Κυριακή 30 Αυγούστου 2020

Ἅγιος Ἀλέξανδρος, ὁ μεγάλος ἐπίσκοπός τῆς Ἐκκλησίας μας

 




ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ 
Θεολόγου – Καθηγητοῦ 

Πολλοὶ ἅγιοι ἱεράρχες λάμπρυναν μὲ τὴν προσωπικότητά τους καὶ τὸ ἔργο τοὺς τὴν πρωτόθρονη Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως στὴ δισχιλιόχρονη ἱστορική της πορεία. Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι καὶ ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος, ὁ ὁποῖος ἔβαλε τὴ δική του σφραγίδα στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ σὲ μία ἐποχὴ κρίσιμη γιὰ ἐκείνη.

Γεννήθηκε στὴν ἁγιοτόκο Μ. Ἀσία περὶ τὸ 239 ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, οἱ ὁποῖοι τὸν ἀνάθρεψαν χριστιανικά, σὲ μία ἐποχὴ ποὺ θεωροῦνταν ἀσυγχώρητο ἔγκλημα νὰ εἶναι κανεὶς Χριστιανός, διότι ἡ θνήσκουσα εἰδωλολατρία, διὰ τῆς ρωμαϊκῆς ἐξουσίας καταδίωκε μὲ ἰδιαίτερη μανία τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς Χριστιανούς, μὲ στόχο νὰ τοὺς ἐξαφανίσει ἀπὸ προσώπου γής. Ὁ ἴδιος, νεαρὸ παιδί, δοκίμασε τοὺς...
σκληροὺς διωγμοὺς τοῦ θρησκομανῆ αὐτοκράτορα Δέκιου (249-251) καὶ στὴ συνέχεια τοὺς διωγμοὺς τοῦ Βαλεριανοῦ (257-260), τοὺς πιὸ φοβεροὺς ἀπὸ ὅλους, τοῦ δαιμονικοῦ Διοκλητιανοῦ (303-305) καὶ τέλος τοῦ Γαλερίου καὶ Μαξιμιανοὺ (305-313). Εἶχε ἀσκηθεῖ νὰ κρύβει διωκόμενους Χριστιανοὺς καὶ νὰ περιθάλπει ταλαιπωρημένους καὶ πληγωμένους Μάρτυρες. Ὅλη αὐτὴ ἡ τραγικὴ κατάσταση εἶχε δαμάσει τὸν νεαρὸ Ἀλέξανδρο καὶ εἶχε σμιλέψει τὴν ψυχή του, ὥστε νὰ ἀφιερώσει τὴ ζωή του στὸ Χριστὸ καὶ τὴν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας.


Ὁ Ἀλέξανδρος βρέθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη νὰ ὑπηρετεῖ τὸν γέρο καὶ ἄρρωστο ἀρχιεπίσκοπο Μητροφάνη, ὁ ὁποῖος τὸν χειροτόνησε διάκονο καὶ στὴ συνέχεια πρεσβύτερο. Λόγω τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ του ζήλου καὶ τοῦ ἀδαμάντινου χαρακτήρα τοῦ κατέστη ὁ στενότερος συνεργάτης τοῦ ἀρχιεπισκόπου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἡ ὁποία τότε ὀνομαζόταν Βυζάντιο καὶ δὲν εἶχε ἀποκτήσει ἀκόμη τὴν αἴγλη, μετὰ τὴν ἐπιλογὴ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου νὰ γίνει ἡ νέα πρωτεύουσα τοῦ ἀπέραντου ρωμαϊκοῦ κράτους. Ὅλες τὶς δύσκολες ἀποστολὲς καὶ τὰ μεγάλα θέματα τὰ ἀνέθετε στὸν πρεσβύτερο Ἀλέξανδρο. Παράλληλα ὁ Ἀλέξανδρος διακρίνονταν γιὰ τὴν εὐσέβειά του, γιὰ τὴν ἀσκητικὴ ζωή του καὶ ὁ ζῆλος του γιὰ τὴν διατήρηση ἀνόθευτής της σώζουσας διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ μεγάλο βάρος τὸ ἔριξε στὴν ἀντίκρουση τῶν αἱρέσεων, οἱ ὁποῖες τὴν ἐποχὴ ἐκείνη βρισκόταν σὲ ἔξαρση. Ἐκφωνοῦσε πύρινους λόγους κατὰ τῶν κακοδόξων αἱρετικῶν. Μὲ τὰ ἐπιχειρήματά του τοὺς κατατρόπωνε καὶ μετέστρεφε στὴν Ὀρθοδοξία πλῆθος πλανεμένων ἀνθρώπων.


Ὅταν ὁ πρεσβύτερος Ἀλέξανδρος ἦταν 63 ἐτῶν καὶ ἀρκετὰ ὥριμος πνευματικά, ἔκανε τὴν ἐμφάνισή της ἡ φοβερὴ αἵρεση τοῦ ἀρειανισμοῦ. Αἱρεσιάρχης ὁ πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλεξάνδρειας Ἄρειος δίδασκε δόγματα βλάσφημα, τὰ ὁποῖα ἀνέτρεπαν ὁλόκληρο τὸ θεολογικὸ οἰκοδόμημα τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, μὲ κυριότερη κακοδοξία, τὴν ἄρνηση τῆς θεότητας τοῦ ἔνσαρκου Λόγου τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ. ἡ αἵρεση τοῦ ἀρειανισμοῦ, ἀπειλοῦσε τὴν γνησιότητά της καὶ αὐτὴ ἀκόμη τὴν ὕπαρξή της Ἐκκλησίας. Γιὰ τὴν ἀντιμετώπισή της συγκλήθηκε ἡ Ἃ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τὸ 325 ἀπὸ τὸν πρῶτο, μετέπειτα Χριστιανό, αὐτοκράτορα Μ. Κωνσταντῖνο, στὴ Νίκαια τῆς Βηθυνίας.


Ὁ ὑπέργηρος καὶ ἀσθενὴς Μητροφάνης ἔστειλε ὡς ἀντιπρόσωπό του στὴ Σύνοδο τὸν πρεσβύτερο Ἀλέξανδρο, ὁ ὁποῖος ἀγωνίστηκε μὲ σθένος κατὰ τοῦ ἀρειανισμοῦ καὶ ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας. Συντάχτηκε μὲ τοὺς Ὀρθοδόξους Πατέρες (Ἀθανάσιο, Σπυρίδωνα, Νικόλαο, κ.α.) κατατροπώνοντας τὸ φοβερὸ αἱρεσιάρχη Ἄρειο. Μετὰ τὸ πέρας τῆς ἁγίας Συνόδου καὶ τὸν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ Ἀλέξανδρος ἔσπευσε στὴν Κωνσταντινούπολη νὰ ἀναγγείλει τὸ πανευφρόσυνο γεγονὸς στὸν Μητροφάνη, ὁ ὁποῖος τὸν περίμενε μὲ ἀγωνία καὶ ἀδιάκοπα προσευχόμενος. Τὸν ὑποδέχτηκε μὲ δάκρυα χαρᾶς καὶ τοῦ ἀνέθεσε μεγάλη ἀποστολὴ σὲ διάφορες τοπικὲς Ἐκκλησίες, νὰ μεταφέρει τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα τοῦ θριάμβου τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Ἂν καὶ ἤταν καὶ ὁ ἴδιος πιὰ ἡλικιωμένος (84 χρονῶν) περιόδευσε σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα, τὴν Ἰλλυρία (Ἀλβανία) καὶ τὴ Σερβία καὶ ἄλλες βαλκανικὲς χῶρες, κάνοντας γνωστὸ τὸ «Σύμβολο τῆς Πίστεως», ποὺ εἶχε συντάξει ἡ Ἃ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος.


Ἐν τῷ μεταξὺ ὁ ἀρχιεπίσκοπος Μητροφάνης βρισκόταν σὲ ἡλικία 117 ἐτῶν, ἀρρώστησε βαριὰ καὶ τὸν Ἰούνιο τοῦ 325 κοιμήθηκε ἐν Κυρίω. Λίγο πρὶν εἶχε ζητήσει νὰ τὸν διαδεχθεῖ στὸ θρόνο τοῦ ὁ πρεσβύτερος Ἀλέξανδρος, τὸν ὁποῖο γνώριζε καλὰ καὶ τὸν θεωροῦσε ἄξιο διάδοχό του, στὴν ἐπισκοπή του, ἡ ὁποία εἶχε ἀναχθεῖ πιὰ σὲ πρωτόθρονη Ἐκκλησία, λόγω ὅτι εἶχε γίνει ἡ νέα πρωτεύουσα τοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους καὶ εἶχε μετονομαστεῖ σὲ Νέα Ρώμη καὶ Κωνσταντινούπολη, ἀπὸ τὸ ὄνομα τοῦ κτήτορά της Μ. Κωνσταντῖνο. Μάλιστα ὁ Μητροφάνης ζήτησε καὶ τὴ γνώμη τοῦ Κωνσταντίνου γιὰ τὴν ἐπιλογὴ τοῦ Ἀλεξάνδρου, ὁ ὁποῖος συμφώνησε μαζί του.


Ὁ Ἀλέξανδρος δέχτηκε μὲ ταπείνωση, θεωρώντας τὸ ὑψηλό του ἀξίωμα ὡς μία ἀκόμα διακονία στὴν Ἐκκλησία. Ἡ λαμπρότητα τῆς ἐξουσίας δὲν τὸν ἄγγιξε, παραμένοντας ὁ ἴδιος ἁπλὸς ποιμένας τῆς Ἐκκλησίας, διδάσκοντας, καταπολεμώντας τὶς πλάνες καὶ ἀσκώντας τὴν φιλανθρωπία. Ὑπηρέτησε τὴν Ἐκκλησία, ὡς ἀρχιεπίσκοπος τῆς Βασιλεύουσας, γιὰ δεκαπέντε χρόνια. Τὸ 337, σὲ ἡλικία 98 ἐτῶν, παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸν Κύριο, τὸν Ὁποῖο ἀγάπησε μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς του καὶ ὑπηρέτησε μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις ὁλόκληρη τὴ ζωή του. Ἡ Ἐκκλησία, ἐκτιμώντας τὴν ἁγία ζωή του καὶ τὶς ἀνεκτίμητες ὑπηρεσίες του πρὸς αὐτήν, τὸν ἀνακήρυξε ἅγιο. Ἡ μνήμη τοῦ ἑορτάζεται στὶς 30 Αὐγούστου, τὴν ἡμέρα τῆς ὀσιακῆς κοίμησής του.


Ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος ἀποτελεῖ πρότυπο ἐπισκόπου καὶ ποιμένα τῆς Ἐκκλησίας μας. Παρέδωσε στὸ Θεὸ τὸν ἑαυτό του καὶ ὁλόκληρη τὴ ζωή του, γιὰ νὰ γίνει πιστὸς διάκονος τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ συνειδητὸς ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῆς ἀλήθειας, ἡ ὁποία εἶναι συνώνυμη μὲ τὴ σωτηρία. Ἀγωνίστηκε κατὰ τῶν αἱρέσεων μὲ συνέπεια, διότι θεωροῦσε τὴν πλάνη καὶ τὴν κακοδοξία ὡς ὀλέθριο δρόμο ἐξόδου ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ αἰτία ἀπώλειας τῆς σωτηρίας. Ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος, ὅπως καὶ οἱ ἄλλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, δείχνουν τὸ δρόμο ποὺ πρέπει νὰ ἀκολουθοῦν καὶ οἱ σημερινοὶ κληρικοί.
Ρωμαίικο οδοιπορικό

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου