που εορτάζεται την Ε΄ Κυριακή των Νηστειών
(Μαρκ. 10, 32-45)
του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου
Νικοπόλεως και Πρεβέζης
κ. Μελετίου
Διασκευασμένη ὁμιλία πού ἔγινε στό Κανάλι στίς 28/3/2004
***
Ἡ ἁμαρτία πού χωρίζει ἀπό τόν Θεό
Σήμερα πέμπτη Κυριακή τῶν Νηστειῶν, γιορτάζομε τήν μνήμη τῆς ἁγίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας.
Ἡ ἁγία Μαρία ἡ Αἰγυπτία ἦταν μιά γυναίκα, πού στά νειάτα της παρασύρθηκε καί ἐξέκλινε σέ πορνεία. Ὑποδουλώθηκε στήν κατάσταση αὐτή καί ἔζησε πολλά χρόνια σέ μιά ἐξαθλιωμένη διαφθορά. Μέχρι πού μετενόησε.
Ἐρώτημα: Καλά· γιατί ἐνῶ ἡ γιορτή της εἶναι τήν πρώτη τοῦ Ἀπριλίου, τήν ἑορτάζομε Κυριακή; Μιά γυναίκα μέ τέτοια συμπεριφορά; Ὅσο καί ἄν ἁγίασε.
Γιατί τήν ἑορτάζομε Κυριακή, λίγο πρίν τό Πάσχα;
Τί θέλει νά μᾶς θυμήσει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία;
Ἡ Ἁγία Γραφή, ὅταν θέλει νά δείξει τί σημασία ἔχει ἡ κάθε ἁμαρτία, πού χωρίζει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό, λέει ὅτι εἶναι «πορνεία». Μιλώντας γιά ὁλόκληρο τόν λαό, πού ἀποστάτησε ἀπό τόν Θεό, λέει: «Ἐπόρνευσε ὁ λαός». Ἔπαυσε νά ἀνήκει στό Θεό. Ἔπαυσε νά θυμᾶται τόν νόμο του.
Γιατί αὐτό; Ἄς τό δοῦμε ἁπλᾶ.
Ὅταν μιά γυναίκα παντρευτεῖ, πρέπει νά ἀνήκει στόν ἄνδρα της καί κατά τό σῶμα καί κατά τήν ψυχή. Οὔτε τό σῶμα της ἐπιτρέπεται νά τό πηγαίνει ἀλλοῦ, οὔτε ἡ ψυχή της νά ἀποστασιοποιεῖται ἀπό τόν ἄνδρα της.
Ἄν φεύγει ἀλλοῦ, τί σπίτι ἔχουν;
Εἶναι ποτέ δυνατόν νά μιλᾶμε γιά τέτοια οἰκογένεια; Ὑπάρχει χειρότερη πνευματική ἀδικία μέσα σ’ ἕνα σύστημα ζωῆς –τόν γάμο- πού τό εὐλόγησε ὁ Θεός;
Μιά ὥρα διαβάζουν οἱ ἱερεῖς στήν Ἐκκλησία γιά νά εὐλογήσουν ἕνα γάμο πού πρέπει νά εἶναι μιά κατάσταση ἀγγελικῆς ἀμοιβαιότητας.
Καί ἀντί γι’ αὐτό νά μήν πηγαίνει τίποτε καλά, νά μήν ὑπάρχει καμία ἐπαφή. Ἔτσι δέν καταντάει ἡ ἀπιστία τόν γάμο;
Γι’ αὐτό στήν περίπτωση πού ὁ ἄνθρωπος –ὁ ὅποιος ἄνθρωπος- φεύγει ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τοῦ ἀρέσει νά κάνει ἄλλα πράγματα, διαφορετικά ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί παύει νά ἔχει ψυχική ἐπαφή μέ τόν Θεό, θυμᾶται τήν Ἐκκλησία καί λέει: «Ὤχ, τί θέλω νά πάω».
Θυμᾶται τήν νηστεία καί λέει: «Ὤχ, τί βάσανο εἶναι τοῦτα δῶ».
Θυμᾶται τήν ψυχή του καί λέει: «Δέν βαρυέσαι, θά ὑπάρχει ἄραγε ψυχή»;
Τί ψυχική ἐπαφή ἔχει ὁ ἄνθρωπος αὐτός μέ τόν Θεό;
Ἔχει καμία;
Γι’ αὐτούς λοιπόν τούς ἀνθρώπους, πού κάνουν τέτοια πράγματα, καί φεύγουν ψυχικά ἀπό τόν Θεό, λέει ἡ Ἁγία Γραφή: «Ὁ ἄνθρωπος αὐτός, ἐπόρνευσε». Ἀλλοῦ ἡ καρδιά του καί τό σῶμα του. Μακρυά ἀπό τόν Θεό.
Ἀόρατα ὁδοφράγματα
Ἄς ἐπανέλθομε στήν ἁγία Μαρία τήν Αἰγυπτία.
Ξεκίνησε λοιπόν τήν ἁμαρτία καί ἀπό ἐκεῖ καί πέρα, γοητεύτηκε τόσο πολύ, ὑποδουλώθηκε τόσο πολύ, ὥστε ξέχασε τόν ἑαυτό της, ξέχασε τόν Θεό, ξέχασε κάθε ἐντροπή, ξέχασε ψυχή, Παράδεισο, Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, νόμο καί θέλημα Θεοῦ.
Ὅλα τά περιφρονοῦσε, ὅλα τά βαρυόταν, ὅλα τήν κούραζαν, ἐκτός ἀπό ἕνα... Καί εἶχε φτάσει στό σημεῖο, πού θά ἔλεγε κανείς, ὅτι εἶχε καταντήσει παθολογικά ἄρρωστη μέ τό πάθος της.
Μιά μέρα, κατέβηκε στό λιμάνι. Ἐκεῖ, εἶδε ἕνα γκρούπ νεαρούς.
-Ποῦ πᾶτε;
-Στήν Ἱερουσαλήμ γιά προσκύνημα.
-Νά ρθῶ καί ἐγώ μαζί σας;
Τά παιδιά, δέν ἦταν ὅσο ἔπρεπε σωστά. Τήν πῆραν μαζί τους. Καί διασκέδαζαν στό δρόμο μέχρι νά φτάσουν στήν Ἱερουσαλήμ.
Ὅταν ἔφτασαν, βρέθηκαν μέσα σ’ ἕνα κῦμα ἀνθρώπων πού πήγαιναν νά προσκυνήσουν τόν Τίμιο Σταυρό.
Λαοθάλασσα! Ὁλοι περπατοῦσαν ὄχι μέ τά πόδια τους, ἀλλά ὅπως τούς πήγαιναν οἱ ἄλλοι πού τούς περιτριγύριζαν.
Καί ἐνῶ ὅλοι πήγαιναν ἔτσι καί ἀνάμεσά τους ἡ Μαρία, αὐτή αἰσθανόταν ὅτι κάποιος τήν ἅρπαζε ἀπό τόν γιακά καί τήν τράβαγε πρός τά πίσω.
-Κάποιος μέ τραβάει...
-Προχώρα μπροστά, μή μᾶς ἐμποδίζεις...
Μά ἐκείνη, πάλι, αἰσθανόταν πῶς κάποιος τήν τραβᾶ πίσω. Κοίταξε-κοίταξε καί κατάλαβε ὅτι δέν ἦταν δυνατόν νά τήν τραβᾶ κανείς. Ὅλοι μπροστά τήν ἔσπρωχναν.