
Φωτίου Κόντογλου
(Άρθρο το οποίο δημοσιεύτηκε αρχικά στην «Ελευθερία» το 1965, λίγο πριν από το θάνατο του Φωτίου).
Το Α΄ και Β΄ μέρος ΕΔΩ
Είπαμε λοιπόν πως η «αγία φρουρά» έπιασε τον Χριστό κατά διαταγή του Ιεροεξεταστή. Τον πήγανε και τον κλείσανε σε μια στενή, θολωτή και σκοτεινή φυλακή του Αγίου Δικαστηρίου.
Σαν νύχτωσε, ο Μέγας Ιεροεξεταστής μ` ένα φανάρι στο χέρι ξεκλειδώνει τη σιδερόπορτα και μπαίνει μέσα. Σταματά και κοιτάζει κατάματα τον φυλακωμένο, σαν να τον τρυπά με το σουβλερό μάτι του. Ύστερα βάζει το φανάρι επάνω στο τραπέζι, πλησιάζει τον Χριστό και του λέγει: «Είσαι Εσύ ο ίδιος;». Δεν παίρνει καμιά απόκριση. Μα κατάλαβε πως είναι ο Χριστός και γι` αυτό τον ρωτά: «Γιατί ήρθες να μας ενοχλήσεις;». Ο Χριστός στέκεται βουβός. Για τούτο, ο Ιεροεξεταστής απαντά ο ίδιος στα ερωτήματά του.
Λέγει λοιπόν στον Χριστό: «Πριν από χίλια πεντακόσια χρόνια ήρθες να διδάξεις στους ανθρώπους την ελευθερία. Μα εμείς, αφού τους υποδουλώσαμε, τους κάναμε να πιστεύουν πως είναι ελεύθεροι, αν και φέρανε την ελευθερία τους και την ρίξανε στα πόδια μας.
» Αυτός ο δρόμος είναι ο μόνος που κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους. Μα Εσύ δεν θέλησες να τον ακολουθήσεις. Ευτυχώς όμως που μας έδωσες την εξουσία «του δεσμείν και λύειν» και κάνουμε εκείνο που Εσύ δεν το έκανες. Τώρα δεν μπορεί να σκέπτεσαι πως μπορείς να μας πάρεις πίσω αυτήν την εξουσία. Λοιπόν, γιατί ήρθες να μας ενοχλήσεις;
» Το Μέγα Πνεύμα σού έβαλε τρία ερωτήματα, τότε που σε πείραξε στην έρημο. Μέσα σ` αυτά τα ερωτήματα βρίσκεται όλη η μέλλουσα ιστορία της οικουμένης και της ανθρωπότητας. Ενώ το κραταιό Πνεύμα σού είπε να το προσκυνήσεις, για να γίνουν «οι λίθοι άρτοι», εσύ του αποκρίθηκες: «Δεν θα ζήσει ο άνθρωπος μονάχα με το ψωμί», δηλ. μόνο με τις υλικές απολαύσεις. Εσύ δηλαδή, αντί αυτή τη χειροπιαστή υλική επιτυχία, τους έδινες μια ελευθερία, που δεν μπορούν να την καταλάβουν οι άνθρωποι, γιατί ο νους τους κι η καρδιά τους είναι περιορισμένα. Η ελευθερία που τους έδωσες είναι γι` αυτούς το πιο ανυπόφορο πράγμα. Ενώ, αν έκανες τις πέτρες ψωμιά, όλη η ανθρωπότητα θα σε ακολουθούσε με ευγνωμοσύνη. Εσύ όμως είπες: «Δεν θα ζήσει με ψωμί μονάχα ο άνθρωπος». Ξέρεις λοιπόν πως εν ονόματι αυτού του επιγείου ψωμιού θα σηκωθεί καταπάνω Σου το Πνεύμα της Γης (του κόσμου); Ξέρεις ακόμα πως η ανθρωπότητα με το στόμα των σοφών της και των διανοουμένων της θα διακηρύξει, ύστερ` από αιώνες πως δεν υπήρξανε μήτε αμαρτίες μήτε εγκλήματα, παρά μονάχα πεινασμένοι άνθρωποι; Εσύ τα ξέρεις αυτά. Η σημαία που θα σηκωθεί κατά πάνω Σου θα γράφει απάνω: «Πρώτα χόρτασέ μας κι ύστερα ζήτα από μας να κάνουμε τον λόγο Σου!». Με αυτή τη σημαία θα γκρεμίσουν τον ναό Σου και στη θέση του θα χτίσουνε ένα φοβερό πύργο του Βαβέλ.
Σαν νύχτωσε, ο Μέγας Ιεροεξεταστής μ` ένα φανάρι στο χέρι ξεκλειδώνει τη σιδερόπορτα και μπαίνει μέσα. Σταματά και κοιτάζει κατάματα τον φυλακωμένο, σαν να τον τρυπά με το σουβλερό μάτι του. Ύστερα βάζει το φανάρι επάνω στο τραπέζι, πλησιάζει τον Χριστό και του λέγει: «Είσαι Εσύ ο ίδιος;». Δεν παίρνει καμιά απόκριση. Μα κατάλαβε πως είναι ο Χριστός και γι` αυτό τον ρωτά: «Γιατί ήρθες να μας ενοχλήσεις;». Ο Χριστός στέκεται βουβός. Για τούτο, ο Ιεροεξεταστής απαντά ο ίδιος στα ερωτήματά του.
Λέγει λοιπόν στον Χριστό: «Πριν από χίλια πεντακόσια χρόνια ήρθες να διδάξεις στους ανθρώπους την ελευθερία. Μα εμείς, αφού τους υποδουλώσαμε, τους κάναμε να πιστεύουν πως είναι ελεύθεροι, αν και φέρανε την ελευθερία τους και την ρίξανε στα πόδια μας.
» Αυτός ο δρόμος είναι ο μόνος που κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους. Μα Εσύ δεν θέλησες να τον ακολουθήσεις. Ευτυχώς όμως που μας έδωσες την εξουσία «του δεσμείν και λύειν» και κάνουμε εκείνο που Εσύ δεν το έκανες. Τώρα δεν μπορεί να σκέπτεσαι πως μπορείς να μας πάρεις πίσω αυτήν την εξουσία. Λοιπόν, γιατί ήρθες να μας ενοχλήσεις;
» Το Μέγα Πνεύμα σού έβαλε τρία ερωτήματα, τότε που σε πείραξε στην έρημο. Μέσα σ` αυτά τα ερωτήματα βρίσκεται όλη η μέλλουσα ιστορία της οικουμένης και της ανθρωπότητας. Ενώ το κραταιό Πνεύμα σού είπε να το προσκυνήσεις, για να γίνουν «οι λίθοι άρτοι», εσύ του αποκρίθηκες: «Δεν θα ζήσει ο άνθρωπος μονάχα με το ψωμί», δηλ. μόνο με τις υλικές απολαύσεις. Εσύ δηλαδή, αντί αυτή τη χειροπιαστή υλική επιτυχία, τους έδινες μια ελευθερία, που δεν μπορούν να την καταλάβουν οι άνθρωποι, γιατί ο νους τους κι η καρδιά τους είναι περιορισμένα. Η ελευθερία που τους έδωσες είναι γι` αυτούς το πιο ανυπόφορο πράγμα. Ενώ, αν έκανες τις πέτρες ψωμιά, όλη η ανθρωπότητα θα σε ακολουθούσε με ευγνωμοσύνη. Εσύ όμως είπες: «Δεν θα ζήσει με ψωμί μονάχα ο άνθρωπος». Ξέρεις λοιπόν πως εν ονόματι αυτού του επιγείου ψωμιού θα σηκωθεί καταπάνω Σου το Πνεύμα της Γης (του κόσμου); Ξέρεις ακόμα πως η ανθρωπότητα με το στόμα των σοφών της και των διανοουμένων της θα διακηρύξει, ύστερ` από αιώνες πως δεν υπήρξανε μήτε αμαρτίες μήτε εγκλήματα, παρά μονάχα πεινασμένοι άνθρωποι; Εσύ τα ξέρεις αυτά. Η σημαία που θα σηκωθεί κατά πάνω Σου θα γράφει απάνω: «Πρώτα χόρτασέ μας κι ύστερα ζήτα από μας να κάνουμε τον λόγο Σου!». Με αυτή τη σημαία θα γκρεμίσουν τον ναό Σου και στη θέση του θα χτίσουνε ένα φοβερό πύργο του Βαβέλ.