Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2020

Μόρφου Νεόφυτος: Ἀντικατοχικὸς λόγος στὴν Κατωκοπιά: «Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, Σῶτερ, σῶσον ἡμᾶς»


Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου π. Νεοφύτου στὴν ἀρχιερατικὴ Θεία Λειτουργία τῆς ἑορτῆς τῆς Συνάξεως τῆς Θεοτόκου, ποὺ τελέσθηκε στὸν ἱερὸ ναὸ Παναγίας Χρυσελεούσης στὴν κατεχόμενη κοινότητα Κατωκοπιᾶς, τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (26.12.2019).

Τὸ νέο ἔτος - Fr. Alexander Schmemann







Εἶναι παλιὸ τὸ ἔθιµο: τὴν παραµονὴ τοῦ Νέου Ἔτους, ὅταν τὸ ρολόι κτυπήσει µεσάνυχτα, σκεφτόµαστε τὶς ἐπιθυµίες µας γιὰ τὸ νέο ἔτος καὶ προσπαθοῦµε νὰ εἰσέλθουµε στὸ ἄγνωστο µέλλον µ’ ἕνα ὄνειρο, προσδοκώντας ταυτόχρονα τὴν ἐκπλήρωση κάποιας ἀγαπητῆς µας ἐπιθυµίας.
Σήµερα, γιὰ ἄλλη µιὰ φορὰ βρισκόµαστε µπροστὰ σ’ ἕνα νέο ἔτος. Τί ἐπιθυµοῦµε γιὰ τοὺς ἴδιους, γιὰ τοὺς ἄλλους, γιὰ τὸν καθένα; Ποιὸ εἶναι τὸ τέλος ὅλων µας τῶν ἐλπίδων; Ἡ ἀπάντηση εἶναι µονίµως ἡ ἴδια αἰώνια λέξη: εὐτυχία. Εὐτυχὲς τὸ Νέο Ἔτος! Εὐτυχία γιὰ τὸ Νέο Ἔτος! Ἡ ἰδιαίτερη εὐτυχία ποὺ ἐπιθυµοῦµε εἶναι φυσικὰ διαφορετικὴ καὶ προσωπικὴ γιὰ τὸν καθένα, ἀλλὰ ὅλοι µας µετέχουµε στὴν κοινὴ πίστη πὼς αὐτὸ τὸ ἔτος ἡ εὐτυχία θὰ µᾶς πλησιάσει, πὼς µποροῦµε νὰ ἐλπίσουµε σ’ αὐτὴ µὲ προσδοκία.
Πότε ὅµως εἶναι κάποιος ἀληθινὰ εὐτυχισµένος; Μετὰ ἀπὸ αἰῶνες ἐµπειρίας καὶ γνώσης σχετικὰ µὲ τὸν ἄνθρωπο, δὲν µποροῦµε πλέον νὰ ἐξισώσουµε τὴν εὐτυχία µὲ ὁποιοδήποτε ἐξωτερικὸ γνώρισµα, π.χ. χρήµατα, ὑγεία, ἐπιτυχία κλπ. Γνωρίζουµε πὼς τίποτε ἀπ’ ὅλα αὐτὰ δὲν ἀνταποκρίνεται πλήρως σ’ αὐτὴ τὴ µυστηριώδη καὶ πάντοτε φευγαλέα ἔννοια τῆς εὐτυχίας. Εἶναι σαφὲς πὼς ἡ φυσικὴ ἄνεση φέρνει εὐτυχία, ἀλλὰ καὶ ἄγχος. Ἡ ἐπιτυχία φέρνει εὐτυχία, ἀλλὰ καὶ φόβο. Εἶναι ἐκπληκτικὸ πὼς ὅσο περισσότερη ἐξωτερικὴ εὐτυχία διαθέτουµε, τόσο περισσότερο εὔθραυστη γίνεται καὶ πιὸ ἀτίθασος ὁ φόβος πὼς θὰ τὴ χάσουµε καὶ θὰ µείνουµε µὲ ἄδεια χέρια. Πιθανῶς αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ εὐχόµαστε ὁ ἕνας στὸν ἄλλο «µία νέα εὐτυχία» γιὰ τὸ Νέο Ἔτος. Ἡ «παλιὰ» εὐτυχία ποτὲ δὲν πραγµατοποιήθηκε, κάτι πάντοτε ἔλειπε. Τώρα ὅµως ἀτενίζουµε ξανὰ µπροστὰ µας µὲ µία εὐχή, ἕνα ὄνειρο, µία ἐλπίδα…
Χριστὲ καὶ Παναγία! Τὸ εὐαγγέλιο πρὶν ἀπὸ πάρα πολὺ καιρὸ εἶχε καταγράψει τὴν ἱστορία ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ πλούτισε, ἔκτισε καινούριες ἀποθῆκες γιὰ νὰ ἀποθηκεύσει τὰ ἀγαθά του, καὶ ἀποφάσισε πὼς πλέον εἶχε ὅλα τὰ ἀναγκαῖα ποὺ ἐγγυῶντο τὴν εὐτυχία του! Εἶχε ἄνεση καὶ µέσα. Ἐκείνη ὅµως τὴ νύχτα ἄκουσε: «ἄφρων, ταύτη τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπό σου, ἃ δὲ ἠτοίµασας τίνι ἔσται;» (Λουκ. 12, 20).

" Περιτομήν θελήσει καταδέχη σαρκικήν"

(Αναφορά στη δεσποτική εορτή της Περιτομής του Κυρίου)

Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου - Καθηγητού

         Οφείλουμε πριν απ’ όλα να ευχαριστήσουμε τον Άγιο Τριαδικό Θεό, ο Οποίος μας αξίωσε για μια ακόμα φορά να εισέλθουμε σε έναν ακόμη νέο ενιαυτό της αρρήτου χρηστότητός Του. Αυτό είναι δείγμα και αποτέλεσμα της ακένωτης αγαθότητός Του και της αέναης Πρόνοιάς Του για ολόκληρη τη δημιουργία Του και ιδιαίτερα για τον άνθρωπο. Η μόνη ανταπόδοση γι’ αυτή την μεγάλη δωρεά πρέπει να είναι ο διαρκής αίνος και η αδιάκοπη δοξολογία μας προς το υπέρτατο και άγιο όνομά Του.




Η ενανθρώπηση του Θεού Λόγου δεν είναι κάποιο αφηρημένο θεωρητικό σχήμα, ούτε κάποια μυθοπλασία κάποιου ευφάνταστου μυθογράφου, αλλά πραγματικό γεγονός, το οποίο έλαβε χώρα σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο (Γαλ.4,4). Η μεγάλη δεσποτική εορτή της Περιτομής του Κυρίου μας υπενθυμίζει αυτή την μεγάλη αλήθεια και τονίζει ιδιαίτερα την πραγματική ανθρώπινη φύση, την οποία εκών ενδύθηκε, για χάρη της δικής μας σωτηρίας.
Η καθιέρωση του εορτασμού της Περιτομής του Κυρίου από την Εκκλησία, συνέτεινε αναμφίβολα η δράση κάποιων αιρετικών κύκλων της αρχαίας Εκκλησίας, οι οποίοι αρνούνταν την πραγματική ενανθρώπηση του Θεού Λόγου και δίδασκαν την μη πραγματική ενανθρώπηση του Θεού Λόγου. Τέτοιοι υπήρξαν οι αιρετικοί δοκήτες, οι οποίοι δίδασκαν την κακοδοξία ότι δήθεν η ενανθρώπηση του Χριστού έγινε φαινομενικά, «κατά δόκησιν», όπως τόνιζαν. Αυτοί μαζί με τους Μαρκιωνίτες, τους Μανιχαίους και άλλους αιρετικούς, όλοι τους πρόδρομοι των αιρετικών Μονοφυσιτών του 5ου αιώνα, επιχείρησαν να νοθεύσουν την αλήθεια της Εκκλησίας μας.
Η Εκκλησία μας μεταχειρίστηκε κάθε μέσον να προασπίσει την άπαξ αποκαλυφθείσα και παραδοθείσα αλήθεια (Ιουδ.3). Ακόμα και εορτές καθιέρωσε για να περιχαρακώσει τις ύψιστες και σωτήριες αλήθειές Της. Είναι ιστορικά βεβαιωμένο πως οι εορτές των Χριστουγέννων, της Περιτομής και των Θεοφανείων καθιερώθηκαν από την ανάγκη του αντιαιρετικού αγώνα της Εκκλησίας μας και κατόπιν έλαβαν εορταστικό χαρακτήρα, όπως εμείς τις βιώνουμε σήμερα.
Η περιτομή ήταν μια πρακτική συνηθισμένη σε πολλούς λαούς της αρχαιότητας. Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως πρώτοι που έκαναν περιτομή στα άρρενα τέκνα τους ήταν οι Αιθίοπες και οι Αιγύπτιοι, κυρίως για λόγους υγιεινής (Ηροδ.Ιστ.Β΄,104). Ιστορικά ίσως οι Εβραίοι πήραν την συνήθεια αυτή από τους Αιγυπτίους. Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη όμως την περιτομή θέσπισε ο Ίδιος ο Θεός κατά παραγγελία Του στον πιστό Αβραάμ, ως μια πράξη διαφοροποιήσεως των απογόνων του από τους άλλους λαούς, ώστε μέσω αυτών να υλοποιηθεί το σχέδιο της σωτηρίας του κόσμου. «Αύτη η διαθήκη, ην διατηρήσεις, ανά μέσον εμού και υμών και ανά μέσον του σπέρματός σου μετά σε εις τας γενεάς αυτών΄ περιτμηθήσεται υμών παν αρσενικόν, και περιτμηθήσεθε την σάρκαν της ακροβυστίας υμών, και έσται εις σημείον διαθήκης ανά μέσον εμού και υμών. Και παιδίον οκτώ ημερών περιτμηθήσεται υμίν» (Γεν.17,12).
Η περιτομή όλων των αρένων νηπίων γινόταν από τον πατέρες τους ή από ειδικούς στην περιτομή που ονομάζονταν mohel, την ογδόη ημέρα από τη γέννησή τους, όπως είχε διατάξει ο Θεός. Γινόταν στα σπίτια των νηπίων ή συχνότερα στις συναγωγές ενώπιον συγγενών και φίλων. Η τελετουργία της περιτομής ήταν για τους Ιουδαίους της εποχής εκείνης μεγάλης σπουδαιότητας γεγονός. Το παιδί που περιτέμνονταν θεωρούνταν πια μέλος του λαού του Θεού, τηρητής της διαθήκης, η οποία συνήφθη μεταξύ του Θεού και του Αβραάμ (Γεν,17,12). Ο περιτετμημένος ήταν υποχρεωμένος
να τηρεί τις διατάξεις του Νόμου και είχε το αποκλειστικό δικαίωμα να εορτάζει το Πάσχα, σε αντίθεση με τους απερίτμητους, οι οποίοι δεν είχαν αυτό το δικαίωμα.

Μαζί με την περιτομή γινόταν και η ονοματοδοσία. Η τελετουργία της περιτομής ήταν κάτι σαν το χριστιανικό βάπτισμα, του οποίου υπήρξε τύπος. Όπως ο περιτετμημένος γινόταν μέλος του λαού της Διαθήκης, ξεχωριστός από τους μη υπερτιμημένους, έτσι και ο βαπτισμένος αναγεννιέται και γίνεται άγιος, ξεχωριστός, μέλος της Εκκλησίας του Χριστού, προορισμένος να κληρονομήσει τη βασιλεία του Θεού (Ρωμ.6,4).
Σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Λουκά, την ογδόη ημέρα από τη γέννηση του Κυρίου, ο Ιωσήφ και η Μαρία τήρησαν τη μωσαϊκή εντολή της περιτομής. Με λακωνικό τρόπο ο ιερός ευαγγελιστής αναφέρει πως «ότε επλήσθησαν αι ημέραι του περιτεμείν το παιδίον, και εκλήθη το όνομα αυτού Ιησούς, το κληθέν υπό του αγγέλου προ του συλληφθήναι αυτόν εν τη κοιλία» (Λουκ.2,21). Ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος αναφέρει την πληροφορία ότι την περιτομή του Κυρίου έκαμε ο μνήστωρ Ιωσήφ. Επίσης ο άγιος Επιφάνιος Κύπρου αναφέρει πως η περιτομή έγινε στο Σπήλαιο της Γεννήσεως. Βεβαίως ο ιερός ευαγγελιστής αποσιωπά κάθε λεπτομέρεια από την τελετή αυτή, διότι προφανώς δεν έχουν να μας προσφέρει, σύμφωνα με τους Πατέρες, όφελος για τη σωτηρία μας.
Την Εκκλησία μας δεν ενδιέφερε αυτή καθ’ εαυτή η εκπλήρωση αυτής της νομικής διάταξης του μωσαϊκού νόμου από τον Κύριο. Την ενδιέφερε κυρίως να τονισθεί, δια της περιτομής Του, και να αποδειχθεί, η πραγματική ανθρώπινη φύση Του, την οποία αρνούνταν οι αιρετικοί. Ο θεόπνευστος ευαγγελιστής συμπεριέλαβε στο ευαγγέλιό του και το γεγονός της περιτομής για να μπορεί η Εκκλησία να αποκρούει κάθε δοκητική, μανιχαϊστική και μονοφυσιτική κακοδοξία.
Η μη παραδοχή της ορθοδόξου διδασκαλίας της Εκκλησίας μας, περί της αληθινούς ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού, εκθεμελιώνει κυριολεκτικά ολόκληρο το οικοδόμημα της εν Χριστώ απολυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους. Αν δεν έγινε πραγματικά η σάρκωση του Λυτρωτή δεν έχουμε πραγματική σωτηρία, ο Χριστός δεν είναι πραγματικός σωτήρας, αλλά ένας από τους πολλούς ιδρυτές θρησκειών της ανθρωπότητας. Το πρόβλημα αυτό απασχόλησε έντονα την Εκκλησία τον 5ο αιώνα, όταν ο αρχιμανδρίτης Ευτυχής από την Κωνσταντινούπολη αρνούνταν την ανθρώπινη φύση του Χριστού. Για το λόγο αυτό συγκλήθηκε η Δ΄ εν Χαλκηδόνι Οικουμενική Σύνοδος, το 451.
Ο Υιός και Λόγος του Θεού είναι ο φυσικός Υιός του Θεού, απόρροια της δικής Του φύσεως. Γεννήθηκε προπάντων των αιώνων από τον Πατέρα, όπως μας βεβαιώνει ξεκάθαρα η αγία Γραφή. «Υιός μου ει συ εγώ σήμερον γεγέννηκά σε» (Εβρ.1,5) είπε, δια του Ψαλμωδού ο Θεός Πατέρας, στο Θεό Υιό. Η προαιώνια βουλή του Θεού αποφάσισε να αποστείλει τον Λόγο στον κόσμο ως σωτήρα του από τη φθορά της αμαρτίας και του θανάτου. Έτσι, «ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου» (Γαλ.4,4), ο Λόγος, δια της Παρθένου Μαρίας, προσέλαβε την ανθρώπινη φύση και αφού την καθάρισε από τους ρίπους της αμαρτίας, την αναδημιούργησε και την επανέφερε στην προπτωτική της κατάσταση, την έκαμε δική Του φύση, χωρίς να αφήσει ούτε στιγμή τη θεία φύση Του. Ένωσε ασύγχυτα και αρμονικά τις δύο φύσεις στο θεανδρικό Του πρόσωπο. Έγινε ο Θεάνθρωπος. Η ένωση των δύο φύσεων στο πρόσωπο του Λυτρωτή σημαίνει αντικειμενική πραγμάτωση της σωτηρίας μας.
Η ενανθρώπηση του Λόγου όμως είναι γεγονός ασύλληπτης αυτοταπείνωσής Του. «Εν μορφή Θεού υπάρχων … εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος, και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπόκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιπ.2:7). Εάν δεν δούμε το μυστήριο της θείας συγκαταβάσεως υπό το πρίσμα της
άμετρης αγάπης του Θεού για το πλάσμα Του τον άνθρωπο, αποτελεί αυτό το μεγαλύτερο σκάνδαλο όλων των εποχών. Το αρχαιοελληνικό αξίωμα «Θεός, ανθρώποις ου μείγνηται», πολλώ δε μάλλον η ανθρωποποίηση Θεού αποτελεί ορθολογικά τη χειρότερη μωρία της ιστορίας. Όμως η αγαθότητα και φιλανθρωπία του Θεού υπερέβη όλα τα διαχωριστικά με την ανθρωπότητα. Έκαμε τη μεγάλη κίνηση και ταπείνωσε τον Υιό Του και τον έκαμε άνθρωπο, προκείμενου να σωθεί το ανθρώπινο γένος. Κατέβηκε Αυτός στα ανθρώπινα πλαίσια, μέχρι και της κατάστασης του θανάτου για να αναστήσει τον άνθρωπο από την κατάσταση της πνευματικής νεκρώσεως και να τον ανεβάσει τον άνθρωπο στα ουράνια του θρόνου Του.
Όσο καιρό ο σαρκωμένος Λόγος βρισκόταν στη γη, ταυτόχρονα ως Θεός βρισκόταν και στον ουρανό. Βρισκόταν παντού, ως πανταχού παρών, διότι με την πρόσληψη της ανθρωπίνης φύσεως δεν αποποιήθηκε τη θεία φύση Του. Σε αυτήν Του την διπλή ιδιότητα, ως αληθινού Θεού και αληθινού ανθρώπου, έγκειται και το γεγονός του αληθινού σωτήρα. Σώζει ως αληθινός Θεός με το ότι έγινε αληθινός άνθρωπος, καθ’ ότι προσέλαβε πραγματικά την ανθρώπινη φύση και την έσωσε στο πρόσωπό Του. Κάθε παρέκκλιση από αυτή την αλήθεια αποτελεί αίρεση για την Εκκλησία μας. Ο Νεστοριανισμός είχε αρνηθεί τη θεία φύση του Χριστού και ο Μονοφυσιτισμός είχε αρνηθεί την ανθρώπινη φύση του Χριστού. Και οι δυο αυτές δογματικές παρεκτροπές καταδικάστηκαν από τις Γ΄ και Δ΄ Οικουμενικές Συνόδους, ως εκτροπή από την αλήθεια και ως έχοντες σοβαρότατες σωτηριολογικές συνέπειες. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης τόνισε ιδιαίτερα πως «οι μη ομολογούντες Ιησούν Χριστόν ερχόμενον εν σαρκί΄ ούτος εστιν ο πλάνος και ο αντίχριστος» (Β΄Ιωάν.7).
Αξίζει να αναφέρουμε δύο αποσπάσματα από τους δογματικούς όρους των αναφερόμενων αγίων Συνόδων, για να δούμε τη θεολογική σαφήνεια της Εκκλησίας μας για το μεγάλη αυτή αλήθεια: «… ένα και τον αυτόν ομολογούμεν Υιόν τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν συμφώνως άπαντες εκδιδάσκομεν, τέλειον τον αυτόν εν θεότητι και τέλειον τον αυτόν εν ανθρωπότητι, Θεόν αληθώς και άνθρωπον αληθώς τον αυτόν εκ ψυχής λογικής και σώματος, ομοούσιον τω Πατρί κατά την θεότητα, και ομοούσιον ημίν τον αυτόν κατά την ανθρωπότητα … ένα και τον αυτόν Χριστόν, υιόν, κύριον, μονογενή, εν δύο φύσεσιν ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως γνωρίζομεν, ουδαμού της των φύσεων διαφοράς ανηρημένης δια την ένωσιν, σωζομένης δε μάλλον της ιδιότητος εκατέρας φύσεως και εις εν πρόσωπον και μιαν υπόστασιν συντρεχούσης, ουκ εις δύο πρόσωπα μεριζόμενον ή διαιρούμενον, αλλ’ ένα και τον αυτόν υιόν, μονογενή, Θεόν, Λόγον, Κύριον Ιησούν Χριστόν…» (Όρος Δ΄Οικ. Συνόδου, παρά Ι. Καρμίρη, τα Δογματικά και Συμβολικά μνημεία, Αθήναι 1952, σελ.165).
Το γεγονός της θείας ενανθρωπήσεως πρέπει να αποτελεί για κάθε πιστό χριστιανό τη βάση της πίστεώς του. Να μην έχει την παραμικρή αμφιβολία ότι «επεσκέψατο ημάς εξ ύψους ο Σωτήρ ημών», για να μας λυτρώσει από τη δουλεία της αμαρτίας και τη φθορά του θανάτου. Σύμφωνα με την θεσπέσια υμνολογία της εορτής, «Συγκαταβαίνων ο Σωτήρ τω γένει των ανθρώπων κατεδέξατο σπαργάνων περιβολήν΄ ουκ εβδελύξατο σαρκός την περιτομήν ο οκταήμερος κατά την Μητέρα και άναρχος κατά τον Πατέρα» για την ημών σωτηρία. Αυτός έκαμε τη μεγάλη κίνηση, περιμένοντας από τον άνθρωπο να κάνει τη δική του μικρή κίνηση, να Του δώσει το χέρι του, για να τον σώσει, να τον δοξάσει και να τον κάνει υιό και κληρονόμο της ατέρμονης βασιλείας Του. Είναι ανάγκη να ξεφύγουμε από τα νοητά δεσμά του αμαρτωλού κόσμου και να ανεβάσουμε το νου μας στα ουράνια. Μόνο έτσι θα επωφεληθούμε από τις δωρεές της θείας συγκαταβάσεως.

Αγαπητοί μας αναγνώστες, ένας νέος χρόνος εκτείνεται μπροστά μας. Είναι στο χέρι μας να τον αξιοποιήσουμε δημιουργικά για την πνευματική μας πρόοδο. Άλλωστε για τον συνειδητό χριστιανό δεν υπάρχει χρόνος χαμένος, διότι η κάθε στιγμή της ζωής του προκαθορίζει την θέση του στην αιωνιότητα. Κατά συνέπεια καλούμαστε στη νέα χρονιά να αξιοποιήσουμε τις πλούσιες δωρεές του Θεού για την αξιολογική μας πρόοδο και τη σωτηρία μας. Να έχουμε πάντοτε υπόψη μας ότι δεν ήμαστε μόνοι στον αγώνα μας, αλλά υπάρχει κοντά μας ο Ενανθρωπήσας Θεός, ο Οποίος ευλογεί και επαυξάνει την προσπάθειά μας. Καλό, ευλογημένο και δημιουργικό νέο έτος!



Τρελογιάννης

100 χρόνια από την κοίμηση του Αγίου Νεκταρίου: Νέκταρ ανέβλυσε πάλιν!





Άγιος Νεκτάριος Επίσκοπος Πενταπόλεως (1846-1920).
Νέκταρ Νεκταρίου, γόνου Σηλυβρίας, προστάτη Αιγίνης, Πενταπόλεως επισκόπου ανέβλυσε τούτες τις μέρες!

Νέκταρ ανέβλυσε και εξεχύθη και πάλιν από την μνήμη του αεί παρεπηδιμούντος και μετεώρου εις τον αιώνα του αρχιερέως, του συκοφαντημένου και δεδιωγμένου ένεκα αρετής και αγιότητος, της νέας κορυφής της Ορθοδόξου Εκκλησίας αγίου Νεκταρίου!

Ο οίνος του 2020 είναι νέκταρ Νεκταρίου, αφού φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από την κοίμησή του!

Μια μεγάλη γιορτή και πανήγυρη εγκαινιάζεται αυτές τις μέρες, για την εκατονταετή αυτή περίοδο, που ήταν μεστή από ένα πλήθος και μια ποικιλία επεμβάσεων του αγίου. Αυτό τον έκανε απαραίτητο στη ζωή μας και όχι μόνο για τα θαύματά του!

Τι ομορφιά, τι χάρη οι άγιοι μας; Αυτά τα στολίδια της Εκκλησίας και του σύμπαντος κόσμου; Αυτοί οι αστέρες, σχεδόν ήλιοι ή κατά χάριν ήλιοι, που φωτίζουν τις μέρες μας και το στερέωμα εν ζωή. Αλλά και μετά την κοίμηση τους δεν σταματούν να ευλογούν, να επεμβαίνουν και να μας διασώζουν από κάθε πληγή και δυσκολία και έως θανάτου δεινών!

Ο Άγιος Νεκτάριος, ένας μεγάλος σύγχρονος ιεράρχης, κυνηγημένος, συκοφαντημένος και εξουθενωμένος, ένα σημείο αντιλεγόμενο στις μέρες του!

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος : Οι μέρες τρέχουν και περνούν





Αν λοιπόν θέλεις να ‘χεις και κάποιο κέρδος από την πρωτομηνιά, κάνε το εξής:

 Όταν βλέπεις ότι συμπληρώθηκε ο χρόνος, ευχαρίστησε τον Κύριο, διότι σε έβαλε σ’ αυτήν την περίοδο των ετών.
Δημιούργησε κατάνυξη στην καρδιά σου, ξαναλογάριασε τον χρόνο της ζωής σου, πες στον εαυτό σου·
Οι μέρες τρέχουν και περνούν, τα χρόνια συμπληρώνονται, πολύ μέρος του δρόμου προχωρήσαμε.
Άραγε τι καλό κάναμε;
Μήπως άραγε φύγουμε από δω άδειοι κι απογυμνωμένοι από κάθε αρετή;
Το δικαστήριο είναι κοντά, η ζωή μας τρέχει προς το γήρας.

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος





https://www.askitikon.eu


Πατερικός

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2020

Ἅγιος Παΐσιος: «Ὁ Μέγας Βασίλειος ἐὰν ζοῦσε στὴν ἐποχή μας θὰ ἔπιανε ξανὰ τὴν σπηλιὰ καὶ τὸ κομποσχοίνι»





Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἐπιστολές», Ἁγίου Παϊσίου Ἁγιορείτου,
ἔκδοση Ἱ. Ἡσυχαστηρίου «Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου» Βασιλικὰ Θεσσαλονίκης

…Οἱ περισσότεροι Πνευματικοί τῆς ἐποχῆς μας εἶναι καλογερομάχοι καὶ ποικιλοτρόπως βάλλουν κατὰ τοῦ Μοναχισμοῦ καὶ μάλιστα χρησιμοποιοῦν καὶ Μεγάλους Βασιλείους μὲ Βασιλειάδες καὶ κοινωνικὴ δράση κ.λ.π. Δὲν θέλω νὰ ἀναφέρω τὴν ζωὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, πρὶν ἀρχίση τὶς Βασιλειάδες, ἀλλὰ ἁπλῶς νὰ πῶ τὸν λογισμό μου, τί θὰ ἔκανε ὁ Μέγας Βασίλειος, ἐὰν ζοῦσε στὴν ἐποχή μας. Ἔχω τὴν γνώμη ὅτι θὰ ἔπιανε ξανὰ τὴν σπηλιὰ καὶ τὸ κομποσχοίνι, βλέποντας τὴν φλόγα τῆς ἀγάπης (ἀπὸ τὶς Βασιλειάδες καὶ ἄλλων Ἁγίων Πατέρων) νὰ ἔχη ἁπλώσει παντοῦ, ὄχι μόνο στοὺς πιστοὺς ἀλλὰ ἀκόμη καὶ στοὺς ἀπίστους, οἱ ὁποῖοι ὅλοι μαζὶ ἀποτελοῦν τὴν Κοινωνικὴ Πρόνοια, ποὺ περιθάλπει ἀκόμη καὶ μέλη τῶν Πνευματικῶν Φιλανθρωπικῶν Συλλόγων (μὲ χαρτὶ μόνον ἀπορίας). Μὲ λίλα λόγια, ἡ Κοινωνικὴ Πρόνοια καθημερινῶς φωνάζει:...
«Ἅγιοι Πατέρες τῆς ἐποχῆς μας, ἀφῆστε τὴν φιλανθρωπία σ΄ ἐμᾶς τοὺς λαϊκούς, ποὺ δὲν μποροῦμε να κάνουμε καὶ κάτι ἄλλο, καὶ ἐσεῖς κοιτάξτε νὰ ἀσχοληθῆτε μὲ κάτι τὸ πνευματικώτερο».


Δυστυχῶς ὅμως, ὄχι μόνον αὐτὸ δὲν κάνουν μερικοὶ Κληρικοί, διότι δὲν τὸ καταλαβαίνουν, ἀλλὰ τὸ κακὸ εἶναι ποὺ ἐμποδίζουν καὶ αὐτοὺς ποὺ τὸ καταλαβαίνουν καὶ θέλουν νὰ δοθοῦν ὁλόκληροι στὸν Χριστὸ καὶ αἰσθάνονται ἔντονα τὴν κλίση τῆς ἀναχωρήσεως. Δὲν φτάνουν δηλαδὴ τὰ ὅσα ἀκούει ἕνας ἀρχάριος Μοναχὸς ἀπὸ τοὺς λαϊκούς, ἀκούει καὶ ἕνα σωρὸ ἀπὸ τοὺς Κληρικούς, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀκόμη καὶ τὴν παράλογη ἀπαίτηση ἀπὸ τοὺς Μοναχοὺς νὰ ἀφήσουν τὴν ἔρημο καὶ νὰ ἔλθουν στὸν κόσμο, νὰ ἀσχοληθοῦν μὲ τὴν κοινωνικὴ δράση τῆς φιλανθρωπίας. Καλὸ εἶναι νὰ ἀναφέρω καὶ μερικὰ ἀπὸ τὰ στεφάνια ποὺ τοὺς πλέκουν: «τεμπέληδες, ἀτομιστές, ἄνανδρους, κ.λ.π.», ἐπειδὴ θεωροῦν τοὺς ἑαυτοὺς τους ἥρωες, ποὺ ἀγωνίζονται μέσα στὴν ἁμαρτωλὴ κοινωνία, καὶ τοὺς Μοναχοὺς δειλούς, ποὺ φεύγουν, γιὰ νὰ σώσουν μόνον τὴν ψυχή τους.

Χρόνος: Τὸ προοίμιο τῆς αἰωνιότητος





ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητῆ

Εἰσήλθαμε ἤδη μὲ τὴ χάρη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ στὸ νέο ἔτος. Μαζὶ μὲ τὶς ἐλπίδες καὶ τὶς προσδοκίες μας γιὰ τὴ νέα χρονιά, γεμίζει αὐτὲς τὶς ἡμέρες τὴν ψυχὴ μᾶς εὔλογος προβληματισμὸς γιὰ τὴν ἔννοια τῆς ροῆς τοῦ χρόνου. Κι' αὐτὸ διότι ὁ χρόνος μαζὶ μὲ τὸν «δίδυμο ἀδελφό του τὸν χῶρο», κατὰ τὸ ἀείμνηστο νεοφανή ἅγιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς, ἀποτελοῦν τοὺς δύο βαρεῖς ζυγοὺς τοῦ ἀνθρώπου σὲ ὅλη τὴν ἐπὶ γῆς ζωή του, οἱ ὁποῖοι τοῦ περιορίζουν τὸν διακαῆ του πόθο γιὰ τὴν ἀπολυτότητα. Ἡ ἔννοια τοῦ χρόνου εἶναι μιὰ παμπάλαια μυστηριώδης ὑπόθεση γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Κανένα ἄλλο ὅν δὲν ἔχει τὴν αἴσθηση τῆς ροῆς τοῦ χρόνου, πολλῷ, πολλῶ δὲ μᾶλλον δὲν ἔχει τὴν ἱκανότητα τῆς μέτρησής του, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος μόνος αὐτὸς προικίσθηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ Δημιουργὸ μὲ λογική, χάρις στὴν ὁποία ὑπερβαίνει τὴν ἐνστικτώδη κατάσταση, κοινὴ σὲ ὅλα τὰ ἔμβια πλάσματα, καὶ ἀνάγεται ἔτσι στὴ σφαῖρα τοῦ φιλοσοφικοῦ στοχασμοῦ. Αὐτός, ἀπὸ πολὺ παλιά, μὲ βάση τὴν ἀέναη κινητικότητα καὶ τὶς μεταβολὲς τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, μέσα στὸ ὁποῖο ζοῦσε, συνέλαβε τὴν ἔννοια τῆς χρονικῆς ροῆς. Ὁ χῶρος καὶ ἡ κίνηση τῶν ὑλικῶν ὑπάρξεων τὸν προβλημάτιζαν καὶ γέμιζαν τὴν ψυχὴ τοῦ ἀπὸ θαυμασμὸ καὶ πολλὰ ἐρωτηματικά. Τὸ σπουδαιότερο φαινόμενο, ποὺ τὸν συνέπαιρνε ἦταν ἡ ἐναλλαγὴ τοῦ ἡμερονυκτίου, τὸ ὁποῖο ἔγινε ἡ πρωταρχικὴ μέτρηση τοῦ χρόνου. Τὸ διάστημα τῆς ἡμέρας χρονομετρήθηκε ἐπίσης μὲ βάση τὴν κίνηση τοῦ ἡλίου. Ἀνάλογα μὲ τὴ θέση του στὸ οὐράνιο στερέωμα, καθοριζόταν καὶ ὁ χρόνος τῆς ἡμέρας. Τὸ σύνολο τῶν ἡμερονυκτίων καὶ σὲ σχέση μὲ τὸν ἐτήσιο ἡλιακὸ κύκλο καθόρισε τὸ χρονικὸ ἔτος.
Ἡ σύλληψη καὶ ὁ καθορισμὸς τῆς ἔννοιας τοῦ χρόνου εἶναι λοιπὸν στενὰ συνυφασμένη μὲ τὴ θέση καὶ τὴν κίνηση τοῦ ὑλικοῦ περιβάλλοντος κόσμου καὶ ἔχει ἐπίσης ἄμεση σχέση καὶ μὲ τὸ εὐμετάβλητο τῆς ὑλικῆς δημιουργίας. Αὐτὸ τὸ εἶχε συλλάβει πρῶτος ὁ μεγάλος ἀρχαῖος Ἕλληνας φιλόσοφος Ἡράκλειτος (580-490 π. Χ.), ὁ ὁποῖος εἶχε συνοψίσει ὁλόκληρη τὴν σκέψη του γιὰ τὸ χρόνο στὴν παροιμιώδη φράση του «τὰ πάντα ρεῖ». Ὁ κόσμος τάχθηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ Δημιουργό του νὰ μὴν εἶναι στατικός, ἀλλὰ νὰ βρίσκεται σὲ συνεχῆ μεταβολὴ καὶ κίνηση, σὲ μιὰ ἀδιάκοπη ροή, ἡ ὁποία τὸν ὁδηγεῖ στὸ τελεολογικό του σκοπό.