Σάββατο 21 Μαρτίου 2015

Η οικολογία του Βορρά και εκείνη του Νότου

94263430_o

Ο Στράτος Μεϊντανόπουλος γράφει από τις Βρυξέλλες Ρήξη φ. 112


Άλλο πράγμα η οικολογία του Νότου κι άλλο η οικολογία του Βορρά. Ακούγοντας τη λέξη «οικολογία» στην Ελλάδα, ο πολίτης δεν ξέρει αν θα πρέπει να καγχάσει για τις συναλλαγές στο όνομα της «πράσινης ανάπτυξης», αν θα πρέπει να νιώσει συμπάθεια για ένα εναλλακτικό κίνημα που αλλάζει την καθημερινή ζωή του ή αν θα πρέπει να ειρωνευτεί κάποια σύγχρονη μόδαμ η οποία, στο κάτω-κάτω, δεν λύνει κάποια άμεσα προβλήματά του. Ο Αλγερινός φιλόσοφος Μοχάμεντ Ταλέμπ απαντά σε αυτήν την απορία στο πρόσφατο βιβλίο του με τίτλο «Η οικολογία από τη σκοπιά του Νότου». (Ειρήσθω εν παρόδω: είναι φυσιολογικό ένας Αραβας διανοούμενος να λύνει μιαν ελληνική απορία, μια απορία που διατυπώνεται δηλαδή στο μεταίχμιο Ανατολής και Δύσης και στη γκρίζα ζώνη μεταξύ αποικιοκρατουμένων και αποικιοκρατών). Σταχυολογώ αποσπάσματα από τη σχετική συνέντευξη που έδωσε στο τεύχος Φεβρουαρίου του γαλλικού περιοδικού Decroissance (‘’Απανάπτυξη’’):
«Πιστεύω ακράδαντα ότι οι ελίτ από τον χώρο της πολιτικής, της οικονομίας, του πολιτισμού και των μέσων ενημέρωσης θέλουν να πιστεύουμε ότι η παγκοσμιοποίηση αποτελεί κάτι το αναπόφευκτο. Ορισμένοι πιστεύουν ότι είναι προς όφελος όλων μας, άλλοι ότι πρέπει να γίνει πιο ηθική και άλλοι, τέλος, ότι πρέπει να υπάρξει μια ‘’άλλη’’ παγκοσμιοποίηση. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε το εξής: πίσω από την πλανητική οικονομία, την πλανητική επικοινωνία, τον πλανητικό μοντερνισμό, υπάρχει, ουσιαστικά, η δυτική οικονομία, η δυτική επικοινωνία, ο δυτικός μοντερνισμός. Η παγκοσμιοποίηση είναι, νομίζω, μία λέξη που εξαπατά. Πρόκειται ουσιαστικά περί εκδυτικισμού.
Η παγκοσμιοποίηση βασίζεται στην αρχή των άνισων ανταλλαγών στις σχέσεις Βορρά-Νότου. Δεν πρόκειται για δύο διαφορετικά και ανεξάρτητα συστήματα (ανεπτυγμένος Βορράς και υπανάπτυκτος Νότος) αλλά για ένα και μοναδικό σύστημα όπου η ανάπτυξη του Βορρά και η υπανάπτυξη του Νότου είναι αλληλένδετα. Η άνιση σχέση μεταξύ των είναι δομική. Ακόμα κι αν ο Νότος αυξήσει την παραγωγή και την κατανάλωση θα παραμείνει εσαεί στο στάδιο του εξηρτημένου καπιταλισμού.
Αυτή η εισαγωγή ήταν απαραίτητη για να δούμε τη διαφορά της οικολογίας του Νότου και της οικολογίας του Βορρά. Η πρώτη είναι απαραίτητη για την επιβίωση του πληθυσμού, η δεύτερη αποτελεί απλώς (πλην μιας συνεπούς μειοψηφίας) μία ενασχόληση, μία ψυχική διάθεση. Εν μέρει η διαφορά είναι και ταξική: ο λαϊκός χαρακτήρας της οικολογίας του Νότου (αγροτες και φτωχά στρώματα των πόλεων) έρχεται σε χτυπητή αντίθεση με την οικολογία του Βορρά στην οποία κυριαρχούν οι εύπορες μεσαίες τάξεις και η οποία είνα συνώνυμη με τον πράσινο καπιταλισμό.
Και μιά ακόμη θεμελιώδης διαφορά των δύο: η πνευματική διάσταση, η οποία σχεδόν απουσιάζει στον Βορρά. Η οικολογία στην Ινδία, στη Βραζιλία, στην Μπουρκίνα Φάσο, στην Παλαιστίνη είναι αδιαχώριστη από την έννοια του ιερού. Ασφαλώς η θρησκεία αλλοτριώνει και η σχέση της με την πολιτική είναι επαμφοτερίζουσα. Συγχρόνως όμως πρέπει να είναι κανείς τυφλός για να μη δει ότι η θρησκεία διαδραμάτιζε και διαδαματίζει ρόλο στη δυναμική της οικολογίας, της δημοκρατίας, της αλληλέγγυας οικονομίας. Στη Δύση πάλι – ακόμα κι αν ορισμένοι προωθούν την οικολογία ως χαρούμενη λιτότητα, ως εκούσια απλότητα – η οικολογία είναι συνήθως τεχνοκρατική και ο ρόλος των εμπειρογνωμόνων υπέρ του δέοντος σημαντικός και όχι πάντα νομιμοποιημένος.
Στο Βορρά το περιβάλλον αποτελεί «πόρο». Στο Νότο το περιβάλλον ανήκει στην κοινότητα. Ο δεσμός με τη γη είναι ωφελιμιστικός αλλά και πνευματικός. Στο Νότο οι οικολογικοί αγώνες είναι έκφραση:
• ταξικής πάλης, αφενός, μεταξύ καταπιεσμένων λαών ή αδύναμων κοινοτήτων και, αφετέρου, πολυεθνικών, νεοαποικιακών και ιμπεριαλιστικών κρατών και τοποτηρητών τους (παρασιτική αστική τάξη, γαιοκτήμονες κ.ά.)
• πολιτισμικού αγώνα, ώστε να διασωθει η προγονική τεχνογνωσία και οι πολιτιστικές παραδόσεις από τη δυτική επέλαση
• πνευματικού αγώνα, ώστε να προφυλαχθεί η θρησκευτική κληρονομιά και η έννοια του ιερού από την τυποποίηση και τον βιασμό του φαντασιακού
• περιβαλλοντικού αγώνα για την προστασία του χώρου οπου ζουν οι ντόπιοι πληθυσμοί.
Δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε τον οικολογικό αγώνα των κινημάτων από το ιμπεριαλιστικό κεφάλαιο του Βορρά, από τις ντόπιες κοινωνικές τάξεις που το στηρίζουν.
Το κίνημα της απανάπτυξης μοιράζεται μεγάλο κομμάτι από τις ανησυχίες της οικολογίας του Νότου. Δυστυχώς όμως η απανάπτυξη θεωρείται ως ποσοτικό θέμα ενώ είναι ποιοτικό.
Η πρόκληση, ενάντια στη βιώσιμη ανάπτυξη που προωθεί ο Βορράς, είναι να οικοδομήσουμε συμμαχίες με τη θεολογία της απελευθέρωσης, τον οικοσοσιαλισμό, την κοινωνική και ελευθεριακή οικολογία, τον οικοφεμινισμό, τον ρομαντικό μαρξισμό.»

Βαρουφάκης
Ολόκληρο σχεδόν τον Φεβρουάριο, η νέα ελληνική κυβέρνηση, με πρώτο του χορού τον Γ. Βαρουφάκη, μονοπώλησε την ευρωπαϊκή επικαιρότητα. Με τρόπο ορμητικό και ανορθόδοξο.
Το αριστερό, φιλελεύθερο ολλανδικό περιοδικό De Groene Amsterdammer (26.02) θεωρεί εσκεμμένη αυτή την τακτική. Στόχος της ελληνικής κυβέρνησης ήταν, γράφει, να επιτεθεί στην κυρίαρχη σκέψη, στην ηγεμονία: «Η ηγεμονική σκέψη αυτή τη στιγμή εκφράζεται από τη λιτότητα. Και πώς επιτίθεται κανείς; Με συνεχή πίεση. Αυτό εξηγεί τις πολλές διαδηλώσεις εντός και εκτός Ελλάδας υπέρ του Σύριζα. Αλλά και τους οραματικούς λόγους και συνεντεύξεις των Τσίπρα και Βαρουφάκη. Συχνά φαίνεται να μη μιλούν με τους συνομιλητές τους αλλά να απευθύνονται σε όλους τους Ευρωπαίους. Αυτή η κινητοποίηση συνοδεύεται από μία πολωτική διαπραγματευτική τακτική. Αντί να επιζητούν εκ των προτέρων τον συμβιβασμό, όπως συνηθίζεται στην ολλανδική πολιτική, αφήνουν εξαρχής τις διαφορές να έλθουν στο φως. Τούτο ξεκαθαρίζει τα πράγματα για τους ψηφοφόρους».
Πράγματι η τακτική αυτή φαίνεται να έχει αποτέλεσμα, τουλάχιστον στους Ελληνες ψηφοφόρους. Οι δημοσκοπήσεις που πραγματοποιήθηκαν μετά την –μάλλον κατά κράτος– υποχώρηση της ελληνικής κυβέρνησης στις διεθνείς διαπραγματεύσεις δείχνουν ότι ο Σύριζα δεν έχασε τμήμα της πολύ υψηλής υποστήριξης που είχε κερδίσει με τις πρώτες μετεκλογικές του κινήσεις εντυπωσιασμού.
Πρόκειται απλώς για κινήσεις τακτικής θα μπορούσε να αντιτείνει κανείς. Είναι όμως κατά τι παραπάνω από αυτό: η απόκτηση ηγεμονίας είναι αναγκαία συνθήκη. Το αν πρόκειται να υπάρξουν και οι επαρκείς συνθήκες είναι μια άλλη ιστορία.
Εκτός Ελλάδας, πάλι, το να θεωρείσαι ποπ πολιτικό είδωλο δεν είναι απαραίτητα κακό: Εδώ, ο Γ. Βαρουφάκης, και δευτερευόντως ο Α. Τσίπρας, αποτελούν από τον Φεβρουάριο του 2015 κομμάτι της λαϊκής ευρωπαϊκής κουλτούρας: Το άρμα με τον Τσίπρα-Δαβίδ να τεντώνει τη σφεντόνα του κατά της Μέρκελ-Γολιάθ στο καρναβάλι της Κολωνίας. Η διαφήμιση ενός ραδιοφωνικού σταθμού στις Βρυξέλλες με τον Τσίπρα και τη Γερμανίδα καγκελάριο να χορεύουν ελληνικό χορό με τη λεζάντα: «αν συμβεί ποτέ κάτι τέτοιο, από μας θα το μάθετε». Το κωμικό βίντεο στην ολλανδική τηλεόραση με πρωταγωνιστές Ντάισελμπλουμ, Βαρουφάκη, Μέρκελ και Πούτιν και μουσική υπόκρουση ραπ. Το γερμανικό βιντεοκλίπ όπου ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών εμφανίζεται ως ως ερωτικό σύμβολο και ως τιμωρός των (αυτοσαρκαζόμενων ως αθώων) Γερμανών.
Ένα χαρακτηριστικό όλων αυτών των αναπαραστάσεων, πέρα από την κωμική υπερβολή, είναι ο αυστηρά περιγραφικός τους χαρακτήρας: Πρόκειται για μάχη μεταξύ ενός ισχυρού και ενός αδύναμου με αυτοπεποίθηση. (Στο γερμανικό βιντεοκλίπ υπάρχει το εμείς και το αυτοί αλλά το εμείς, δηλαδή, οι Γερμανοί, είναι στόχος αυτοκριτικής, όπως οφείλει να είναι η σάτιρα.) Κάτι που καθρεφτίζει και τη ρεαλιστική στάση των λαών που δεν είναι στο επίκεντρο της διαμάχης: Αναγνωρίζουμε την ισχύ του Γολιάθ αλλά και τιμούμε τον θαρραλέο Δαβίδ.
Η Ελλάδα εξέρχεται αναβαθμισμένη στο ευρωπαϊκό φαντασιακό παρά τη δυσμενή ανακωχή. Δεν είναι υποβάθμιση της ήττας της – είναι μία διαπίστωση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου