Δευτέρα 16 Ιουνίου 2014

Ἡ πρώτη ἀγάπη

Γράφει  Ἀρχιμ. Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Κυριακή τν Ἁγίων πάντων
Δὲν ὑπάρχει φυσιολογικὸς ἄνθρωπος ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ ζήσει χωρὶς ἀγάπη. Διψοῦμε τὴν ἀγάπη τῶν ἄλλων καὶ ταυτοχρόνως νοιώθουμε τὴν ἀδήριτη ἀνάγκη νὰ προσφέρουμε καὶ νὰ σκορπίσουμε στὸ περιβάλλον μας ἀπὸ τὴ δική μας. Ὅμως, ὅπως σὲ ὅλες τὶς καταστάσεις ὑφίσταται ὁ κίνδυνος τῆς παραχαράξεως, ἔτσι καὶ ἐδῶ στὸ μεγάλο κεφάλαιο τῆς ἀγάπης, ἔρχεται ὁ ἴδιος ὁ Κύριος νὰ ἱεραρχήσει τὶς παραμέτρους τῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ νὰ μᾶς ἀποκαλύψει ποιὰ ὄντως εἶναι ἡ πρώτη ἀγάπη. Στὴν μελέτη τοῦ ὅλου θέματος ὁ «ψυχικὸς ἄνθρωπος» (A' Κορ. 2,14) τρομάζει καὶ φθάνει ἀκόμα καὶ νὰ προσάψει μομφὴ στὸ Ι. Εὐαγγέλιο, ὅτι δῆθεν ἐμφανίζει ἀντίφαση στὸ θέμα τῆς Ἀγάπης. Ἀντίφαση μεταξύ το ἔμφυτου ἠθικοῦ νόμου, τῆς φυσιολογικῆς δηλ. ἀγάπης πρὸς τοὺς οἰκείους καὶ τῆς ἀγάπης τῆς ὁλοκληρωτικῆς ποὺ ζητᾶ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας  Του.
Ἃς ἐξετάσουμε ὅμως τὸ θέμα αὐτό. Ἔχουν πράγματι ἔτσι τὰ πράγματα; Εἶναι τόσο σκληρὸς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ; Αὐτὸς δηλ. πού ἀγαπᾶ τοὺς γονεῖς ἢ τὰ παιδιά του, δὲν εἶναι ἄξιος το Ἰησοῦ; Οὐδεὶς ἄλλος θὰ μπορέσει νὰ μᾶς δώσει ἱκανοποιητικὴ ἀπάντηση, παρὰ αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ ἀγάπη, ἡ ὁποία βρίσκεται στὴν κορυφή. Ὁ Κύριος μας ἀποκαλύπτει ποιὰ εἶναι
ἡ πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολή. «Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ' ὅλης τς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τς διανοίας σου καὶ ἐξ ὅλης τς ἰσχύος σου» (Μάρκ. ΙΒ' 30).
Ἔρχεται λοιπὸν ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος καὶ ζητᾶ ὁλόκληρη τὴν ἀγάπη μας γιὰ τὸν ἑαυτό Του. Ὄχι κάποια τμήματα, οὔτε πολὺ λιγότερο κάποια ψήγματα τοῦ συναισθηματικοῦ μας κόσμου. Καὶ τοῦτο διότι ὅταν γίνεται λόγος περὶ τῆς ἀγάπης τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν Προσωπικὸ Θεό, εἶναι ἀδύνατον ἡ ἀγάπη αὐτὴ νὰ σταθεῖ κατακερματισμένη καὶ μὲ δόσεις. Ἀπὸ τὸν χῶρο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἐκεῖ ποὺ φαίνεται νὰ ρίχνει τὴ βαριὰ σκιὰ του ὁ Νόμος, καὶ τὸ «γράμμα» νὰ ἀπονευρώνει τὸ πνεῦμα, ἔρχεται αὐτὴ ἡ θέληση τοῦ Πατρὸς δὶ΄Υἱοῦ καὶ ἐν τῷ λόγω τοῦ Πνεύματος τὸ ὁποῖο «λαλεῖ διὰ τῶν Προφητῶν», μέσα σὲ μιὰ ἄκρως τρυφερή, συνάμα δὲ ἀπολύτως δυναμικὴ φράση, συμπυκνώνει ὅλη τὴν οὐσία τῆς κοινωνίας Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου. «Υἱέ μου δὸς μοὶ σὴν καρδίαν» (Πάρ. Σόλ. ΚΓ' 26). 
Καὶ ἀκριβῶς αὐτὴ τὴν «πρώτη ἀγάπη», μὲ ἄλλες λέξεις διατυπώνει ὁ Κύριος στὴν Εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ μελετοῦμε καὶ ποὺ συγκλονίζει ὅσους μυστικὰ καὶ στὰ βάθη τῆς ὑπάρξεως βιώνουν αὐτοῦ το εἴδους τὴν ἀγάπη!
Τώρα, στὴν ἐποχὴ τῆς χάριτος ποὺ βρισκόμαστε καὶ στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἀναπτυσσόμαστε, ἀκοῦμε αὐτὴ τὴν προτροπὴ – ἐντολὴ περισσότερο συγκεκριμένη καὶ ἔτι πλέον ζωντανή. Γι' αὐτὸ καὶ ὑφίσταται πλέον τὸ μέτρο συγκρίσεως ποὺ θέτει: «Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστί μου ἄξιος• καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστί μου ἄξιος καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστί μου ἄξιος»! 
Ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ φαίνεται ὡς ὑπερβολὴ δὲν εἶναι καθόλου ὑπερβολή, ἀφοῦ εἴμαστε τὰ παιδιά Του καὶ ἐὰν ὁ Ἴδιος δὲν ἤθελε, δὲν θὰ βρισκόμασταν στὴν ὕπαρξη. Οἱ γονεῖς μας δὲν εἶναι παρὰ τὰ ὄργανα τῆς θελήσεώς Του ποὺ ναὶ μὲν τοὺς ὀφείλουμε εὐγνωμοσύνη, πλὴν ὅμως ἡ αἰτία τῆς ζωῆς μας εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ὁ ὁποῖος μᾶς εἶχε στὸ Νοῦ Του καὶ μᾶς ἑτοίμαζε πρὸ καταβολῆς κόσμου. Αὐτὸς μας διαφυλάττει καὶ αὐτὸς παρατείνει τὸν βίο μας. Ὅμως τί νὰ ποῦμε καὶ γιὰ τὰ καθ' αὐτὸ πνευματικὰ ἐπίπεδα καὶ τὴν οὐσία τῆς σωτηρίας μας στὴν προοπτική τς ἀγάπης; Αὐτὸς «πρῶτος ἠγάπησεν ἠμᾶς», θὰ τονίσει ὁ Εὐαγγελιστὴς ποὺ ἀγάπησε περισσότερο ὅλων τὸν Ἰησοῦ, ὁ ἠγαπημένος Ἰωάννης. Καὶ πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ μὴν τοῦ προσφέρουμε ὁλοκληρωτικὰ τὴν ἀγάπη μας, ὅταν μέσα σὲ ἀτμόσφαιρα μοναδικῆς οἰκειότητας, διὰ τοῦ Μονογενοῦς Του Υἱοῦ, μᾶς προτρέπει νὰ τὸν ὀνομάζουμε Πατέρα;
Ἀπ' ὅποια λοιπὸν πλευρὰ κι ἂν δοῦμε τὸ θέμα τῆς πρώτης αὐτῆς ἀγάπης, δὲν γίνεται παρὰ νὰ παραδεχθοῦμε ὅτι ἀποτελεῖ ἀγνωμοσύνη καὶ ἀπρέπεια ἁπλῶς τὸ νὰ σκεπτόμαστε καὶ νὰ βασανίζουμε τί εἴδους ἀγάπη θὰ προσφέρουμε στὸν Δημιουργό μας.
Χρειάζεται ὅμως νὰ προχωρήσουμε περισσότερο στὴν μελέτη μας, διότι ὑπάρχουν καὶ οἱ λεπτὲς συνειδήσεις ποὺ νομίζουν ὅτι ἡ ὁλοκληρωτικὴ αὐτὴ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, δὲν ἐπιτρέπει καμμία ἄλλη ἀγάπη νὰ ὑπάρχει στὸν ἄνθρωπο. Βεβαίως ὅπως ἤδη τονίστηκε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἰησοῦ, πρὸς τὸν Θεὸ θὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ πρώτη. Ὅμως, αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι ἀποκλείει κάθε ἄλλη διατήρηση καὶ καλλιέργεια εὐλογημένης καὶ ἁγνῆς ἀγάπης, ὅπως εἶναι αὐτὴ τῶν συζύγων, ἀδελφῶν, συγγενῶν καὶ φίλων. Ἀγάπης πρὸς τὸ Ἔθνος καὶ τὴν Πατρίδα, ἀγάπης πρὸς ὅλους γενικῶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ πρὸς κάθε τί τὸ ὑψηλὸ καὶ ἰδανικό.
Μά, καὶ δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ ἀποκλειστοῦν ὅλες αὐτὲς οἱ παράμετροι ἀγάπης καὶ στοργικῆς διαθέσεως ποὺ προαναφέρθηκε, ὅταν ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς προσθέτει στὴν Ἐντολή Του: «Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον του ὡς σεαυτὸν» (Μάρκ. ΙΒ', 31) καὶ ἐπιπλέον «ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν» (Λουκ. ΣΤ' 35).
Ἑπομένως, μετὰ ἀπὸ αὐτὰ γίνεται κατανοητὸ ὅτι χρειάζεται ἡ ἱεράρχηση τῆς ἀγάπης, τοποθετώντας στὴν κορυφὴ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, καὶ θέτοντας στὴ συνέχεια τὶς ἄλλες παραμέτρους ποὺ ἡ μία δὲν ἔρχεται σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ἄλλη. Ἐννοεῖται δὲ πὼς ἐὰν ὑπάρξει περίπτωση συγκρούσεως καθήκοντος, ἀσυζητητί, ἡ ἐπιλογὴ θὰ εἶναι ὑπὲρ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Αὐτό, δὲν εἶναι κάτι τὸ ἄγνωστο στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀντιθέτως μάλιστα τὰ Ἱερὰ συναξάρια ξεχειλίζουν ἀπὸ τὶς ἡρωικὲς μαρτυρικὲς μορφές, ποὺ ὅταν ἔφθανε ἡ ὥρα στὸ τί νὰ ἐπιλέξουν, ἄνευ οὐδενὸς δισταγμοῦ, ὁμολογοῦσαν τὴν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔτσι ἀποδείκνυαν τὴν πρώτη ἀγάπη ποὺ λαμπάδιαζε τὴν ὕπαρξή τους. Πρόσφεραν τὴ ζωὴ τοὺς θυμίαμα εὔοσμον, ποτίζοντας μὲ τὸ αἷμα τοὺς τὸ εὐσκιόφυλλον δένδρο τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως!
Ἀλλὰ καὶ στὶς μυρίπνοες σελίδες τῶν Ὁσίων καὶ Ἀσκητῶν ἐὰν τώρα περάσουμε, μὲ τὴν πρώτη ματιὰ μέσα στοὺς θησαυροὺς τῶν Γεροντικῶν, τῶν Εὐεργετινῶν καὶ τῶν Λειμωναρίων, θὰ ἀτενίσουμε αὐτὴ τὴν πρώτη ἀγάπη. Τὴν πρώτη καὶ ὁλοκληρωτικὴ πρὸς τὸν Ἰησοῦ καὶ τὴν Πανάχραντον Μητέρα του, νὰ σελαγίζει καὶ νὰ συνέχει τὴν οἰκουμένην ὅλην.
Αὐτὲς τώρα οἱ ἱερὲς μορφές, ποὺ ἔδωσαν αἷμα γιὰ νὰ λάβουν πνεῦμα, μᾶς διδάσκουν μὲ τὸν ἐξαγιασμένο λόγο τους, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν «εὔλαλον σιωπήν» τους ὅτι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, δὲν εἶναι μιὰ ἁπλὴ ὑπόθεσις. Δὲν εἶναι ἁπλῶς μιὰ συναισθηματικὴ κατάστασις ἀποδοχῆς τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν κανεὶς παραμείνει μόνο σ' αὐτό, ναὶ μὲν εὑρίσκεται στὸν εὐλογημένο χῶρο τῆς πίστεως, ἀλλὰ ἡ ἀγάπη του αὐτὴ πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι ἀναμεμειγμένη μὲ «προσμίξεις ξένων σωμάτων». Μὲ καταστάσεις καὶ ὑλικά τα ὁποῖα ἐὰν δὲν ἀπορροφήσουν ὁλοκληρωτικὰ τὴν πρώτη ἀγάπη, ὅμως μετὰ βεβαιότητος τὴν ἐμποδίζουν ὡς ἀγκάθια καὶ τριβόλια νὰ ἀναπτυχθεῖ καὶ νὰ παράξει τὸν μοναδικὸ καρπὸ τῆς ἁγιότητος. Καὶ στὸ σημεῖο αὐτό, φίλοι μου, χρειάζεται ἰδιαίτερη προσοχή, διότι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Ἰησοῦ δὲν εἶναι ἕνα ἄθλημα μόνο γιὰ ὅσους πιστοὺς ἐπέλεξαν οἱ ἴδιοι συνειδητά το ἀγώνισμα τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἐν Χριστῷ ἀφιερώσεως, μέσω τοῦ Ὀρθοδόξου μοναχισμοῦ. Ὁπωσδήποτε εἶναι καὶ γιὰ τοὺς ἐγγάμους πιστούς. Γι' αὐτοὺς δηλ. οἱ ὁποῖοι μέσω τῆς εὐλογημένης οἰκογένειας (ὅπως τὴν θέλει ὁ Θεός, ἐννοεῖται) καλοῦνται νὰ ἀποδείξουν ὅτι ἡ «κατ' οἶκον Ἐκκλησία», ὄχι μόνο δὲν ἐμποδίζει, ἀλλ' ἀντιθέτως προάγει στὴν αἰώνια αὐτὴ ἀγάπη καὶ ἄρα στὸν ἁγιασμὸ τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ ὁλοκληρωτικὴ λοιπὸν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, εἴτε στὸν χῶρο τοῦ Ὀρθοδόξου Μοναχισμοῦ, εἴτε στὴν «κατ' οἶκον Ἐκκλησία», εἶναι ἕνα βίωμα καὶ ὅπως τὸ λέει καὶ ὁ ἴδιος ὁ ὅρος, τὸ βίωμα ἀπαιτεῖ ἀγώνα πολυμέτωπο ποὺ ξεκινᾶ ἀπὸ τὰ πλέον ἁπλὰ ἐπίπεδα ἕως καὶ αὐτὲς τὶς ὑψηλὲς κορυφὲς τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητος. Καὶ ἐννοεῖται πὼς μόνο διὰ τῆς φαντασίας καὶ τοῦ στοχασμοῦ δὲν θὰ κατορθωθεῖ νὰ συλλάβει κανεὶς τὴν ζωὴ ποὺ οἰκοδομεῖται στὸ μοναδικὸ αὐτὸ πλαίσιο.
Στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ποὺ φιλτράρει καὶ ἐξυψώνει τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀδελφοὺς καὶ πρὸς ὅλο τὸν κόσμο.
Ἀδελφοί μου, οἵ τα πάντα καλῶς διαταξάμενοι θεῖοι Πατέρες, μέσα στὸν κύκλο τοῦ ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητος, ὤρισαν καὶ τὴ συγκεκριμένη Κυριακή των Ἁγίων Πάντων. Πρόκειται περὶ νέφους Ἁγίων ποὺ καλύπτει ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη καὶ ὁλόκληρη τὴν κρίση. Αἰσθανόμαστε τὴν μυστική τους παρουσία καὶ μαζί τους βιώνουμε τὴν «κοινωνίαν τοῦ Δείπνου» μέσα στὶς συνάξεις μας.
Μᾶς συντρέχουν δὲ στὶς ποικίλες μας ἀνάγκες, πολὺ περισσότερο ἀπ' ὅσο μποροῦμε νὰ φαντασθοῦμε.
Ὁ κάθε ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐν Χριστῷ αὐτοὺς ἀδελφούς μας ἔζησε ἕναν ἰδιαίτερο βίο ἀναλόγως τῆς ἰδιοσυγκρασίας του καὶ τῆς χάριτος ποὺ ἔλαβε. Ἐὰν τώρα ψάξουμε νὰ βροῦμε τί εἶναι αὐτὸ ποὺ ἐπιστεγάζει τὴν ὅλη τους βιωτὴ καὶ τί εἶναι ἐκεῖνο ποὺ ἀδιασπάστως τοὺς συνδέει, θὰ ἀνακαλύπταμε ὅτι εἶναι τὸ ὁλοκληρωτικό τους δόσιμο στὴν πίστη ποὺ μεταφράζεται ὡς ἀπόλυτη ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό. Καὶ ἐὰν ἡσυχάσουμε γιὰ λίγο ἀπὸ τὴν πολυπραγμοσύνη, μετὰ βεβαιότητος μέσα στὶς καρδιές μας θὰ ἀκούσουμε τὸ ζωντανό τους μήνυμα. Τὸ μήνυμα ποὺ διαποτίζει τὴν ὅλη ἀτμόσφαιρα τῆς Ὀρθοδόξου Ζωῆς: «Ἀδελφοί, τοῦ Χριστοῦ δὲν μποροῦμε νὰ Τοῦ δώσουμε ἁπλῶς πολλά.  Τοῦ Χριστοῦ θὰ τοῦ τὰ δώσουμε ὅλα, δηλ. αὐτὴ τὴν ἴδια τὴν καρδιά μας»! 
Καὶ ἃς ὁλοκληρώσουμε μὲ τὴν χαριτωμένη ἐπὶ τοῦ θέματος ρήση τοῦ Ἱεροῦ Αὐγουστίνου ποὺ ἑορτάζει σήμερα: «Ἀγάπα (τὸν Θεὸ) καὶ κᾶνε ὅ,τι θέλεις»!
Ἀμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου