Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2019

ῇ 22α Σεπτεμβρίου μνήμη τῶν ἁγίων εἴκοσιν ἓξ ὁσιομαρτύρων Ζωγραφιτῶν, τῶν ἐλεγξάντων τοὺς Λατινόφρονας Μιχαὴλ τὸν βασιλέα Παλαιολόγον Η' καὶ τὸν Πατριάρχην Ἰωάννην τὸν Βέκκον


Τ


Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Ἐμφανίσεις καὶ θαύματα τῆς Παναγίας», Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου
Οἱ Ζωγραφίτες Ὁσιομάρτυρες

Ἐπειδὴ τὸ Ἅγιον Ὅρος ἀποτελοῦσε ἀνέκαθεν τὸ προπύργιο καὶ τὸ στήριγμα τῆς Ὀρθοδοξίας στὴν Ἀνατολή, οἱ Λατίνοι (παπικοὶ) θέλησαν νὰ τὸ καταστρέψουν καὶ νὰ ἐγκαθιδρύσουν καὶ σ΄ αὐτὸ τὴν ἐξουσία τοῦ Πάπα. Μπῆκαν λοιπὸν τὸ 1280 στὸ Ὅρος μὲ στρατιωτικὴ δύναμη, κι ἐπιδόθηκαν στὸ ἔργο τους ἄλλοτε μὲ ὑποσχέσεις καὶ χρήματα, κι ἄλλοτε μὲ ἀπειλές, βιαιότητες καὶ μαρτύρια. Μερικοὶ δειλοὶ ὑπέκυψαν. Οἱ περισσότεροι ὅμως μοναχοὶ ἀρνήθηκαν τὴν ἐξουσία τοῦ Πάπα ὡς τοποτηρητοῦ τοῦ Χριστοῦ, καθὼς καὶ τὰ σαθρά του δόγματα, γι΄ αὐτὸ ἐπισφράγισαν μὲ τὸ αἷμα τὴν ὁμολογία τους. Σ΄ αὐτὴ τους τὴν προσπάθεια οἱ Λατίνοι εἶχαν δυστυχῶς συνεργοὺς τὸν αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Παλαιολόγο καὶ τὸν πατριάρχη Ἰωάννη Βέκκο.
Ἀφοῦ ἔκαναν ὅ,τι ἔκαναν στὶς ἄλλες μονές, πέρασαν τελευταία κι ἀπὸ τὴ μονὴ τοῦ Ζωγράφου. Ἐκείνη τὴν περίοδο ἀσκήτευε κοντὰ στὸ μοναστήρι ἕνας μοναχός, ποὺ εἶχε τὴ συνήθεια νὰ διαβάζει πολλὲς φορὲς τὴν ἡμέρα τοὺς Χαιρετισμοὺς τῆς Θεοτόκου μπροστὰ στὴν εἰκόνα της.

Κάποια μέρα, ἐνῶ στὰ χείλη τοῦ γέροντα ἠχοῦσε ὁ ἀρχαγγελικὸς ἀσπασμός, ἀκούει ξαφνικὰ ἀπὸ τὴν ἁγία εἰκόνα τὴ φράση: «Χαῖρε κι ἐσύ, Γέρον τοῦ Θεοῦ!». Ὁ Γέροντας τρόμαξε.
-Μὴ φοβᾶσαι! Συνέχισε ἥσυχα ἡ θεομητορικὴ φωνὴ ποὺ ἔβγαινε ἀπὸ τὴν εἰκόνα. Πήγαινε ὅμως γρήγορα στὸ μοναστήρι, καὶ πὲς στὸν ἡγούμενο καὶ στοὺς μοναχοὺς ὅτι οἱ ἐχθροί μου καὶ οἱ ἐχθροί τοῦ Υἱοῦ μου πλησίασαν. Ὅποιος λοιπὸν εἶναι ἀσθενὴς στὸ φρόνημα, ἂς πάει νὰ κρυφτεῖ μέχρι νὰ περάσει ὁ πειρασμός. Ὅσοι ὅμως ἐπιθυμοῦν μαρτυρικὰ στεφάνια, νὰ παραμείνουν στὸ μοναστήρι. Πήγαινε γρήγορα!

Ὁ γέροντας ξεκίνησε ἀμέσως, ὑπάκουος στὴν ἐντολὴ τῆς Θεοτόκου. Καὶ μόλις ἔφτασε στὴ μονή, βλέπει κατάπληκτος στὴν πύλη τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας, μπροστὰ στὴν ὁποία διάβαζε πρὶν ἀπὸ λίγο τούς Χαιρετισμούς. Γονάτισε μὲ κατάνυξη, ἀσπάστηκε τὴν εἰκόνα καὶ μαζὶ μ΄ αὐτὴ παρουσιάστηκε στὸν ἡγούμενο.
Οἱ μοναχοὶ ταράχθηκαν ἀπὸ τὸ φοβερὸ ἄκουσμα. Μερικοὶ ἔτρεξαν καὶ κρύφτηκαν στὰ ὅρη καὶ στὶς σπηλιές. Εἴκοσι ἔξι ὅμως -μαζί τους καὶ ὁ ἡγούμενος- ἔμειναν στὸ μοναστήρι, ἀνέβηκαν στὸν πύργο καὶ περίμεναν ἐκεῖ τούς ἐχθροὺς καὶ τὰ μαρτυρικὰ στεφάνια.
Σὲ λίγο ἔφθασαν καὶ οἱ Λατίνοι (παπικοί). Στὴν ἀρχὴ ἐπιστράτευσαν ὅλη τὴ ρητορική τους δεινότητα, γιὰ νὰ πείσουν τοὺς μοναχοὺς ν΄ ἀνοίξουν τὶς πύλες καὶ ν΄ ἀναγνωρίσουν τὸν Πάπα σὰν κεφαλὴ τῆς οἰκουμενικῆς Ἐκκλησίας.

-Καὶ ποιὸς σᾶς εἶπε ὅτι ὁ Πάππας εἶναι ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας; Φώναξαν οἱ μοναχοί. Κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Χριστός! Δὲν ἀνοίγουμε τὶς πύλες. Προτιμᾶμε νὰ πεθάνουμε, παρὰ νὰ σᾶς ἀφήσουμε νὰ μολύνετε τὸν ἱερὸ αὐτὸ τόπο!
-Ἀφοῦ τὸ θέλετε, θὰ πεθάνετε! Φώναξαν οἱ Λατίνοι (παπικοὶ) μὲ μανία.
Κι ἀμέσως μάζεψαν ξύλα καὶ φρύγανα γύρω ἀπὸ τὸν πύργο, ἄναψαν φωτιὰ καὶ τοὺς ἔκαψαν ὅλους.
Ρωμαίικο οδοιπορικό

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου