πολυτάραχη ζωή του υπήρξε μια ατέλειωτη περιπέτεια, μια απίστευτη καταδίωξη, έως και αυτή της φυσικής του εξοντώσεως από τις ενάντιες δυνάμεις.

       Γεννήθηκε την 1η Οκτωβρίου 1846 στη Σηλυβρία της Θράκης από πολυμελή και ευσεβή οικογένεια. Ονομάζονταν Αναστάσιος Κεφαλάς. Πρώτη του αρνητική εμπειρία από τη ζωή, η απόλυτη ένδεια, η μεγάλη φτώχεια. Οι γονείς του πάμφτωχοι δεν είχαν τη δυνατότητα να ζήσουν με αξιοπρέπεια την πολυμελή οικογένειά τους. Ο πατέρας του Δήμος Κεφαλάς εργαζόταν περιστασιακά ως ναυτικός. Το ψωμί λιγοστό, τα κουρελόρουχα δεν επαρκούσαν για να καλύψουν τα σκελετωμένα μέλη τους. Η δυνατότητα σπουδών των παιδιών ανύπαρκτη. Η μόνη παρηγοριά και το στήριγμα της οικογένειας η πίστη στο Θεό και η ελπίδα, πως Εκείνος που τρέφει τα πετεινά του ουρανού, θα φροντίσει και γι’ αυτούς. Ο μικρός Αναστάσης, προικισμένος με ιδιαίτερη οξυδέρκεια και ψυχικό δυναμισμό βίωνε με καρτερία την οικογενειακή φτώχεια και χαλύβδωνε την παιδική του ψυχή για να αντιμετωπίσει τις κατοπινές μεγάλες περιπέτειες της ζωής του. Έμαθε από τους αγραμμάτους, αλλά ευσεβείς γονείς του να δοξάζουν το Θεό για όσα έχουν. Έκανε βίωμά του το λόγο του αποστόλου Παύλου: «έχοντες δε διατροφάς και σκεπάσματα, και τούτοις αρκεσθησόμεθα» (Α΄Τιμ.6,8).

      Όταν έγινε 13 ετών, το 1860, αναγκάστηκε να ξενιτευτεί για να ζήσει. Ξεκομμένος από την οικογενειακή του στέγη και μη έχοντας καθόλου χρήματα, με μόνο εφόδιο την πίστη του στην πρόνοια του Θεού, ξεκίνησε για την Κωνσταντινούπολη, για αναζήτηση εργασίας. Αλλά ελλείψει αυτοκινητοδρόμων και αυτοκινήτων, αναγκάστηκε να ταξιδέψει ατμοπλοϊκώς. Προσπάθησε να επιβιβασθεί σε κάποιο πλοίο, αλλά κατά τον έλεγχο των εισιτηρίων  τον απομάκρυναν, διότι δεν είχε χρήματα για το ναύλο. Στάθηκε στην  προκυμαία και έκλαιγε γοερά. Βλέποντάς τον ο καπετάνιος τον λυπήθηκε και τον πήρε στο καράβι. Τελικά το εισιτήριο τα πλήρωσε κάποιος φιλάνθρωπος επιβάτης.

Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης: "Ὁ Φύλακας Ἄγγελός μας, εἶναι κοντά μας ἀνάλογα μὲ τὴν πνευματική μας κατάσταση"

 





Ἀπό τό Βιβλίο Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου
ΛΟΓΟΙ ΣΤ' «Περί Προσευχής» σελ.47-48
ἐκδόσεις ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ὁ ΘΕΟΛΟΓΟΣ» ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Ὁ Φύλακας Ἄγγελος βρίσκεται δίπλα μας
-Γέροντα, ὅλοι ἔχουμε Φύλακα Ἄγγελο;
-Ναί, ὅταν βαπτίζεται ὁ ἄνθρωπος, ὁ Θεὸς τοῦ δίνει καὶ τὸν Φύλακα Ἄγγελό του.
–Ὅσοι δὲν εἶναι βαπτισμένοι, δὲν ἔχουν Φύλακα Ἄγγελο;
–Οἱ ἀβάπτιστοι προστατεύονται ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ Φύλακα Ἄγγελο δὲν ἔχουν· μόνον οἱ βαπτισμένοι ἔχουν. Τοὺς ἀναλαμβάνει στὸ Βάπτισμα καὶ τοὺς συνοδεύει σὲ ὅλη τους τὴν ζωή.
–Γέροντα, ὁ Φύλακας Ἄγγελός μας εἶναι συνέχεια κοντά μας;
–Κοντά μας εἶναι· μᾶς παρακολουθεῖ σὲ κάθε βῆμα.
–Πόσο κοντά μας;
–Ἀνάλογα μὲ τὴν πνευματική μας κατάσταση.
–Ὅταν, Γέροντα, ἁμαρτάνουμε, φεύγει;
–Τότε ἀπομακρύνεται, ἀλλὰ δὲν μᾶς ἐγκαταλείπει. Ὅταν...δίνουμε δικαιώματα στὸν πειρασμὸ μὲ τὴν ἁμαρτωλὴ ζωή μας, ὁ Ἄγγελός μας δὲν ἀποθαρρύνεται, ὥστε νὰ μᾶς ἐγκαταλείψη, ἀλλὰ μᾶς παρακολουθεῖ θλιμμένος ἀπὸ μακριά.[94]
–Γιατί, Γέροντα, δὲν καταλαβαίνουμε τὴν παρουσία του;
–Γιατὶ ἀκόμη δὲν καταλάβαμε οὔτε τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Τὰ μάτια μας εἶναι σκεπασμένα μὲ ἕνα θαμπὸ πέπλο. Γιὰ νὰ διαλυθῆ τὸ πέπλο αὐτό, χρειάζεται ἀγάπη καὶ ταπείνωση. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος νιώθη τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, νιώθει καὶ τὸν Φύλακα Ἄγγελο δίπλα του, καὶ τότε οἱ κινήσεις του εἶναι λεπτές, προσεκτικές, ἀλλὰ καὶ ἄνετες. Ἡ προσοχὴ αὐτὴ δὲν τοῦ κάνει μαρτυρικὴ τὴν ζωή, ἀλλὰ τὸν εὐχαριστεῖ. Κινεῖται μὲ πνευματικὴ ἄνεση. Ἡ εὐλάβεια, ἡ προσοχὴ ποὺ ἔχει, τοῦ γλυκαίνουν τὴν καρδιὰ καὶ συνέχεια προσέχει, γιὰ νὰ μὴν τοῦ φύγη ἡ γλυκύτητα, τὴν ὁποία νιώθει. Ξαπλώνει συνεσταλμένα μὲ σταυρωμένα τὰ χέρια. Κοιμᾶται μὲ συστολή, μὲ εὐλάβεια· σηκώνεται ἥσυχα. Ὅταν τοῦ χτυποῦν τὴν πόρτα, δὲν κοιτάζει νὰ συμμαζευτῆ· εἶναι πάντα τακτοποιημένος. Συνέχεια φροντίζει νὰ μὴ λυπήση τὸν Φύλακα Ἄγγελό του. Μεγάλη κατανόηση βρίσκει ὁ οὐράνιος Φύλακας Ἄγγελος κοντὰ σὲ ἕναν ἐπίγειο ἀγγελοποιημένο ἄνθρωπο. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ζῆ πνευματικὴ ζωὴ καὶ κινῆται σὰν φρόνιμο παιδί, ὁ Ἄγγελός του δὲν ταλαιπωρεῖται, ἀλλὰ χαίρεται δίπλα του καὶ στὸ τέλος θὰ ἐπιστρέψη χαρούμενος στὸν Θεὸ μαζὶ μὲ τὴν ψυχή, διότι ἡ ψυχὴ ἔκανε ὅ,τι ἀναπαύει τὸν Ἄγγελο, ὅ,τι ἀναπαύει τὸν Θεό. Ξέρετε ὅμως τί εἶναι, ὁ Φύλακας Ἄγγελος νὰ ταλαιπωρῆται χρόνια μὲ μιὰ ψυχή, καὶ τελικὰ νὰ ἐπιστρέψη στὸν Θεὸ μὲ ἄδεια χέρια πληγωμένος; Καὶ μόνο γι’ αὐτὸν τὸν λόγο, ἀπὸ φιλότιμο γιὰ τὸν κόπο ποὺ κάνει ὁ Φύλακας Ἄγγελός μου, πρέπει νὰ ἀγωνισθῶ, γιὰ νὰ μὴν πάω στὴν κόλαση.[95]

Ὁ Φύλακας Ἄγγελος μᾶς προστατεύει

–Γέροντα, ὁ Φύλακας Ἄγγελος μᾶς βοηθάει πάντοτε;

Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2022

Κυριακή Ζʼ Λουκά: Η δύναμη του Θεού και η πίστη του ανθρώπου (Αγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς)

 


(Λουκ. η’ 41-56)

Όταν οι ακτίνες του ήλιου πέφτουν σ’ ένα βράχο, τον κάνουν να λάμπει. Όταν η φλόγα αγγίξει ένα άκαφτο κερί, το ανάβει. Όταν ο μαγνήτης αγγίξει ένα μεταλλικό αντικείμενο, το μαγνητίζει. Όταν το ηλεκτροφόρο καλώδιο αγγίξει ένα συνηθισμένο σύρμα, και τα δυο τους ηλεκτρίζονται.
Όλες αυτές οι φυσικές ενέργειες δεν είναι παρά εικόνες ή πνευματικά φαινόμενα. Όλα όσα συμβαίνουν στον εξωτερικό κόσμο, είναι απλά η εικόνα όσων γίνονται στον εσωτερικό. Ολόκληρη η εφήμερη φύση είναι σαν ένα όνειρο, σε σχέση με την εσωτερική πραγματικότητα, σαν ένα παραμύθι, όταν μιλάμε με όρους αιώνιας ζωής.
Η ψυχή είναι η πραγματικότητα του σώματος. Ο Θεός είναι η πραγματικότητα της ψυχής. Όταν ο Θεός αγγίζει την ψυχή, την ζωοποιεί, της μεταδίδει την δράση. Όταν η ψυχή αγγίζει το σώμα, κάνει το ίδιο. Το σώμα λαβαίνει φως, ζεσταίνεται, δέχεται μαγνητισμό και ηλεκτρισμό, δράση, ακοή και κίνηση από την ψυχή. Όταν η ψυχή αναχωρεί από το σώμα, όλ’ αυτά χάνονται, εξαφανίζονται. Η ψυχή δέχεται από το Θεό έναν ειδικό φωτισμό, θέρμη, μαγνητισμό και ηλεκτρισμό, δράση, ακοή και κίνηση. Κι όλ’ αυτά χάνονται όταν η ψυχή χωρίζεται από το Θεό.

Υπάρχει άνθρωπος σ’ ολόκληρο τον κόσμο που όταν αγγίζει μια νεκρή ψυχή την επαναφέρει στη ζωή, της μεταδίδει φως και θερμότητα, μαγνητισμό και ηλεκτρισμό από την πηγή της ζωής; Υπάρχει κάποιος σ’ ολόκληρο τον κόσμο, από την αρχή της ιστορίας του ανθρώπου, που όταν άγγιξε ένα νεκρό σώμα το έκανε να σηκωθεί, να μιλήσει και να περπατήσει; Σίγουρα πρέπει νά ‘χει υπάρξει. Διαφορετικά ο ήλιος κι η γη, ο χειμώνας κι η άνοιξη, ο μαγνήτης κι ο ηλεκτρισμός κι όλα όσα υπάρχουν στον κόσμο, θα ήταν η φαντασία κάποιου που δεν υπάρχει, η σκιά κάποιου ανύπαρκτου όντος, ένα όνειρο, μακριά από την πραγματικότητα. Πρέπει να έχει υπάρξει. Διαφορετικά ο Κύριος Ιησούς Χριστός δε θα είχε εμφανιστεί στη γη. Εμφανίστηκε για να παρουσιάσει στους ανθρώπους την πραγματικότητα· πως η φύση ολόκληρη, με όλα όσα συμβαίνουν μέσα της, δεν είναι παρά μια εικόνα, ένα όνειρο, ένα παραμύθι. Ο Κύριος ήρθε για να φανερώσει την αλήθεια όσων φανερώνουν ο ήλιος κι η γη, ο χειμώνας κι η άνοιξη, ο μαγνητισμός κι ο ηλεκτρισμός, η φύση ολόκληρη. Η φύση που δημιουργήθηκε και τοποθετήθηκε μπροστά στον άνθρωπο από το Θεό σαν ένα ανοιχτό βιβλίο, που όμως αυτός δεν μπόρεσε ακόμα να το διαβάσει σωστά.
Ο Χριστός είναι η πύρινη στήλη στην ιστορία του κόσμου. Από Εκείνον οι νεκρές ψυχές παίρνουν ζωή και θερμότητα, κίνηση και ομορφιά. Είναι το Δέντρο της Ζωής, που όταν αγγίζει τα νεκρά σώματα τους μεταδίδει ζωή, τ’ ανασταίνει, τους δίνει κίνηση και λόγο. Είναι το αγνό και ευωδιαστό θεραπευτικό βάλσαμο, που όταν το αγγίζουν οι τυφλοί ξαναβρίσκουν το φως, οι κουφοί την ακοή τους, οι παράλυτοι την κίνηση, οι άλαλοι τη λαλιά τους, οι παράφρονες τη λογική τους, οι λεπροί καθαρίζονται, κάθε αρρώστια θεραπεύεται.

***
Το σημερινό ευαγγέλιο μας δίνει ένα ακόμα παράδειγμα, για να καταλάβουμε πως όταν κάποιος έρχεται σ’ επαφή με το Χριστό, αν είναι άρρωστος θεραπεύεται κι αν είναι νεκρός ανασταίνεται.

Εκείνον τον καιρό λοιπόν, «ιδού ήλθεν ανήρ ω όνομα Ιάειρος, και αυτός άρχων της συναγωγής υπήρχε· και πεσών παρά τους πόδας του Ιησού παρεκάλει αυτόν εισελθείν εις τον οίκον αυτού· ότι θυγάτηρ μονογενής ην αυτώ ως ετών δώδεκα, και αύτη απέθνησκεν» (Λουκ. η’ 41, 42). Για ποιόν καιρό μας μιλάει εδώ ο ευαγγελιστής; Πότε έγιναν αυτά; Τότε που ο Κύριος διέσχισε τη λίμνη και γύρισε με το πλοίο από τη χώρα των Γαδαρηνών, τότε που θεράπευσε τους δυο δαιμονισμένους και νωρίτερα είχε γαληνέψει την καταιγίδα στη λίμνη. Αφού είχε κάνει τα δυο μεγάλα αυτά θαύματα, τον καλούν τώρα να κάνει ένα τρίτο. Ν’ αναστήσει ένα νεκρό. Κι όλ’ αυτά μέσα σε πολύ περιορισμένο χρόνο, λες και βιαζόταν να κάνει όσα περισσότερα καλά μπορούσε στους ανθρώπους, όσο ζούσε στη γη, και να μας δώσει έτσι παράδειγμα πως πρέπει να βιαζόμαστε να κάνουμε το καλό, πως πρέπει να περπατάμε όσο έχουμε το φως (πρβλ. Ιωάν. ιβ’ 35).
Αν και τα τρία αυτά θαύματα δε φαίνονται να μοιάζουν μεταξύ τους, όλα έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό. Όλα αποκαλύπτουν την κυριαρχική δύναμη του Χριστού – την κυριαρχία Του στη φύση, στους δαίμονες και στο θάνατο, στις ψυχές των ανθρώπων. Είναι δύσκολο να πει κανείς ποιο από τα τρία αυτά θαύματα είναι πιο φοβερό και πιο συγκλονιστικό. Τί είναι πιο δύσκολο: να τιθασεύσεις την καταιγίδα σε θάλασσα και αέρα, να θεραπεύσεις τους ανίατα δαιμονισμένους ή ν’ αναστήσεις νεκρό; για ένα θνητό άνθρωπο και τα τρία αυτά είναι εξίσου δύσκολα. Για το Χριστό όμως είναι και τα τρία εξίσου εύκολα. Όταν ο άνθρωπος εμβαθύνει στο καθένα από τα τρία θαύματα, η ψυχή του τρέμει, γιατί βλέπει τη μεγαλοσύνη και την παντοδυναμία της πνοής, που εν αρχή, δημιούργησε τον κόσμο. «Και είπεν ο Θεός…και εγένετο ούτως» (Γεν. α’ 11).
Ο Ματθαίος ονομάζει άρχοντα τον Ιάειρο. Τι είδους άρχοντας ήταν το εξηγούν ο Μάρκος κι ο Λουκάς: Ήταν άρχοντας της συναγωγής, όπου ρυθμίζονται τα θρησκευτικά και εθνικά θέματα. Το μονάκριβο παιδί του βρισκόταν στο νεκροκράβατο. Αυτό ήταν κάτι τρομερό γι’ αυτόν που, όπως κι οι άλλοι Ιουδαίοι, είχαν μια αμυδρή κι ακαθόριστη πίστη στη μετά θάνατον ζωή. Για έναν άνθρωπο της εξουσίας αυτό ήταν διπλό χτύπημα: πρώτο ήταν η θλίψη του ως γονιού και δεύτερο το αίσθημα ντροπής και ταπείνωσης μπροστά στους ανθρώπους, καθώς τέτοια φοβερή απώλεια φαινόταν σαν τιμωρία του Θεού. Στην απόγνωσή του ήρθε στο Χριστό «και πεσών προσεκύνει αυτώ λέγων ότι η θυγάτηρ μου άρτι ετελεύτησεν· αλλ’ ελθών επίθες την χείρα σου επ’ αυτήν και ζήσεται» (Ματθ. θ’ 18).

Γιατί γράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς πως η κόρη του άρχοντα «απέθνησκεν», ενώ ο Ματθαίος γράφει πως «άρτι ετελεύτησεν»; Ο Λουκάς περιγράφει το περιστατικό όπως έγινε, ενώ ο Ματθαίος μεταφέρει τα λόγια του ίδιου του ικέτη. Δε συνηθίζουν οι άνθρωποι να υπερβάλουν τη δυστυχία τους; Η υπερβολή προέρχεται πρώτα από το γεγονός ότι όταν η δυστυχία έρχεται ξαφνικά, αναπάντεχα, φαίνεται πολύ μεγαλύτερη απ’ ό,τι πραγματικά είναι. Δεύτερο, επειδή εκείνος που ζητάει βοήθεια, γενικά παρουσιάζει το πρόβλη­μά του μεγαλύτερο απ’ ό,τι είναι πραγματικά, ώστε να λάβει τη βοήθεια όσο γίνεται πιο γρήγορα. Όταν καίγεται ένα σπίτι, δεν ακούμε συχνά: «Τρέξτε, βοηθήστε, το σπίτι μου κατακάηκε»; Το σπίτι βέβαια δεν έχει κατακαεί, καίγεται. Το ότι το κορίτσι δεν είχε πεθάνει ακόμα τη στιγμή που ο πατέρας του μιλούσε στον Κύριο, θα τ’ ακούσουμε λίγο αργότερα από τους υπηρέτες του Ιάειρου.

Μ’ όλο που ο Ιάειρος αυτός είχε κάποια πίστη στο Χριστό, αυτή δε θα μπορούσε να συγκριθεί με κείνην του ρωμαίου εκατόνταρχου στην Καπερ­ναούμ. Ο τελευταίος ζητούσε από το Χριστό να μην πάει στο σπίτι του, επειδή ήταν αμαρτωλός, αρκούσε να πει ένα λόγο: «μόνον ειπέ λόγω και ιαθήσεται ο παις μου» (Ματθ. η’ 8). Ο Ιάειρος κάλεσε τον Κύριο στο σπίτι του, για ν’ ακουμπήσει το χέρι Του στη νεκρή θυγατέρα του. Η πίστη του είχε και κάτι υλικό μέσα της. Επίθες την χείρα σου επ’ αυτήν! Ο Ιάειρος ζήτησε από τον Κύριο ένα χειροπιαστό τρόπο θεραπείας. Λες κι ο λόγος του Χριστού είχε λιγότερη δύναμη από το χέρι Του! Λες κι η φωνή που γαλήνευε τα κύματα και την καταιγίδα, που έβγαζε τα δαιμόνια από τους δαιμονισμένους κι αργότερα ανάστησε το Λάζαρο, τέσσερις μέρες μετά το θάνατο και την ταφή του, δεν μπορούσε ν’ αναστήσει την κόρη του Ιαείρου! Ο Κύριος ήταν πολύ φιλεύσπλαχνος. Δε θ’ αρνιόταν τη βοήθειά Του προς το θλιμμένο πατέρα επειδή η πίστη του δεν ήταν τέλεια. Έτσι ξεκίνησε αμέσως για να βοηθήσει.
Στο δρόμο προς το σπίτι του Ιάειρου έγινε κι ένα θαύμα σε μια γυναίκα που είχε πολύ μεγαλύτερη πίστη από τον Ιάειρο. Κι αυτό βοήθησε τον Ιάειρο, τον έπεισε πως ολόκληρος ο Χριστός έχει θαυματουργική δύναμη, όχι μόνο τα χέρια Του. Μ’ οποιοδήποτε τρόπο κι αν έρθει κανείς σ’ επαφή με τον παντοδύναμο Χριστό, θεραπεύεται. Αυτό είναι πηγή θάρρους σ’ αυτούς που δεν μπορούν να πλησιάσουν το Χριστό με τον ένα τρόπο, μπορούν όμως με κάποιον άλλο. Ο Κύριος άπλωσε τα χέρια Του στο σταυρό για ν’ αγκαλιάσει όλους εκείνους που προστρέχουν κοντά Του, από όποια πλευρά κι αν έρχονται.

Προσέξτε τώρα τι έγινε όταν ο Χριστός πορεύτηκε μαζί με το πλήθος προς το σπίτι του Ιάειρου.

«Εν δε τω υπάγειν αυτόν οι όχλοι συνέπνιγον αυτόν, και γυνή ούσα εν ρύσει αίματος από ετών δώδεκα, ήτις προσαναλώσασα όλον τον βίον ουκ ίσχυσεν υπ’ ουδενός θεραπευθήναι, προσελθούσα όπισθεν ήψατο του κρασπέδου του ιματίου αυτού, και παραχρήμα έστη η ρύσις του αίματος αυτής» (Λουκ. η’ 42-44). Από τη στιγμή που ο Χριστός πάτησε το πόδι Του στη στεριά, ερχόμενος από τα Γάδαρα, συνοδευόταν από ένα αμέτρητο πλήθος ανθρώπων. «Συνήχθη όχλος πολύς επ’ αυτόν», γράφει ο ευαγγελιστής Μάρκος (ε’ 21). Όλοι ήθελαν να βρεθούν κοντά Του, ν’ ακούσουν τα σπάνια λόγια Του και να δουν τα θαυμαστά έργα Του. Μερικοί τον ακολουθούσαν από πείνα και δίψα πνευματική κι άλλοι από περιέργεια. Μέσα στο πλήθος βρισκόταν κι η άρρωστη γυναίκα, άρρωστη από μια ακάθαρτη αρρώστια. Η ρύση αίματος σε μια γυναίκα, ακόμα κι όταν είναι φυσιολογική, είναι ένα δύσκολο και ταπεινωτικό πράγμα. Μια διαρκής ρύση αίματος όμως, που διαρκεί δώδεκα ολόκληρα χρόνια, ήταν σαν μια ζωντανή κόλαση βασάνων, ντροπής κι ακαθαρσίας. Η γυναίκα αυτή είχε αναζητήσει θεραπεία κι είχε δαπανήσει όλα όσα είχε σε γιατρούς και φάρμακα. Τίποτα όμως δε βοήθησε, κανένας γιατρός δεν μπορούσε να την γιατρέψει. Φανταστείτε το καθημερινό πλύσιμό της, το κα­θάρισμά της, τη στενοχώρια και την ντροπή της. Έμοιαζε σα να τη δημιούργησε ο Θεός γι’ αυτό μόνο το λόγο: για να τρέχει το αίμα της και κείνη να περνά τις μέρες της στη γη σε μια προσπάθεια να σταματήσει τη ρύση, που δε σταματούσε, μ’ έναν πόνο που δε γιατρευόταν και με μια ντροπή ανέκφραστη. Έτσι πιστεύουμε πως γίνεται με κάθε χρόνια ασθένεια. Ο Θεός όμως είχε προβλέψει γι’ αυτήν, όπως προβλέπει και για κάθε πλάσμα Του. Η αρρώστια της συντέλεσε στην ψυχική της σωτηρία και στη δόξα του Θεού.
«Εάν μόνον άψωμαι του ιματίου αυτόν, σωθήσομαι» (Ματθ. θ’ 21), είπε μέσα της και πίεζε το πλήθος για να βρεθεί κοντά στο Χριστό. Τόσο μεγάλη ήταν η πίστη της γυναίκας αυτής. Νωρίτερα είχε στηρίξει την πίστη της στους γιατρούς που είχε επισκεφτεί. Η πίστη της αυτή όμως αποδείχτηκε άκαρπη. Από μόνη της η πίστη δεν είναι αρκετή, αν αυτός που πιστεύεις δεν έχει τη δύναμη να βοηθήσει. Γι’ αυτό ας σιωπήσουν όλοι εκείνοι που ισχυρίζονται (είτε από άγνοια είτε από έλλειψη πίστης) πως τα θαύματα του ευαγγελίου έγιναν από υποβολή ή αυθυποβολή. Η ταπεινή και βασανισμένη αυτή γυναίκα δεν είχε ούτε την τόλμη ούτε την ελπίδα να παρουσιαστεί μπροστά στο Χριστό, να του εξηγήσει το πρόβλημά της και να ζητήσει βοήθεια. Πώς θα μπορούσε να το κάνει αυτό μπροστά σ’ ένα τεράστιο πλήθος, όταν μάλιστα ντρεπόταν για την κατάστασή της; Η φύση της «ακάθαρτης» αρρώστιας της ήταν τέτοια, ώστε αν την είχε δημοσιοποιήσει, θα εισέπραττε τη δημόσια αποστροφή, την κατακραυγή και την καταδίκη. Γι’ αυτό και προσέγγισε τον Κύριο κρυφά, από πίσω, και άγγιξε το ιμάτιό Του.

Και παραχρήμα έστη η ρύσις του αίματος αυτής. Πώς κατάλαβε πως έπαψε η ρύση του αίματος; «Έγνω τω σώματι ότι ιάται από της μάστιγος», γράφει ο ευαγγελιστής Μάρκος (ε’ 29). Όπως ένα ζωντανό σκουλήκι που σπαρταρά ακατάπαυστα γύρω από μια διαπυημένη πληγή, έτσι θα έπρεπε να νιώθει κι η δύστυχη αυτή γυναίκα την ασταμάτητη ρύση του αίματος. Όταν όμως άγγιξε το ιμάτιο του Χριστού, ένιωσε πως η αιμορραγία σταμάτησε. Δεν ένιωθε την αιμορραγία μέσα της, όπως δεν τη νιώθει και κάθε υγιής άνθρωπος. Μέσα της μπήκε η υγεία, όπως ο μαγνητισμός σ’ ένα μαγνήτη ή το φως σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο.