Τρίτη 23 Απριλίου 2013

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ…ΗΤΑΝ Ο ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ ΕΥΓΕΝΕΙΑΣ (μέρος 1ο)


imagesΛέγοντας στον υπάλληλο του σταθμού: «Μου δίνετε ένα εισιτήριο;» ή στον επιστάτη σας: «Πώς είστε Κύριε Χ;» ίσως να έχετε σκεφθεί κάποια στιγμή, «Μα καλά, από πότε ισχύει να μιλάω σε έναν άνθρωπο σαν να είναι πολλοί;;; Κι επιπλέον αυτό να θεωρείται πιο ευγενικό;!
Εν πρώτοις, αν το αναλογιστεί κανείς με την τετράγωνη λογική, δεν μπορεί παρά να καταλήξει στο ότι πρόκειται για παράνοια. Για να εκτιμήσουμε όμως ορθά αυτό το κοινωνιογλωσσικό φαινόμενο κρίνεται αναγκαίο να διευκρινιστούν τα δύο του επίπεδα, με ένα ενιάμεσο μεταβατικό στάδιο:
Α.         Χρήση πληθυντικού στη θέση του ενικού αριθμού
ΑÞ Β.  Το Α είναι απευθυντικός τρόπος προς ευγενείς(=αριστοκράτες)
Β.         Το Α θεωρείται ευγενικό.(=ευπρεπές)
Όσον αφορά στο πρώτο επίπεδο, θα πρέπει να ανατρέξουμε στη μεταομηρική εποχή, και μάλιστα λίγο μετά την άφιξη των «προσφύγων» Τρώων, μαζί με Λακεδαιμόνιους και Πελασγούς, στην ιταλική χερσόνησο και συγκεκριμένα στο Λάτιο. Εκεί λοιπόν ζούσαν κάποτε δύο αδέρφια, ο Ρώμος και ο Ρωμύλος, εγγόνια του βασιλιά της Άλμπα Λόνγκα, Νουμίτωρα. Που ήταν μακρινός απόγονος του Τρώα Αινεία. Ο Νουμίτωρας λοιπόν τους παραχώρησε μία περιοχή για να χτίσουν μία πόλη στο όνομά τους, τη Ρώμη, 19 χλμ ΝΑ της Άλμπα Λόνγκα. Καθώς χτιζόταν, τα δύο αδέρφια μάλωσαν και ο Ρώμος σκότωσε το Ρωμύλο. Αυτό συνέβη στις 21 Απριλίου του 753 π.Χ.(Είχε προηγηθεί κι άλλος τσακωμός για το που θα την έχτιζαν. Τελικά με βάση τους οιωνούς, επικράτησε η πρόταση του Ρωμύλου, δηλαδή ο Παλατίνος λόφος.)

Μόνο που μετά την αδελφοκτονία, βρήκαν τη Ρώμη και το Ρωμύλο πολλές συμφορές…κι ο Ρωμύλος ανήσυχος ζήτησε χρησμό από το μαντείο. Ο χρησμός που πήρε και που δεν ήταν και ο καλύτερος, έλεγε: « ει μή συγκαθεσθή σοι ό αδελφός έν τώ βασιλικώ θρόνω, ου μή σταθή η πόλις σου Ρώμη ούτε ησυχάση ό δήμος» (=αν δεν καθήσει πλάι σου στο βασιλικό θρόνο ο αδερφός σου, δεν πρόκειται να σταθεί η πόλη σου, ούτε να ησυχάσει ο δήμος.» Έτσι ο Ρωμύλος κατέληξε στο να παραγγείλει ένα άγαλμα του Ρώμου, το οποίο τοποθέτησε δίπλα στο θρόνο του, στο θρόνο του μακαρίτη αδερφού του. Επιπλέον, στα διατάγματά του χρησιμοποιούσε τον πληθυντικό «Εμείς», ενώ υποχρέωνε τους υπηκόους του να του μιλούν στον πληθυντικό, σαν να απευθύνονταν και στους δύο.
Τα χρόνια περνούν και φτάνουμε στον 4ο αι. π.Χ. Τότε ο Μέγας Αλέξανδρος έλεγε συχνά «εμείς» αντί «εγώ». Αυτή η πληροφορία προέρχεται από τον  Αλέξανδρο του Πλούταρχου, ο οποίος βασίζεται σε ένα σχετικό έργο του Ονησίκριτου, Αθηναίου μάντη που είχε ακολουθήσει τον Αλέξανδρο στην Ασία.
Η ιδιότροπη αυτή βασιλική επιθυμία φαίνεται ότι έγινε συνήθεια κι ότι δεν εγκαταλείφθηκε, καθώς τον 4ο αι.μ.Χ., συναντάμε το ίδιο φαινόμενο, για διαφορετικό όμως λόγο. Τότε στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία υπήρχαν δύο αυτοκράτορες, ένας του ανατολικού τμήματος που έδρευε στην Κωνσταντινούπολη κι ένας του δυτικού που έδρευε στη Ρώμη. Οι Brown και Gilman αναφέρουν ότι: « Λόγω των μεταρρυθμίσεων του Διοκλητιανού η αυτοκρατορική υπηρεσία (αν και διμελής η ανώτατη εξουσία) ήταν διοικητικά ενιαία. Οι λέξεις που απευθύνονταν σε έναν από τους δύο θεωρούνταν επομένως ότι απευθύνονταν και στους δύο. Η επιλογή του vos (=εσείς) κατά τις προσφωνήσεις ίσως αποτελούσε την απάντηση σε αυτή την ενυπάρχουσα δυαδικότητα. Ο αυτοκράτορας είναι και κατά μία άλλη έννοια πολλοί. Είναι η κορυφή του λαού του και μιλά ως αντιπρόσωπός του..» Ο σκοπός δηλαδή σε αυτή την περίπτωση δεν ήταν «να ξορκίσουν το κακό» όπως έκανε ο Ρώμος, αλλά να τονίσουν την ενότητα που επιδίωκαν να υφίσταται μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Δεν αποκλείεται βέβαια να κράτησαν αυτήν την παρακαταθήκη και από το Μέγα Αλέξανδρο, προς το πρόσωπο του οποίου οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες είναι γνωστό ότι έτρεφαν βαθύ θαυμασμό κι εκτίμηση. Ενσωματωμένο πλέον στην ελληνορωμαϊκή παράδοση ήταν επόμενο να μεταφυτευθεί και στην βιβλική Εβραϊκή.
Όπως φαίνεται από τους νομικούς κώδικες, στα χρόνια του Βυζαντίου, και ειδικά στους πρώτους αιώνες, οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες, εφόσον ακολουθούσαν το ρωμαϊκό δίκαιο εξέφραζαν τη νομοθετική τους βούληση με τον πληθυντικό της μεγαλοπρέπειας. Αυτός με τη σειρά του προκαλούσε τη χρήση του πληθυντικού ευγένειας, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν.
Στη συνέχεια, η χρονομηχανή μας, μας φέρνει στην Αγγλία του 11ου αιώνα. Την εποχή εκείνη τελούσε υπό τη Νορμανδική κατάκτηση. Οι Νορμανδοί παρατήρησαν ότι Αγγλοσάξονες φεουδάρχες  και κολλήγοι μιλούσαν στον πληθυντικό προς αλλήλους, ως εκπρόσωποι διαφορετικών ομάδων. Δεν θα πρέπει να μας ξενίζει αν αναλογιστούμε το γεγονός ότι στο φεουδαρχικό σύστημα οι κοινωνικές τάξεις ήταν πολύ έντονα διαχωρισμένες, κάτι λιγότερο από τις ινδικές κάστες. Οι Γάλλοι κατακτητές αυτό τον γραμματικό πληθυντικό τον εξέλαβαν ως πληθυντικό μεγαλοπρέπειας (εμείς) και ευγένειας (εσείς) αντίστοιχα. Ο δεύτερος δεν είναι παρά μια απάντηση και συνάμα φυσική συνέπεια του πρώτου. Όπως γίνεται αντιληπτό, σε αυτή την περίοδο βρισκόμαστε στο μεταβατικό στάδιο, δηλαδή αρχίζει να γίνεται αντιληπτό ως ο ευπρεπής απευθυντικός τρόπος προς τα μέλη της υψηλής κοινωνίας. Ο πληθυντικός προς το ένα πρόσωπο ήρθε να καλύψει την ανάγκη των ευγενών να ξεχωρίζουν από τον απλό λαό, το «σκυλολόι», που έλεγαν οι Κερκυραίοι αριστοκράτες, και στο γλωσσικό επίπεδο.
Βέβαια, οι Γάλλοι θεωρούσαν τους Αγλοσάξονες άξεστους και από την πλευρά τους πάλι τα μέλη της υψηλής αγγλοσαξονικής κοινωνίας δεν έχαναν ευκαιρία να τους μιμούνται και να εξασκούν τα γαλλικά τους. Είναι η εποχή που εισβάλλουν οι πρώτες γαλλικές λέξεις στο αγγλικό λεξιλόγιο κι επικρατεί η αντίληψη ότι η γαλλική είναι περισσότερο καλλιεργημένη και ταιριάζει με τους «λεπτούς» αριστοκρατικούς τρόπους. Απορίας άξιο λοιπόν είναι πώς αυτή τη φορά η επίδραση συντελέστηκε με την αντίθετη φορά. Το θέμα, αναμφίβολα, χρήζει περισσότερης διερεύνησης.
Επιπρόσθετα, η ειρωνεία του πράγματος είναι ότι ενώ εκείνη την εποχή στην αγγλική χρησιμοποιούνταν το δεύτερο ενικό πρόσωπο thou, κι έτσι ήταν σαφής ο διαχωρισμός ανάμεσα στο «εσύ» και στο «εσείς», κάτι που ενέπνευσε τα πορίσματα των Γάλλων, έπειτα αποβλήθηκε. Λογικό, αν σκεφτεί κανείς πόσο αυστηροί είναι οι Άγγλοι με την τυπική ευγένεια. Έχει γραφτεί μάλιστα ότι ίσως είναι κι ο μοναδικός λαός στον κόσμο που χρησιμοποιεί την αρνητική ευγένεια, δηλαδή όχι για ελαχιστοποίηση συγκρούσεων και οικειότητα, αλλά για διατήρηση της απόστασης. Θα λέγαμε ότι κατά κάποιο τρόπο εμμένουν περισσότερο στο μεταβατικό στάδιο. Αλλά αυτό το θέμα βρίσκεται εκτός των ορίων αυτού του άρθρου.
Καταλήγοντας, από τα παραπάνω προκύπτει ότι την πατρότητα του πληθυντικού ευγενείας μοιράζονται οι Ρωμαίοι, οι Έλληνες και οι Γάλλοι. Είθισται να λέγεται ότι είναι ξενόφερτο προϊόν, διότι γίνεται ένας τελείως αντιεπιστημονικός διαχωρισμός ανάμεσα στους Βυζαντινούς και στους Έλληνες και δεν εκλαμβάνεται η συνέχεια της ενιαίας ελληνικής γλώσσας . Τελικά, μάλλον οι Δυτικοί μιμήθηκαν μία ελληνορωμαϊκή  συνήθεια, η οποία έχοντας ξεθωριάσει κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο και κατά την τουρκοκρατία, επανήλθε ως «αντιδάνειο» την εποχή του Όθωνα, μέσω των Φαναριώτικων αριστοκρατικών οικογενειών.
Σε επόμενα άρθρα θα δούμε μια συγκριτική παρουσίαση της χρήσης του πληθυντικού ευγενείας ανά τον κόσμο, καθώς και τη χρήση του από το Νεοέλληνα.
Βιβλιογραφία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου