Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 10 Φεβρουαρίου 2013 - ΙΣΤ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Ματθ. κε´ 14-30)
Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ῎Ανθρωπός τις ἀποδημῶν ἐκάλεσε τοὺς ἰδίους δούλους καὶ παρέδωκεν αὐτοῖς τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ, καὶ ᾧ μὲν ἔδωκε πέντε τάλαντα, ᾧ δὲ δύο, ᾧ δὲ ἕν, ἑκάστῳ κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν, καὶ ἀπεδήμησεν εὐθέως. Πορευθεὶς δὲ ὁ τὰ πέντε τάλαντα λαβὼν εἰργάσατο ἐν αὐτοῖς καὶ ἐποίησεν ἄλλα πέντε τάλαντα. ῾Ωσαύτως καὶ ὁ τὰ δύο ἐκέρδησε καὶ αὐτὸς ἄλλα δύο. ῾Ο δὲ τὸ ἓν λαβὼν ἀπελθὼν ὤρυξεν ἐν τῇ γῇ καὶ ἀπέκρυψε τὸ ἀργύριον τοῦ κυρίου αὐτοῦ. Μετὰ δὲ χρόνον πολὺν ἔρχεται ὁ κύριος τῶν δούλων ἐκείνων καὶ συναίρει μετ᾿ αὐτῶν λόγον. Καὶ προσελθὼν ὁ τὰ πέντε τάλαντα λαβὼν προσήνεγκεν ἄλλα πέντε τάλαντα λέγων· Κύριε, πέντε τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα πέντε τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ᾿ αὐτοῖς. ῎Εφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· Εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου. Προσελθὼν δὲ καὶ ὁ τὰ δύο τάλαντα λαβὼν εἶπε· Κύριε, δύο τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα δύο τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ᾿ αὐτοῖς. ῎Εφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· Εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου. Προσελθὼν δὲ καὶ ὁ τὸ ἓν τάλαντον εἰληφὼς εἶπε· Κύριε, ἔγνων σε ὅτι σκληρὸς εἶ ἄνθρωπος, θερίζων ὅπου οὐκ ἔσπειρας καὶ συνάγων ὅθεν οὐ διεσκόρπισας· καὶ φοβηθεὶς ἀπελθὼν ἔκρυψα τὸ τάλαντόν σου ἐν τῇ γῇ· ἴδε ἔχεις τὸ σόν. ᾿Αποκριθεὶς δὲ ὁ κύριος αὐτοῦ εἶπεν αὐτῷ· Πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ! ᾔδεις ὅτι θερίζω ὅπου οὐκ ἔσπειρα καὶ συνάγω ὅθεν οὐ διεσκόρπισα! ἔδει οὖν σε βαλεῖν τὸ ἀργύριόν μου τοῖς τραπεζίταις, καὶ ἐλθὼν ἐγὼ ἐκομισάμην ἂν τὸ ἐμὸν σὺν τόκῳ. ῎Αρατε οὖν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ τάλαντον καὶ δότε τῷ ἔχοντι τὰ δέκα τάλαντα. Τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται καὶ περισσευθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ· καὶ τὸν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. Ταῦτα λέγων ἐφώνει· ῾Ο ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω.
Καθώς
βλέπουμε τον εαυτό μας και τον συγκρίνουμε με τους συνανθρώπους μας
αναρωτιόμαστε για την διαφορετικότητά μας. Αυτή δεν έχει να κάνει μόνο με την
καταγωγή μας, τη γλώσσα μας, τα στοιχεία της ταυτότητάς μας που μας ξεχωρίζουν
από άλλους λαούς και άλλους ανθρώπους. Έχει να κάνει και με τα προτερήματά μας. Τον χαρακτήρα μας. Τις δυνατότητες
και τα ταλέντα μας. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι αυτά έχουν να κάνουν με την
κληρονομικότητά μας. Με τις ιδιότητες που μας κληροδότησαν οι γονείς μας. Έχουν
να κάνουν και με το περιβάλλον που μεγαλώνουμε. Με τις ευκαιρίες που λαμβάνουμε
και μας επιτρέπουν να αναπτύξουμε δυνατότητες. Με τα προβλήματα που
αντιμετωπίζουμε και μας κάνουν να καθηλωνόμαστε. Με τις συγκυρίες της ζωής. Όμως όλα αυτά τα
στοιχεία δεν μπορούν να αλλάξουν την από ένστικτο διαπίστωση που κάνουμε τόσο
για τους εαυτούς μας όσο και για τους άλλους. Ότι όλοι είμαστε διαφορετικοί σε
σχέση με τους υπόλοιπους ανθρώπους, τόσο στο χαρακτήρα όσο και στις ικανότητες.
Για
την Εκκλησία η διαφορετικότητα, τα χαρίσματα, τα τάλαντα, δεν έχουν να κάνουν
μόνο με την ανθρώπινη πλευρά της υπόστασής μας. Έχουν να κάνουν και με την θεϊκή
μας καταγωγή και προέλευση. Στην παραβολή των ταλάντων ο Χριστός αναφέρει ότι η
Βασιλεία του Θεού μοιάζει μ’ έναν άνθρωπο, ο οποίος φεύγοντας για ταξίδι,
κάλεσε τους δούλους του και τους εμπιστεύθηκε τα υπάρχοντά του. Σ’ άλλον έδωσε
πέντε τάλαντα, σ’ άλλον δύο, σ’ άλλον ένα, «εκάστω κατά την ιδίαν δύναμιν» (Ματθ. 25, 15), στον καθέναν ανάλογα με
την ικανότητά του. Ο Θεός δηλαδή μετρά τα ανθρώπινα, την κληρονομικότητα, τον
χαρακτήρα, τις συνθήκες στις οποίες καλείται να μεγαλώσει και να ζήσει ο
καθένας και ανάλογα του προσφέρει. Κανέναν δεν αφήνει χωρίς δωρεές. Χωρίς
ταλέντα. Χωρίς ευλογία. Και δεν είναι μόνο τα χαρίσματα του «κατ’ εικόνα», τα
οποία έχουν όλοι οι άνθρωποι από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας τους. Την
δυνατότητα να αγαπούν. Την δυνατότητα να είναι ελεύθεροι. Την δυνατότητα του
νου και του λόγου και της δημιουργίας. Είναι και εκείνα τα ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά που έχει ο καθένας. Κι αυτά τα έχουν λάβει από το Θεό. Γι’ αυτό
και εξηγούνται οι διαφορές ανάμεσά μας. Πάντως «εκάστω κατά την ιδίαν δύναμιν
εδόθη». Δεν υπάρχει αδικημένος από το Θεό άνθρωπος.
Πώς
καλείται ο άνθρωπος να δει τα τάλαντά του, τόσο τα γενικά, που ενυπάρχουν στο
κατ’ εικόνα του, όσο και τα ειδικότερα (σωματικά και πνευματικά, αλλά και
κοινωνικά, ομορφιά, εξυπνάδα, ρητορεία, συμπαθές, χρήματα, κοινωνικές
δεξιότητες, ταλέντα);
Πρώτα
να αισθανθεί υπεύθυνος έναντι του Θεού για ό,τι του δίδεται. Και ευθύνη
σημαίνει επίγνωση ότι δεν του ανήκει το τάλαντό του, αλλά του δόθηκε για να το
ενεργοποιήσει ως διαχειριστής του, προκειμένου να το αντιπροσφέρει στο Θεό.
Αυτό γίνεται όχι γιατί ο Θεός φτωχαίνει δίδοντας τα τάλαντα ή πλουτίζει αν ο
άνθρωπος τα επιστρέψει πολλαπλασιασμένα. Όμως όταν μας δίδεται κάτι, δεν
γίνεται αυτό επειδή το αξίζουμε ή επειδή κάποιος μας έχει υποχρέωση, αλλά
επειδή εκείνος που προσφέρει μας αγαπά. Η αγάπη όμως δεν μπορεί να μη
λειτουργήσει στην προοπτική της ευθύνης. Και η ευθύνη δεν έχει να κάνει με την
ανταπόδοση για λογαριασμό του δωρήσαντος της δωρεάς, αλλά με την ενεργοποίηση
του εαυτού μας ώστε να φανούμε αντάξιοι της δωρεάς του. Έχουμε ευθύνη έναντι
των χαρισμάτων μας να μην πάνε χαμένα. Να μην κρυφτούν κάτω από το χώμα. Έχουμε
ευθύνη να δείξουμε σ’ Αυτόν που μας τα
έδωσε ότι μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε ως εφαλτήριο για να προοδεύσουμε. Όχι
για να του τα επιστρέψουμε μία ημέρα, ως αναγκαία για τη δική του ζωή. Αλλά για
να δείξουμε ότι εκτιμήσαμε και χαρήκαμε τα όσα μας δόθηκαν. Χαρά και εκτίμηση
δίχως ευθύνη δε νοούνται.
Στη συνέχεια
με την εργασία και τον κόπο, για να καλλιεργήσει ό,τι του έχει δοθεί. Το
τάλαντο δεν πρέπει να είναι αφορμή ούτε σύγκρισης ούτε παρασιτισμού. Ο καθένας
οφείλει να κοιτά τα τάλαντα που του δόθηκαν, γιατί αυτά καλείται να αναπτύξει.
Συνήθως οι άνθρωποι ζηλεύουν αυτά που δεν έχουν ή υπερτισμούν αυτά που έχουν
συγκρίνοντας τον εαυτό τους με τους άλλους. Η σύγκριση όμως αποτελεί παγίδα που
μπορεί να οδηγήσει σε ατραπούς είτε υπερηφάνειας, είτε απογοήτευσης είτε παρασιστισμού.
Το παράσιτο τρέφεται από τον ξενιστή του. Αυτός που λαμβάνει το τάλαντο, αν το
αφήσει ανεκμετάλλευτο, μπορεί να τραφεί από αυτό χρησιμοποιώντας το ως ξενιστή
του, ωστόσο κάποια στιγμή θα το απομυζήσει, με αποτέλεσμα να εξαντληθεί. Αν
φροντίσει ώστε να το αυξήσει, να του προσθέσει, να το ενισχύσει, τότε το τάλαντο
δεν θα εξαντληθεί. Στην πνευματική ζωή το τάλαντο αυξάνεται όταν ο άνθρωπος
αγωνίζεται να προσθέσει αρετή στην ύπαρξή του. Όταν το μοιράζεται με τους
αδελφούς του. Αγαπά και βάζει ως σκοπό της ζωής του να τραφούν από το δικό του
τάλαντο και οι συνάνθρωποί του. Με την καλοσύνη και τη συγχώρεση, με την ελεημοσύνη
και την προσευχή, με το μοίρασμα της γνώσης και την αναγγελία της Θεογνωσίας,
την μαρτυρία και την ελπίδα εν τη Εκκλησία αυτός που έχει το τάλαντο το «πολυπλασιάζει»
και λαμβάνει περισσότερη χάρη. Ο κόσμος γίνεται γι’ αυτόν που δεν λειτουργεί
παρασιτικά Εκκλησία, στην οποία προσφέρει και προσφέρεται.
Τέλος,
με την μνήμη του Δωρεοδότη και της επιστροφής του. Με το να έχει στο νου του ο λαβών το τάλαντο ότι Αυτός
που του το έδωσε θα επιστρέψει. Και τότε, θέλοντας και μη, θα κληθεί να
αναφέρει σ’ Εκείνον τι έκανε το τάλαντό του. Και επειδή η ώρα της επιστροφής
είναι άγνωστη, ο έχων το τάλαντο καλείται να μην εφησυχάζει, αλλά διαρκώς να
είναι σε εγρήγορση. Να μην αναβάλλει την εργασία του και την ετοιμότητά του να
λογοδοτήσει. Η μνήμη του Θεού συνδέεται
με την μνήμη του θανάτου. Γιατί στον θάνατο γίνεται η πρώτη λογοδοσία. Εκεί
όπου ο άνθρωπος θα κληθεί να εισέλθει στη χαρά του Κυρίου του, ως δούλος αγαθός
και πιστός, λαμβάνοντας εκατονταπλασίονα ή θα κατακριθεί γιατί, παρότι θυμόταν
ότι ο Κύριός του θα επιστρέψει, προτίμησε να λειτουργήσει χωρίς ευθύνη, με σύγκριση και με
παρασιτισμό έναντί του, χωρίς ευγνωμοσύνη και ευχαριστία, απορρίπτοντας τον
Δωρήσαντα το τάλαντο. Η μνήμη της επιστροφής είναι η οδός της αγιότητας. Γιατί
άγιος είναι αυτός που συνεχώς θυμάται τον προορισμό του να συναντήσει Αυτόν που
του δώρησε κάθε τάλαντο, γενικό και ειδικό, και συνεχώς εργάζεται εν τη Εκκλησία
για να είναι έτοιμος, όταν έρθει η ώρα.
«Εκάστω
κατά την ιδίαν δύναμιν». Σε μια εποχή στην οποία ο άνθρωπος με την αίσθηση του
εγωκεντρισμού και της παντοδυναμίας λόγω της προόδου του απορρίπτει τον
Δωρεοδότη των ταλάντων του, σε μια εποχή στην οποία λειτουργούμε παρασιτικά, τρώγοντας και
πίνοντας και παραδίδοντας τον εαυτό μας στα πάθη και τις ηδονές, σε μια εποχή
στην οποία δεν θυμόμαστε ότι ο Θεός πάντοτε έρχεται και μας ζητά λόγο για κάθε
τι που μας έδωσε στο μέτρο των δυνατοτήτων μας η Εκκλησία μας καλεί να
ξαναδούμε το αληθινό νόημα των χαρισμάτων μας. Να ενεργοποιηθούμε ο καθένας στο
μέτρο των δυνατοτήτων του στον αγώνα για καλλιέργειά τους. Και με ευθύνη έναντι
Αυτού που μας τα δώρισε, να θυμόμαστε ότι δεν έχουμε χρόνο αύριο να ξεκινήσουμε
ούτε μπορούμε να χαρούμε αληθινά αν κρύψουμε ό,τι μας δόθηκε. Για να ακούσει ο καθένας μας την χαρά της
φωνής: «Ευ δούλε αγαθέ και πιστέ! είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου»!
Κέρκυρα, 10
Φεβρουαρίου 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου