Είχα προγραμματίσει όμορφα το Σαββατοκύριακό μου. Το Σάββατο το βράδυ θα
πήγαινα σε ένα πάρτι και το απόγευμα της Κυριακής θα συναντιόμασταν με τους
φίλους μου να παίξουμε ποδόσφαιρο στο γήπεδο.
Ήμουν πολύ ενθουσιασμένος που τέλειωσε επιτέλους άλλη μια δύσκολη εβδομάδα,
γι” αυτό και δεν του έδωσα περισσότερο σημασία. Σήκωσα τους ώμους μου και
συνέχισα τον δρόμο μου.
Καθώς περπατούσα, είδα μια ομάδα παιδιών να τρέχουν προς το μέρος του. Τον
πλησίασαν, πέταξαν τα βιβλία από τα χέρια του, του έβγαλαν τα γυαλιά του και
τον έσπρωξαν με δύναμη. Το αγόρι προσγειώθηκε άσχημα στο χώμα.
Τον κοίταξα και είδα αυτή την τρομερή θλίψη στα μάτια του. Τον λυπήθηκα. Όταν
τα αγόρια έφυγαν, τον πλησίασα για να τον βοηθήσω. Σέρνονταν στο χώμα
ψάχνοντας τα γυαλιά του. Δεν δυσκολεύτηκα να δω ένα δάκρυ να κυλάει από τα
μάτια του.
Τη στιγμή που του έδινα τα γυαλιά του, μου είπε «Αυτοί οι τύποι είναι ηλίθιοι.
Δεν έχουν κάτι άλλο να κάνουν στη ζωή τους και ασχολούνται συνέχεια μαζί μου».
Φόρεσε τα γυαλιά του, με κοίταξε και μου είπε «Σε ευχαριστώ!». Για πρώτη φορά
τον είδα να χαμογελάει. Ήταν ένα από εκείνα τα χαμόγελα που έδειχναν
πραγματική ευγνωμοσύνη. Τον βοήθησα να μαζέψει τα βιβλία του και τον ρώτησα
πού έμενε. Όπως αποδείχθηκε, το σπίτι του ήταν πολύ κοντά στο δικό μου, οπότε
τον ρώτησα γιατί δε τον είχα δει ποτέ ξανά στο παρελθόν.
Μου είπε ότι πριν πήγαινε σε ιδιωτικό σχολείο. Δεν είχα κάνει ποτέ παρέα με
κάποιον που πήγαινε σε ιδιωτικό σχολείο.
Πήρα από τα χέρια του τα μισά βιβλία του και ξεκινήσαμε να προχωράμε προς τα
σπίτια μας. Σε όλη τη διαδρομή δε σταματήσαμε να μιλάμε.
Τελικά ο Κάιλ ήταν
ένα πολύ ενδιαφέρον παιδί και μου άρεσε η παρέα του.
Τον ρώτησα αν ήθελε να παίξει ποδόσφαιρο τη Κυριακή με μένα και με τους φίλους
μου. Δέχτηκε με χαρά. Κάναμε παρέα όλο το Σαββατοκύριακο και όσο περισσότερο
τον γνώριζα, τόσο πιο πολύ μου άρεσε να κάνω παρέα μαζί του. Αλλά και οι φίλοι
μου είχαν την ίδια άποψη με έμενα.
Τη Δευτέρα το πρωί ήρθε στο σχολείο κουβαλώντας πάλι όλα τα βιβλία του.
Τον σταμάτησα και του είπα χαμογελαστός «Πω πω φίλε, με αυτό που κάνεις κάθε
μέρα με τα βιβλία σου, δε θα αργήσεις να αποκτήσεις μυς σε όλο σου το σώμα».
Εκείνος γέλασε και μου έδωσε να κουβαλήσω τα μισά από τα βιβλία του.
Κατά τη διάρκεια των επόμενων ετών στο σχολείο, ο Κάιλ και εγώ, γίναμε οι
καλύτεροι φίλοι. Τελειώνοντας το Λύκειο αρχίσαμε να σκεφτόμαστε το κολλέγιο.
Ο Κάιλ ήθελε να πάει στο Georgetown ενώ εγώ σκεφτόμουν πολύ σοβαρά το Duke.
Ήξερα ότι τα χιλιόμετρα δε θα μπορούσαν να σταθούν ποτέ εμπόδιο στη φιλία μας.
Εκείνος ήθελε να γίνει γιατρός και εγώ ήθελα να πάω στη Γυμναστική ακαδημία.
Όταν ήρθε η μέρα της αποφοίτησης ο Κάιλ ήταν αυτός που θα εκφωνούσε τον
αποχαιρετιστήριο λόγο της τάξης μας. Τον πείραζα όλη την ώρα γι” αυτό. Του
έλεγα με χαμόγελο πως ήταν φυτό, αλλά η αλήθεια ήταν πως χαιρόμουν πολύ με τη
επιτυχία του.
Όταν σηκώθηκε για να ξεκινήσει τον λόγο του, τον κοίταξα περήφανος. Αυτό το
παιδί βρήκε πραγματικά τον εαυτό του κατά τη διάρκεια του γυμνασίου. Όλα τα
παιδιά τον αγαπούσαν. Ακόμη και τα κορίτσια.
Στέκονταν εκεί όρθιος μπροστά σε όλους και έμοιαζε δυνατός, ανίκητος και πολύ
όμορφος. Του πήγαιναν τα γυαλιά του. Η αλήθεια είναι ότι τα δυο τελευταία
χρόνια έβγαινε περισσότερα ραντεβού από έμενα. Εντάξει, ίσως για αυτό να τον
ζήλευα λιγάκι!
Όταν ξεκίνησε να μιλάει, μπορούσα να καταλάβω ότι ήταν νευρικός. Κόμπιαζε.
Σηκώθηκα όρθιος και του χαμογέλασα για να του δώσω κουράγιο. Με κοίταξε και
μου ψιθύρισε χαμογελαστός: «Σε ευχαριστώ φίλε».
Καθάρισε το λαιμό του και άρχισε.
«Σήμερα θα πρέπει να ευχαριστήσετε πραγματικά όλους όσους σας βοηθήσαν να τα
καταφέρετε όλα αυτά τα δύσκολα χρόνια. Τους γονείς σας, τους καθηγητές σας, τα
αδέλφια σας ακόμη και τους οδηγούς των σχολικών λεωφορείων. Αλλά περισσότερο
από όλους θα πρέπει να ευχαριστήσετε τους φίλους σας. Είμαι εδώ για να πω σε
όλους σας, ότι το να είσαι φίλος με κάποιον είναι το καλύτερο δώρο που μπορείς
να του χαρίσεις.
Θα σας πω μια ιστορία..»
Σήκωσα το βλέμμα μου και τον κοίταξα με έκπληξη την ώρα που διηγούνταν σε
όλους εκείνη την ιστορία της πρώτης μέρας που συναντηθήκαμε.
Έμεινα με ανοιχτό το στόμα όταν τον άκουσα να λέει ότι είχε προγραμματίσει να
αυτοκτονήσει εκείνο το Σαββατοκύριακο.
Μίλησε για το πώς είχε καθαρίσει ντουλάπι του, για να μην το κάνει η μαμά του
αργότερα και για το πως μετέφερε όλα τα πράγματά του σπίτι του. Σταμάτησε για
λίγο και με κοίταξε χαμογελαστός.
«Ευτυχώς, σώθηκα. Ο φίλος μου με έσωσε από το να κάνω κάτι πολύ άσχημο για
μένα και την οικογένεια μου».
Όλοι τον άκουγαν με κομμένη την ανάσα την ώρα που αυτό το όμορφο, δημοφιλές
αγόρι άνοιγε την ψυχή του. Γύρισα και είδα τη μαμά και τον μπαμπά του. Με
κοίταζαν χαμογελώντας με ευγνωμοσύνη.
Πατερικός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου