Είμαι από αυτούς που πριν από αρκετές εβδομάδες με σχετική αρθρογραφία μου είχα επισημάνει τα ελαττώματα και τους κινδύνους από την τοποθέτηση του Στρατηγού, Μάϊκλ Φλήν, στην πολύ κρίσιμη και ευαίσθητη θέση του Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας του Αμερικανού Προέδρου, Ντόναλντ Τράμπ, με αφορμή άρθρο του σχετικά με την Τουρκία, το οποίο είχε όλα τα στοιχεία προϊόντος κατά παραγγελία εταιρίας δημοσίων σχέσεων της Ουάσιγκτον που είχε συμβόλαιο με την Άγκυρα.
Τότε ελάχιστοι από αυτούς που σήμερα κραυγάζουν για σκάνδαλο και χρησιμοποιούν την παραίτησή του για να πλήξουν τον Προεδρία Τράμπ, έδειξαν να ενοχλούνται από το γεγονός αυτό. Ούτε, με ελάχιστες εξαιρέσεις, στα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης των ΗΠΑ, αλλά ούτε και στο Κογκρέσο, όπου τα τελευταία εικοσιτετράωρα Δημοκρατικοί και κάποιοι γραφικοί Ρεπουμπλικάνοι ζητούν έρευνες και ακροάσεις. Και αυτό διότι προφανώς οι περισσότεροι από αυτούς έχουν γίνει κατά καιρούς αποδέκτες των εκατομμυρίων δολαρίων που δαπανά η Τουρκία στην αμερικανική πρωτεύουσα για να προωθεί τις θέσεις και τα συμφέροντά της.
Ως εδώ, για κάποιον που γνωρίζει το παραδοσιακό σύστημα εθνικής ασφάλειας της Ουάσιγκτον, όλα καλά και προβλέψιμα. Όμως, αυτό που εξελίσσεται τα τελευταία εικοσιτετράωρα στην αμερικανική πρωτεύουσα όχι μόνο ξεπερνά τα παραδοσιακά δεδομένα, αλλά αγγίζει τα όρια εγκληματικής ανευθυνότητας. Και όταν μάλιστα είναι παραπάνω από εμφανές ότι γίνεται για λόγους πολιτικού ρεβανσισμού και αδυναμία αποδοχής μιας καθαρής ήττας ενός συστήματος που υπερβαίνει τα όρια
Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών, και ενώνει αυτούς που βρίσκονται για δεκαετίες στη μισθοδοσία αυτού του ξεπερασμένου από την εποχή και τις εξελίξεις συστήματος, τότε το έγκλημα είναι ειδεχθές.
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου στις ΗΠΑ, και ειδικά στο τελευταίο κρίσιμο διάστημα, το σύστημα αυτό για να αντιμετωπίσει την αποδοχή που είχε το μήνυμα Τράμπ, εκτός των μητροπόλεων της Ανατολικής και Δυτικής Ακτής των ΗΠΑ, στην πλατιά Αμερική, έπαιξε γερά το χαρτί της συνδιαλλαγής στελεχών της ομάδας του Ντόναλντ Τράμπ με τη Ρωσία και την προσπάθεια της Μόσχας να επηρεάσει το αποτέλεσμα των εκλογών υπέρ του τότε υποψήφιου Τράμπ. Η ζαριά δεν πέτυχε και ο κ. Τράμπ κόντρα στο σύστημα κατάφερε μια αναπάντεχη νίκη και εκλέχθηκε Πρόεδρος των ΗΠΑ.
Το λάθος του Αμερικανού Προέδρου και του επιτελείου του στο Λευκό Οίκο, ήταν ότι επαναπαύτηκαν και πίστεψαν ότι το σύστημα αυτό θα σταματούσε αυτή την προσπάθεια. Και ας έβλεπαν να διαρρέουν οι τηλεφωνικές συνομιλίες και οι διάλογοι του Προέδρου με ξένους ηγέτες από το Οβάλ Γραφείο στις εφημερίδες. Δυστυχώς τα ελαττώματά και ο χαρακτήρας του Στρατηγού Φλήν, έδωσαν στους μισθοφόρους του εν λόγω συστήματος μέσα στις υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ, το άνοιγμα που αναζητούσαν για να πλήξουν τον Πρόεδρο και την κυβέρνηση Τράμπ, μέσω των τηλεφωνικών συνομιλιών που είχε με τον Πρέσβη της Ρωσίας στην Ουάσιγκτον κατά τη διάρκεια της περιόδου μετάβασης της εξουσίας αμέσως μετά τις εκλογές. Και βέβαια δεν χρειάζεται να ειπωθεί καν ότι ο Μπαράκ Ομπάμα και η ομάδα του έκαναν ότι μπορούσαν για να διευκολύνουν το εν λόγω σχέδιο.
Για να μην υπάρξει παρεξήγηση, είμαι από αυτούς που εδώ και αρκετά χρόνια μέσω της αρθρογραφίας μου έχω κάνει σαφή την άποψή μου ότι ο Πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, είναι ένας απολυταρχικός ηγέτης που λειτουργεί και θα συνεχίσει να λειτουργεί με πλοηγό τα αισθήματα μίσους εναντίον των ΗΠΑ και της Δύσης γενικότερα, με τα οποία έχει εμποτιστεί ως πρώην πράκτορας της KGB, αρνούμενος να αποδεχθεί τη συντριπτική ήττα και διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, από τον Ρόναλντ Ρέηγκαν και τη Δύση. Την ίδια στιγμή αναγνωρίζω ότι σε σχέση με τις σημερινές ηγεσίες, για τον Πρόεδρο Τράμπ είναι πολύ νωρίς να διαμορφώσω άποψη, σε Ευρώπη και αλλού είναι ο καλύτερος στρατηγικός παίκτης.
Λέγοντας τα παραπάνω, και για να επανέλθω στον επικίνδυνα εγκληματικό χαρακτήρα των γεγονότων, όλοι αυτοί οι υποστηρικτές του συστήματος που τους σιτίζει για δεκαετίες, επέλεξαν να χρησιμοποιήσουν και να καταστήσουν τις σχέσεις μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ρωσίας, ένα θέμα υψίστης εθνικής ασφάλειας με παγκόσμιες προεκτάσεις, αντικείμενο φθηνής πολιτικής αντιπαράθεσης και πολιτικού ρεβανσισμού. Και το ερώτημα που μπαίνει στο τραπέζι είναι αμείλικτο. Τελικά τι επιδιώκουν οι υμνητές του παρωχημένου και διεφθαρμένου συστήματος; Μια επιστροφή σε ένα καθεστώς σύγκρουσης και Ψυχρού Πολέμου, μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας, με τη διαλυμένη Ευρώπη, ως πεδίο αυτής της εξαιρετικά, εάν επέλθει, αντιπαράθεσης και πιθανής σύγκρουσης των δυο δυνάμεων; Και όλα αυτά για να καταφέρουν να πουν στους εαυτούς τους, ναι μας κέρδισε ο Τράμπ, αλλά εμείς τον τελειώσαμε πριν καν αρχίσει. Με ποιο τίμημα; Την επιστροφή του διεθνούς συστήματος σε μια εποχή σκληρής αντιπαράθεσης, τη στιγμή μάλιστα που η εξτρεμιστική ισλαμική τρομοκρατία, με αποκλειστική ευθύνη του Μπαράκ Ομπάμα και της οκταετούς διακυβέρνησης του, έχει εξαπλωθεί ανεξέλεγκτα και δρα με απίστευτη αγριότητα και αδιαφορία για την ανθρώπινη ζωή.
Ας καταλάβουν λοιπόν οι στερούμενοι ουσιαστικών προτάσεων και λύσεων σε όλα τα επίπεδα, Δημοκρατικοί στο Κογκρέσο, τα αρνούμενα να αποδεχθούν τον εξευτελισμό τους συστημικά μέσα ενημέρωσης, το κλαμπ των Νεοσυντηρητικών Ρεπουμπλικάνων της Ουάσιγκτον, ότι παίζουν με τη φωτιά και με το μέλλον του πλανήτη για ένα καπρίτσιο και μια άρνηση αποδοχής της πραγματικότητας. Οι απλοί πολίτες έχουν βαρεθεί τη συμπεριφορά και τις πολιτικές της αστικής ελίτ, η οποία ξέρει να γράφει διατριβές για το πώς να αλλάξεις ένα σκασμένο λάστιχο, αλλά είναι άχρηστη να πιάσει το γρύλο να το αλλάξει. Οι κοινωνίες σε παγκόσμια κλίμακα έχουν σιχαθεί τους δήθεν λόγιους που τα λένε και τα γράφουν ωραία, με αποτέλεσμα να διψάνε και μια αντιμετώπιση των τεράστιων προβλημάτων με την κοινή λογική.
Αλλά και ο Πρόεδρος Τράμπ και το επιτελείο του, πρέπει να καταλάβουν ότι τώρα βρίσκονται στο Λευκό Οίκο και στα χέρια τους και από τις δράσεις τους κρίνεται η τύχη του πλανήτη. Ο χειρισμός των επισκέψεων του Ιάπωνα Πρωθυπουργού, του Πρωθυπουργού του Καναδά, και η καθαρότητα των θέσεων στις επαφές κατά την επίσκεψη του Πρωθυπουργού του Ισραήλ, πρέπει να είναι το πλαίσιο και ο κανόνας στην αντιμετώπιση των θεμάτων στην εξωτερική πολιτική. Χρειάζεται πολύ περισσότερο, Τζέημς Μάτις και Ρέξ Τίλλερσον.
Ας μην παίζουν λοιπόν κάποιοι με τη φωτιά, γιατί κάποιες φορές ξεφεύγει από τον έλεγχο.
* Ο Δημήτρης Γ. Απόκης είναι Διεθνολόγος Απόφοιτος του The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies, The Johns Hopkins University και Δημοσιογράφος
Πηγή MIgnatiou
Ας μιλήσουμε επιτέλους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου