Τρίτη 2 Απριλίου 2013

Εγώ. Το παιγνίδι της ζωής (2)


Συνέχεια από Σάββατο 30 Μαρτίου 2013

ΕΓΏ-Μέρος Πρώτο

Η βελτίωση της ζωής

Trance (έκσταση)
Ο στρατός ψάχνει να βρει την απάντηση στην ερώτηση: πως συμπεριφέρεται κανείς όταν συμπεριφέρεται εγωιστικά;
Ξεκινούμε έτσι όπως ταιριάζει σε ιστορίες από τη «ζώνη του λυκόφωτος», με trance. Βρισκόμαστε στα πρώτα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου. Κάπου στην Αμερική, σε ένα χώρο προστατευμένο με ένα μέτρο χοντρό μπετόν αρμέ, κάθονται άνθρωποι με υψηλού επιπέδου εκπαίδευση. Είναι στρατιώτες των ΗΠΑ που ελέγχουν την εναέρια κυκλοφορία. Το βλέμμα τους είναι καρφωμένο σε μια οθόνη του ραντάρ.

Οι στρατιώτες παρακολουθούν μικρές τελείες που αναβοσβήνουν πάνω στις οθόνες τους. Καταγράφουν την παραμικρή κίνηση. Κάθε σήμα θα μπορούσε να αντιστοιχεί σε ένα ρωσικό αεροπλάνο που φέρει ατομικές βόμβες. Καμιά άλλη δουλειά σε ολόκληρο τον στρατό των ΗΠΑ δεν ήταν πιο ζωτική από αυτήν. Τουλάχιστον με αυτό γέμισαν τα κεφάλια των στρατιωτών.

Εκεί συνέβαιναν ανεξήγητα πράγματα. Ένας αξιωματικός της αεροπορίας, που πέρασε τον Β’ΠΠ χωρίς μια γρατζουνιά, κατάφερε να σπάσει το πόδι στον δρόμο από την οθόνη μέχρι την μηχανή του καφέ. Άλλοι στρατιωτικοί έπεφταν ξαφνικά, για μερικά δευτερόλεπτα σε λήθαργο. Μερικοί είναι διανοητικά απόντες, ώστε δεν είναι σε θέση να απαντήσουν σε ότι τους ρωτούν. Σε αυτά προστίθενται το τεχνητό φως, οι υπόγειες πόρτες και διάδρομοι, η όλο και πιο έντονη νοοτροπία του καταφυγίου, και οι πράσινοι κύκλοι πάνω στην οθόνη του ραντάρ: όλα αυτά ενισχύουν το αίσθημα πως βρίσκεται κανείς στο εσωτερικό ενός «υπνωτικού οργανισμού».

«Είναι δύσκολο να μείνεις ξύπνιος», παραδέχεται ένα μέλος της ομάδας, «όταν ώρες ολόκληρες είσαι προσηλωμένος στην οθόνη, μέσα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο, και μέρα με την ημέρα, για βδομάδες, αναζητάς εκείνο το ένα σήμα, που απαιτεί μια απόφαση...». Αυτό είναι μοιραίο, γιατί «αν κοιμηθείς για ένα λεπτό, μπορεί να σημαίνει ότι μια πόλη έχει καταστραφεί», γράφει ένας ανήσυχος επισκέπτης του καταφυγίου το 1955.

Μια ομάδα επιστημόνων -οικονομολόγοι, ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι- που επιστράτευσε ο στρατός, προσπαθεί να βρει μια εξήγηση για την απουσία στα πράσινα φωτισμένα πρόσωπα. Και επιτέλους είχαν καταλάβει, ότι ήταν οι υπολογιστές, εκείνες οι ξύπνιες μηχανές με τις οποίες δούλευαν οι άνδρες, που τους προκαλούσαν υπνωτισμό.

Αυτό ήταν ένα σχεδόν άλυτο πρόβλημα για τους ερευνητές: πως να εξασκήσεις τους στρατιώτες ώστε να προστατευθούν από την υπνωτική επίδραση των εργαλείων τους;

Οι άνθρωποι με τις άσπρες ποδιές φωτογραφίζουν τις φυσιογνωμίες των στρατιωτών κάθε τριάντα δευτερόλεπτα, με κάμερες που ελέγχοντα από διάτρητες κάρτες. Κάθε 20 λεπτά φωτογραφίζουν τις οθόνες τους, κάνουν σχεδιαγράμματα στα τετράδια τους, όπου κάθε μια ώρα σημειώνουν τις κινήσεις και τις αποστάσεις των μελών της ομάδας. Την ίδια εποχή, το Hollywood γυρίζει ταινίες επιστημονικής φαντασίας και τρόμου, όπου η κατάσταση είναι ακριβώς η ίδια.

Οι επιστήμονες ονόμαζαν τις μελέτες αυτές «συνεδρία ψυχοδράματος». Ο σκοπός τους όμως ήταν ο εξής: να περιγράψουν βάσει των μαθηματικών την ψυχή των στρατιωτών. Γιατί, και οι μηχανές θα έπρεπε να μάθουν να χρησιμοποιούν τους ανθρώπους10. Για τον λόγο αυτό οι άνθρωποι έπρεπε να συμπεριφέρονται με τρόπο που να είναι κατανοητός στις μηχανές. Με το γεγονός αυτό η science fiction έγινε πραγματικότητα, γιατί για πρώτη φορά περιγράφηκαν  από τις μηχανές (με την γλώσσα των μηχανών), όχι απλά οι κινήσεις ή η κατανομή του χρόνου, αλλά και οι «αξίες» και συναισθήματα των ανθρώπων11.

Από τα αποτελέσματα της μελέτης προέκυψε ότι πολλοί στρατιώτες αντιλαμβάνονταν τις οθόνες των ραντάρ ως υπερμεγέθη κιάλια, ή ως ένα «παράθυρο» στον κόσμο. Από αυτό ακριβώς το δεδομένο μπορούσαν οι ερευνητές να πιαστούν. Έπρεπε να τους διδάξουν, πως αυτό που παρατηρούσαν στις οθόνες ήταν ένα παιχνίδι, και πως ο συμπαίκτης τους, η Σοβιετική Ένωση, θα έκανε τα πάντα για να τους νικήσει. Ο σκοπός δεν ήταν να παρατηρήσουν ένα σήμα. Ο σκοπός ήταν να είναι σε θέση να προβλέψουν την επόμενη κίνηση της τελείας που αναβοσβήνει, και που ίσως ήταν ο σοβιετικός αντίπαλος.

Από τότε που οι Ρώσοι διέθεταν την ατομική βόμβα, και σε μια εποχή όπου ένα μόνο αεροπλάνο διέθετε την καταστροφική δύναμη ολόκληρων στόλων, απαιτούνταν μια εντελώς νέα στρατηγική σκέψη. Στην παράνοια της εποχής εκείνης (που δεν γνώριζε ακόμα όσα γνωρίζουμε εμείς αναδρομικά), όπου περίμεναν κάθε στιγμή μια ξαφνική επίθεση από την Σοβιετική Ένωση, η σχέση του ανθρώπου με τις πληροφορίες έπρεπε να μειωθεί σε έναν απλό κώδικα: πίσω από κάθε τι να υποψιάζεσαι το χειρότερο. Είχαν λοιπόν φλομώσει τα πληρώματα με το εξής σύνθημα: δεν ξέρεις τι πρόκειται να κάνει ο άλλος, αλλά ξέρεις, ότι ο σκοπός του είναι να σε ξεγελάσει.

Η πράσινη, λαμπερή, υπνωτιστική οθόνη, δεν απεικόνιζε την «αλήθεια», ούτε τον κόσμο, όπως πραγματικά ήταν. Αυτό που η οθόνη δείχνει, όπως διαβάζουμε σε μια αναφορά της εποχής είναι ένα «Pokerface»12. Ο στρατιώτης που κάθεται στο ραντάρ πρέπει να φανταστεί πως αυτός και η οθόνη είναι δυο χαρτοπαίκτες που παίζουν πόκερ. Όλα ήταν ένα παιχνίδι «cut-throat», όπως συνήθιζαν να αποκαλούν το πόκερ, ένα θανατηφόρο παιχνίδι. Στρατιώτες που φαντάζονταν ότι έπαιζαν πόκερ, ήταν ορμονικά πιο ξύπνιοι, πιο διεγερμένοι, και είχαν πιο οξυμένη επιχειρησιακή διάνοια.

Η τελεία που αναβοσβήνει θα μπορούσε να είναι ένα απλό αεροπλάνο της γραμμής ή ένα ρωσικό βομβαρδιστικό. Ο άνθρωπος που κάθεται στο ραντάρ έπρεπε να καταλάβει, ότι το «Pokerface» δεν αντιπροσωπεύει απλές κινήσεις μέσα στον χώρο, αλλά στρατηγικές κινήσεις, και είναι σε θέση να απεικονίσει τόσο την μπλόφα όσο και την αλήθεια.

Για να μην πέσουν στην παγίδα, υπήρχε μόνο μια υπόθεση, με την οποία θα μπορούσε κανείς έχει περισσότερη ασφάλεια, και η οποία είχε λειτουργήσει καλά στην οικονομία, πράγμα που οι εμπλεκόμενοι οικονομολόγοι γνώριζαν: το να είναι κανείς σώφρων, «λογικός», σημαίνει να σκέφτεται μόνο τον εαυτό του. Για την στρατηγική διάνοια σημαίνει: αν ο καθένας ενεργεί έτσι, τότε πρέπει να υποτεθεί, ότι ο καθένας κρύβει από τον άλλο κάτι, με σκοπό να κερδίσει στο παιχνίδι της ζωής.

Η ανθρωπολόγος Caitlin Zaloom, η οποία δούλεψε για δυο χρόνια στο χρηματιστήριο, περιέγραψε πενήντα χρόνια μετά την εποχή που μόλις εκθέσαμε, τον πλήρως αυτοματοποιημένο κόσμο των χρηματιστών. Αυτοί πρέπει να επικεντρώνουν την προσοχή τους σε αριθμούς, δεν έχουν πια κάτι σταθερό, αλλά γίνονται ένα συνονθύλευμα με τα συνεχώς εναλλασσόμενα σήματα στις οθόνες τους13.  Κάθε συναλλαγή είναι μια κίνηση στα πλαίσια του παιχνιδιού, κάθε παίκτης σκέφτεται μόνο τον εαυτό του, υπάρχουν μπλόφες και αιφνιδιαστικές επιθέσεις, όπλα μαζικής καταστροφής, και όπλα ακριβείας και τακτικής. Οι συμπαίκτες παρακολουθούνται διαρκώς, και οι αποφάσεις πρέπει να παίρνονται αστραπιαία, ώστε μόνο οι υπολογιστές να είναι  σε θέση να τις εκτελέσουν.

Ας σημειώσουμε όμως: τα μοντέλα της θεωρίας των παιγνίων που αναπτύχθηκαν κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, χρησιμοποιούνται σήμερα από τα Hedgefonds (Hedge Funds). Ολόκληρα τμήματα τραπεζιτών ασχολούνται με την αποκρυπτογράφηση των προθέσεων των ανταγωνιστών εμπόρων, και αναλόγως καθορίζουν τις δικές τους κινήσεις. Η αποκρυπτογράφηση γίνεται με την βοήθεια υπολογιστών και της θεωρίας των παιγνίων, που παίρνουν πληροφορίες από τεράστιες βάσεις δεδομένων και λειτουργούν με ιλιγγιώδη ταχύτητα.

Αυτό το δεδομένο δε θα εξέπληττε και πολύ εκείνους που σχεδίασαν την νέα ψυχή για τον νέο άνθρωπο. Μπορούμε μάλιστα να πούμε πως αυτός ήταν και ο στόχος. Δεν ήταν ψυχολόγοι αυτοί που δημιούργησαν για τις ανάγκες του στρατού τα νέα μοντέλα συμπεριφοράς και σκέψης, του «λογικού ιδίου συμφέροντος», αλλά οικονομολόγοι, φυσικοί και μαθηματικοί. Οι οικονομολόγοι γνώριζαν τις αγορές, όπου ο καθένας έβλεπε το δικό του συμφέρον. Οι στρατηγικές τους για μια κοινωνία, που επιβιώνει μέσα στον εγωισμό, δεν ήταν ποτέ αποκλειστικά για τους στρατιώτες. Είχαν την απαίτηση να είναι γενικής ισχύος. Έπρεπε να λειτουργούν όπου οι άνθρωποι αναγκάζονται να παίρνουν αποφάσεις. Στο πόκερ, στο εμπόριο, στα χρηματιστήρια, στον πόλεμο14.

 Ο Αμερικανός κοινωνιολόγος David Riesman είχε καταγγείλει το 1950, με το bestseller του «Η μοναχική μάζα», πως στην μοντέρνα κοινωνία κάθε άνθρωπος μετατρέπεται σε χειριστή ραντάρ της ίδιας του της ζωής. Δεν οδηγείται πια από το εσωτερικό του, αλλά απ’ έξω. Είναι διαρκώς αναγκασμένος να καταγράφει τα σήματα των άλλων, και να προσαρμόζει διαρκώς την συμπεριφορά του στις περιστάσεις15. Τώρα αντέστρεψαν την κριτική του: όλα είναι λογικά, όταν αντιληφθεί κανείς, ότι ο κόσμος παίζει πόκερ με τον καθένα, και ο καθένας θέλει να κερδίσει.

Ήταν πολύ πειστικό το επιχείρημα. Είχε μάλιστα γίνει δημοφιλής η στάση αυτή, όταν διέρρευσαν οι πρώτες πληροφορίες για την νέα σκέψη. Η «RAND Corporation», η οργάνωση στην οποία ανήκαν οι επιστήμονες που ανέλυσαν τους χειριστές των ραντάρ, δρώντας με στρατιωτική μυστικότητα, είχε εξελιχθεί εντός ολίγων ετών, και είχε καταστεί το ισχυρότερο εργοστάσιο σκέψης των ΗΠΑ. Δεν ασχολούνταν πια μόνο με την Σοβιετική Ένωση. Τα πάντα είχαν καταστεί αντικείμενο της εργασίας τους.

Η γέννηση αυτής της νέας σκέψης ονομάστηκε ως «η μεγαλύτερη τομή της διανοητικής ιστορίας της Δύσεως»16. Σε κάθε περίπτωση, η τομή αυτή είναι μια από τις υποτιμημένες. Γιατί μόνο όταν αποδεχθεί κανείς την προϋπόθεση, ότι καθένας δρα μόνο με σκοπό το ίδιον συμφέρον, είναι δυνατόν να μεταφρασθεί πλήρως στην γλώσσα των μαθηματικών η πολύπλοκη συμπεριφορά του ανθρώπου. Τότε είναι δυνατόν να γραφτούν εξισώσεις, να υπολογιστούν οι κινήσεις, να γίνουν μοντέλα διαπραγματεύσεων και συμβιβασμών. Είναι επίσης δυνατόν να προπονηθούν οι άνθρωποι στην νέα «λογική», την οποία κατέχουν, και σαν σε έκσταση εκτελούν αυτόματα. Αυτό το εγχείρημα είναι αδύνατο, εάν υποτεθεί ότι κάθε άνθρωπος μπορεί να γίνει κατανοητός μόνο από τις ιδιαιτερότητες του χαρακτήρος του. 

Αποφασιστικό για την επιτυχία του εγχειρήματος σε παγκόσμια κλίμακα, ήταν το γεγονός ότι οι υπολογισμοί μπορούσαν να γίνονται αστραπιαία, και σχεδόν σε πραγματικό χρόνο. Οι πρώτοι υπολογιστές, τα ιδιοφυή αυτά εργαλεία, περίμεναν να τροφοδοτηθούν με τύπους που περιέγραφαν τους ανθρώπους. Οι υπολογιστικέ μηχανές είναι άχρηστες στην ψυχολογία, αλλά πολύ καλές στον υπολογισμό της μεγιστοποίησης του κέρδους. Οι οικονομολόγοι είχαν αρχίσει να υπολογίζουν τις πολύπλοκες αποφάσεις με την βοήθεια των υπολογιστών. Με καλή χρηματοδότηση από τον στρατό, δοκιμάστηκε και αυτό πρώτα πάνω στην Σοβιετική Ένωση.

Οι υπολογιστές που ανέλυαν τα σήματα που εμφανίζονταν στις οθόνες των ραντάρ, προέβλεπαν διαρκώς, σαν σε ένα στρατιωτικό χρηματιστήριο, τις επόμενες κινήσεις του αντιπάλου. Οι υπολογιστές γίνονταν όλο και καλύτεροι στις προβλέψεις τους. Τι κάνει ο αντίπαλος; Τι σχεδιάζει; Τι κρύβει; Αλλά και Ρώσοι ήταν το ίδιο παρανοϊκοί. Και έτσι κατέληξαν στο εξής: τι κάνει όταν ξέρει, ότι ξέρω τι σχεδιάζει; Οι υπολογιστές είχαν διαπαιδαγωγήσει τους ανθρώπους που δούλευαν με αυτούς. Είχαν δείξει πως πρέπει να σκέφτεται κανείς που ζει στον μοντέρνο κόσμο. Το επεδείκνυαν διαρκώς. Είχαν γίνει ένα με την ανθρώπινη σκέψη, τόσο πολύ, ώστε λίγο καιρό αργότερα, δεν υπήρχε στρατιωτικός (σε θέματα στρατηγικής) που να πίστευε ότι είναι δυνατόν να σκέφτεται κανείς διαφορετικά.

«Μάθε να ενεργείς λογικά» σημαίνει: μάθε να σκέφτεσαι και να ενεργείς έτσι, ώστε η αρχή της σκέψης σου να είναι πως ο καθένας επιδιώκει μόνο το ίδιον συμφέρον. Και το πράγμα δουλεύει ακόμα και σε συμπεριφορές που δείχνουν ανιδιοτελείς: μπορεί κανείς να διερωτάται για πολύ καιρό, γιατί κάποιος χαρίζει 10 ευρώ σε ένα εντελώς άγνωστο του (ή γιατί οι Ρώσοι παίρνουν πρωτοβουλία στην μείωση των εξοπλισμών). Η διδασκαλία αυτή ισχυρίζεται, πως μια τέτοια πράξη μπορεί να κατανοηθεί, μόνο όταν κατανοηθεί πως πίσω από την πράξη κρύβεται κάποιο συμφέρον.

Αυτό όμως το μοντέλο σκέψης, δεν είχε περιοριστεί μόνο στις στρατηγικές των εξοπλισμών και του πολέμου. Δεν ήταν απλά ένα εργαλείο. Είχε εξελιχθεί σε μια υποβόσκουσα, μακροχρόνια διδασκαλία του εγωισμού. Ο υπολογιστής είχε επιδείξει πόσο μακρυά μπορεί να φτάσει κανείς εάν έχει αυτό το κίνητρο ως βάση των υπολογισμών του. Ήταν μια αθώα μηχανή. Αυτό όμως με το οποίο την τάισαν, εξελίχθηκε από ένα σύστημα εξάσκησης σε ένα «σύστημα κατήχησης»17.

Στα ψυχρά εκείνα χρόνια της δεκαετίας του ’50, κανείς ίσως δε θα πίστευε, πως η εικόνα του ανθρώπου που είχε δημιουργηθεί τότε, θα προκαλούσε 50 χρόνια μετά και χρόνια μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, φόβο και τρόμο στον κόσμο, και πως θα άλλαζε εκ θεμελίων τις κοινωνικές σχέσεις. Αυτό που αντιμετωπίζουμε σήμερα δεν είναι έργο μερικών εγωιστών manager των hedgefonds ή άπληστων τραπεζιτών. Αυτοί είναι απλά ένα σύμπτωμα. Τότε, στην παγωνιά των εξοπλιστικών ανταγωνισμών, και όχι στις οικονομικές κρίσεις του 21ου αιώνα, απελευθερώθηκε κάτι, του οποίου η καριέρα άρχισε για τα καλά μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου