ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ,
Θεολόγου - ΚαθηγητοῦὉ μοναχισμὸς εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς δύο δρόμους ποὺ μπορεῖ νὰ ἐπιλέξει ὁ Χριστιανὸς στὴν ζωή του, ἤτοι τὸν ἔγγαμο ἢ τὸν ἄγαμο βίο. Καὶ οἱ δύο αὐτοὶ δρόμοι εἶναι γιὰ τὴν Ἐκκλησία μας ἰσότιμοι καὶ εὐλογημένοι, καὶ ὁδηγοῦν ἐξίσου στὴ θέωση. Ὁ μοναχισμὸς εἶναι μία δυναμικὴ παρουσία στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸν ὁποῖο ἁγίασαν ἀμέτρητα πλήθη ὁσίων, ἐδῶ καὶ δύο χιλιάδες χρόνια. Ἕνας ἀπὸ τοὺς πολυάριθμους ἁγίους μοναχοὺς εἶναι καὶ ὁ ἅγιος Γεράσιμος, ὁ Νέος Ἀσκητής, ὁ ὁποῖος ἀναδείχτηκε ὡς μία ἀπὸ τὶς σπουδαιότερες μοναστικὲς μορφὲς τῶν νεωτέρων χρόνων, ἐφάμιλλος τῶν μεγάλων μοναχῶν τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας.
Γεννήθηκε τὸ 1506 στὰ Τρίκαλα τῆς Κορινθίας. Καταγόταν ἀπὸ... τὴν ἐπιφανῆ βυζαντινὴ οἰκογένεια τῶν Νοταράδων. Οἱ γονεῖς του Δημήτριος καὶ Καλή τοῦ ἔδωσαν ἄριστη ἀνατροφὴ καὶ εὐσέβεια. Τὸ βαπτιστικό του ὄνομα ἦταν Γεώργιος. Ὅταν ἔγινε 20 χρονῶν πῆγε στὴ Ζάκυνθο, ἡ ὁποία ἦταν ἕνα σημαντικὸ κέντρο τῶν γραμμάτων, παρ’ ὅλο ὅτι βρισκόταν ὑπὸ ἑνετικὴ κατοχή. Ἐκεῖ ἀπέκτησε σεβαστὴ μόρφωση, ἀλλὰ μὴ μπορώντας νὰ ἀντέξει τὶς ἀφόρητες πιέσεις τῶν αἱρετικῶν παπικῶν κατὰ τῶν ὀρθοδόξων, ἀποφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει τὸ νησὶ καὶ νὰ μεταβεῖ σὲ ἄλλα σημαντικότερα πνευματικὰ κέντρα.
Πρῶτος σταθμός του ἡ Κωνσταντινούπολη, ὅπου ζήτησε τὴν εὐλογία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη καὶ ἀναχώρησε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὅρος. Ἔγινε μοναχός, πιθανὸν στὴ Μονὴ Ἰβήρων, καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Γεράσιμος. Ἀσκήτεψε δὲ στὸ κελὶ τοῦ Ἁγίου Βασιλείου στὴν Καψάλα. Ὕστερα ἀπὸ ὁρισμένα χρόνια, τὸ 1538 ἀποφάσισε νὰ πάει ὡς προσκυνητὴς στοὺς Ἁγίους Τόπους. Προσκύνησε τὸν Πανάγιο Τάφο καὶ τὸ ἄλλα Ἱερὰ Προσκυνήματα. Κατόπιν πῆγε στὸ Σινά, στὴν Ἀντιόχεια, στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ τὴν ἔρημο τῆς Θηβαΐδας, ὅπου εἶχε καθαγιασθεῖ ἀπὸ μυριάδες ἁγίους ἀσκητὲς στὰ πρωτοχριστιανικὰ χρόνια. Κατόπιν ξαναγύρισε στὸν Πανάγιο Τάφο, ὅπου ὁ Πατριάρχης Γερμανὸς τὸν κράτησε κοντά του καὶ τὸν ἀξίωσε μὲ τὸ διακόνημα τοῦ καντηλανάφτη τοῦ Ἁγίου Τάφου. Ἐκεῖ χειροτονήθηκε διάκονος καὶ μετὰ πρεσβύτερος.
Στὰ 1548 ἄφησε τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ταξίδεψε στὴν Κρήτη, ὅπου ἔμεινε δύο χρόνια καὶ κατόπιν πῆγε ξανὰ στὴ Ζάκυνθο. Ἀσκήτεψε σὲ σπηλιὰ στὸν Ἅγιο Νικόλαο Γερακαρίου καὶ ἴσως λειτουργοῦσε στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Λαζάρου. Ἡ παράδοση λέει πὼς ὁ ἅγιος Γεράσιμος βάπτισε τὸν κατοπινὸ ἅγιο Διονύσιο. Ὅμως ἡ ἀφόρητη κατάσταση ποὺ δημιουργοῦσαν οἱ δυνάστες ἐνετοὶ καὶ οἱ αἱρετικοὶ παπικοὶ στὸ νησί, τὸν ἀνάγκασαν νὰ περάσει στὴν ἀντίπερα νῆσο, τὴν Κεφαλονιά, ὅπου τὰ πράγματα ἦταν λιγότερο ἀσφυκτικά. Ἐγκαταστάθηκε ἀρχικὰ σὲ μία σπηλιὰ κοντὰ στὸ Ἀργοστόλι, ὅπου ἀσκήτεψε κοντὰ ἔξι χρόνια. Στὰ 1561 ὁ ἱερέας Γεώργιος Βάλσαμος ἀπὸ τὸ χωριὸ Βαλσαμάτα, τοῦ παραχώρησε ἕνα ἐρημοκκλήσι στὴν περιοχὴ τῶν Ὁμαλῶν, στοὺς πρόποδες τοῦ Αἴνου, ἀφιερωμένο στὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, μαζὶ μὲ τὰ γύρω κτήματα. Ὁ ἅγιος Γεράσιμος ἀποδέχτηκε τὴ δωρεὰ καὶ ἵδρυσε γυναικεία Μονή, μὲ τὸ ὄνομα «Νέα Ἱερουσαλήμ», μὲ τὴν ἄδεια τοῦ μητροπολίτου Παχωμίου.
Ἐκεῖ ἔζησε ὡς πραγματικὸς ἀσκητής, καὶ διακονοῦσε ὡς λειτουργὸς καὶ πνευματικός τῆς Μονῆς. Μὲ τὸν προσωπικό του ἀγώνα καὶ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔφτασε σὲ ὕψη ἁγιότητας, ὥστε ἡ φήμη του ἔγινε γνωστή, ὄχι μόνο στὴν Κεφαλονιά, ἀλλὰ σὲ πολλὰ μέρη τῆς Ἑλλάδος, ὅπου ἔτρεχαν οἱ πιστοὶ νὰ πάρουν τὴν εὐλογία του καὶ νὰ τὸν συμβουλευτοῦν. Ἡ φήμη του ἔφτασε καὶ ὡς τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ὅπου ὁ Πατριάρχης ἔθεσε τὴ Μονὴ του ὑπὸ τὴν προστασία του καὶ ἀπέκλεισε ὡς ἕνα σημεῖο τὶς ἀνεπίτρεπτες ἐπιθέσεις τῶν αἱρετικῶν παπικῶν τοῦ νησιοῦ κατὰ τῆς Μονῆς.
Ὁ ἅγιος κοιμήθηκε, ὄχι τυχαία, στὶς 15 Αὐγούστου τοῦ 1579, τὴν ἡμέρα ποὺ ἡ Ὀρθοδοξία ἑόρταζε τὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, τὴν Ὁποία εὐλαβοῦνταν καὶ τιμοῦσε σὲ ὅλη του τὴ ζωή. Τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία τέλεσε, ἐνώπιον χιλιάδων πιστῶν, ὁ Μητροπολίτης Φιλόθεος Λοβέρδος.
Δύο χρόνια ἀργότερα, στὶς 20 Ὀκτωβρίου τοῦ 1581 ἔγινε ἀνακομιδὴ τοῦ λειψάνου του, τὸ ὁποῖο βρέθηκε ἐντελῶς ἄφθορο, νὰ εὐωδιάζει! Οἱ παπικοὶ Ἐνετοὶ θορυβήθηκαν ἀπὸ τὸ γεγονὸς καὶ ἔδωσαν διαταγὴ νὰ ταφεῖ ξανά, ὥστε νὰ συμπληρωθοῦν 3 χρόνια. Ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ νέα ἐκταφὴ βρέθηκε ἄφθορο καὶ εὐωδιάζον! Γι’ αὐτὸ ἀποφασίστηκε νὰ μὴν ταφεῖ ξανά, ἀλλὰ νὰ τεθεῖ σὲ λάρνακα μέσα τὸ καθολικό τῆς Μονῆς. Ὁ πιστὸς λαὸς εἶχε τὴν βεβαιότητα ὅτι ὁ Γεράσιμος εἶναι ἅγιος, προτοῦ καταταγεῖ ἐπίσημα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὸ ἁγιολόγιό Της. Γι’ αὐτὸ συνέρρεαν πλήθη στὴ Μονὴ γιὰ νὰ ἁγιαστοῦν ἀπὸ τὸ τίμιο Λείψανό του καὶ νὰ ζητήσουν τὴ βοήθειά του. Ἡ ἁγιοκατάταξή του ἔγινε τὸ 1622 καὶ ὁρίστηκε νὰ ἑορτάζεται ἡ κοίμησή του στὶς 16 Αὐγούστου καὶ ἡ ἀνακομιδὴ τοῦ λειψάνου του στὶς 20 Ὀκτωβρίου.
Τὸ ἀνεξήγητο θαῦμα τῆς ἀφθαρσίας τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ ἁγίου Γερασίμου, ὅπως καὶ πλήθους ἄλλων ἄφθορων λειψάνων ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι γιὰ μᾶς τοὺς πιστοὺς τὸ τεκμήριο τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν στὰ ἔσχατα καὶ φυσικά τῆς δικῆς μας ἀνάστασης. Τὰ ἱερὰ λείψανα δὲν εἶναι, ὅπως στὶς διάφορες ἀρχαῖες καὶ σύγχρονες θρησκεῖες τοῦ κόσμου, «μιάσματα», ἀλλὰ «λίθων πολυτελῶν πολυτιμότερα», ὅπως μᾶς λέει ἕνα πρωτοχριστιανικὸ κείμενο. Ἐφόσον οἱ ἅγιοί μας, ὅπως καὶ ὅλοι οἱ Χριστιανοί, εἴμαστε μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, καὶ τὰ ἱερά τους λείψανα, συνεχίζουν, καὶ μετὰ τὴν κοίμησή τους, νὰ εἶναι μέλη Χριστοῦ, φορεῖς τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ ἔχουν τὴ δύναμη νὰ ἁγιάζουν καὶ νὰ θαυματουργοῦν, ἀντλώντας τὴ δύναμή τους ἀπὸ τὸ Χριστό. Αὐτὰ ὡς μία σύντομη ἀπάντηση στοὺς πολεμίους, τῶν ἱερῶν λειψάνων, αἱρετικούς!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου