Μαυρογιώργος Γεώργιος* και μεταπτυχιακοί/ές φοιτητές/τριες**
Η συζήτηση για το PISA παρουσιάζει ενδιαφέρον, όταν σκεφτούμε τη μεγάλη διείσδυση και το κύρος με το οποίο προβάλλεται. Αυτή θα εμπλουτίζεται όσο πλησιάζουμε στις ημερομηνίες της «επιθεώρησης» και της δημοσίευσης των εκθέσεων. Η κατάσταση επιτείνεται, όταν η συγκυρία είναι αρκετά επιβαρυμένη με πολλά ανοικτά μέτωπα, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα, αλλά, και στην Κύπρο. Αυτή η συζήτηση έχει, βέβαια, προτεραιότητα σε χώρες, όπου το PISA εφαρμόζεται για πρώτη φορά.
Οι προετοιμασίες για την πρώτη συμμετοχή της Κύπρου είναι πυρετώδεις και δε μένει πολύς χώρος για σκέψη. Η συμβολική βία ενός προγράμματος διεθνούς υπόληψης, συντελεί ώστε τα θέματα προτεραιότητας να είναι η πιστή στις ρητές οδηγίες διεξαγωγή των δοκιμασιών. Η προτεραιότητα του «πρωτοκόλλου» εφαρμογής δεν αφήνει περιθώρια για δεύτερες σκέψεις. Όσοι μένουν απέξω δεν έχουν εμπειρίες «από πρώτο χέρι». Ούτε έχουν στη διάθεσή τους τα μεγάλα μυστικά των εφτασφράγιστων εξεταστικών δοκιμίων. Έχουν, ωστόσο, τη δυνατότητα να ασχολούνται με σημαντικές πτυχές του εγχειρήματος. Εμείς επιλέξαμε να δημοσιοποιήσουμε «πώς και τι σκεφτόμαστε» για αυτά που γίνονται.
Οι προετοιμασίες για την πρώτη συμμετοχή της Κύπρου είναι πυρετώδεις και δε μένει πολύς χώρος για σκέψη. Η συμβολική βία ενός προγράμματος διεθνούς υπόληψης, συντελεί ώστε τα θέματα προτεραιότητας να είναι η πιστή στις ρητές οδηγίες διεξαγωγή των δοκιμασιών. Η προτεραιότητα του «πρωτοκόλλου» εφαρμογής δεν αφήνει περιθώρια για δεύτερες σκέψεις. Όσοι μένουν απέξω δεν έχουν εμπειρίες «από πρώτο χέρι». Ούτε έχουν στη διάθεσή τους τα μεγάλα μυστικά των εφτασφράγιστων εξεταστικών δοκιμίων. Έχουν, ωστόσο, τη δυνατότητα να ασχολούνται με σημαντικές πτυχές του εγχειρήματος. Εμείς επιλέξαμε να δημοσιοποιήσουμε «πώς και τι σκεφτόμαστε» για αυτά που γίνονται.
Το PISA αναστατώνει
Σε μια περίοδο γενικευμένης κρίσης, με όλες τις επιφυλάξεις που έχουμε διατυπώσει, το PISA εισβάλλει στα σχολεία της Κύπρου. Δεν είναι μόνο η κρίση. Τα σχολεία της Κύπρου έχουν και την ιδιαιτερότητα της πρώτης φοράς, σε μια φάση «σταδιακής, νοικοκυρεμένης προσεκτικής» εφαρμογής των νέων σχολικών προγραμμάτων. Πώς να αντέξει το κυπριακό σχολείο και πώς να ανταποκριθούν οι μαθητές, όταν την ίδια χρονική στιγμή και για πρώτη φορά δοκιμάζονται μπροστά στις απαιτήσεις της εγχώριας εκπαιδευτικής αλλαγής αλλά και στις προδιαγραφές και τις απαιτήσεις του υπερεθνικού PISA! Πώς να αξιολογηθεί η επιλογή για «μπόλιασμα» των προγραμμάτων με προδιαγραφές PISA; Από ο τι φαίνεται, δε μπορεί να αποφευχθεί η «αναστάτωση» από τη συγκρουσιακή συνάντηση της ιστορίας και της παράδοσης του κυπριακού σχολείου με τη ρητορική και τα «έξυπνα» ιδεολογήματα του PISA, αν και αυτά αποτυπώνονται «μυστικά» στα νέα σχολικά προγράμματα της Κύπρου.
Σκεφτόμαστε αυτούς( εκπαιδευτικούς, διευθυντές, ειδικούς, κ.α.) που εμπλέκονται στη σχετική περιπέτεια. Σκεφτόμαστε, ιδιαιτέρως, τους μαθητές των Λυκείων που έχουν επιλεγεί, χωρίς κίνητρο, να δοκιμαστούν για λογαριασμό του υποχρεωτικού σχολείου που άφησαν πίσω τους. Σκεφτόμαστε όσους εργάζονται στο νεοσύστατο και μη στελεχωμένο Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης (ΚΕΕΑ) που, ως «παράρτημα» του PISA, έχει την τυπική- και όχι την ουσιαστική- ευθύνη του σχετικού προγράμματος. Σκεφτόμαστε όσους εργάζονται στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο για την προώθηση των σχολικών προγραμμάτων, με τα ανοιχτά προβλήματα και τα μικρά «αινίγματα». Κάποιος θιασώτης του PISA,ίσως, έλεγε πως οι απαιτήσεις των παράλληλων αυτών διεργασιών είναι συμπληρωματικές με όρους «συνέργειας». Φοβούμαστε πως δεν είναι έτσι. Ούτε αρκεί η αξιοποίηση της διπλωματικής πτυχής του θέματος για να υποστηριχθεί η άποψη ότι η συμμετοχή στο PISA συνιστά στρατηγικής σημασίας νίκη στους κόλπους του ΟΟΣΑ, με δεδομένα τα εμπόδια που έβαζε η πλευρά της Τουρκίας.
Σκεφτόμαστε αυτούς( εκπαιδευτικούς, διευθυντές, ειδικούς, κ.α.) που εμπλέκονται στη σχετική περιπέτεια. Σκεφτόμαστε, ιδιαιτέρως, τους μαθητές των Λυκείων που έχουν επιλεγεί, χωρίς κίνητρο, να δοκιμαστούν για λογαριασμό του υποχρεωτικού σχολείου που άφησαν πίσω τους. Σκεφτόμαστε όσους εργάζονται στο νεοσύστατο και μη στελεχωμένο Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης (ΚΕΕΑ) που, ως «παράρτημα» του PISA, έχει την τυπική- και όχι την ουσιαστική- ευθύνη του σχετικού προγράμματος. Σκεφτόμαστε όσους εργάζονται στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο για την προώθηση των σχολικών προγραμμάτων, με τα ανοιχτά προβλήματα και τα μικρά «αινίγματα». Κάποιος θιασώτης του PISA,ίσως, έλεγε πως οι απαιτήσεις των παράλληλων αυτών διεργασιών είναι συμπληρωματικές με όρους «συνέργειας». Φοβούμαστε πως δεν είναι έτσι. Ούτε αρκεί η αξιοποίηση της διπλωματικής πτυχής του θέματος για να υποστηριχθεί η άποψη ότι η συμμετοχή στο PISA συνιστά στρατηγικής σημασίας νίκη στους κόλπους του ΟΟΣΑ, με δεδομένα τα εμπόδια που έβαζε η πλευρά της Τουρκίας.
Η πρώτη του PISA στην Κύπρο
Η επικείμενη πρώτη συμμετοχή της Κύπρου στις διαδικασίες αξιολόγησης του PISA παρουσιάζει πολύ σημαντικές προεκτάσεις για την προοπτική της κυπριακής εκπαίδευσης. Τόσο σημαντική κρίνεται η συμμετοχή που, παρά τις περικοπές, έχει εξασφαλιστεί η σχετική δαπάνη. Αν και δε γνωρίζουμε το ύψος της δαπάνης, θα υποστηρίζαμε ότι με λιγότερες δαπάνες, ίσως το ΚΕΕΑ, αντί να είναι απλώς πρακτορείο και παράρτημα του PISA, θα μπορούσε να αναπτύξει ένα κυπριακό αντίστοιχο πρόγραμμα για την αξιολόγηση του υποχρεωτικού σχολείου, με όρους και κριτήρια που να ανταποκρίνονται στα ιδιαίτερα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά των σχολείων, χωρίς να είναι απαραίτητο να συμμετέχει σε μια διεθνή πασαρέλα αμφίβολης εγκυρότητας. Πόσο δύσκολο είναι, άραγε, να σχεδιαστεί ένα κυπριακό αντίστοιχο πρόγραμμα αξιολόγησης;
Η Κύπρος έχει σχετική εμπειρία συμμετοχής σε διεθνείς «δοκιμασίες». Να θυμίσουμε ενδεικτικά τη συμμετοχή στο Third International Mathematics and Science Study (TIMSS) του 1995.Τα αποτελέσματα των μαθητών της Κύπρου, με τις εκπλήξεις τους, άνοιξαν τότε πεδίο αντιπαράθεσης σε ερευνητές, για δημοσιεύσεις. Είχε προκληθεί, μάλιστα, διεθνές ενδιαφέρον με μια υπόθεση εργασίας ότι οι υψηλές επιδόσεις που είχαν σημειωθεί από Κύπριους μαθητές οφείλονταν σε αντιγραφή!
Όπως διαβάζουμε στην ιστοσελίδα του ΠΙ, η Κύπρος έκανε επίμονες προσπάθειες για να συμμετάσχει, επιτέλους, για πρώτη φορά, στο PISA 2012. Είναι κι αυτό ένας δείκτης της υψηλής υπόληψης που έχει αποκτήσει ο διεθνής μονοπωλιακός «επιθεωρητής» PISA. Ήδη έγινε η δοκιμαστική φάση, με 40 περίπου σχολεία Μέσης και Τεχνικής Εκπαίδευσης και ορισμένα ιδιωτικά σχολεία, με δείγμα περίπου 1000 μαθητών 15-16 χρόνων (από κάθε σχολείο 20-35 παιδιά και των δύο φύλων). Το Μάρτιο και Απρίλιο του 2012 θα γίνει η καθαυτό αξιολογική διαδικασία.
Πώς θεμελιώνεται η επιλογή PISA ;
Η Κύπρος έχει σχετική εμπειρία συμμετοχής σε διεθνείς «δοκιμασίες». Να θυμίσουμε ενδεικτικά τη συμμετοχή στο Third International Mathematics and Science Study (TIMSS) του 1995.Τα αποτελέσματα των μαθητών της Κύπρου, με τις εκπλήξεις τους, άνοιξαν τότε πεδίο αντιπαράθεσης σε ερευνητές, για δημοσιεύσεις. Είχε προκληθεί, μάλιστα, διεθνές ενδιαφέρον με μια υπόθεση εργασίας ότι οι υψηλές επιδόσεις που είχαν σημειωθεί από Κύπριους μαθητές οφείλονταν σε αντιγραφή!
Όπως διαβάζουμε στην ιστοσελίδα του ΠΙ, η Κύπρος έκανε επίμονες προσπάθειες για να συμμετάσχει, επιτέλους, για πρώτη φορά, στο PISA 2012. Είναι κι αυτό ένας δείκτης της υψηλής υπόληψης που έχει αποκτήσει ο διεθνής μονοπωλιακός «επιθεωρητής» PISA. Ήδη έγινε η δοκιμαστική φάση, με 40 περίπου σχολεία Μέσης και Τεχνικής Εκπαίδευσης και ορισμένα ιδιωτικά σχολεία, με δείγμα περίπου 1000 μαθητών 15-16 χρόνων (από κάθε σχολείο 20-35 παιδιά και των δύο φύλων). Το Μάρτιο και Απρίλιο του 2012 θα γίνει η καθαυτό αξιολογική διαδικασία.
Πώς θεμελιώνεται η επιλογή PISA ;
Συστηματικά, στις συζητήσεις, φιλοτεχνείται το κάδρο της Φιλανδίας ή άλλων χωρών και προβάλλεται αρνητική αποτίμηση του εκπαιδευτικού συστήματος: «Η Κύπρος είναι τελευταία στις επιδόσεις». Αυτό συνιστά μια ένοχη και απολογητική κριτική μπροστά στο γεγονός ότι η Κύπρος δεν έχει τα πρωτεία. Είναι πολύ ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι δεν υπάρχουν δεδομένα που να επιτρέπουν τον ισχυρισμό ότι η Κύπρος κατατάσσεται τελευταία. Άραγε, για ποιο λόγο γίνεται αναφορά σε κάτι που δεν έχει πραγματολογική βάση;
Σε συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας της Ελλάδας (ΕΣΥΠ, 2009), όπου παρουσιάστηκε η εμπειρία των σχολικών προγραμμάτων της Κύπρου, από τον πρόεδρο της ΕΔΑΠ, καθηγητή Γιώργο Τσιάκαλο διατυπώνονται ισχυρισμοί όπως, π.χ. «ακόμη και τα think tanks των εργοδοτών σε χώρες οι οποίες είναι προοδευμένες, ενδιαφέρονται να έχουν ένα σχολείο το οποίο είναι ένα σχολείο όπου υπάρχουν projects, όπου δεν είναι η ύλη εκείνο το πολύ σημαντικό, δεν είναι δηλαδή αποθήκευση πληροφοριών μέσα στο μυαλό, αλλά είναι γνώσεις, όπου πρέπει οι άνθρωποι να μπορούν να αναπτύσσουν διάφορες ικανότητες, όπως είναι η δημιουργικότητα, η δυνατότητα να βρίσκουν διαφορετικές λύσεις κτλ. Και αυτό το θέλουν ακριβώς γιατί αυτό ταιριάζει σ’ αυτό που ονομάζουμε Κοινωνία της Γνώσης και Οικονομία της Γνώσης». Με λίγα λόγια, όπως υποστηρίζεται, ο κόσμος των επιχειρήσεων και η «προοδευτική» παιδαγωγική, αν και έχουν διαφορετικές αφετηρίες, παρουσιάζουν δείκτες σύγκλησης ως προς την προτεραιότητα των δεξιοτήτων.
Με αυτούς και άλλους παρόμοιους ισχυρισμούς έχει συγκροτηθεί η άποψη ότι το PISA παντρεύει τις «προοδευτικές» αδρανείς, μέχρι σήμερα, ιδέες και οράματα περί μορφωμένου ανθρώπου με τις ανάγκες της αγοράς και τους χρησμούς των think tanks των εργοδοτών. Στην ίδια συνεδρίαση του ΕΣΥΠ, αλλά και σε κάθε ευκαιρία ο πρόεδρος της ΕΔΑΠ δε ξεχνούσε να τονίζει ότι η Κύπρος : 1) έχει τις υψηλότερες δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση ( 8% του ΑΕΠ), στην Ευρώπη , 2) είναι η χώρα με τις υψηλότερες ιδιωτικές δαπάνες (4% των εξόδων ενός νοικοκυριού)για εκπαίδευση, στον ΟΟΣΑ, 3) έχει εκπαιδευτικούς με το υψηλότερο επίπεδο κατάρτισης, στην Ευρώπη, 4) διαθέτει υποδομές οι οποίες είναι από τις καλύτερες στην Ευρώπη, και 5) έχει γονείς με υψηλές φιλοδοξίες για τις σπουδές των παιδιών τους.
Με την επίκληση αυτών των δεικτών, συγκροτήθηκε η ιδεολογική πλατφόρμα για τη σκοπιμότητα της συμμετοχής στο PISA. Όταν συντρέχουν τόσο ευνοϊκές προϋποθέσεις, σύμφωνα με τους υποστηρικτές της συμμετοχής, η Κύπρος έχει πολλούς λόγους να επιδιώκει τις αρένες του διεθνούς ανταγωνισμού και των συγκρίσεων! Οι υψηλές δαπάνες στην εκπαίδευση δε «συγχωρούν» ενδιάμεσες ή τελευταίες θέσεις στη διεθνή κατάταξη. Το ενδιαφέρον είναι ότι ο ίδιος ο ΟΟΣΑ προωθεί την άποψη ότι οι υψηλές δαπάνες δε συνδέονται με υψηλές επιδόσεις! Είναι σα να προβάλλεται η άποψη ότι η συμμετοχή στο PISA θα δρομολογήσει τον αυτόματο πιλότο πλοήγησης στο μαραθώνιο της πρωτιάς και της αριστείας.
Σε ενημερωτικά φυλλάδια προς τους εκπαιδευτικούς και τους γονείς, με στόχο την προώθηση των σχολικών προγραμμάτων, διαβάζουμε ότι «Η εκπόνηση και η εφαρμογή των νέων Α.Π. φιλοδοξεί να ανεβάσει την Κύπρο, στον τομέα της εκπαίδευσης, εκεί που της αξίζει: στις υψηλότερες θέσεις, σε επίπεδο επιδόσεων, στην Ευρώπη»! Είναι προφανές ότι πρόκειται για μια «εύκολη» υπόσχεση που συνδέεται με τον εξαιρετικό ισχυρισμό του προέδρου της ΕΔΑΠ ότι «Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση είναι μεταρρύθμιση των αναλυτικών προγραμμάτων». Αυτή η παραδοχή ενισχύεται από μια παρεμφερή άποψη του ιδίου ότι η τελευταία θέση «οφείλεται στα αναλυτικά προγράμματα. Τόσο απλά». Η λύση, επομένως, για να μετακινηθούμε από τις τελευταίες θέσεις στις διεθνείς ανταγωνιστικές συγκρίσεις είναι παιδαγωγική: αρκεί να προσαρμόσουμε τα σχολικά προγράμματα στο «εξεταστικό παράδειγμα» του PISA. Πρόκειται για την επιβεβαίωση της υπόθεσης εργασίας ότι το PISA είναι ένας διεθνής μηχανισμός «πανοπτισμού» των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων.
Η καταληκτική πρόταση είναι ότι «Έφτασε ο καιρός να φτάσουμε και όλους τους δείκτες επιτυχίας όσον αφορά τα αποτελέσματα(…) και την επιτυχία και τα υψηλά επιτεύγματα σε διεθνείς έρευνες που μετρούν όλα όσα θεωρούνται αναγκαία στη σημερινή κοινωνία της γνώσης και τα οποία περιλαμβάνονται στα νέα Α.Π.(…)που θα φέρει, παράλληλα, και την αναγνώριση της χώρας μας σε διεθνές επίπεδο καθιερώνοντάς την ως μια χώρα που διαθέτει ανθρώπινο δυναμικό με μόρφωση υψηλού επιπέδου και υψηλής ποιότητας».
Όλα αυτά, σύμφωνα με το σχετικό σκεπτικό, θα συντελέσουν στην «αναγνώριση των σχολείων», στην εισαγωγή των μαθητών σε ξένα πανεπιστήμια, στην ευημερία και την κοινωνική πρόοδο της χώρας, στην αντιμετώπιση της απειλής της «ερημοποίησης», στην προσέλκυση επενδύσεων από ξένες χώρες, στη στελέχωση των ντόπιων οργανισμών, ερευνητικών ιδρυμάτων και πανεπιστημίων από υψηλής ποιότητας ανθρώπινο δυναμικό, κ.λπ. Είναι φανερό πως οι υψηλές δαπάνες για την εκπαίδευση και οι μεταρρυθμιστικές υποσχέσεις, σε συνδυασμό με την ιδεολογία του διεθνούς ανταγωνισμού και της πρωτιάς, έχουν συγκροτήσει τον ισχυρό ιδεολογικό πυρήνα για τη διείσδυση του υπερεθνικού μονοπωλιακού νεοφιλελεύθερου «επιθεωρητή» PISA στην εκπαίδευση της Κύπρου. Η κεκτημένη διεθνής αναγνώρισή του ενισχύεται, έτσι, ακόμη περισσότερο από την κυρίαρχη εγχώρια θεοποίησή του. Πρόσφατα σε μια εφημερίδα, στη στήλη «Κοινωνική Ζωή», διαβάζαμε τρία σύντομα διαδοχικά ρεπορτάζ με θέματα: βράβευση αριστούχων, υποτροφίες φοιτητών και τυχεροί λαχείων. Ίσως, αυτό κάτι λέει. Η αισιοδοξία του διεθνούς ανταγωνισμού, το κυνήγι των υψηλών δεικτών και η γοητεία της «εξωτερικής» αξιολόγησης κάνουν θραύση. Η πλειοδοσία, ωστόσο, υποσχέσεων «αγοραίας» κοπής, σε περίοδο κρίσης, προφανώς, θα αναμετρηθεί με τη δοκιμασία της εγκυρότητας και της αξιοπιστίας τους.
Σε συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας της Ελλάδας (ΕΣΥΠ, 2009), όπου παρουσιάστηκε η εμπειρία των σχολικών προγραμμάτων της Κύπρου, από τον πρόεδρο της ΕΔΑΠ, καθηγητή Γιώργο Τσιάκαλο διατυπώνονται ισχυρισμοί όπως, π.χ. «ακόμη και τα think tanks των εργοδοτών σε χώρες οι οποίες είναι προοδευμένες, ενδιαφέρονται να έχουν ένα σχολείο το οποίο είναι ένα σχολείο όπου υπάρχουν projects, όπου δεν είναι η ύλη εκείνο το πολύ σημαντικό, δεν είναι δηλαδή αποθήκευση πληροφοριών μέσα στο μυαλό, αλλά είναι γνώσεις, όπου πρέπει οι άνθρωποι να μπορούν να αναπτύσσουν διάφορες ικανότητες, όπως είναι η δημιουργικότητα, η δυνατότητα να βρίσκουν διαφορετικές λύσεις κτλ. Και αυτό το θέλουν ακριβώς γιατί αυτό ταιριάζει σ’ αυτό που ονομάζουμε Κοινωνία της Γνώσης και Οικονομία της Γνώσης». Με λίγα λόγια, όπως υποστηρίζεται, ο κόσμος των επιχειρήσεων και η «προοδευτική» παιδαγωγική, αν και έχουν διαφορετικές αφετηρίες, παρουσιάζουν δείκτες σύγκλησης ως προς την προτεραιότητα των δεξιοτήτων.
Με αυτούς και άλλους παρόμοιους ισχυρισμούς έχει συγκροτηθεί η άποψη ότι το PISA παντρεύει τις «προοδευτικές» αδρανείς, μέχρι σήμερα, ιδέες και οράματα περί μορφωμένου ανθρώπου με τις ανάγκες της αγοράς και τους χρησμούς των think tanks των εργοδοτών. Στην ίδια συνεδρίαση του ΕΣΥΠ, αλλά και σε κάθε ευκαιρία ο πρόεδρος της ΕΔΑΠ δε ξεχνούσε να τονίζει ότι η Κύπρος : 1) έχει τις υψηλότερες δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση ( 8% του ΑΕΠ), στην Ευρώπη , 2) είναι η χώρα με τις υψηλότερες ιδιωτικές δαπάνες (4% των εξόδων ενός νοικοκυριού)για εκπαίδευση, στον ΟΟΣΑ, 3) έχει εκπαιδευτικούς με το υψηλότερο επίπεδο κατάρτισης, στην Ευρώπη, 4) διαθέτει υποδομές οι οποίες είναι από τις καλύτερες στην Ευρώπη, και 5) έχει γονείς με υψηλές φιλοδοξίες για τις σπουδές των παιδιών τους.
Με την επίκληση αυτών των δεικτών, συγκροτήθηκε η ιδεολογική πλατφόρμα για τη σκοπιμότητα της συμμετοχής στο PISA. Όταν συντρέχουν τόσο ευνοϊκές προϋποθέσεις, σύμφωνα με τους υποστηρικτές της συμμετοχής, η Κύπρος έχει πολλούς λόγους να επιδιώκει τις αρένες του διεθνούς ανταγωνισμού και των συγκρίσεων! Οι υψηλές δαπάνες στην εκπαίδευση δε «συγχωρούν» ενδιάμεσες ή τελευταίες θέσεις στη διεθνή κατάταξη. Το ενδιαφέρον είναι ότι ο ίδιος ο ΟΟΣΑ προωθεί την άποψη ότι οι υψηλές δαπάνες δε συνδέονται με υψηλές επιδόσεις! Είναι σα να προβάλλεται η άποψη ότι η συμμετοχή στο PISA θα δρομολογήσει τον αυτόματο πιλότο πλοήγησης στο μαραθώνιο της πρωτιάς και της αριστείας.
Σε ενημερωτικά φυλλάδια προς τους εκπαιδευτικούς και τους γονείς, με στόχο την προώθηση των σχολικών προγραμμάτων, διαβάζουμε ότι «Η εκπόνηση και η εφαρμογή των νέων Α.Π. φιλοδοξεί να ανεβάσει την Κύπρο, στον τομέα της εκπαίδευσης, εκεί που της αξίζει: στις υψηλότερες θέσεις, σε επίπεδο επιδόσεων, στην Ευρώπη»! Είναι προφανές ότι πρόκειται για μια «εύκολη» υπόσχεση που συνδέεται με τον εξαιρετικό ισχυρισμό του προέδρου της ΕΔΑΠ ότι «Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση είναι μεταρρύθμιση των αναλυτικών προγραμμάτων». Αυτή η παραδοχή ενισχύεται από μια παρεμφερή άποψη του ιδίου ότι η τελευταία θέση «οφείλεται στα αναλυτικά προγράμματα. Τόσο απλά». Η λύση, επομένως, για να μετακινηθούμε από τις τελευταίες θέσεις στις διεθνείς ανταγωνιστικές συγκρίσεις είναι παιδαγωγική: αρκεί να προσαρμόσουμε τα σχολικά προγράμματα στο «εξεταστικό παράδειγμα» του PISA. Πρόκειται για την επιβεβαίωση της υπόθεσης εργασίας ότι το PISA είναι ένας διεθνής μηχανισμός «πανοπτισμού» των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων.
Η καταληκτική πρόταση είναι ότι «Έφτασε ο καιρός να φτάσουμε και όλους τους δείκτες επιτυχίας όσον αφορά τα αποτελέσματα(…) και την επιτυχία και τα υψηλά επιτεύγματα σε διεθνείς έρευνες που μετρούν όλα όσα θεωρούνται αναγκαία στη σημερινή κοινωνία της γνώσης και τα οποία περιλαμβάνονται στα νέα Α.Π.(…)που θα φέρει, παράλληλα, και την αναγνώριση της χώρας μας σε διεθνές επίπεδο καθιερώνοντάς την ως μια χώρα που διαθέτει ανθρώπινο δυναμικό με μόρφωση υψηλού επιπέδου και υψηλής ποιότητας».
Όλα αυτά, σύμφωνα με το σχετικό σκεπτικό, θα συντελέσουν στην «αναγνώριση των σχολείων», στην εισαγωγή των μαθητών σε ξένα πανεπιστήμια, στην ευημερία και την κοινωνική πρόοδο της χώρας, στην αντιμετώπιση της απειλής της «ερημοποίησης», στην προσέλκυση επενδύσεων από ξένες χώρες, στη στελέχωση των ντόπιων οργανισμών, ερευνητικών ιδρυμάτων και πανεπιστημίων από υψηλής ποιότητας ανθρώπινο δυναμικό, κ.λπ. Είναι φανερό πως οι υψηλές δαπάνες για την εκπαίδευση και οι μεταρρυθμιστικές υποσχέσεις, σε συνδυασμό με την ιδεολογία του διεθνούς ανταγωνισμού και της πρωτιάς, έχουν συγκροτήσει τον ισχυρό ιδεολογικό πυρήνα για τη διείσδυση του υπερεθνικού μονοπωλιακού νεοφιλελεύθερου «επιθεωρητή» PISA στην εκπαίδευση της Κύπρου. Η κεκτημένη διεθνής αναγνώρισή του ενισχύεται, έτσι, ακόμη περισσότερο από την κυρίαρχη εγχώρια θεοποίησή του. Πρόσφατα σε μια εφημερίδα, στη στήλη «Κοινωνική Ζωή», διαβάζαμε τρία σύντομα διαδοχικά ρεπορτάζ με θέματα: βράβευση αριστούχων, υποτροφίες φοιτητών και τυχεροί λαχείων. Ίσως, αυτό κάτι λέει. Η αισιοδοξία του διεθνούς ανταγωνισμού, το κυνήγι των υψηλών δεικτών και η γοητεία της «εξωτερικής» αξιολόγησης κάνουν θραύση. Η πλειοδοσία, ωστόσο, υποσχέσεων «αγοραίας» κοπής, σε περίοδο κρίσης, προφανώς, θα αναμετρηθεί με τη δοκιμασία της εγκυρότητας και της αξιοπιστίας τους.
Αλήθεια, τι θα γίνει με τα αποτελέσματα;
Η Κύπρος, με όλες αυτές τις ιδιαιτερότητες, έχει και μια άλλη: Ο μαθητικός πληθυσμός που θα συμμετάσχει στο PISA δε θα είναι αντιπροσωπευτικό δείγμα, όπως συμβαίνει με άλλες χώρες, αλλά το σύνολο του μαθητικού πληθυσμού αυτής της ηλικίας, κι αυτό λόγω του μικρού μεγέθους της. Οι μαθητές δεν έχουν εμπειρία παρόμοιων εξεταστικών δοκιμίων, πράγμα που θα αποτυπωθεί στις επιδόσεις, εκτός και σε αυτό το διάστημα έχουμε ενεργοποίηση «φροντιστηρίων» προετοιμασίας για το PISA.
Βέβαια, οι απαντήσεις σε ένα δοκίμιο δεν αποτυπώνουν πάντοτε τις πραγματικές ικανότητες που υποτίθεται ότι ανιχνεύουν, αν συμβεί π.χ. οι μαθητές να συμμετέχουν σε μια διαδικασία με την οποία δεν είναι εξοικειωμένοι και στην οποία δεν επενδύουν προσωπικό ενδιαφέρον. Αλήθεια ποια αποτελέσματα περιμένουμε, εάν υποθέσουμε ότι οι μαθητές δεν πάρουν στα σοβαρά την όλη δοκιμασία, την ίδια στιγμή που οι Φιλανδοί συμμαθητές τους είναι ντοπαρισμένοι στην πρωτιά; Πώς να εξηγήσουμε τα υψηλά ποσοστά μη απαντημένων ερωτήσεων στη δοκιμαστική εφαρμογή που έγινε; Δε είχαν δεξιότητες ή δεν έβαλαν τα δυνατά τους; Το 2003 στην Αγγλία, όπως και σε άλλες χώρες, δε μπόρεσαν να βγάλουν αποτελέσματα! Μάλλον, με τη διεξαγωγή του PISA, την άνοιξη του 2012, και με τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων θα ανοίξουν οι «ασκοί του Αιόλου» με ένα νέο κύκλο υστερικών συζητήσεων για την κρίση της κυπριακής εκπαίδευσης. Δεν αντέχεται το «σύνδρομο της τελευταίας θέσης»! Το πολιτικοιδεολογικό υπόβαθρο του υπερεθνικού νεοφιλελεύθερου PISA θα μείνει στο απυρόβλητο. Όσο πορευόμαστε συνεπαρμένοι με την υπόσχεση να «γίνουμε η Φινλανδία της Μεσογείου» θα είμαστε ανήμποροι για συνολική επαναδιαπραγμάτευση των επιλογών μας προς μια ριζοσπαστική προοδευτική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Ο δογματισμός και η πλειοδοσία των εύκολων «δάνειων» υποσχέσεων, από την πλευρά των «γυρολόγων» του PISA, δεν αφήνουν χώρο για επιλογές που να εμπνέονται από τις αρχές μιας κυπριακής προοδευτικής ριζοσπαστικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης.
Θα μείνουμε, για μια ακόμη φορά, έκθαμβοι μπροστά στο «θαύμα» της Φινλανδίας και της Νότιας Κορέας. Δεν αποκλείεται, μέχρι την επόμενη φορά(2015) που θα ξανάρθει ο «επιθεωρητής» PISA, να μιμηθούμε τους Κορεάτες που από ο τι διαβάζουμε «κυβερνητικοί λειτουργοί γυρίζουν στους δρόμους περιπολία με αποστολή να βρουν παιδιά που κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα μετά τις 10 μ.μ.(…) οι μαθητές στο σχολείο είναι εφοδιασμένοι με ειδικά μαξιλαράκια για το θρανίο ώστε να μπορούν να παίρνουν κανένα υπνάκο την ώρα του μαθήματος για να αντέξουν τα μεταμεσονύχτια ιδιαίτερα». Ήδη ακούμε τους «ήχους υστερίας» στις συζητήσεις που θα γίνουν…
Βέβαια, οι απαντήσεις σε ένα δοκίμιο δεν αποτυπώνουν πάντοτε τις πραγματικές ικανότητες που υποτίθεται ότι ανιχνεύουν, αν συμβεί π.χ. οι μαθητές να συμμετέχουν σε μια διαδικασία με την οποία δεν είναι εξοικειωμένοι και στην οποία δεν επενδύουν προσωπικό ενδιαφέρον. Αλήθεια ποια αποτελέσματα περιμένουμε, εάν υποθέσουμε ότι οι μαθητές δεν πάρουν στα σοβαρά την όλη δοκιμασία, την ίδια στιγμή που οι Φιλανδοί συμμαθητές τους είναι ντοπαρισμένοι στην πρωτιά; Πώς να εξηγήσουμε τα υψηλά ποσοστά μη απαντημένων ερωτήσεων στη δοκιμαστική εφαρμογή που έγινε; Δε είχαν δεξιότητες ή δεν έβαλαν τα δυνατά τους; Το 2003 στην Αγγλία, όπως και σε άλλες χώρες, δε μπόρεσαν να βγάλουν αποτελέσματα! Μάλλον, με τη διεξαγωγή του PISA, την άνοιξη του 2012, και με τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων θα ανοίξουν οι «ασκοί του Αιόλου» με ένα νέο κύκλο υστερικών συζητήσεων για την κρίση της κυπριακής εκπαίδευσης. Δεν αντέχεται το «σύνδρομο της τελευταίας θέσης»! Το πολιτικοιδεολογικό υπόβαθρο του υπερεθνικού νεοφιλελεύθερου PISA θα μείνει στο απυρόβλητο. Όσο πορευόμαστε συνεπαρμένοι με την υπόσχεση να «γίνουμε η Φινλανδία της Μεσογείου» θα είμαστε ανήμποροι για συνολική επαναδιαπραγμάτευση των επιλογών μας προς μια ριζοσπαστική προοδευτική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Ο δογματισμός και η πλειοδοσία των εύκολων «δάνειων» υποσχέσεων, από την πλευρά των «γυρολόγων» του PISA, δεν αφήνουν χώρο για επιλογές που να εμπνέονται από τις αρχές μιας κυπριακής προοδευτικής ριζοσπαστικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης.
Θα μείνουμε, για μια ακόμη φορά, έκθαμβοι μπροστά στο «θαύμα» της Φινλανδίας και της Νότιας Κορέας. Δεν αποκλείεται, μέχρι την επόμενη φορά(2015) που θα ξανάρθει ο «επιθεωρητής» PISA, να μιμηθούμε τους Κορεάτες που από ο τι διαβάζουμε «κυβερνητικοί λειτουργοί γυρίζουν στους δρόμους περιπολία με αποστολή να βρουν παιδιά που κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα μετά τις 10 μ.μ.(…) οι μαθητές στο σχολείο είναι εφοδιασμένοι με ειδικά μαξιλαράκια για το θρανίο ώστε να μπορούν να παίρνουν κανένα υπνάκο την ώρα του μαθήματος για να αντέξουν τα μεταμεσονύχτια ιδιαίτερα». Ήδη ακούμε τους «ήχους υστερίας» στις συζητήσεις που θα γίνουν…
* Διδάσκων στο σεμινάριο. Άμισθος Αντιπρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΥΠΠΟ
** Συνεργάστηκαν οι δεκαεπτά μεταπτυχιακοί/κές φοιτητές/τριες στο Τμήμα ΕΠΑ του Πανεπιστημίου Κύπρου (Σεμινάρια: Αξιολόγηση και ο εκπαιδευτικός ως διανοούμενος / O Εκπαιδευτικός ως Διανοούμενος).Τα ονόματά τους αναφέρονται σε προηγούμενα κείμενα.
** Συνεργάστηκαν οι δεκαεπτά μεταπτυχιακοί/κές φοιτητές/τριες στο Τμήμα ΕΠΑ του Πανεπιστημίου Κύπρου (Σεμινάρια: Αξιολόγηση και ο εκπαιδευτικός ως διανοούμενος / O Εκπαιδευτικός ως Διανοούμενος).Τα ονόματά τους αναφέρονται σε προηγούμενα κείμενα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου