Γράφει ὁ π.Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Εἶναι γνωστὸ ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς
Ἐκκλησίας, ποὺ διαθέτουν ἄμεση καὶ προσωπικὴ ἐμπειρία τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ὅτι
ὁ ἐχθρὸς στοχεύει τὸν ἄνθρωπο στὰ ἰδιαίτερα ψυχικά του σημεῖα καὶ μέσω τῶν ἰδιαιτέρων
κλίσεων, παθῶν καὶ ἐλαττωμάτων του, προσπαθεῖ νὰ τὸν ρίξει καὶ νὰ τὸν ἀποξενώσει
ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ.
Καὶ εἶναι ἐπίσης γνωστὸ ἀπὸ τὸν
λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν πραγματικότητα, ἀπὸ τὴν ζωὴ τῶν Ἁγίων
καὶ ἀπὸ αὐτὴ τὴν Ἐκκλησιαστική μας ἱστορία, ὅτι οἱ λεγόμενοι ἐκ δεξιῶν
πειρασμοί, εἶναι πιὸ πολλοὶ καὶ περισσότερο ἐπικίνδυνοι ἀπὸ τοὺς ἐξ ἀριστερῶν
πειρασμούς.
Τοὺς πειρασμοὺς δηλ. τοῦ διαβόλου
ποὺ χτυποῦν τὸν ἄνθρωπο μέσω τῆς σαρκός, μὲ ὅλα τὰ συμπαρομαρτούντα τοῦ ποταποῦ
αὐτοῦ ἐπιπέδου.
Ὁ Προφητάναξ Δαυΐδ, μᾶς ἑρμηνεύουν
οἱ Πατέρες, ποὺ εἶχε γνωρίσει ὅσο ἐλάχιστοι τὰ μυστικὰ τῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ
εἶχε νοιώσει γιὰ τὰ καλὰ στὴ ὕπαρξή του, τοὺς καμουφλαρισμένους ἐκ δεξιῶν
πειρασμούς, γράφει μὲ πόνο ἀλλὰ καὶ μὲ ἀγάπη: «Πεσεῖται ἐκ τοῦ κλίτους σου
χιλιὰς καὶ μυριὰς ἐκ δεξιῶν σου...» (Ψαλμ. 90. 7).
Ὅπως λοιπὸν γίνεται κατανοητό, οἱ
ἐκ δεξιῶν πειρασμοί, οἱ περισσότερο ὕπουλοι καὶ ἐπικίνδυνοι, εἶναι αὐτὲς οἱ
καλοστημένες παγίδες τοῦ πονηροῦ ποὺ στοχεύουν, ὄχι τόσο στοὺς ἀνθρώπους ποὺ ζοῦν
τὴν κατὰ κόσμον καὶ μακράν τοῦ Θεοῦ ζωή, ὅσο σὲ ὅσες ὑπάρξεις δείχνουν νὰ ἔχουν
ἀρνηθεῖ τὴν ἁμαρτία καὶ ἔχουν ξεκινήσει τὴν εὐλογημένη ζωὴ τῆς μετανοίας καὶ τῆς...
κατὰ Θεὸν προκοπῆς.
Θὰ ἐρωτήσουν κάποιοι. Μὰ εἶναι
δυνατὸν αὐτοὶ ποὺ προσπαθοῦν καὶ ἀγωνίζονται στὸ νὰ βιώνουν αὐτὴ τὴν ζωή, εἶναι
δυνατὸν νὰ ἀντιμετωπίζουν πειρασμούς; Μὰ φυσικά. Αὐτὸ εἶναι τὸ μόνο βέβαιο. Ὄχι
μόνο ἔχουν καὶ ἀντιμετωπίζουν, ἀλλὰ ὁρισμένες φορές, τὰ κύματα τῶν πειρασμῶν, αὐξάνουν
τόσο, ὥστε χρειάζεται νὰ παρέμβει εἰδικῶς ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ σταματήσει,
προσωρινῶς, ὁ ἀόρατος πόλεμος. Τότε ὁ πιστὸς ἐνδυναμώνεται καὶ συνεχίζει μὲ ἐνθουσιασμὸ
καὶ κυρίως ταπείνωση, τὸν δύσκολο πλὴν ὅμως εὐλογημένο δρόμο τοῦ «καθ΄ ὁμοίωσιν».
Βεβαίως, ὁ κάθε συνειδητὸς πιστὸς
καὶ μάλιστα μοναχὸς ἢ κληρικός, ἔχει γνώση αὐτῶν τῶν καταστάσεων καὶ ἰδίως,
προϊόντος τοῦ χρόνου, αὐτῶν τῶν ἐκ δεξιῶν πειρασμῶν, ποὺ στοχεύουν στὸν ἐγωϊσμὸ
καὶ στὴν οἴηση ποὺ ἐμφυτεύονται ὡς ἀγκάθια καὶ τριβόλια τοῦ ἐχθροῦ στὸ ὑπέδαφος
τῆς ψυχῆς. Ὅταν δηλ. ὁ πιστός, πλὴν τῶν ἄλλων, στέκει μόνο στὴν ἐπιφάνεια τῶν
πραγμάτων ποὺ φαίνονται στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ δὲν βοηθεῖται μέσω καὶ τοῦ
πνευματικοῦ στὸ νὰ καταστρέψει τὰ ἴχνη τῆς κρυφῆς ὑπερηφάνειας.
Φυσικά, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐπεκταθοῦμε σὲ ἰδιαίτερες καὶ προσωπικὲς περιπτώσεις, διότι κάτι τέτοιο καὶ δὲν μᾶς ὠφελεῖ, ἀλλὰ καὶ δὲν ἐπιτρέπεται.
Ἐπιβάλλεται ὅμως νὰ μελετήσουμε
καὶ νὰ σταθοῦμε τόσο στὰ ἱερὰ συναξάρια, στοὺς βίους τῶν ἁγίων μας, ὅσο καὶ σὲ ἰδιαίτερους
σταθμοὺς τῆς Ἐκκλησιαστικῆς μας ἱστορίας.
Καὶ οἱ μὲν βίοι τῶν ἁγίων, μᾶς ἀποκαλύπτουν
τὸ πόσο μπορεῖ μία ψυχή, ποὺ ξεκινᾶ μὲ ἁγνὸ ζῆλο, δὲν ἔχει ὅμως στιβαρὴ
πνευματικὴ καθοδήγηση, νὰ πλανηθεῖ καὶ νὰ ταλαιπωρηθεῖ ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν καὶ
δεκαετιῶν, δυστυχῶς δὲ σὲ κάποιες τῶν περιπτώσεων καὶ ἰσοβίως. Ἡ δὲ Ἐκκλησιαστικὴ
ἱστορία, στὴν αὐθεντική της ἔκφραση, μᾶς διδάσκει τὸ πόσο εἶναι δυνατὸν νὰ ταλαιπωρηθεῖ
ἀκόμα καὶ ὁλόκληρη τοπικὴ Ἐκκλησία, ὅταν ὁ ὑπέρμετρος καὶ καυστικὸς ζῆλος,
ξεφεύγει ἀπὸ τὰ ἐπιτρεπτὰ ὅρια. Ὅταν δηλ. γίνεται ἐπικίνδυνος, ἀκόμα καὶ γιὰ τὴ
ζωὴ τῶν δῆθεν ἐχθρῶν τῆς πίστεως καὶ ὅσων ἀρνοῦνται νὰ ἀποδεχθοῦν τὴν
«θεολογία», τὴν μεθοδολογία, τὴν τακτικὴ καὶ ὅλους τούς ἐν γένει τρόπους
συμπεριφορᾶς τῶν «ἀμυντόρων τῆς πίστεως».
Πόσο δίκαιο εἶχε πράγματι ἕνας ἐπίσκοπος, ὅταν τόνιζε ὅτι, ἡ Ἐκκλησία δὲν φοβᾶται τὴν ἁμαρτία. Καὶ τοῦτο, διότι διαθέτει τὴν ἐξουσία, ἀπὸ τὸν Θεῖο Δομήτορα, νὰ τὴν καθαίρει καὶ νὰ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει ἀγαθὴ διάθεση, στὴν ἁγιότητα. Ἡ Ἐκκλησία, συνέχιζε, φοβᾶται τὴν αἵρεση καὶ τὸ σχίσμα. Κυρίως δὲ τὸ χρονίζον σχίσμα, ποὺ δυστυχῶς, καταντᾶ καὶ αὐτὸ αἵρεσις.
Θὰ χρειάζονταν τόμοι ὁλόκληροι ἐὰν θελήσουμε νὰ ἀναφερθοῦμε σὲ ὅλα τὰ μέχρι σήμερα σχίσματα μέσα στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἄλλωστε, ὑπάρχουν αὐτὰ καταγεγραμμένα καὶ μπορεῖ κανεὶς ὅποτε θελήσει νὰ τὰ μελετήσει μέσα ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντα βιβλία καὶ ἐγχειρίδια τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας. Ἐκεῖ θὰ γνωρίσει, καὶ θὰ ἐπισημάνει τὰ βαθύτερα αἴτια, θὰ πονέσει, θὰ σκεφθεῖ, θὰ ἐρευνήσει ποῦ τελικῶς μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει ὁ ἀδιάκριτος ζῆλος. Θὰ δεῖ ἐπίσης τὸν ἐγωισμὸ ποὺ κρύπτεται κάτω ἀπὸ ποικίλους μανδύες καὶ ἐὰν διαθέτει σύνεση, θὰ καταλήξει σὲ ὀρθὰ συμπεράσματα καὶ σὲ εὐλογημένες ἀποφάσεις. Γνωστὸν ἄλλωστε, ὅτι ἡ γνώση δὲν εἶναι γιὰ τὴν γνώση, οὔτε ἡ μελέτη τῶν λαθῶν καὶ ἀστοχιῶν τῶν προηγουμένων γενεῶν, μᾶς δικαιώνει στὸ νὰ τὰ ἐπαναλαμβάνουμε στὸ ὄνομα δῆθεν τῆς παραδόσεως καὶ τῆς ἀκριβείας, ἀλλὰ στὸ πῶς θὰ ἀποφύγουμε παρόμοιους πειρασμοὺς καὶ παγίδες.
Δὲ θὰ σταθοῦμε λοιπὸν στὰ παλαιὰ
σχίσματα καὶ σὲ ὅσα ἐτάραξαν τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ θὰ ρίξουμε μία σύντομη ματιὰ στὰ
τελευταῖα κυρίως ἔτη, ὄχι βεβαίως ἀναλύοντας ἱστορικὰ γεγονότα ποὺ εἶναι ἤδη
γνωστά, ἀλλὰ θὰ ἐπιμείνουμε σὲ κάποια σημεῖα ποὺ ἐκ τῶν πραγμάτων δείχνουν τὴν ὅλη
ποιότητα καὶ τὰ ἀποτελέσματα. Ἐπίσης, θὰ θέσουμε κάποια καίρια ἐρωτήματα, τὰ ὁποῖα
φανερώνουν ὅτι δὲν φθάνει νὰ ὑπάρχει ἁπλῶς ὁ ζῆλος στοὺς ἀγῶνες τῆς πίστεως, ἀλλὰ
ἐπιβάλλεται νὰ συνυπάρχουν ἡ σύνεση καὶ ἡ διάκριση, ἀφοῦ, ἐννοεῖται, ξεκινᾶ
κανεὶς μὲ τὴν καλὴ διάθεση καὶ ἔχοντας ἰσορροπημένες τὶς ψυχικές του δυνάμεις.
Α) Εἶναι τυχαῖο τὸ ὅτι ὁ
παλιοημερολογητικὸς κόσμος, ἔχει διασπασθεῖ σὲ τόσες παρατάξεις, ποὺ καὶ οἱ ἴδιοι
ἀγνοοῦν τὸν ἀριθμό τους; Σημειωτέον, ὅτι ὅπως ἰσχυρίζονταν, ξεκίνησαν γιὰ τὴν «ἀκρίβεια»
τοῦ ἡμερολογίου. Καὶ αὐτὸ μὲν ἴσχυε γιὰ τὸν ἁπλοϊκὸ λαό. Ἀποτελοῦσε ὅμως τὸ
«προπέτασμα καπνοῦ», καὶ ὅπως ἔχει ἀποδειχθεῖ καὶ ὁμολογηθεῖ, ἄλλοι ὑπῆρξαν
δυστυχῶς οἱ σκοποὶ τῶν πρωταγωνιστῶν τοῦ κινήματος. Τοῦ κινήματος ποὺ
νομοτελειακῶς κατήντησε σὲ «λερναία ὕδρα».
Β) Ἀποτελεῖ ἢ ὄχι ἀλήθεια καὶ
μάλιστα τραγική, τὴν ὁποία παραδέχονται καὶ ὁμολογοῦν πρωτίστως τὰ ἴδια τὰ μέλη
τῶν ποικίλων παρατάξεων, ὅτι στὴν ἐσωτερική τους δομή, ὑφίσταται μεγαλύτερος οἰκουμενισμὸς
ἀπὸ αὐτὸν ποῦ δῆθεν καταδικάζουν;
Γ) Εἶναι ψέμα τὸ γεγονὸς ὅτι,
κληρικοὶ ποὺ ἔχουν καθαιρεθεῖ γιὰ πολὺ σοβαροὺς λόγους ἀπὸ τὴν Ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία,
βρίσκουν καταφύγιο στὶς παρατάξεις τοῦ δῆθεν «πατρίου ἡμερολογίου» καὶ τοῦ «ἀντιοικουμενισμοῦ»;
Δ) Οἱ ἀνοικονόμητες οἰκονομίες
ποὺ λαμβάνουν χώρα σὲ ὅσους ἀπέκοψαν ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας,
μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μὲ τὴν ὄντως οἰκονομία ποὺ χειρίζεται κατὰ καιροὺς ἡ Ἐκκλησία
σὲ πρόσωπα καὶ καταστάσεις;
Ἀλλά, δὲν εἶναι αὐτὲς μόνο οἱ
περιπτώσεις τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀποφάσισαν νὰ ἀποκοποῦν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία γιὰ
λόγους τοὺς ὁποίους γνωρίζει μόνο ὁ Θεός, καὶ ποὺ ὅπως ἤδη τονίσαμε, χάριν τῆς
«ἀκριβείας», κατακερματίστηκαν σὲ παρατάξεις, συναγωγὲς καὶ φατρίες, ποὺ ἡ μία ἀφορίζει
καὶ ἀναθεματίζει τὴν ἄλλη, στὸ πλαίσιο πάντα τῆς «ἐν Χριστῷ ἀγάπης» καὶ τοῦ
«πατερικοῦ φρονήματος».
Δὲν πρόκειται μόνο γιὰ ὅσους στὴν
ἀρχὴ ἔφεραν ὡς προμετωπίδα τοῦ σχίσματος τὸ «παλαιὸ ἡμερολόγιο», καὶ ποὺ στὴν
πράξη εἶδαν ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ σταθεῖ αὐτὴ ἡ δικαιολογία καὶ τελικῶς ἀποφάσισαν
νὰ περιφέρουν τὸ «ἀντιοικουμενιστικὸ λάβαρο».
Ὄχι λοιπὸν μόνο οἱ αὐτόνομες ὁμάδες
αὐτῶν ποὺ στὴν μία περίπτωση χαρακτηρίζονται «Γνήσιοι», στὴν ἄλλη «Ἐνιστάμενοι»,
στὴν τρίτη ὅπως ἀλλοιῶς θέλουν νὰ ὀνομάσουν τὸ σχίσμα τους, ἀλλὰ ὑφίστανται καὶ
οἱ περιπτώσεις ποὺ κινδυνεύουν νὰ ἔλθουν τὰ ἀποτελέσματα τοῦ σχίσματος καὶ τῆς
οὐσιαστικῆς ἀποκοπῆς, μέσω μίας νέας καταστάσεως ποὺ αὐτοχαρακτηρίζεται ὡς «ἀποτείχισις».
Βεβαίως, ὅλοι αὐτοὶ οἱ καλῆς
διαθέσεως, στὶς περισσότερες τῶν περιπτώσεων, ἀδελφοί, «διαρρηγνύουν τὰ ἱμάτιά
τους» στὸ ἄκουσμα ὅτι, οὐσιαστικῶς μὲ τὴν τακτική τους αὐτὴ δρασκελίζουν στὸν χῶρο
τοῦ σχίσματος. Ἐπιμένουν δὲ ὅτι παραμένουν στὴν Ἐκκλησία, καὶ ἐπιπλέον ὅτι ἀποτελοῦν
τὸ ὑγιὲς τμῆμα αὐτῆς. Ἀκόμα πρὸς ὑποστήριξη τῆς τακτικῆς τους, προβάλλουν
δυναμικὲς ἐκκλησιαστικὲς προσωπικότητες, ὅπως τοῦ ὄντως ἀγωνιστοῦ καὶ ὁμολογητοὺ
Ἱεράρχου, πρώην Φλωρίνης Αὐγουστίνου.
Ἐπιπροσθέτως δὲ ἐπιζητοῦν νὰ
στηρίξουν τὴν πράξη τῆς λεγομένης «ἀποτείχισης», κυρίως στὸν ΙΕ' κανόνα τῆς ΑΒ'
Συνόδου, ὅπως ἀκριβῶς πράττουν καὶ οἱ «ἐνιστάμενοι», οἱ ποικίλοι «γνήσιοι», οἱ
«Γ.Ο.Χ.» κ.τ.λ.
Ἀλλά, ἐὰν κανεὶς μελετήσει σωστὰ
καὶ ψύχραιμα τὸν συγκεκριμένο κανόνα, καὶ ἐρευνήσει τὴν ἐφαρμογή του ποὺ ἀποδεικνύει
καὶ τὴν οὐσία τοῦ πνεύματός του, τόσο ἀπὸ παλαιότερους, ὅσο καὶ ἀπὸ σύγχρονους
Πατέρες, θὰ διαπιστώσει ὅτι εἶναι ἀδύνατον νὰ δικαιωθεῖ ἡ ὅλη κατάσταση ποὺ
καταντᾶ σὲ σχίσμα, ἀφοῦ στὴν πράξη ἀποδεικνύεται ὄτι ὁ κανόνας, δὲν εἶναι ὑποχρεωτικοῦ
ὅπως ἰσχυρίζονται χαρακτῆρος, ἀλλὰ καθαρῶς δυνητικοῦ.
Καὶ γιὰ νὰ μὴν ἐπιμένουν ὁρισμένοι
ὅτι τὰ πράγματα ἔχουν διαφορετικά, ἂς περάσουμε στὴν πρακτικὴ ἐφαρμογὴ τοῦ
κανόνα ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν πρώην Φλωρίνης Αὐγουστίνο.
Ἐπὶ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου,
μαζὶ μὲ δύο ἄλλους ἀρχιερεῖς τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, τοὺς μακαριστοὺς Ἐλευθερουπόλεως
Ἀμβρόσιο καὶ Παραμυθίας Παῦλο, ἐφάρμοσε τὸν κανόνα καὶ ἀπέκοψε τὸ λειτουργικὸ
μνημόσυνο τοῦ Πατριάρχου.
Ἐὰν ὁ κανόνας ἦταν ἀπολύτου καὶ ὑποχρεωτικοῦ
χαρακτῆρος, ἐπιβαλλόταν οἱ τρεῖς αὐτοὶ ἀρχιερεῖς νὰ ἔχουν παύσει καὶ ὁποιαδήποτε
λειτουργικὴ καὶ ἄλλη πνευματικὴ ἐπικοινωνία μὲ τοὺς ἀρχιερεῖς οἱ ὁποῖοι
συνέχιζαν τὴν Πατριαρχικὴ μνημόνευση.
Ἐρωτοῦμε: Ἔπαυσε τόσο ὁ
γέρων Αὐγουστίνος, ἀλλὰ καὶ οἱ δύο ἄλλοι μητροπολίτες, κατὰ τὸν χρόνο πού ἐφήρμοζαν
τὸν ἐπίμαχο κανόνα, νὰ συλλειτουργοῦν μὲ τοὺς ἄλλους ἀρχιερεῖς οἱ ὁποῖοι
συνέχισαν τὸ μνημόσυνο; Ἔπαυσαν νὰ ἀποτελοῦν μέλη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας
τῆς Ἑλλάδος; Ἔπαυσαν νὰ ἔχουν Ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία καὶ συνεργάζονται μὲ τοὺς ὅπου
γῆς κανονικοὺς Ὀρθοδόξους ἀρχιερεῖς;
Ἀλλὰ καὶ κάτι ἀκόμα ποὺ ἀποδεικνύει
τὸ δυνητικόν τοῦ κανόνος καὶ ἐπίσης ὅτι οἱ τρεῖς δυναμικοὶ αὐτοὶ ἀρχιερεῖς,
γνώριζαν νὰ μελετοῦν καὶ νὰ ἐφαρμόζουν σωστὰ τὸ Κανονικὸ Δίκαιο, προσέχοντας ὡς
κόρην ὀφθαλμοῦ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. (Ἄλλωστε οἱ ἄνθρωποι διέθεταν λιπαρὰ
θεολογικὴ καὶ ὄχι μόνο μόρφωση, ἐμπειρία, εἶχαν πολυετεῖς ἀγῶνες Ἐκκλησιαστικοὺς
καὶ Ἐθνικούς, τοὺς διέκρινε σύνεσις καὶ προπαντὸς φόβος Θεοῦ, γνωρίζοντας καὶ
προσέχοντας τὸν Χρυσοστόμειον λόγον ὅτι: «τὸ σχίσμα, οὔτε τὸ αἷμα τοῦ
μαρτυρίου δύναται νὰ ξεπλύνει»).
Ὅταν λοιπὸν ὁ διάδοχός τοῦ Ἀθηναγόρα,
Πατριάρχης Δημήτριος, ὄχι ἁπλῶς ἐπανέλαβε τὰ ἴδια, ἀλλὰ ὑπερκέρασε τὸν ἀλήστου
μνήμης προκάτοχό του σὲ προσευχητικὲς-λειτουργικὲς οἰκουμενιστικὲς ἐκδηλώσεις,
σὲ ὑπογραφὲς κοινῶν κειμένων κ.α., γιατί καὶ τότε ὁ Φλωρίνης Αὐγουστίνος, καθὼς
καὶ οἱ δύο ἄλλοι ἀρχιερεῖς, δὲν ἐπανέλαβαν τὴν ἴδια τακτική τῆς παύσεως τοῦ
μνημοσύνου; Γιατί κατόπιν καὶ μὲ τὸν νῦν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο, δὲν ἐφήρμοσε τὸν
κανόνα;
Ἀναμένουμε καὶ στὸ ἐρώτημα αὐτὸ ἱκανοποιητικὴ
ἀπάντηση.
Ἐὰν ὁ κανόνας εἶναι ἀπόλυτος καὶ ὑποχρεωτικός,
ὅπως ἰσχυρίζονται οἱ αὐτοαποκαλούμενοι ὡς «ἀποτειχισθέντες», τότε ὁ Φλωρίνης
καθὼς καὶ οἱ δύο ἄλλοι ἀρχιερεῖς, ἔπραξαν συνειδητὴ προδοσία πίστεως, ποὺ
συνέχιζαν ἀδιακόπως νὰ μνημονεύουν τὸν πατριάρχη Δημήτριο, καὶ ἄρα δὲν εἶναι
δυνατὸν νὰ προβάλλεται ὁ Αὐγουστίνος ὡς Ὀρθόδοξος ἡγέτης καὶ ὡς παράδειγμα πρὸς
μίμησιν ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς τῆς «ἀποτειχίσεως».
Ἐὰν ἀντιθέτως ὁ κανόνας εἶναι
δυνητικοῦ χαρακτῆρος (ποὺ ὄντως αὐτὸ συμβαίνει), τότε, γιὰ νὰ εἶναι συνεπεῖς πρὸς
τὴν γραμμὴ πλεύσεως τῆς μορφῆς ποὺ προβάλλουν, θὰ πρέπει νὰ ὁμολογήσουν τὴν
πραγματικότητα καὶ ἄρα δὲν μποροῦν πλέον νὰ ὑποστηρίζουν τὴν ἀποτείχισή τους στὸν
συγκεκριμένο ἱερὸ κανόνα καὶ στὴν περίπτωση τοῦ Φλωρίνης Αὐγουστίνου.
Τὸ θέμα ἀδελφοί μου εἶναι ἁπλό. Ἢ
ὁ κανόνας εἶναι ὑποχρεωτικοῦ χαρακτῆρος καὶ ὁ Αὐγουστίνος, ἐπὶ Πατριάρχου
Δημητρίου καὶ στὴ συνέχεια ἕως τὸ τέλος τῆς ζωῆς του πρόδωσε τὴν πίστη, καὶ ἄρα
εἶναι ἀνακόλουθο νὰ προβάλλεται ὡς ὁμολογητής, ἐπιβάλλεται δὲ πάραυτα ὁ ἀναθεματισμὸς
του ἐκ μέρους τῆς «ἀποτειχίσεως» ἢ ἐὰν τὰ πράγματα εἶναι διαφορετικά, ὀφείλουν
τὴν ἐπανένταξή τους «ἐντὸς τῶν τειχῶν» (σύμφωνα μὲ τὸν αὐτοχαρακτηρισμό τους), ὥστε
ὁ ἀγώνας νὰ ἔχει καὶ συνέπεια ἀλλὰ καὶ εὐλογημένο ἀποτέλεσμα κατὰ τῆς ὄντως
μάστιγας τοῦ ἐπάρατου οἰκουμενισμοῦ.
Καὶ ἕνα τελευταῖο. Ὅπως ὅλοι
γνωρίζουμε, σὲ κάθε ἐποχὴ στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, καὶ μόνο ἐντὸς αὐτῆς,
καταρτίζονται οἱ Ἅγιοι.
Ἀποτελεῖ κοινὴ συνείδηση στὴν ἀνὰ
τὸν κόσμο στρατευομένη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησίας μας, ὅτι ἡ ἐποχή μας, παρὰ τὴν ἀποστασία
ποὺ τὴν χαρακτηρίζει, ἔβγαλε μεγάλες μορφὲς καὶ μεγάλους Ἁγίους.
Μόλις προχθές, πραγματοποιήθηκε ἐκ
μέρους τοῦ σεπτοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἡ ἁγιοκατάταξις τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἠμῶν
Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου καὶ Μελετίου τοῦ ἐν Ὑψενὴ Ρόδου ἀθλήσαντος.
Ἐρωτοῦμε. Ποίος ἀπ' τὶς δύο
αὐτὲς τὶς ἁγιασμένες μορφές, ἀλλὰ καὶ τόσους ἄλλους Ὁσίους καὶ ἀγωνιστές, ἔφυγε
ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία; Ποῖος πέρασε σὲ σχισματικὲς - ἐνιστάμενες καὶ ὁποιεσδήποτε ἄλλες
παρατάξεις, πού ὑφίσταντο στὴν ἐποχή τους; Ποῖος ποτὲ ἀπὸ αὐτούς, ἔκανε λόγο
περὶ «ἀποτειχίσεως» ἢ ἐφάρμοσε αὐτή;
Μήπως τοὺς ἔλειπε ἡ εὐαισθησία στὰ
δογματικὰ θέματα καὶ στὴν ἐφαρμογὴ τῶν Ἱερῶν Κανόνων;
Μήπως δὲν ζοῦσαν ἀσκητικὴ καὶ
μάλιστα ἀκραία ἡσυχαστικὴ ζωή;
Μήπως πάλι, ἀγνοοῦσαν τὸ τί ἀκριβῶς
ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τους συνέβαινε; Ἢ ἴσχυε αὐτὸ ποὺ ἀκούστηκε καὶ γέμισε θυμηδία τὴν
ὅλη ἀτμόσφαιρα, ὅτι δηλ. μέχρι πρὶν 20 περίπου ἔτη πού ἐκοιμήθησαν ὅλοι αὐτοὶ οἱ
΄Ὅσιοι, δὲν ὑφίσταντο τὰ οἰκουμενιστικὰ ξεσπάσματα; Ὄντως, «ὡραία δικαιολογία»,
γιὰ νὰ καλύψουν κάποιοι τὴν ἀκάλυπτη ἀδιακρισία, καὶ νὰ κρυφθοῦν πίσω ἀπὸ τὸν
δάκτυλόν τους.
Μά, καὶ μόνο ὅτι θέλουν νὰ
προβάλλουν τὴν παύση τοῦ Πατριαρχικοῦ μνημοσύνου ποὺ ἐφήρμοσε ὁ Φλωρίνης Αὐγουστίνος,
καὶ ποὺ ἔλαβε χώρα ἐδῶ καὶ σαράντα καὶ πλέον ἔτη (καὶ εἴδαμε ὅτι ἡ περίπτωσίς
του, καθὼς καὶ τῶν δύο ἄλλων μητροπολιτῶν τοὺς γυρίζει μπούμεραγκ), τοῦτο
σημαίνει ὅτι ὄχι ἁπλῶς ἦταν γνωστὰ τὰ ὅσα συνέβαιναν, ἀλλὰ καὶ πὼς ὅταν κανεὶς
ξεφύγει ἀπὸ τὸ μέτρο καὶ θέσει τὸν ἑαυτὸν του «ἐκτὸς τῶν τειχῶν», στὴ συνέχεια
γυρεύει μὲ ἀνακολουθίες, μὲ διαστροφὲς τῆς ἱστορικῆς πραγματικότητας καὶ ἀντικρουόμενα
ἐπιχειρήματα νὰ καλύψει αὐτὰ ποὺ καὶ μικρὸ παιδὶ βλέπει καὶ κατανοεῖ.
Μὲ πόνο εἴδαμε κάποιες ἀνοιχτὲς
πληγὲς καὶ μὲ ἀδελφικὴ ἀγάπη θέσαμε κάποια καίρια ἐρωτήματα, τὰ ὁποῖα εἶναι ἱκανὰ
νὰ μᾶς κάνουν νὰ δοῦμε κατάματα τὴν ὑπάρχουσα πραγματικότητα τῶν ὄντως Ἁγίων ἀνδρῶν.
Ἡ δὲ πραγματικότητα, δὲν εἶναι πάντοτε ὅπως θὰ θέλαμε νὰ τὴν παρουσιάσουμε ἢ ὅπως
ἐνδεχομένως, εἰλικρινῶς νομίζουμε πὼς τὴν ἀτενίζουμε μὲ τοὺς ἀδύναμους ὀφθαλμούς
μας.
Θὰ κλείσουμε, μεταφέροντας τὶς
σκέψεις καὶ τὰ σχόλια ποὺ μὲ ἀγάπη, θλίψη, ἀλλὰ καὶ διάκριση ἐξέφρασε ἁγιορείτης
Γέροντας ὅταν ἀκούστηκε ὁ ὅρος «ἀποτείχισις».
«Καλά, εἶπε ὁ Γέροντας, δὲν ἐννοοῦν
οἱ εὐλογημένοι ὅτι καὶ ὁ ὅρος ἀκόμα «ἀποτείχισις», εἶναι ἀδόκιμος, ἀφοῦ ὑπονοεῖ
ὅτι ἐντὸς τῶν τειχῶν, ἐκ τῶν ὁποίων αὐτοὶ φεύγουν, περιλαμβάνεται τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας;».
Καὶ συνέχισε: «Ἢ δίχως νὰ τὸ ἀντιλαμβάνονται ἐκφράζουν αὐτὸ ποῦ ἐπάνω στὸ ἄκριτο
ζῆλο τους θὰ κατορθώσουν; Νὰ θέσουν δηλαδὴ τοὺς ἑαυτοὺς τους ἐκτὸς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ
ἡ πρακτική τους συνεπάγεται λειτουργικὴ καὶ πνευματικὴ ἀποξένωση καὶ ἀποκοπῆ ἀπ'
ὅλους τούς ἄλλους κληρικούς, μοναχοὺς καὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφούς; Μήπως πάλι ἡ
πράξη αὐτὴ ἔλαβε τὴν συγκεκριμένη ἐτικέτα «ἀποτείχισις», γιὰ τὴν περίπτωση κατὰ
τὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία θελήσει ἀργότερα νὰ λάβει κάποια μέτρα γιὰ τὸ καλό τοῦ συνόλου ποὺ βρίσκεται ἐντὸς τῶν τειχῶν, καὶ τότε αὐτοὶ οἱ ἀποτειχισθέντες θὰ
προβάλλουν τὸ δῆθεν ἐπιχείρημα ὅτι, δὲν μπορεῖτε νὰ μᾶς ἀγγίξετε καὶ δὲν ἰσχύει
τίποτε γιὰ ἐμᾶς, διότι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἔχουμε ἀπὸ μόνοι μας ἀποτειχισθεῖ; Κάτι
δηλ. ἀνάλογο ποὺ χρησιμοποιοῦν οἱ παρατάξεις τῶν «ἐνισταμένων», ποὺ ὅταν εἶναι
νὰ δεχθοῦν τὶς συνέπειες τῶν ἐπιλογῶν τους ποὺ ὁδηγοῦν στὸ σχίσμα, δηλώνουν ὅτι
ἐμεῖς, ἔχουμε ἤδη ὑπερπηδήσει τὸ τεῖχος καὶ ἔτσι δὲν μᾶς ἀγγίζει καμμιὰ ἀπόφαση
Ἐκκλησιαστικοῦ δικαστηρίου. Ὅταν ὅμως πρόκειται οἱ ἴδιοι νὰ ἐξαπολύσουν τοὺς
κεραυνοὺς καὶ τὰ ἀναθέματα, σὲ πρώην ὀπαδούς τους, ποὺ ὑπερπήδησαν τὴν μάνδρα τῆς
δικῆς τους «ἀντιοικουμενιστικὴς παρατάξεως», τότε τὸ τεῖχος ἐξαφανίζεται καὶ τὰ
βέλη ἐκ μέσης «Ἱεραρχίας», στοχεύουν κατάστηθα γιὰ νὰ ἐξουθενώσουν τοὺς πρώην ἀδελφοὺς
καὶ νῦν φοβεροὺς καὶ ἤδη «ἀναθεματισμένους ἀντιπάλους».
Ἡ δὲ κατάληξις τοῦ Γέροντος, ἦταν
γεμάτη πικρία, προβλέποντας ζοφερὲς ἐξελίξεις καὶ ἀποτελέσματα, ὅταν τόνισε ὅτι:
«κάπως ἔτσι ξεκίνησαν, ξεκινοῦν καὶ καταλήγουν τὰ ἀποκόμματα τῶν
παλιοημερολογητικῶν φατριῶν. Τί θὰ κάνουν τώρα οἱ εὐλογημένοι; Τί θὰ κάνουν ὅταν
ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ αἰσθανθοῦν τὴν ἀνάγκη κάπου ν' ἀκουμπήσουν καὶ μὲ κάποιους νὰ
ἐπικοινωνοῦν; Θὰ ψάχνουν μὲ τὸ φανάρι σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα γιὰ νὰ «ποιήσουν ἕνα
προσήλυτον»; Ἢ θὰ ἀρχίσουν τὴν ἔρευνα, σὲ ποιὰ ἄλλα κράτη ὑφίστανται παρόμοιες
προβληματικὲς καταστάσεις ὥστε νὰ συνδεθοῦν καὶ τελικῶς νὰ φτιάξουν δική τους «ἱεραρχία»
ὅπως πράττουν δυστυχῶς καὶ τόσοι ἄλλοι; Ἀπὸ ποῦ θὰ λαμβάνουν μύρο γιὰ τὶς
βαπτίσεις; Ἀλλὰ καὶ τώρα ἐὰν προβοῦν στὸ μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος, τὸ Ἅγιον
μύρο πῶς θὰ τὸ χρησιμοποιήσουν ἀφοῦ ἔχει λάβει τὴν εἰδικὴ εὐλογία στὸ Οἰκουμενικὸ
Πατριαρχεῖο; Ἢ μήπως καὶ αὐτό, μαζί τους τώρα ἔχει «ἀποτειχισθεῖ» καὶ ἔλαβε ἀπὸ
μόνο του τὴν εὐλογία; Καὶ ποῦ θὰ τρέχουν νὰ «χειροτονηθοῦν» ἐάν, ἀλλοίμονο
παγιωθοῦν στὶς ἀπόψεις τους αὐτὲς καὶ κυρίως ὅταν κληθοῦν ν' ἀντιμετωπίσουν ἀπρόβλεπτες
ἕως τώρα ἀνάγκες καὶ ἐσωτερικὲς καταστάσεις;».
Στὴν ἐρώτηση πού τοῦ ἐτέθη: «Μά,
γέροντα, πῶς τὰ λέτε ἔτσι; Εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχουμε τέτοιου εἴδους ἐξελίξεις;». Ὁ
Γέροντας ἀπάντησε: «Ναί, ἔχω δυστυχῶς πικρὰ πείρα ἀπὸ τέτοιου εἴδους κινήσεις. Ἀπὸ
μικρὸ παιδὶ μέχρι καὶ τώρα ποὺ γέρασα, τὰ μάτια μου εἶδαν πολλὰ καὶ γνώρισα γιὰ
τὰ καλά τους ἐκ δεξιῶν πειρασμούς».
Καὶ ἔκλεισε τὴ συζήτηση μὲ
νοτισμένους τοὺς ὀφθαλμούς, ψελλίζοντας τὴν ἐκ βάθους καρδίας συγκλονιστική του
προσευχή: «Παναγία μου, φύλαξέ μας ἀπὸ τὶς παγίδες τοῦ ἐχθροῦ καὶ μὴν ἐπιτρέψεις
νέες δοκιμασίες καὶ κλυδωνισμοὺς στὴν Ἐκκλησία μας, ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ σὲ ἀγαποῦν»!
Θὰ συμφωνήσετε, φίλοι μου, ὅτι ἀποτελεῖ
βεβήλωση, μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν προσευχή, τὸ νὰ προσθέσουμε ἐμεῖς κάτι ἐπὶ τῆς οὐσίας
τῶν ὅσων ἐξέφρασε ἡ εὐλογημένη αὐτὴ ψυχὴ τοῦ Ἄθω, ποὺ ἀνδρώθηκε καὶ λευκάνθηκε
στὴν ἄσκηση, σκορπίζοντας τώρα τὴν χάρη τῆς ἀγάπης καὶ τὸν φωτισμὸ τῆς
διακρίσεως.
Εἴθε ἡ προσευχὴ τοῦ Γέροντος, νὰ
εἰσακουσθεῖ, καὶ ὅλοι μαζί, ἐντὸς τῶν τειχῶν, ἐν Πνεύματι Ἁγίω, ἐν ἀδελφικὴ ἀγάπη
καὶ ἐν ἐπιγνώσει ζήλω νὰ ἀγωνιστοῦμε ὑπὲρ τῶν Πατρίων καὶ Ἱερῶν Παραδόσεών μας
καὶ ἐναντίον τῆς λαίλαπας τοὺς οἰκουμενισμοῦ.
Γένοιτο !
Ἀμήν.
Υ.Γ. Μήπως, ἀγαπητοί μου, τὰ σοφὰ
αὐτὰ λόγια του Γέροντος, μᾶς ὑπενθυμίζουν τὴν ἐπιστολὴ τὴν ὁποία εἶχε στείλει
γιὰ τὸ θέμα τοῦ οἰκουμενισμοῦ, τὸ 1969 ὁ Γέροντας Παίσιος ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὅρος, καὶ
τὴν ὁποία ὅσον οὔπω, γιὰ τοῦ λόγου τὸ ἀληθές, θὰ δημοσιεύσουμε;
Ἀρχ. Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Email: ioil.konitsa@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου