Πρώτο επεισόδιο: Η απόβαση στην Σμύρνη
Ιωάννης Φιλίστωρ
Η Μικρασιατική Εκστρατεία (1919-1922) ήταν για τους Έλληνες συνέχεια του απελευθερωτικού αγώνα που κηρύχθηκε το 1821. Ήταν προσπάθεια για την ολοκλήρωση της ''Μεγάλης Ιδέας'', του πόθου των Ελλήνων να απελευθερωθούν τελικά όλες οι Τουρκοκρατούμενες περιοχές. Για τα υπόλοιπα μέλη της Συμμαχίας Αντάντ (Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ κ.α.), στην οποία η Ελλάδα είχε υπαχθεί με πρωτοβουλία του Βενιζέλου, η Εκστρατεία ήταν ένα πεδίο ανταγωνισμού για την εξασφάλιση του ελέγχου της Μικράς Ασίας καθώς και μια ευκαιρία για πωλήσεις όπλων. Στις 6 Μαΐου 1919 οι Τρεις Μεγάλοι, Λόυδ Τζωρτζ (Αγγλία), Ουίλσον (Η.Π.Α.) και Κλεμανσώ (Γαλλία) έδωσαν μέσω του Λόυδ Τζωρτζ εντολή στον Βενιζέλο να καταλάβει την τουρκοκρατούμενη Σμύρνη. Την ιστορική εκείνη στιγμή περιγράφει ο Βενιζέλος με λεπτομέρεια στο Ιδιόγραφο Ημερολόγιό του. Η εντολή δόθηκε, σύμφωνα με τα γραφόμενα στο Ημερολόγιο, για να εμποδισθεί η κατάληψη της Σμύρνης από τους Ιταλούς.
Παράλληλα, η κατάληψη της Σμύρνης από τον ελληνικό στρατό, έστω και με την παραπάνω ξένη προς τα Ελληνικά συμφέροντα εντολή, φαινόταν να εξυπηρετεί και τα Ελληνικά όνειρα. Η παραπάνω εντολή προς τον Βενιζέλο δεν ανακοινώθηκε δημόσια, επειδή αποτελούσε πράξη εχθρική των Τριών προς την Ιταλία και προς την Τουρκία. Στην δημοσιότητα δόθηκε ανακοίνωση, ότι οι Τρείς Μεγάλοι “επέτρεψαν” στον Βενιζέλο να αποβιβάσει στρατό στην Σμύρνη σε εφαρμογή δήθεν της Συνθήκης των Σεβρών. (Μ. Finefrock) Την πλασματική αυτήν εκδοχή έχει καταγράψει η Ιστορία ως πραγματικότητα.
Δεύτερο επεισόδιο: Συνάντηση του Βενιζέλου με τον Άγγλο Αρχιστράτηγο.
Στο βιβλίο του Αρχηγού της Αγγλικής Κατασκοπείας (Intelligent Service) Sir Basil Thomson, αναφέρεται απόσπασμα από το ημερολόγιο του Άγγλου Αρχιστράτηγου Sir Henry Wilson, με ημερομηνία 28/10/1919 (έξι μήνες μετά την απόβαση στην Σμύρνη), στο οποίο αναφέρονται τα εξής αποκαλυπτικά στοιχεία:
<< I told him straight out that he had ruined his country and himself by going to Smyrna. The old man agreed, but said the reason was because Paris had not finished off the Turk and had made peace with him. This, of course, is only partly
so. Venizelos is very bitter against the Turk and said the whole twelve divisions were available if we would finish theTurk off. He realizes that he is in hopeless position and is trying now to sell his twelve divisions. He begged me to tell Lloyd George that both he (Venizelos) and Greece were done. Isaid I would. The old boy is done>>
«Του είπα χωρίς περιστροφές πως είχε καταστρέψει και τη χώρα του και τον εαυτό του με τη μετάβαση στη Σμύρνη κι ο δύστυχος συμφώνησε, αλλά υπέδειξε ως αιτία το ότι το Παρίσι δεν αποτελείωσε τον Τούρκο και συνήψε με αυτόν ειρήνη. Αυτό, βέβαια, είναι μέρος της αλήθειας. Ό Βενιζέλος τρέφει μεγάλο μίσος κατά των Τούρκων και τόνισε, ότι ήταν διαθέσιμες και οι δώδεκαμεραρχίες του, αν επρόκειτο να τον αποτελειώσουμε. Αντιλαμβάνεται ότι ή κατάσταση του είναι απελπιστική και τώρα προσπαθεί να μεταβιβάσει (to sell) σε άλλον τις δώδεκα μεραρχίες του. Μου ζήτησε να πω στον Λόυντ Τζωρτζ, ότι τόσο ο ίδιος όσο και ή Ελλάδα είμαστε ξεγραμμένοι. Υποσχέθηκα να το διαβιβάσω.
Ό ταλαίπωρος είναι πραγματικά ξεγραμμένος (Μετάφραση Κ. Μπαρμπή )».
Βλέπουμε εδώ έναν Βενιζέλο απελπισμένο και αποκαμωμένο. Ως αιτία της δυστυχίας του προβάλλει το γεγονός, ότι η Γαλλία είχε συνάψει μυστική συμφωνία με την Τουρκία, πράγμα που ο ίδιος δεν είχε προβλέψει. Όταν το αντιλήφθηκε και έβλεπε τα γαλλικά πλοία να διασχίζουν τα χωρικά μας ύδατα του Αιγαίου για να ξεφορτώσουν όπλα στα παράλια της Μικράς Ασίας (Sir Basil), κατάλαβε ότι το παιχνίδι ήταν χαμένο. Ήταν, όμως, αδύνατον να κάνει πίσω, να αποσύρει τον στρατό από την Μικρά Ασία. Μια τέτοια κίνηση θα αποτελούσε ισχυρό κόλαφο στους Έλληνες της Ιωνίας, αφού αυτοί, όπως και οι Έλληνες της ελεύθερης Ελλάδας, δεν είχαν αντιληφθεί ότι η εκστρατεία έμελλε να καταλήξει στην καταστροφή. Ακόμη, θα έδινε θάρρος στον Τουρκικό στρατό και είναι άγνωστο τι αγριότητες θα έκανε εις βάρος των Ελλήνων και πού θα σταματούσε η ορμή του.
Έτσι δικαιολογείται η θλιβερή εικόνα που έδειξε ο Βενιζέλος στον Άγγλο Αρχιστράτηγο. Και αφού ο Άγγλος δεν δέχθηκε να αναλάβει να ''τελειώσει τον Τούρκο'' με τις δώδεκα Ελληνικές μεραρχίες, αποφάσισε, όπως δείχνουν τα πράγματα, να τις μεταβιβάσει (to sell them) στον άσπονδο εχθρό του, τον Γούναρη. Το πέτυχε, έναν χρόνο μετά την παραπάνω συνάντηση με τον Sir Henry: Προκήρυξε τις εκλογές του Νοεμβρίου 1920 με πρόθεση, όπως προκύπτει από τους διαλόγους του με τον Άγγλο Αρχιστράτηγο, να χάσει, για να μεταθέσει την ευθύνη για την ήττα στον Γούναρη και ο ίδιος να διαφύγει στο φιλόξενο για τον ίδιο καταφύγιο, την αλλοδαπή (Back home, Sir Michael, Πρακτικά της διημερίδας “Μικρασιατικός πόλεμος – η Ανάμιξη των Ξένων Δυνάμεων”).
Τρίτο επεισόδιο: οπισθοχώρηση ή προέλαση;
Η φιλοβασιλική Κυβέρνηση του καθεστώτος Γούναρη που προέκυψε από τις εκλογές του Νοεμβρίου 1920, παρέλαβε από τον Βενιζέλο, όπως είδαμε, μια στρατιά καταδικασμένη σε έναν ''προαναγγελθέντα θάνατο''(Τσάγκας), μια εκστρατεία που στηριζόταν στην ζημιογόνο ιδεολογία της Μεγάλης Ιδέας (MichaelFinefrock). Από την ελληνική πλευρά η υποχώρηση θα εθεωρείτο ως απεμπόληση των προηγουμένων κατακτήσεων. Την ώρα που η εκστρατεία προχωρούσε θριαμβευτικά προς την απελευθέρωση της Ιωνίας, θα ήταν αδύνατον να πεισθεί ο ελληνικός λαός, ότι ήταν καταδικασμένη. Δεν νοείται, άλλωστε, σε μια εκστρατεία στην οποία ο στρατός προχωρεί θριαμβευτικά προς την νίκη, να ανακοινωθεί: “Μετανιώσαμε! Γυρίστε πίσω!” Απόσυρση του στρατού από το Μικρασιατικό μέτωπο θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς προβλήματα, αν υπήρχε κάλυψη από την Αγγλία. Η αγγλική Διπλωματική εξουσία επανειλημμένως έκανε προτάσεις για ειρηνική λύση. Η επιμονή, όμως, του Λόυδ Τζωρτζ να συνεχίζεται ο πόλεμος εμπόδιζε κάθε διπλωματική παρέμβαση (Κ. Μπότσιου, Πρακτικά Διημερίδας...).
Έτσι άρχισε και προχώρησε η Μικρασιατική Εκστρατεία. Εξελισσόταν φαινομενικά με επιτυχία, μέχρι να εξαντληθεί η αντοχή αξιωματικών και φαντάρων και να τελειώσουν τα χρήματα και τα πολεμικά εφόδια. Ο Κεμάλ με στρατό ξεκούραστο και εφοδιασμένο πλουσιοπάροχα από την Ρωσία, την Γαλλία και την Ιταλία ετοίμαζε την μεγάλη επίθεση. Η επίθεση του Κεμάλ έγινε την νύχτα της 14 προς 15 Αυγούστου 1922 π. ημ. Εξελίχθηκε εύκολα, χάρις σ' ένα κενό που είχε μείνει στο μέτωπό μας, στο σημείο που είχε διαταχθεί να φυλάξει το απόσπασμα Πλαστήρα. Από εκεί πέρασε ανεμπόδιστα ο τουρκικός στρατός και περικύκλωσε τον ελληνικό, που βρέθηκε απροετοίμαστος.
<<Η εκ του αιφνιδιασμού τούτου επελθούσα σύγχυσις της Μεραρχίας ήτο απερίγραπτος. Τμήματα και Σχηματισμοί, χωρίς να βάλλονται και άνευ διαταγής τινος, έλάμβανον λοξήν διά τών χαραδρών κατεύθυνσιν προς Βορειοδυσμάς, συγκλίνοντες προς το Ρεσίλ — Τεπέ (Έκθεση Στρατηγού Δημαρά))».
Όσοι αξιωματικοί και στρατιώτες κατόρθωσαν να διαφύγουν από τον κλοιό που δημιούργησαν οι Τούρκοι, κατευθύνθηκαν προς τα όπισθεν σε άτακτη υποχώρηση. Μεταξύ των αξιωματικών ήταν ο Ελ. Σταυρίδης, που περιγράφει την τραγική φυγή ως εξής:
<<Έπεράσαμε την καιομένην Φιλαδέλφειαν. ... Εΐχεν αρκετά πτώματα, πού έμύριζαν φοβερά μαζί με την καπνίλα της πυρκαϊάς. Ποιός να προσέξη τι πτώματα ήσαν; Επερνούσαμε βιαστικοί, σκυφτοί, μέσα από τους καπνούς σαν φαντάσματα. ... Είχαμε, πάντως, την ελπίδα ότι, εάν κατωρθώναμε νά γλυτώσουμε από αυτήν την κόλασιν, βαδίζομεν πλέον διά τά .. . σπίτια μας, καί τίποτε δεν μπορούσε πιά να μας σταματήσει από του να πάμε>>.
Και από τις μαρτυρίες που συγκέντρωσε ο Εισαγγελέας Νίκος Τσάγγας:
<<Το μεγάλο δράμα ήταν όταν οι τραυματίες συνειδητοποίησαν, ότι δεν επρόκειτο να τους πάρουν μαζί τους οι αποχωρούντες. <<Βρε παιδιά, πού πάτε να φύγετε; Εμείς τι θα γίνουμε εδώ; Συνάδελφοι, πάρτε μας μαζί σας. Μαζί δεν πολεμήσαμε για την Πατρίδα; Γι αυτήν δεν τραυματιστήκαμε; Παιδιά, πάρτε μας. Και εμείς έχουμε μάνες. Πού μας αφήνετε εδώ; Συνάδελφοι, σας ζητούμε μία χάρη: Σκοτώστε μας εσείς, να μην το κάνουν οι άλλοι>>
Την νύχτα της 14 προς 15 Αυγούστου 1922 (π. ημ.) έπεσε η χαριστική βολή στην Μικρασιατική Εκστρατεία. Είναι, όμως, φανερό, ότι η ήττα, που αναμφίβολα είχε ήδη κριθεί, μπορούσε να είχε εκτυλιχτεί με τακτική (αντί για άτακτη) υποχώρηση, αν δεν είχε δοθεί στον τουρκικό στρατό η ευκαιρία να περάσει αιφνιδιαστικά μέσα από το κενό που είχε αφήσει στο μέτωπο το Απόσπασμα Πλαστήρα. Έτσι, δεν θα είχε προστεθεί στην τραγωδία της ήττας μια ακόμη τραγωδία, εκείνη της φυγής του στρατού που περιγράψαμε παραπάνω. Ακόμη, η μεγάλη τραγωδία της φυγής των Μικρασιατών θα μπορούσε να είχε γίνει με ευνοϊκότερους όρους.
Μπορεί κανείς να διερωτηθεί: Γιατί ο Πλαστήρας έκανε την αποτρόπαια πράξη, να αφήσει αφύλακτο το παραπάμω σημείο του μετώπου;
Στο ερώτημα αυτό δίνει απάντηση η Β΄ Ανακριτική Επιτροπή που διορίσθηκε το 1924 από την Δ΄ Εθνοσυνέλευση, που είχε φιλοβενιζελική πλειοψηφία: <<Οι δισταγμοί του δεν φαίνεται, ότι ωφείλοντο εις δειλίαν του. "Ισως είχεν εν νω τας απωτέρας σκέψεις του περί Επαναστάσεως εν τω Στρατώ. Δύναται όθεν να θεωρηθή ο Πλαστήρας Δοσίλογος δια την μή έκτέλεσιν της διαταχθείσης άντεπιθέσεως ταύτης >>.
Βλέπουμε ότι η Επιτροπή συνδύασε το γεγονός της ανυπακοής του Πλαστήρα (Αύγουστος 1922) με το κίνημα του Σεπτεμβρίου 1922. Ίσως ήθελε να προκαλέσει δυσαρέσκεια στον στρατό προς την Κυβέρνηση, για να είναι ευκολότερη η ανατροπή της με το κίνημα που προετοίμαζε για το επόμενο Σεπτέμβριο.
istorikathemata
Η πύλη του Ρωμανού
Η φιλοβασιλική Κυβέρνηση του καθεστώτος Γούναρη που προέκυψε από τις εκλογές του Νοεμβρίου 1920, παρέλαβε από τον Βενιζέλο, όπως είδαμε, μια στρατιά καταδικασμένη σε έναν ''προαναγγελθέντα θάνατο''(Τσάγκας), μια εκστρατεία που στηριζόταν στην ζημιογόνο ιδεολογία της Μεγάλης Ιδέας (MichaelFinefrock). Από την ελληνική πλευρά η υποχώρηση θα εθεωρείτο ως απεμπόληση των προηγουμένων κατακτήσεων. Την ώρα που η εκστρατεία προχωρούσε θριαμβευτικά προς την απελευθέρωση της Ιωνίας, θα ήταν αδύνατον να πεισθεί ο ελληνικός λαός, ότι ήταν καταδικασμένη. Δεν νοείται, άλλωστε, σε μια εκστρατεία στην οποία ο στρατός προχωρεί θριαμβευτικά προς την νίκη, να ανακοινωθεί: “Μετανιώσαμε! Γυρίστε πίσω!” Απόσυρση του στρατού από το Μικρασιατικό μέτωπο θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς προβλήματα, αν υπήρχε κάλυψη από την Αγγλία. Η αγγλική Διπλωματική εξουσία επανειλημμένως έκανε προτάσεις για ειρηνική λύση. Η επιμονή, όμως, του Λόυδ Τζωρτζ να συνεχίζεται ο πόλεμος εμπόδιζε κάθε διπλωματική παρέμβαση (Κ. Μπότσιου, Πρακτικά Διημερίδας...).
Έτσι άρχισε και προχώρησε η Μικρασιατική Εκστρατεία. Εξελισσόταν φαινομενικά με επιτυχία, μέχρι να εξαντληθεί η αντοχή αξιωματικών και φαντάρων και να τελειώσουν τα χρήματα και τα πολεμικά εφόδια. Ο Κεμάλ με στρατό ξεκούραστο και εφοδιασμένο πλουσιοπάροχα από την Ρωσία, την Γαλλία και την Ιταλία ετοίμαζε την μεγάλη επίθεση. Η επίθεση του Κεμάλ έγινε την νύχτα της 14 προς 15 Αυγούστου 1922 π. ημ. Εξελίχθηκε εύκολα, χάρις σ' ένα κενό που είχε μείνει στο μέτωπό μας, στο σημείο που είχε διαταχθεί να φυλάξει το απόσπασμα Πλαστήρα. Από εκεί πέρασε ανεμπόδιστα ο τουρκικός στρατός και περικύκλωσε τον ελληνικό, που βρέθηκε απροετοίμαστος.
<<Η εκ του αιφνιδιασμού τούτου επελθούσα σύγχυσις της Μεραρχίας ήτο απερίγραπτος. Τμήματα και Σχηματισμοί, χωρίς να βάλλονται και άνευ διαταγής τινος, έλάμβανον λοξήν διά τών χαραδρών κατεύθυνσιν προς Βορειοδυσμάς, συγκλίνοντες προς το Ρεσίλ — Τεπέ (Έκθεση Στρατηγού Δημαρά))».
Όσοι αξιωματικοί και στρατιώτες κατόρθωσαν να διαφύγουν από τον κλοιό που δημιούργησαν οι Τούρκοι, κατευθύνθηκαν προς τα όπισθεν σε άτακτη υποχώρηση. Μεταξύ των αξιωματικών ήταν ο Ελ. Σταυρίδης, που περιγράφει την τραγική φυγή ως εξής:
<<Έπεράσαμε την καιομένην Φιλαδέλφειαν. ... Εΐχεν αρκετά πτώματα, πού έμύριζαν φοβερά μαζί με την καπνίλα της πυρκαϊάς. Ποιός να προσέξη τι πτώματα ήσαν; Επερνούσαμε βιαστικοί, σκυφτοί, μέσα από τους καπνούς σαν φαντάσματα. ... Είχαμε, πάντως, την ελπίδα ότι, εάν κατωρθώναμε νά γλυτώσουμε από αυτήν την κόλασιν, βαδίζομεν πλέον διά τά .. . σπίτια μας, καί τίποτε δεν μπορούσε πιά να μας σταματήσει από του να πάμε>>.
Και από τις μαρτυρίες που συγκέντρωσε ο Εισαγγελέας Νίκος Τσάγγας:
<<Το μεγάλο δράμα ήταν όταν οι τραυματίες συνειδητοποίησαν, ότι δεν επρόκειτο να τους πάρουν μαζί τους οι αποχωρούντες. <<Βρε παιδιά, πού πάτε να φύγετε; Εμείς τι θα γίνουμε εδώ; Συνάδελφοι, πάρτε μας μαζί σας. Μαζί δεν πολεμήσαμε για την Πατρίδα; Γι αυτήν δεν τραυματιστήκαμε; Παιδιά, πάρτε μας. Και εμείς έχουμε μάνες. Πού μας αφήνετε εδώ; Συνάδελφοι, σας ζητούμε μία χάρη: Σκοτώστε μας εσείς, να μην το κάνουν οι άλλοι>>
Την νύχτα της 14 προς 15 Αυγούστου 1922 (π. ημ.) έπεσε η χαριστική βολή στην Μικρασιατική Εκστρατεία. Είναι, όμως, φανερό, ότι η ήττα, που αναμφίβολα είχε ήδη κριθεί, μπορούσε να είχε εκτυλιχτεί με τακτική (αντί για άτακτη) υποχώρηση, αν δεν είχε δοθεί στον τουρκικό στρατό η ευκαιρία να περάσει αιφνιδιαστικά μέσα από το κενό που είχε αφήσει στο μέτωπο το Απόσπασμα Πλαστήρα. Έτσι, δεν θα είχε προστεθεί στην τραγωδία της ήττας μια ακόμη τραγωδία, εκείνη της φυγής του στρατού που περιγράψαμε παραπάνω. Ακόμη, η μεγάλη τραγωδία της φυγής των Μικρασιατών θα μπορούσε να είχε γίνει με ευνοϊκότερους όρους.
Μπορεί κανείς να διερωτηθεί: Γιατί ο Πλαστήρας έκανε την αποτρόπαια πράξη, να αφήσει αφύλακτο το παραπάμω σημείο του μετώπου;
Στο ερώτημα αυτό δίνει απάντηση η Β΄ Ανακριτική Επιτροπή που διορίσθηκε το 1924 από την Δ΄ Εθνοσυνέλευση, που είχε φιλοβενιζελική πλειοψηφία: <<Οι δισταγμοί του δεν φαίνεται, ότι ωφείλοντο εις δειλίαν του. "Ισως είχεν εν νω τας απωτέρας σκέψεις του περί Επαναστάσεως εν τω Στρατώ. Δύναται όθεν να θεωρηθή ο Πλαστήρας Δοσίλογος δια την μή έκτέλεσιν της διαταχθείσης άντεπιθέσεως ταύτης >>.
Βλέπουμε ότι η Επιτροπή συνδύασε το γεγονός της ανυπακοής του Πλαστήρα (Αύγουστος 1922) με το κίνημα του Σεπτεμβρίου 1922. Ίσως ήθελε να προκαλέσει δυσαρέσκεια στον στρατό προς την Κυβέρνηση, για να είναι ευκολότερη η ανατροπή της με το κίνημα που προετοίμαζε για το επόμενο Σεπτέμβριο.
istorikathemata
Η πύλη του Ρωμανού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου