O Ρόλος του Ιωάννη Ιωαννίδη του Stanford και το σχέδιο απαξίωσης του
Τελικά ένα από τα βασικά θέματα που πρέπει να εξετάσουμε είναι... η πανδημία του κορωνοιού ή η πανδημία του πανικού έκανε μεγαλύτερη ζημία στις κοινωνίες και τις οικονομίες;
Σε μια πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση που δημοσιεύτηκε στο City-Journal παρουσιάζεται πως η τρομολαγνεία από δημοσιογράφους, επιστήμονες και πολιτικούς έκαναν περισσότερο κακό από τον κορωνοιό.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες υπέφεραν από δύο θανατηφόρα κύματα μετάδοσης για 18 μήνες.
Η πρώτη ήταν η πανδημία του κορωνοιού που οδήγησε σε θάνατο περίπου 1 στους 500 Αμερικανούς άνω των 75 ετών που έπασχε από κάποιο υποκείμενο νόσημα.
To δεύτερο κύμα και πολύ πιο καταστροφικό, ήταν ένας ηθικός πανικός που σάρωσε τους θεσμούς ανά τον κόσμο.
Ο ρόλος των ελίτ
Αντί να κατευνάζει, η αμερικανική ελίτ παραβίασε τους κανόνες διακυβέρνησης, δημοσιογραφίας, ακαδημαϊκής ελευθερίας - και, το χειρότερο από όλα της επιστήμης.
Αρχικά παραπλάνησαν το κοινό σχετικά με την προέλευση του Covid 19 και τον πραγματικό κίνδυνο που ενέχει.
Αγνοώντας τα δικά τους προσεκτικά προετοιμασμένα σχέδια για μια πανδημία, ισχυρίστηκαν ότι θα ακολουθηθούν δοκιμασμένες στρατηγικές.
Ως απόδειξη για τα λάθη τους, φίμωσαν συζητήσεις σχετικά με την κακομεταχείριση των αντιφρονούντων, λογοκρίνοντας την κριτική και καταστέλλοντας την επιστημονική έρευνα.
Ο κορωνοιός που προκαλεί το Covid-19 διέρρευσε από ένα εργαστήριο στο Wuhan της Κίνας, ήταν το πιο ακριβό λάθος που διαπράχθηκε ποτέ από επιστήμονες στην ανθρώπινη ιστορία.
Όποια και αν είναι η προέλευση της πανδημίας, η απάντηση σε αυτό είναι το χειρότερο λάθος στην ιστορία του επαγγέλματος της δημόσιας υγείας.
Δεν διαθέτουμε ακόμη πειστικά στοιχεία ότι τα lockdowns έσωσαν ζωές, αλλά διαθέτουμε πολλά αποδεικτικά στοιχεία ότι έχουν ήδη κοστίσει ζωές και θα αποδειχθούν θανατηφόρες στρατηγικές μακροπρόθεσμα από τον ίδιο τον Covid 19.
Ένας στους τρεις ανθρώπους σε όλο τον κόσμο έχασε μια δουλειά ή μια επιχείρηση κατά τη διάρκεια των lockdowns και οι μισοί είδαν τα κέρδη τους να μειώνονται, σύμφωνα με δημοσκόπηση της Gallup.
Τα παιδιά, που ποτέ δεν κινδύνευσαν από τον Covid 19, σε πολλά μέρη στον πλανήτη ουσιαστικά έχασαν ένα χρόνο από το σχολείο τους.
Οι οικονομικές και υγειονομικές συνέπειες ήταν αισθητές μεταξύ των λιγότερο εύπορων στην Αμερική και στον υπόλοιπο κόσμο, όπου η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι περισσότερα από 100 εκατομμύρια βρίσκονται σε ακραία φτώχεια.
Οι ηγέτες που είναι υπεύθυνοι για αυτές τις καταστροφές συνεχίζουν να προσποιούνται ότι απέδωσαν οι πολιτικές τους και υποθέτουν ότι μπορούν να συνεχίσουν να ξεγελούν τους πολίτες του κόσμου.
Υποσχέθηκαν να εφαρμόσουν ξανά αυτές τις στρατηγικές στο μέλλον, και μπορεί ακόμη και να το καταφέρουν - εκτός αν αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε τι πήγε στραβά.
Ο πανικός ξεκίνησε, όπως συνήθως, από δημοσιογράφους.
Καθώς ο Covid 19 εξαπλώθηκε στις αρχές του 2020, υπερτόνισαν τις πιο ανησυχητικές στατιστικές και τις πιο τρομακτικές προβλέψες: οι εκτιμήσεις για ένα ποσοστό θνησιμότητας 10 έως 50 φορές υψηλότερο από τη γρίπη, παρουσίασαν τις χαοτικές σκηνές σε νοσοκομεία στην Ιταλία και τη Νέα Υόρκη και προέβλεψαν ότι τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης επρόκειτο να καταρρεύσουν.
Ο πανικός σε πλήρη κλίμακα πυροδοτήθηκε, τον Μάρτιο του 2020, με βάση ένα μοντέλο ενός υπολογιστή στο Imperial College του Λονδίνου, το οποίο προέβλεπε ότι - εκτός εάν ληφθούν δραστικά μέτρα – στις μονάδες εντατικής θεραπείας θα αναλογούν 30 ασθενείς με Covid 19 για κάθε διαθέσιμο κρεβάτι.
Επίσης εκτιμήθηκε ότι μόνο στις ΗΠΑ θα καταγραφούν 2,2 εκατομμύρια θάνατοι μέχρι το τέλος του καλοκαιριού του 2020.
Οι Βρετανοί ερευνητές ανακοίνωσαν ότι η «μόνη βιώσιμη στρατηγική» ήταν να επιβληθούν δρακόντεια περιοριστικά μέτρα σε επιχειρήσεις, σχολεία και κοινωνικές συγκεντρώσεις μέχρι να ανακαλυφθούν τα εμβόλια κατά του Covid 19.
To ακραίο έγινε βασικό σενάριο
Αυτό το ακραίο σενάριο ανακηρύχθηκε γρήγορα «επίσημη θέση» μεταξύ αξιωματούχων δημόσιας υγείας, πολιτικών, δημοσιογράφων και ακαδημαϊκών.
Ο Anthony Fauci, διευθυντής του Εθνικού Ινστιτούτου Αλλεργίας και Λοιμωδών Νοσημάτων CDC στις ΗΠΑ, το ενέκρινε και η επιστήμη ακολούθησε λάθος δρόμο.
Αυτό που αρχικά χαρακτηρίστηκε μικρής κλίμακας καραντίνα - «15 ημέρες για να επιβραδύνει την μετάδοση του Covid 19» - μετατράπηκε σε μακροπρόθεσμη πολιτική σε πολλές από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον κόσμο.
Οι 15 ημέρες… έγιναν 15 μήνες.
Μερικοί επιστήμονες και ειδικοί στη δημόσια υγεία αντιτάχθηκαν, σημειώνοντας ότι τα εκτεταμένα lockdowns ήταν μια νέα στρατηγική άγνωστης αποτελεσματικότητας που είχαν απορριφθεί σε προηγούμενα σενάρια για την πανδημία.
Ήταν ένα επικίνδυνο πείραμα που διεξήχθη χωρίς να γνωρίζουμε την απάντηση στην πιο βασική ερώτηση:
Πόσο θανατηφόρος είναι τελικά ο Covid 19;
O Ρόλος του Ιωάννη Ιωαννίδη του Stanford και το σχέδιο απαξίωσης του
Ο πιο σημαντικός επιστήμονας που από την πρώτη στιγμή άσκησε κριτική κατά των lockdowns ήταν ο καθηγητής Ιωάννης Ιωαννίδης, ένας επιδημιολόγος στο Stanford, ο οποίος δημοσίευσε μια μελέτη με τίτλο "A Fiasco in the Making;"
Καθώς η πανδημία του κορωνοιού Covid 19 εξελίσσεται, λαμβάνουμε αποφάσεις χωρίς αξιόπιστα δεδομένα.
«Ενώ μια βραχυπρόθεσμη καραντίνα είχε νόημα, υποστήριξε, ένα εκτεταμένο lockdown θα μπορούσε να αποδειχθεί χειρότερο από την ασθένεια που προκαλεί ο κορωνοιός και οι επιστήμονες έπρεπε να πραγματοποιήσουν πιο εντατικά tests για να προσδιορίσουν τον κίνδυνο.
Η μελέτη στηριζόταν σε παραδοχές κοινής λογικής που αποτελεί και την βάση αξιοπιστίας της ιατρικής έρευνας, αλλά προκάλεσε οργισμένες αντιδράσεις στο Twitter από επιστήμονες και δημοσιογράφους.
Η οργή εντάθηκε τον Απρίλιο του 2020, όταν ο Ιωαννίδης αμφισβήτησε τις λύσεις που προτάθηκαν και «συμμάχησε» με τον Jay Bhattacharya και άλλους συναδέλφους από το Stanford για να μετρήσει τη διάδοση του Covid 19 στη γύρω περιοχή, την κομητεία Santa Clara.
Μετά από δοκιμές για Covid 19 και τα αντισώματα στο αίμα αρκετών χιλιάδων εθελοντών, υπολόγισαν ότι το ποσοστό θνησιμότητας μεταξύ των μολυσμένων στην κομητεία ήταν περίπου 0,2%, διπλάσιο από το επίπεδο της γρίπης, αλλά σημαντικά χαμηλότερο από τα σενάρια των αξιωματούχων δημόσιας υγείας και μοντέλων του Imperial University.
Οι ερευνητές αναγνώρισαν ότι το ποσοστό θνησιμότητας θα μπορούσε να είναι σημαντικά υψηλότερο σε άλλα μέρη όπου ο Covid 19 εξαπλώθηκε εκτενώς σε γηροκομεία (που δεν είχαν συμβεί ακόμη στην περιοχή της Santa Clara).
Για τις απόψεις τους στοχοποιήθηκαν από διάφορους επιστήμονες και δημοσιογράφους γιατί οι απόψεις του Ιωαννίδη ήταν άκρως διαφορετικές από την επίσημη αφήγηση…
Τους επέκριναν οι επιστήμονες
Άλλοι επιστήμονες αμφισβήτησαν τους ερευνητές και ισχυρίστηκαν ότι η μελέτη έπασχε από μεθοδολογικές αδυναμίες οπότε τα αποτελέσματα της έρευνας τους δεν είχαν κανένα νόημα.
Ένας στατιστικολόγος στην Columbia έγραψε ότι οι ερευνητές «οφείλουν όλοι μια συγνώμη».
Ένας βιολόγος στο University of North Carolina είπε ότι η μελέτη ήταν «φρικτή επιστήμη».
Ένας χημικός του Rutgers χαρακτήρισε τον Ιωαννίδη «μέτριο επιστήμονια» που «δεν μπορεί καν να διατυπώσει μια προσομοίωση ενός συνεκτικού, ορθολογικού επιχειρήματος».
Ένα χρόνο αργότερα, ο Ιωαννίδης εξακολουθεί να θαυμάζει τις επιθέσεις που δέχεται η μελέτη (η οποία τελικά δημοσιεύθηκε σε ένα κορυφαίο περιοδικό επιδημιολογίας).
«Οι επιστήμονες που σέβομαι άρχισαν να ενεργούν σαν πολεμιστές που έπρεπε να αποκρούσουν τον εχθρό», υποστήριξε ο Ιωαννίδης.
«Κάθε μελέτη που έχω συντάξει έχει λάθη - είμαι επιστήμονας, όχι ο Πάπας - αλλά τα κύρια συμπεράσματα αυτών ήταν σωστά και αντέχουν στην κριτική», τονίζει ο Ιωαννίδης.
Οι δημοσιογράφοι κατηγόρησαν τους ερευνητές ότι θέτουν σε κίνδυνο ζωές αμφισβητώντας τα lockdwons.
To the Nation χαρακτήρισε την έρευνα ως «μαύρη κηλίδα» για το Stanford.
Οι πιο φθηνές επικρίσεις υπήρξαν από το BuzzFeed, το οποίο αφιέρωσε δεκάδες κείμενα παρουσιάζοντας μια σειρά ασήμαντων αντιρρήσεων και αβάσιμων κατηγοριών.
Το BuzzFeed μάλιστα αποκάλυψε ότι ένα στέλεχος αεροπορικής εταιρείας σε αντίθεση με lockdowns είχε συμβάλει με 5.000 δολάρια ναι... 5.000 δολάρια στην διεξαγωγή της μελέτης!
Η ιδέα ότι μια ομάδα διακεκριμένων ακαδημαϊκών, οι οποίοι δεν πληρώθηκαν για την μελέτη που εκπόνησαν, θα διακινδύνευαν τη φήμη τους, παρακάμπτοντας τα πραγματικά γεγονότα για 5.000 δολάρια;
Πάντως ο Ιωαννίδης, ο Bhattacharya και ο επικεφαλής ερευνητής, Eran Bendavid, υποστήριξαν ότι δεν γνώριζαν καν τη δωρεά κατά τη διεξαγωγή της μελέτης.
Όμως, το Stanford University ανησύχησε και προβληματίστηκε από την αναταραχή στο διαδίκτυο που οδήγησε τους ερευνητές σε ειδική έρευνα αναθέτοντας τον έλεγχο σε μια εξωτερική νομική εταιρεία.
Η έρευνα δεν βρήκε στοιχεία σύγκρουσης συμφερόντων, αλλά η εκστρατεία συκοφάντησης κατάφερε να στείλει ένα σαφές μήνυμα στους επιστήμονες παντού:
Μην αμφισβητείτε το αφήγημα της καραντίνας.
Υπερασπίστηκαν τον Ιωαννίδη και…επικρίθηκαν
Δύο βετεράνοι, η Jeanne Lenzer και η Shannon Brownlee, δημοσίευσαν ένα άρθρο στο Scientific American αποκρυπτογραφώντας την πολιτικοποίηση της έρευνας για τον Covid.
Υπερασπίστηκαν την ακεραιότητα και τη μεθοδολογία των ερευνητών του Stanford University, σημειώνοντας ότι μερικές μεταγενέστερες μελέτες είχαν βρει παρόμοια ποσοστά θνησιμότητας μεταξύ των μολυσμένων.
Στην τελευταία μελέτη του ο Ιωαννίδης εκτιμά τώρα ότι το μέσο ποσοστό θνησιμότητας στην Ευρώπη και την Αμερική είναι 0,3% έως 0,4% και περίπου 0,2% μεταξύ των ανθρώπων που δεν ζουν σε ιδρύματα.
Οι Lenzer και ο Brownlee ανέφεραν ότι ήταν άδικη κριτική και ότι οι επικρίσεις των πανεπιστημιακών του Stanford University είχε σκοπό να φοβίσει την επιστημονική κοινότητα.
Το διαδίκτυο ξεχείλισε από οργή και το Scientific American δημοσίευσε ένα άρθρο που ουσιαστικά αμφισβητούσε το άρθρο των Lenzer και Brownlee.
Και η ομερτά συνεχίζεται
Ο Thomas Benfield, ένας από τους ερευνητές στη Δανία που διεξήγαγε την πρώτη μεγάλη τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη δοκιμή για την αποτελεσματικότητα της μάσκας εναντίον του Covid, ρωτήθηκε γιατί χρειάστηκε τόσο πολύς χρόνος για να δημοσιεύσει τα πολυαναμενόμενα ευρήματα.
Η έρευνα του αφού απορρίφθηκε από το The Lancet, το The New England Journal of Medicine και το JAMA... τελικά δημοσιεύτηκε στο Annals of Internal Medicine.
Γιατί υπήρξε άρνηση στην δημοσίευση της μελέτης;
Γιατί η μελέτη αποδείκνυε ότι μια μάσκα δεν προστατεύει τον χρήστη, κάτι που αντιβαίνει τους ισχυρισμούς του CDC και άλλων υγειονομικών αρχών.
Οι 350 δημοσιεύσεις και μια τραγικά ακριβής προφητεία…
Ο Stefan Baral, επιδημιολόγος στο Johns Hopkins με 350 δημοσιεύσεις στο ενεργητικό του, υπέβαλε μια μελέτη, επικριτική για τα lockdowns για να δημοσιευθεί, αποτάθηκε σε περισσότερα από δέκα περιοδικά και τελικά έκανε πίσω είναι η «πρώτη φορά στην καριέρα μου που δεν μπορούσα να δημοσιεύσω ένα άρθρο πουθενά»
Ο Martin Kulldorff, επιδημιολόγος στο Harvard (κορυφαίος στον κόσμο στο είδος του), είχε παρόμοια εμπειρία με άρθρο του, στην αρχή της πανδημίας, υποστηρίζοντας ότι οι πόροι πρέπει να επικεντρωθούν στην προστασία των ηλικιωμένων και όχι συνολικά στον πληθυσμό.
«Όπως και στον πόλεμο», έγραψε ο Kulldorff, «πρέπει να εκμεταλλευτούμε τα χαρακτηριστικά του εχθρού προκειμένου να τον νικήσουμε με τον ελάχιστο αριθμό θυμάτων.
Δεδομένου ότι ο Covid-19 λειτουργεί με έναν συγκεκριμένο τρόπο αφού προσβάλει τις μεγαλύτερες ηλικίες, τα επιβαλλόμενα αντίμετρα μέτρα πρέπει επίσης να αφορούν τις μεγαλύτερες ηλικίες.
Εάν όχι, θα χαθούν άσκοπα ζωές.
Ήταν μια τραγικά ακριβής προφητεία από έναν από τους κορυφαίους εμπειρογνώμονες για τις μολυσματικές ασθένειες στον κόσμο, αλλά ο Kulldorff δεν μπόρεσε να βρει ένα επιστημονικό περιοδικό ώστε να δημοσιεύσει το άρθρο, οπότε κατέληξε να το δημοσιεύσει στην σελίδα του στο LinkedIn.
«Υπάρχει πάντα ένα σκεπτικό κομμάτι επιστημόνων… ανέφερε ο Kulldorff.
Οι περισσότεροι από τους επιδημιολόγους και άλλους επιστήμονες με τους οποίους μίλησα ιδιωτικά είναι κατά της καραντίνας, αλλά φοβούνται να μιλήσουν»
Η συμμαχία
Σπάζοντας την σιωπή του ο Kulldorff συνεργάστηκε με τον Bhattacharya του Stanford και τη Sunetra Gupta της Οξφόρδης για να εκδώσει την Διακήρυξη του Great Barrington.
Προέτρεψαν τους αξιωματούχους υγείας να κατευθύνουν περισσότερους πόρους για να προστατεύσουν τους ηλικιωμένους, όπως το να κάνουν περισσότερες εξετάσεις του προσωπικού σε γηροκομεία και νοσοκομεία, να ανοίξουν ξανά τις επιχειρήσεις και τα σχολεία, κάτι που θα προστατεύσει τελικά τους ευάλωτους καθώς η ανοσία της αγέλης αυξάνεται σε μέρη του πληθυσμού που ούτως ή άλλως διατρέχουν μικρό κίνδυνο.
Κατάφεραν να προσελκύσουν την προσοχή αλλά όχι αυτό που περίμεναν.
Αν και δεκάδες χιλιάδες άλλοι επιστήμονες και γιατροί συνέχισαν να υπογράφουν το κείμενο τους το Great Barrington, ο τύπος τους επέκρινε, σχολιάζοντας ότι ακολουθούν θανατηφόρα στρατηγική ότι αποτελούν «ηθικό εφιάλτη» και ότι αποτελούν «πράκτορες παραπληροφόρησης».
Η Google το απαγόρευσε αρχικά έτσι ώστε η πρώτη σελίδα των αποτελεσμάτων αναζήτησης για τη «Διακήρυξη του Great Barrington» παρουσίαζε μόνο την κριτική..
Υπήρχε η κριτική αλλά απουσίαζε το βασικό άρθρο για το οποίο ασκήθηκε κριτική.
Το Facebook έκλεισε την σελίδα των επιστημόνων για μια εβδομάδα για παραβίαση των μη καθορισμένων «προτύπων».
Ο αιρετικός Scott Atlas
Ο περισσότερο διωκόμενος αιρετικός ήταν ο Scott Atlas, ιατρός και αναλυτής πολιτικής υγείας στο Stanford’s Hoover Institution.
Ζητούσε να εστιάσουμε την προσοχή μας στα γηροκομεία και υπολόγισε ότι οι ιατρικές, κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες των lockdowns θα κόστιζαν περισσότερα χρόνια ζωής από τον κορωνοϊό.
Όταν εντάχθηκε στην ειδική ομάδα για τον Covid 19 του Λευκού Οίκου, ο Bill Gates τον χλεύασε ως «αυτός ο τύπος του Stanford’s Hoover Institution χωρίς παρελθόν» και ότι προωθεί θεωρίες συνωμοσίας.
Σχεδόν 100 μέλη της πανεπιστήμιου του Stanford’s υπέγραψαν μια επιστολή με την οποία καταγγέλλουν ως «ψευδή τα στοιχεία που παρουσίασε ο Scott Atlas».
Η διοικητικά ομάδα του Stanford’s ψήφισε με συντριπτική πλειοψηφία κατά του Scott Atlas τονίζοντας ότι αποτελούν οι απόψεις του «ανάθεμα για την κοινότητά μας, τις αξίες μας και την πεποίθησή μας ότι πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τη γνώση για το καλό».
Αρκετοί καθηγητές από την ιατρική σχολή του Stanford’s απαίτησαν περαιτέρω τιμωρία του Scott Atlas «όταν οι γιατροί εμπλέκονται σε πρακτικές που απειλούν την υγεία του έθνους».
Το άρθρο, το οποίο παρουσίασε παραποιημένα τις απόψεις του Scott Atlas καθώς και τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την αποτελεσματικότητα των καραντίνων, κάλεσε τις επαγγελματικές ιατρικές ομάδες και τα συμβούλια ιατρικής αδειοδότησης να αναλάβουν δράση εναντίον του Atlas με το αιτιολογικό ότι ήταν «ηθικά ακατάλληλο για τους γιατρούς να προτείνουν δημόσια παρεμβάσεις δεν είναι επιστημονικά τεκμηριωμένες»
Η ανηθικότητα και τα lockdowns
Αλλά αν ήταν ανήθικο να προτείνουμε «παρεμβάσεις που δεν είναι επιστημονικά βάσιμες», πώς θα μπορούσε κανείς να συγχωρήσει τα lockdowns;
«Ήταν απολύτως ανήθικο να πραγματοποιήσουμε αυτή την παρέμβαση σε ολόκληρη την κοινωνία χωρίς τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία», λέει ο Bhattacharya.
«Τα άμεσα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά, ειδικά για τους φτωχούς, και τα μακροπρόθεσμα αποτέλεσμα θα είναι χειρότερα θα υπονομεύσουν ουσιαστικά την εμπιστοσύνη στη δημόσια υγεία και την επιστήμη»
Η παραδοσιακή στρατηγική για την αντιμετώπιση των πανδημιών ήταν η απομόνωση των μολυσμένων και η προστασία των πιο ευάλωτων, όπως συνέστησαν οι επιστήμονες του Great Barrington.
Τα εναλλακτικά σενάρια που είχε επεξεργαστεί το αμερικανικό CDC πριν από την πανδημία δεν περιλάμβανε το κλείσιμο των σχολείων ή την παύση της λειτουργίας των επιχειρήσεων ακόμη και κατά τη διάρκεια της πανώλης μιας τόσο θανατηφόρου νόσου όσο η ισπανική γρίπη του 1918.
Ωστόσο, ο Fauci ο επικεφαλής των Κέντρων Νοσημάτων των ΗΠΑ απέρριψε την στρατηγική στοχοποιημένης προστασίας ως «συνολική ανοησία» σε «οποιονδήποτε έχει εμπειρία στην επιδημιολογία και τις μολυσματικές ασθένειες», και η ετυμηγορία του έγινε «η επιστήμη» για τους πολιτικούς στις ΗΠΑ και διεθνώς.
Ευτυχώς, μερικοί ηγέτες ακολούθησαν την επιστήμη με διαφορετικό τρόπο.
Αντί να εμπιστεύονται τυφλά τον Fauci, άκουσαν τους επικριτές του και υιοθέτησαν τη στρατηγική στοχοθετημένης προστασίας - κυρίως στη Φλόριντα.
Ο κυβερνήτης της Φλόριντα DeSantis, άρχισε να αμφισβητεί το δημόσιο υγειονομικό σύστημα και τις παραδοχές του στις αρχές της πανδημίας, όταν μοντέλα υπολογιστών προέβλεπαν ότι οι ασθενείς με Covid 19 θα ξεπερνούσαν σε μεγάλο βαθμό τα κρεβάτια στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας.
Οι κυβερνήτες στη Νέα Υόρκη, το Νιου Τζέρσεϋ, την Πενσυλβάνια και το Μίσιγκαν ήταν τόσο ανήσυχοι και τόσο αποφασισμένοι να απελευθερώσουν τα κρεβάτια στα νοσοκομεία, ώστε έστειλαν ασθενείς σε γηροκομεία και άλλες εγκαταστάσεις με τα γνωστά θανατηφόρα αποτελέσματα.
Η περίπτωση της Σουηδίας
Μια μελέτη στη Σουηδία έδειξε ότι η διατήρηση ανοικτών σχολείων σε όλη την πανδημία, χωρίς μάσκες ή κοινωνικές αποστάσεις, είχε μικρή επίδραση στην εξάπλωση του Covid.
Ένας άλλος Σουηδός ερευνητής, ο Jonas Ludvigsson, ανέφερε ότι ούτε ένας μαθητής στη Σουηδία δεν πέθανε από τον Covid και ότι ο κίνδυνος σοβαρής ασθένειας των δασκάλων τους ήταν χαμηλότερος από ότι για το υπόλοιπο εργατικό δυναμικό - αλλά αυτά τα ευρήματα προκάλεσαν τόση κριτική και απειλές οδηγώντας τον Ludvigsson να σταματήσει να ερευνά ή να συζητά για τον Covid 19.
Οι πλατφόρμες κοινωνικών μέσων συνέχισαν να λογοκρίνουν επιστήμονες και δημοσιογράφους που αμφισβήτησαν τα lockdowns και τις μάσκες.
Το YouTube κατάργησε μια συζήτηση μεταξύ των επιστημόνων του DeSantis και των επιστημόνων του Great Barrington, με την αιτιολογία ότι «έρχεται σε αντίθεση με την κυρίαρχη επιστημονική άποψη» σχετικά με την αποτελεσματικότητα των μασκών.
Το Twitter απέκλεισε τους Atlas και Kulldorff από την πλατφόρμα του
Μια έρευνα στην Γερμανία ανέφερε ότι βλάπτει τα παιδιά η μάσκα αλλά και αυτή η έρευνα καταργήθηκε από το Facebook (το οποίο χαρακτήρισε το άρθρο του City Journal "Partly False" επειδή ανέφερε τη μελέτη) και επίσης στο ResearchGate, έναν από τους πιο ευρέως γνωστούς ιστότοπους για τους επιστήμονες για την ανάρτηση των άρθρων τους.
Η ResearchGate αρνήθηκε να εξηγήσει τη λογοκρισία στους Γερμανούς επιστήμονες, λέγοντάς τους μόνο ότι το έγγραφο αφαιρέθηκε από τον ιστότοπο ως απάντηση σε «αναφορές από αναγνώστες».
Η λογοκρισία στα κοινωνικά μέσα και στους επιστήμονες, σε συνδυασμό με τις παρεμβάσεις της κινεζικής κυβέρνησης, κατάφεραν για ένα χρόνο να περιθωριοποιήσουν τη θεωρία ότι το Covid 19 διέρευσε από το ινστιτούτο Ιολογίας του Wuhan στην Κίνα
Είναι εντυπωσιακό πως τόσοι πολλοί άνθρωποι δέχθηκαν με ευκολία ότι τα σενάρια περί εμπλοκής του ινστιτούτου ιολογίας του Wuhan είναι απλά σενάρια συνωμοσίας.
Τώρα όλο και περισσότεροι αναγνωρίζουν ότι η πηγή προέλευσης του θανατηφόρου Covid 19 ήταν το ινστιτούτο ιολογίας του Wuhan στην Κίνα.
Η ιστορία επαναλαμβάνεται
Σε αντίθεση με πολλές κρίσεις, μια επιδημία είναι μια πραγματική απειλή, αλλά η βιομηχανία κρίσεων δεν μπορεί να αντισταθεί στην υπερβολή του κινδύνου.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ξέσπασε η επιδημία του AIDS, οι New York Times ανέφεραν τότε ότι ο ιός είχε τρομακτική πιθανότητα να εξαπλωθεί στα παιδιά μέσω της «καθημερινής στενής επαφής» την μελέτη την είχε υπογράψει ο Anthony Fauci ο σημερινός επικεφαλής του αμερικανικού CDC.
Το περιοδικό Life είχε ένα τίτλο πανικού «τώρα κανείς δεν είναι ασφαλής από το AIDS».
Ανέφερε μια μελέτη του Robert Redfield, του μελλοντικού επικεφαλής του CDC κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid, προβλέποντας ότι το AIDS σύντομα θα εξαπλωνόταν τόσο γρήγορα μεταξύ των ετεροφυλόφιλων όσο και των ομοφυλόφιλων. Και οι δύο επιστήμονες ήταν απολύτως λάθος, ωστόσο οι άκρως λανθασμένες προβλέψεις τους δεν έβλαψαν την καριέρα τους ή την αξιοπιστία τους.
Η ομάδα του Neil Ferguson στο Imperial College προέβλεψε έως και 65.000 θανάτους στο Ηνωμένο Βασίλειο από γρίπη των χοίρων και 200 εκατομμύρια θανάτους παγκοσμίως από τη γρίπη των πτηνών.
Ο αριθμός των θανάτων κάθε φορά ήταν κάποιες εκατοντάδες, αλλά δεν πειράζει: όταν η ομάδα του Neil Ferguson προέβλεπε εκατομμύρια νεκρούς από τον Covid 19, ήταν ένα κίνητρο οι πολιτικοί να επιβάλλουν lockdowns, αγνοώντας τις αποτυχημένες προβλέψεις του ιδίου και της ομάδας του.
Οι δημοσιογράφοι συνέχισαν να επισημαίνουν τις πιο ανησυχητικές προειδοποιήσεις, χωρίς καμία επιστημονική τεκμηρίωση.
Έπρεπε να κρατήσουν το κοινό τους φοβισμένο και πέτυχαν.
Για τους Αμερικανούς κάτω των 70 ετών, η πιθανότητα επιβίωσης από μόλυνση με Covid 19 ήταν περίπου 99,9% προσέξτε, η πιθανότητα να ζήσεις ήταν 99,9%, αλλά ο φόβος για τον ιό ήταν δραματικός.
Από στην ιστορία του Covid 19 ένα άλλο θέμα που θα πρέπει να μελετηθεί ήταν η πολιτικοποίηση της έρευνας, της επιστήμη, ένα άλλο μακροχρόνιο πρόβλημα που επιδεινώθηκε.
To συμπέρασμα
Το βασικό συμπέρασμα είναι όλες οι φωνές που ήταν ενάντιες στην επίσημη άποψη για τον Covid 19 και την αντιμετώπιση του φιμώθηκε, λογοκρίθηκε αλλά ευτυχώς στο τέλος… δικαιώνεται.
Σήμερα ξέρουμε ότι ο Covid 19 ήταν ανθρώπινο λάθος από το ινστιτούτο ιολογίας του Wuhan, σήμερα ξέρουμε ότι οι νέοι έχουν μηδενικό κίνδυνο να πεθάνουν και σήμερα ξέρουμε ότι οι ευπαθείς ομάδες και οι μεγάλες ηλικίες είναι αυτές με την μεγαλύτερη νοσηρότητα και θνητότητα.
Ωστόσο με βάση τους θανάτους διεθνώς το 99,8% του πληθυσμού δεν κινδυνεύει από Covid 19, όλος αυτός ο παγκόσμιος πανικός αφορά το 0,20% του πληθυσμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου