Ἀφοῦ ξυπνήσεις τὸ πρωί, καὶ ἀφοῦ
προσευχηθεῖς κάμποση ὥρα, λέγοντας, Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν με,
τὸ πρῶτο πράγμα, ποὺ ἔχεις νὰ στοχασθεῖς εἶναι αὐτό, τὸ νὰ σοῦ φανεῖ πὼς
βλέπεις τὸν ἑαυτό σου περικλεισμένο μέσα σ’ ἕναν τόπο, καὶ στάδιο, τὸ ὁποῖο δὲν
εἶναι ἄλλο, παρὰ ἡ ἴδια σου ἡ καρδιά, καὶ ὅλος ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος· μ’ αὐτὸ
τὸν νόμο, ὅτι, ὅποιος ἐκεῖ δὲν πολεμήσει, νὰ μένει πάντοτε πεθαμένος· καὶ μέσα
σ’ αὐτὸ λογαρίασε πὼς βλέπεις ἐμπρός σου ἐκεῖνο τὸν ἐχθρό, καὶ ἐκείνη τὴν κακή
σου ὄρεξη, τὴν ὁποία ἀποφάσισες γιὰ νὰ πολεμήσεις, καὶ εἶσαι ἕτοιμος νὰ πληγωθεῖς
καὶ νὰ πεθάνεις, ἀρκεῖ μόνο νὰ τὴν νικήσεις. Καὶ ἀπὸ μὲν τὸ δεξὶ μέρος τοῦ
σταδίου, νόμισε πὼς βλέπεις τὸ νικηφόρο σου Ἀρχιστράτηγο, τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ
Χριστό, μὲ τὴν Παναγία του Μητέρα, καὶ μὲ πολλὰ Τάγματα Ἀγγέλων καὶ Ἁγίων καὶ
μάλιστα μὲ τὸν Ἀρχάγγελο Μιχαήλ.
Ἀπὸ δὲ τὸ ἀριστερό, πὼς βλέπεις τὸν
καταχθόνιο διάβολο, μὲ τοὺς δικούς του δαίμονες, γιὰ νὰ σηκώσουν τὸ πάθος ἐκεῖνο,
καὶ τὴν κακὴ ὄρεξη καταπάνω σου, καὶ νὰ σὲ παρακινήσουν νὰ ἀφήσεις τὸν πόλεμο,
καὶ νὰ ὑποταχθεῖς σ’ αὐτὸ· φαντάσου καὶ πὼς ἀκοῦς μία φωνή, σὰν ἀπὸ τὸ φύλακά
σου Ἄγγελο, νὰ σοὺ λέει ἔτσι· «Ἐσὺ σήμερα πρέπει νὰ πολεμήσεις ἐναντίον αὐτοῦ ἀκριβῶς
τοῦ πάθους, καὶ τῶν ἄλλων ἐχθρῶν· καὶ μὴ δειλιάσει καθόλου ἡ καρδιά σου, καὶ
φύγεις ἀπὸ τὸν πόλεμο λόγω φόβου, ἢ ἄλλης συστολῆς, μὲ κανένα τρόπο· γιατί ὁ
Κύριός μας καὶ Ἀρχιστράτηγός σου...
Ἰησοῦς, στέκεται ἐδῶ συντροφιασμένος μαζὶ μὲ ὅλους
τούς χιλιάρχους καὶ ἑκατόνταρχούς του, δηλαδὴ μὲ ὅλα του τὰ ἔνδοξα τάγματα, γιὰ
νὰ πολεμήσει ὅλους τους ἐχθρούς σου, καὶ νὰ μὴ τοὺς ἀφήσει νὰ σὲ δυναστεύουν ἢ
νὰ σὲ νικήσουν·
«Κύριος λέει, πολεμήσει περὶ ὑμῶν»
(Ἐξοδ. Ιδ΄ 14). Γι’ αὐτό, στάσου στέρεος, βίασε τὸν ἑαυτό σου, ὑπόφερε τὸ
βάσανο ποὺ θὰ αἰσθανθεῖς καμιὰ φορᾶ· φώναζε πολλὲς φορὲς ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς
καρδιᾶς σου· «μὴ παραδῶς μὲ εἰς ψυχᾶς θλιβόντων μὲ» (Ψαλμ. Κστ΄ 18). Φώναζε τὸν
Κύριό σου, καὶ τὴν Παρθένο, καὶ ὅλους τους Ἁγίους, καὶ Ἁγίες· καὶ σίγουρα θὰ
νικήσεις· γιατί λέει «Γράφω ὑμίν, νεανίσκοι, ὅτι νενικήκατε τὸν πονηρὸν» (Ἰωάν.
Α΄ β΄ 13). Καὶ ἂν ἐσὺ εἶσαι ἀδύνατος, καὶ συνηθισμένος στὰ κακά, ἐνῶ οἱ ἐχθροί
σου εἶναι δυνατοί, καὶ πολλοί, ἀλλά, πολὺ περισσότερες εἶναι οἱ βοήθειες ἐκείνου,
ποὺ σὲ ἔπλασε καὶ σὲ λύτρωσε, καὶ ἀπὸ σένα ἀσυγκρίτως δυνατότερος εἶναι ὁ Θεὸς
στὸν πόλεμο αὐτὸ· ὅπως ἔχει γραφεῖ· «Κύριος κραταιὸς καὶ δυνατὸς ἐν πολέμω»
(Ψαλμ. Κγ΄ 8). Καὶ περισσότερο πόθο ἔχει αὐτὸς νὰ σὲ σώσει, ἀπὸ ὅτι ἔχει ὁ ἐχθρὸς
νὰ σὲ καταστρέψει. Γι’ αὐτὸ πολέμα, καὶ μὴ βαρεθεῖς ποτέ σου τὸν κόπο. Γιατί ἀπὸ
τὸν κόπο, καὶ ἀπὸ τὴ βία, καὶ τὸ βάσανο, ποὺ αἰσθάνεσαι γιὰ τὴ συνήθεια, τὴν ὁποία
ἀπέκτησες ἀπὸ τὸ κακό, γεννιέται ἡ νίκη, καὶ ὁ μεγάλος θησαυρός, μὲ τὸν ὁποῖο ἀγοράζεται
ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, καὶ ἑνώνεται ἡ ψυχὴ διαπαντὸς μὲ τὸ Θεό.
Λοιπόν, ἄρχισε στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ
νὰ πολεμᾶς μὲ τὰ ἅρματα τῆς ἀπιστίας τοῦ ἑαυτοῦ σου, καὶ τῆς ἐλπίδας καὶ
θάρρους στὸ Θεό σου, μὲ τὴν προσευχή, καὶ μὲ τὴ γύμναση· καὶ περισσότερο μὲ τὸ
ἅρμα τῆς καρδιακῆς, καὶ νοερᾶς Προσευχῆς· τὸ ὁποῖο εἶναι τό, Κύριε Ἰησοῦ
Χριστέ, ὄνομα τόσο φοβερό, ποὺ σὰν μαχαίρι δίστομο στρεφόμενο μέσα στὴν καρδιά,
μαστίζει, καὶ κατακόπτει τοὺς δαίμονες, καὶ τὰ πάθη. Γι’ αὐτὸ καὶ περὶ τούτου εἶπε
ὁ Ἰωάννης τῆς Κλίμακος «Ἰησοῦ ὀνόματι, μάστιζε πολεμίους». Μὲ αὐτά, λέω, πολέμα
ἐκεῖνο τὸν ἐχθρό, καὶ ἐκεῖνο τὸ πάθος, καὶ τὴν κακὴ ὄρεξη, ποὺ σὲ πολεμάει·
δηλαδὴ νὰ τὴν πληγώνεις θανάσιμα, πότε μὲ τὴν ἀντίσταση, πότε μὲ τὸ μίσος, πότε
μὲ τὶς πράξεις τῆς ἐνάντιας ἀρετῆς· καὶ ἔτσι, νὰ κάνεις πράγμα ἀρεστὸ στὸ Θεό
σου· ὁ ὁποῖος, μὲ ὅλη τὴ θριαμβεύουσα ἐν οὐρανοῖς ἐκκλησία, στέκει ἀόρατα, καὶ
βλέπει τὸν πόλεμό σου· γιὰ τὸν ὁποῖο πόλεμο, δὲν πρέπει νὰ λυπᾶσαι
συλλογιζόμενος, ἀφενὸς τὸ χρέος ποὺ ἔχουμε ὅλοι μας νὰ δουλεύουμε, καὶ νὰ ἀρέσουμε
στὸ Θεό, καὶ ἀφετέρου, τὴν ἀνάγκη ποὺ ἔχουμε νὰ πολεμοῦμε, καθώς σοῦ προεῖπα.
Γιατί, ἂν ἀπ’ αὐτὸ τὸν πόλεμο φύγουμε, σίγουρα μέλλουμε νὰ θανατωθοῦμε. Ἔπειτα,
καὶ ἂν φύγεις πρὸς ὥραν ἀπὸ τὸν κατὰ Θεὸν αὐτὸ πόλεμο σὰν ἀποστάτης, καὶ δοθεῖς
στὸν κόσμο, καὶ σ’ ὅλες τὶς τρυφές, καὶ ἀναπαύσεις τῆς σαρκὸς· ἀλλὰ ὕστερα, καὶ
παρὰ τὴ θέλησή σου πάλι πρέπει νὰ πολεμήσεις· καὶ μὲ τόσες δυσκολίες, ποὺ πολλὲς
φορὲς νὰ ἱδρώνει τὸ πρόσωπό σου, καὶ νὰ καταπληγώνεται ἡ καρδιά σου μὲ
θανατηφόρες λιποθυμίες. Πότε; Στὸν καιρὸ τῶν γηρατειῶν καὶ τοῦ θανάτου σου. Ὅταν
οἱ δαίμονες, καὶ ὅλα τὰ πάθη σου, πρόκειται νὰ σὲ περικυκλώσουν δυνατά. Καὶ
τόσο νὰ σὲ κατατροπώσουν, ποὺ ἐσὺ ἀδύναμος, ποιὸν πρῶτα νὰ ἀντιπολεμήσεις,
πρόκειται νὰ παραδοθεῖς σὲ αἰώνιο θάνατο. Γι’ αὐτό, μὴ γίνεις τόσο μωρός, ἀγαπητέ,
ὥστε νὰ θέλεις νὰ πολεμᾶς τότε σὲ ἕνα καιρὸ ἀνώφελο· ἀλλὰ σὰν φρόνιμος, ὑπόμεινε
τώρα τὸν κόπο τοῦ πολέμου, γιὰ νὰ νικήσεις, νὰ στεφανωθεῖς καὶ νὰ ἑνωθεῖς μὲ τὸ
Θεό, καὶ ἐδῶ, καὶ ἐκεῖ στὴ βασιλεία του τὴν οὐράνια, «μνήσθητι τοῦ Κτίσαντός σε
ἐν ἡμέραις νεότητός σου, ἕως ὅτου μὴ ἔλθωσιν αἳ ἡμέραι τῆς κακίας σου· καὶ
φθάσωσι τὰ ἔτη, ἐν οἶς ἐρεῖς· οὐκ ἔστι μοὶ ἐν αὐτοῖς θέλημα» (Ἐκκλ. Ιβ΄
1).
(Πηγή: "Ἀόρατος
Πόλεμος" Ἁγίου Νικόδημου τοῦ Ἁγιορείτου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου