Ένα από τα πιο σημαντικά
θρησκευτικά-πνευματικά κέντρα του κόσμου, είναι το Άγιον Όρος στην
χερσόνησο του Άθω. Στον χριστιανικό κόσμο είναι αναμφισβήτητα μοναδικό.
Είναι το πιο οργανωμένο θρησκευτικό, και αυτοδιοικούμενο πολιτειακό
σύστημα και είναι ανώτερο του Βατικανού, από την άποψη, ότι ενώ εκεί
εδρεύει μια κοσμοκράτειρα διοικητική Αρχή, στο Άγιον Όρος αντίθετα
εδρεύει μόνο το ταπεινό Πνεύμα του ορθόδοξου μοναχισμού και των ασκητών.
Όποιος
έχει ταξιδέψει στο Άγιον Όρος, θα έχει οπωσδήποτε νιώσει, ότι η
Ουρανούπολη, είναι πράγματι μια πόρτα του κόσμου που κλείνει πίσω του.
Λίγα χιλιόμετρα στενής λωρίδας γης, είναι σε θέση να
του δώσουν μια εικόνα του παρελθόντος, αναλλοίωτης από τον χρόνο. Μια
άποψη της αρχέγονης, παρθένας φύσης και μια όψη της ζωντανής Ιστορίας,
που ανθίστανται στα κύματα των αιώνων και των επίβουλων εχθρών. Στο
Άγιον Όρος το
παρελθόν
ζει ακόμη. Είναι παρόν και κάθε στιγμή που περνά γίνεται μέλλον. Εκεί, ο
δικέφαλος Αετός δε σταμάτησε ποτέ να κυματίζει. Οι αυτοκράτορες δεν
έπαψαν ποτέ να μνημονεύονται. Ο χρόνος μέτρησης της ώρας και το
ημερολόγιο δεν άλλαξαν ποτέ. Οι πέτρινες πλάκες στα δάπεδα των καθολικών
ναών, συνεχίζουν να κάνουν γούβες, από τα εκατομμύρια βήματα. Ο χρόνος
κάθεται σαν προσκυνητής στο αρχονταρίκι, πίνοντας καφέ και τρώγοντας
λουκούμι.
Το Άγιον Όρος εξακολουθεί για 1070
χρόνια, δίχως διακοπή, να είναι η γέφυρα, που συνδέει το νέο Ελληνικό
Κράτος με το μεσαιωνικό παρελθόν του και με την Ελληνική Αυτοκρατορία
της Ρωμανίας. Στην πραγματικότητα, το πνεύμα της Ρωμανίας δεν έφυγε ποτέ
από το Άγιον Όρος. Ζει μέσα σε αυτό και έτσι το καθιστά, μαζί με το
Πατριαρχείο στην Πόλη, το τελευταίο εν ζωή οργανικό τμήμα της
αυτοκρατορίας, το οποίο επέζησε του δικού της «θανάτου» το 1453. Το
εκπληκτικό, λοιπόν, σε ό,τι αφορά το Άγιον Όρος, δεν είναι το μεσαιωνικό
του σκηνικό, ούτε οι παλαιοί πύργοι και τα εξαίσια έργα τέχνης.
Πράγματα με μουσειακό και τουριστικό ενδιαφέρον, που θα βρεις και αλλού.
Είναι το γεγονός, πως δεν πρόκειται για ένα κέλυφος άδειο. Εδώ, το
«σκηνικό» έχει ουσία και περιεχόμενο, έχει ιδέες ζωντανές και έμψυχο
υλικό που ζει εκεί διαχρονικά, αγωνιζόμενο για να παραδώσει την
πνευματική σκυτάλη.
Τις τρεις ευλογημένες φορές, που
αξιώθηκα να επισκεφτώ το Άγιον Όρος, εκείνο μου «διηγήθηκε» όσα ήθελα να
μάθω. Το Όρος σου δίνει πάντα, εκείνα που εσώψυχα αναζητάς. Έχω
κρατήσει στα ημερολόγια μου ζωντανές αυτές τις στιγμές, μαζί με τη μνήμη
ενός εξαίσιου γεγονότος, που μου συνέβη την πρώτη φορά στη Μονή Ιβήρων.
Από αυτά, που υπερβαίνουν τους φυσικούς νόμους. Ευτυχώς, που δεν ήμουν
μόνος, διότι θα νόμιζα ότι το έχω ονειρευτεί, μετά από τόσα χρόνια που
έχουν περάσει από τότε. Ο καλός και πιστός μου φίλος, που συμβαίνει να
είναι επίσης σχολιαστής στο ιστολόγιο, θα χαμογελά τώρα διαβάζοντας όσα
γράφω, ενθυμούμενος τη συγκλονιστική εμπειρία μας. Αυτή η εμπειρία,
πάντα με στήριζε στις περιόδους της χλιαρής πίστης, που κάθε άνθρωπος
περνάει στη ζωή του. Πέρα όμως και από τέτοιες πνευματικές εμπειρίες,
πέρα από τις υπέροχες τοιχογραφίες του Πανσέληνου στο Πρωτάτο, για τον
οποίο θα ήθελα να κάνω μια αναφορά στο μέλλον, το Άγιον Όρος μου
αποκάλυψε, τρόπον τινά, και τη δομή της αυτοκρατορίας.
Μου έδωσε μια καλή εικόνα του πως θα
πρέπει να ήταν η αυτοκρατορία. Από την άποψη αυτή, της θρησκευτικής
συνισταμένης, το Άγιον Όρος είναι σε θέση να ανασυνθέσει στο νου το
όραμα της Ρωμανίας και της βαλκανικής ένωσης του Ρήγα Φεραίου. Στις
εβδομάδες της περιήγησης μου στις μονές και στα μονοπάτια του Άθω,
συνάντησα μια πολυεθνική πανσπερμία, μονάζουσα και προσκυνηματική. Από
τον ξανθό Γερμανό μοναχό, που με πήρε ώτο-στοπ με το τζιπάκι της μονής
ως τη Σιμωνόπετρα, μέχρι τον Αυστραλό ιερέα στην Φιλοθέου και τον
Περουβιανό μοναχό στις Καρυές, ή τον παπα Σάββα από την Σερβία. Πρόσωπα
και πρόσωπα διαφορετικά, που ζουν αρμονικά γύρω από μια κοινή ομολογία
πίστης, που γνωρίζουν οι περισσότεροι να μιλούν ελληνικά, και μάλιστα τα
μελετούν στην αρχαία μορφή τους.
Αν όμως αντικαθιστούσαμε τον όρο της
κοινής θρησκευτικής πίστης, ως ένα από τα δύο βασικά στοιχεία της
κοινωνικής συνοχής, και βάζαμε στη θέση του το έτερο συνεκτικό στοιχείο,
το πολιτικό, την αναγνώριση δηλαδή μιας κυβερνητικής αρχής, εν
προκειμένω της αυτοκρατορικής, θα είχαμε μια κάπως σχετική αντίληψη. Θα
παρουσιαζόταν μπροστά μας, μια, έστω κατ΄αναλογία και διαφορά είδους,
εικόνα της πολυεθνικής Ελληνικής αυτοκρατορίας και του τρόπου που
λειτουργούσε σε σχέση με τις εθνότητες που τη συναποτελούσαν. Τα έθνη
που τη συνέθεταν, πότε οικειοθελώς για να αποικήσουν εδάφη ή άλλοτε δια
της βίας όταν στασίαζαν, αναγνώριζαν την αυτοκρατορική αρχή και
διατηρώντας ιδιαιτερότητες και γλώσσα, συμμετείχαν σε κρατικές θέσεις
και σε αξιώματα. Βασική προϋπόθεση όμως της πολιτικής συνοχής, ήταν η
θρησκευτική ομοιογένεια. Και αυτό δείχνει, πως το πάθημα της Δυτικής
Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, έγινε μάθημα για τον Μ. Κωνσταντίνο και εξηγεί
εν μέρει την πολιτική του, όσο και την πολιτική των Ρωμανών, στο να
εκχριστιανίζουν τους λαούς που εισέρχονταν στη σφαίρα επιρροής τους.
Η εθνότητα, όμως, που ασκούσε
αναμφισβήτητα τη διοίκηση στην πολυεθνική αυτοκρατορία, τουλάχιστον από
τον 10ο αιώνα και μετά, ήταν η Ελληνική. Και αυτό, σε κάθε επίπεδο της
πολιτικής και θρησκευτικής εξουσίας. Διότι, στο επίπεδο της γλώσσας, της
γραμματείας και των επιστημών, η πνευματική ελληνική ηγεμονία στην
ανατολική μεσόγειο, δε διεκόπη ποτέ. Όλα αυτά παρέμεναν επίσημα, ζωντανά
στοιχεία, από την εποχή ακόμη της ίδρυσης της αυτοκρατορίας. Ελληνικές
επιγραφές υπήρχαν ήδη στο ναό της του Θεού Σοφίας από την ημέρα των
εγκαινίων της, το 537 μ.Χ.
Η πτώση, όμως, της Ρωμανίας, είναι
χαρακτηριστικό παράδειγμα, του ότι η θρησκεία είναι ανεξάρτητη από το
Κράτος, αφού δεν ακολουθεί τη μοίρα του. Το ίδιο συμβαίνει και με την
έννοια της πατρίδας, που δεν εξαρτάται από την ύπαρξη ή μη ενός
ελεύθερου κράτους (Οθωμανοκρατία). Το τελευταίο πράγμα, από όπου
πιάνεται ο άνθρωπος, είναι η πίστη και η γλώσσα του. Σημεία, που
αποδεικνύουν, πως ο πολιτισμός και οι ιδέες, είναι οι φορείς της εθνικής
ταυτότητας σε στιγμές κινδύνου. Είναι τα τελευταία χαρακώματα. Δείχνει
ακόμη την υπεροχή του θρησκευτικού συνεκτικού στοιχείου έναντι του
πολιτικού, σε ό,τι αφορά την ιδιαιτερότητα της φύσης και των δομών τους.
Το ένα συντίθεται από δομές και ανθρώπινες δραστηριότητες, το άλλο
υποστασιώνεται από το πνεύμα. Το ένα μπορεί να καταστραφεί και να
αποδομηθεί, το άλλο όχι! Το ίδιο συμβαίνει με όλες τις Ιδέες. Έτσι, το
Άγιον Όρος, ως σύμβολο της ορθοδοξίας, είναι εκείνο που απέμεινε ζωντανό
από τη μεσαιωνική αυτοκρατορία, όταν το πολιτικό της σκέλος και το
κράτος κατέρρευσαν, μαζί με τον τελευταίο της αυτοκράτορα.
Στον Άθω, υπάρχουν μονές Ελληνικές και
άλλες από την Σερβία, την Ρωσία, την Βουλγαρία, και την Ρουμανία. Όλες
οι μονές είναι κυρίαρχες και αυτοδιοικούμενες και η κάθε μια έχει την
δική της παράδοση και το δικό της τυπικό. Όλες όμως υπάγονται με
εκπροσώπους τους στην αρχή της Ιεράς Επιστασίας, που λαμβάνει τις
επίσημες αποφάσεις, σε ό,τι αφορά τις υποθέσεις της Αθωνικής Πολιτείας.
Εδώ, φυσικά, δεν υπάρχει πια η αυτοκρατορική αρχή και το ρωμανικό
συνεκτικό πολιτικό στοιχείο απουσιάζει. Έχει αντικατασταθεί όμως από το
νέο Ελληνικό κράτος δια της παρουσίας πολιτικού Διοικητή. Υπάρχει όμως η
θρησκευτική συνοχή, που την εκφράζει μια αυτοδιοικούμενη, δημοκρατική
οργάνωση του αθωνικού πολυεθνικού συστήματος. Και ωστόσο, κανείς δεν
αμφισβητεί τη διοικητική και πνευματική πρωτοκαθεδρία των Ελλήνων στο
πολυεθνικό Άγιον Όρος. Κάτι που δεν οφείλεται μόνο σε πληθυσμιακούς
λόγους, αλλά κυρίως στην αναγνώριση της ιστορικής ελληνικής
προτεραιότητας.
Όλες αυτές τις σκέψεις πυροδότησε η
γνωριμία μου με το Άγιον Όρος. Κυρίως δε, τη συνειδητοποίηση της
τεράστιας εθνικής και ιστορικής σημασίας του, αφού είναι ο πνευματικός
κρίκος που μας συνδέει αυθεντικά με το μεσαιωνικό παρελθόν μας. Και αυτό
εξηγεί τη μανία των εχθρών του. Είναι πολύ πιθανό, βεβαίως, το
παράδειγμα του Αγίου Όρους, σε σχέση με την εικόνα του κράτους της
Ρωμανίας, όπως αυτή ανασυντίθεται στο νου μέσα από τη σύγκριση του, να
αποτελεί ένα τολμηρό παραλληλισμό. Και αυτό, επειδή, το ένα αφορά το
πολιτικό στοιχείο και το άλλο το θρησκευτικό, πράγματα, δηλαδή, πολύ
διαφορετικά. Ωστόσο, παρακάμπτοντας τις όποιες εξωτερικές διαφορές του
είδους και των συνθηκών των δύο συγκρινόμενων εικόνων, θα καταφέρουμε να
φτάσουμε στο αειφόρο πνεύμα που κινεί και τις δύο. Απλώς, στο Άγιο Όρος
το πνεύμα αυτό θεάται από την θρησκευτική του πλευρά. Και το πνεύμα
αυτό λέγεται Ρωμιοσύνη. Τουτέστιν, η Ελληνική Χριστιανική Αυτοκρατορία
της Ρωμανίας.
ΥΓ: Και πάνω από όλα χαίρομαι, επειδή δε
χρησιμοποίησα ούτε μια φορά τον νεο-ιστορικό όρο «Βυζάντιο», παρά μόνο
για να το επισημάνω.
Εικόνα: ΑΠΕΛΛΗΣ, «Ι. Μ. Σταυρονικήτα», 2011, σχέδιο με μολύβι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου