Μαθητὲς ὑψώνουν τὴν
ἑλληνικὴ σημαία στὸ Βρεττανικὸ Μουσεῖο
|
Γράφει ὁ Δημήτρης Νατσιὸς,
Δάσκαλος στο Κιλκὶς - Θεολόγος
«Δι' αὐτὸν τὸν
λόγον-συνέχισεν ὁ Γάλλος πρόξενος-ἐνῶ τὰ Γερμανικὰ στρατεύματα προήλαυνον συνεχῶς
καὶ μὲ ταχύτητα ἡ ὁποία ἐφαίνετο ἀξιόλογος, πρὸς τὴν Θεσσαλίαν, τὴν Στερεὰν καὶ
τὴν Πελοπόννησον, διεπίστωνα, ἀντιθέτως, ζωηρᾶν δυσφορίαν καὶ ἀνησυχίαν μεταξὺ
τῶν ἀνωτέρων ἐπιτελικῶν ἀξιωματικῶν της Θεσσαλονίκης. Ἤκουσα ὁ ἴδιος μερικοὺς
ἐξ αὐτῶν νὰ ψιθυρίζουν: «Δὲν πᾶνε γρήγορα τὰ πράγματα! Δὲν πᾶνε ἀρκετὰ καλά!».
Ἡ σθεναρὰ ἀντίστασις τῶν
ἑλληνοαγγλικῶν δυνάμεων εἰς τὸν Ὄλυμπον καὶ εἰς τὰς Θερμοπύλας ἠνάγκασε τὸ
Γερμανικὸν Στρατηγεῖον τοῦ Λίστ νὰ ἀποσύρη μερικᾶς ἀπὸ τὰς ἐφεδρικᾶς μεραρχίας
ποὺ εὐρίσκοντο εἰς τὰ Τοῦρκο-Βουλγαρικὰ σύνορα, διὰ νὰ κάμψη τοιουτοτρόπως
ταχύτερα τὴν Ἀγγλο-Ἑλληνικὴν ἀντίστασιν.
Ἔφθασεν οὕτω τὸ τέλος τοῦ Ἀπριλίου, ἐποχὴ δηλαδὴ κατὰ τὴν ὁποίαν ἡ
«ἐπιχείρησις τῆς Ἑλλάδος» ἐπρεπεν ἤδη πρὸ πολλοῦ νὰ εἶχε τελειώσει σύμφωνα μὲ
τὰ Γερμανικὰ σχέδια, καὶ κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ ἔπρεπε τὰ Γερμανικὰ στρατεύματα νὰ
ἔχουν μεταφερθῆ εἰς τὰ Ρωσσικὰ σύνορα, διὰ τὴν ἔναρξιν τῆς ἐπιθέσεως ἐναντίον
τῆς Ρωσσίας.
Ἐμεσολάβησεν ἔπειτα καὶ ἡ
ἡρωικὴ ἀντίστασις τῆς Κρήτης, ἡ ὁποία ἐπεβράδυνεν ἀκόμη περισσότερον τὴν
ἐκκαθάρισιν τῆς Ἑλληνικῆς ὑποθέσεως. Καὶ ἦλθε τὸ τέλος τοῦ
Μαΐου, ὅποτε οὔτε
λόγος πλέον ἠμποροῦσε νὰ γίνη δὶ’
ἐπίθεσιν ἐναντίον τῆς Τουρκίας. Οὕτω-κατέληξεν ὁ Ὀνφρουὰ-εἰς τὴν ραδιοφωνικήν
του ὁμιλίαν τῆς 18ης Φεβρουαρίου 1942-ἡ ἡρωικὴ ἀντίστασις τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ
ἔσωσε τὸν Τουρκικὸν Λαὸν ἀπὸ τὴν τραγωδίαν τοῦ πολέμου καὶ προσέφερεν εἰς τοὺς
Συμμάχους ἔξι πολυτίμους ἑβδομάδας, τῶν ὁποίων τὸ ἀποτέλεσμα ἔγινεν αἰσθητὸν
εἰς τὴν Ρωσσίαν». («Χρονικὸν 1940-1944», Ἀθήνα 1978, σέλ. 334).
Θίχτηκε τὶς προάλλες ἡ
ξεπεσμένη καὶ ξεδοντιασμένη Ἀγγλία, ὁ πρὶν ἀπὸ μερικὲς δεκαετίες
ἀποικιοκρατικὸς δυνάστης τῆς Οἰκουμένης, καὶ ὁ «σὲρ» Κάμερον, ὁ πρωθυπουργός
της, μᾶς ἀραδίαζε τὴν «μεγαλειώδη» προσφορὰ τῆς χώρας του στὴν ἀνθρωπότητα.
Ἐφευρέσεις, βιομηχανικὴ ἐπανάσταση, ποδόσφαιρο, μουσικὴ-ὅλος ὁ κόσμος
λικνίζεται στοὺς ρυθμοὺς τῆς- ἐν ὀλίγοις, ζοῦμε καὶ ἀναπνέουμε, γιατί ὑπῆρξε
αὐτὸ τὸ «οὐρανόσταλτο» δῶρο, ἡ Ἀγγλία. (Σκέφτομαι, μὲ θλίψη, θὰ μποροῦσε ἕνας
Ἕλληνας πρωθυπουργὸς νὰ ψελλίσει ἔστω, ὅσα περιέχονται στὴν προλογικὴ
παραπομπή; Ὅτι ἂν δὲν ἀντιστέκονταν ὁ λαός μας στοὺς Ἰταλογερμανοὺς γιὰ 8-9
μῆνες, ἄλλη καὶ πολὺ χειρότερη θὰ ἦταν ἡ μοίρα τοῦ λεγόμενου τότε ἐλεύθερου
κόσμου. Καὶ κυρίως τῆς Ἀγγλίας, ποὺ οἱ νίκες τῶν Ἑλλήνων τῆς ἔδωσαν χρόνο κι
ἀναπτέρωσαν τὸ ἠθικό του λαοῦ της. Ἂς σημειωθεῖ καὶ ἐκεῖνο τὸ «ἔσωσε τὸν
τουρκικὸ λαὸ ἀπὸ τὴν τραγωδία τοῦ πολέμου», παντελῶς ἄγνωστη πτυχὴ τοῦ Δευτέρου
Παγκοσμίου Πολέμου).
Τί ἔχει ὅμως νὰ μᾶς πεῖ ἡ
ἑλληνικὴ ἱστορία γιὰ τοὺς Ἄγγλους;
Ὑπάρχει ἕνα ἐξαιρετικὸ
βιβλίο μὲ τίτλο «οἱ Ἕλληνες τῆς σήμερον», τὸ ὁποῖο πρωτοεκδόθηκε στὴν Ἀθήνα τὸ
1877. Εἶναι τοῦ Ἀμερικανοῦ διπλωμάτη Τσ. Τάκερμαν, ποὺ διετέλεσε πρεσβευτὴς
στὴν Ἀθήνα τὸ 1867 καὶ 1874, σοβαρός, ἀπροκάληπτος καὶ κυρίως ὀξυδερκὴς
παρατηρητὴς τῶν ἑλληνικῶν πραγμάτων καὶ βαθὺς γνώστης τῆς πολιτικῆς καὶ τῶν
ἀθλίων μεθόδων τῶν Μεγάλων Δυνάμεων. Κείμενο μὲ διαχρονικὴ ἰσχύ.
Ἀντιγράφω: «Ἂν ἦταν
εἰλικρινεῖς οἱ Ἄγγλοι θὰ ἔλεγαν: Ἡ πολιτική μας στὴν Ἀνατολὴ καὶ τὰ συμφέροντά
μας ὑπαγορεύουν τὴν ὑποστήριξη τῆς Τουρκίας πάση θυσία. Θέλουμε ἰσχυρὴ Τουρκία,
γιὰ νὰ φαίνεται ἀνεξάρτητη καὶ ἀδύναμη γιὰ νὰ ἀποτελεῖ τυφλὸ ὄργανό μας. Δὲν
θέλουμε στὴν Ἀνατολὴ λαὸ προοδευτικό, ποὺ νὰ ἀκολουθεῖ δική του πορεία
ἀποτινάσσοντας τὴν δική μας κηδεμονία.
Θέλουμε λαὸ ἀποχαυνωμένο
καὶ ἐξωτικό, μὲ βάρβαρα ἔθιμα, θέλουμε νὰ ἀγοράζει τὰ προϊόντα του Μπίρμιγχαμ
καὶ τοῦ Μάντσεστερ ποὺ δὲν ἀπορροφήθηκαν ἀπὸ ἄλλες ἀγορές, μὲ ὅρους καὶ τιμὲς
ποὺ θὰ ὁρίζουμε ἐμεῖς. Θέλουμε τοὺς λαοὺς τῆς Ἀνατολῆς νὰ συνομολογοῦν κάθε
τόσο τοκογλυφικὰ δάνεια (σ.σ.: τίποτε δὲν ἄλλαξε ἀπὸ τότε), ἔτσι ὅμως ποὺ τὸ
μεγαλύτερο μέρος τους νὰ μείνει στὰ χέρια μας ὡς ἀνταμοιβὴ τῆς ἠθικῆς καὶ
ὑλικῆς προστασίας μας.
Τοὺς θέλουμε νὰ
ἀπασχολοῦν τὰ ναυπηγεῖα καὶ τὰ ἐργοστάσιά μας. Νὰ δέχονται τοὺς ξεπεσμένους
πλοιάρχους τοῦ στόλου μας, ποὺ δὲν μποροῦν νὰ μείνουν στὴν πατρίδα τους γιὰ νὰ
ἀποφύγουν τὴν φυλακὴ καὶ νὰ τοὺς ἀναγορεύουν πασάδες καὶ ναυάρχους. (σ.σ.: Ὅπως
τὰ καθάρματα τύπου Κόχραν καὶ Τσώρτς, τοὺς τυχοδιῶκτες φονεῖς τοῦ Καραϊσκάκη,
ποὺ τοὺς τιμᾶμε καὶ ὡς Φιλέλληνες. Καὶ ὁ Κολοκοτρώνης εἶχε πικρὴ πείρα ἀπὸ τοὺς
«Φιλέλληνες».
Κατὰ τὴν ὀθωνικὴ περίοδο,
σὲ μία δεξίωση στὰ ἀνάκτορα, κάποιος πρεσβευτὴς εἶπε ὅτι ἡ Ἑλλάδα πρέπει νὰ
εὐγνωμονεῖ τὴν Εὐρώπη ποὺ τὴν ἐλευθέρωσε. Καὶ ἡ Εὐρώπη πρέπει νὰ χρωστάει
εὐγνωμοσύνη στὴν Ἑλλάδα, ἀπάντησε ὁ Γέρος τοῦ Μοριά. Γιατί; Ρώτησε ἀπορημένος ὁ
ξένος διπλωμάτης. Γιατί σᾶς λευτερώσαμε κι ἐμεῖς ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς μπερμπάντες
ποὺ μᾶς κουβαλήθηκαν ἐδῶ, ἀπάντησε ὁ Κολοκοτρώνης»).
Συνεχίζουμε μὲ τὸν
Τάκερμαν. «Ὅταν πηγαίνουμε στὴν Κωνσταντινούπολη μᾶς περιποιοῦνται-καὶ τὸν
ἔσχατο- σὰν πρίγκιπες. Ἁρπάζουμε τὶς ἀρχαιότητές τους χωρὶς νὰ πληρώνουμε καὶ
μεταφέρουμε στὸ Λονδίνο ὁλόκληρες σχεδὸν πόλεις καὶ ναούς... Σεῖς οἱ Ἕλληνες
εἶστε πολὺ εὐφυεῖς καὶ ἂν σᾶς ἀφήσουμε ἐλεύθερους, θὰ ἐξαφανίσετε τὸ ἀγγλικὸ
ἐμπορικὸ ναυτικὸ ἀπὸ τὴν Μεσόγειο.
Ἀφοῦ τώρα, ποὺ εἶσθε
ἀνίσχυροι καὶ σὲ ἀδιάκοπους ἀγῶνες, ἔχετε τὸ ἕβδομο σὲ σπουδαιότητα ἐμπορικὸ
ναυτικό του κόσμου. Πρὸς τὸ παρὸν δὲν σᾶς ἀφήνουμε νὰ προχωρήσετε, γιατί ἔχουμε
τὰ ἴδια συμφέροντα.
Ἑπομένως, τίμια καὶ
εἰλικρινὰ σᾶς δηλώνουμε ὅτι, θὰ σᾶς πολεμήσουμε καὶ θὰ ὑπερασπισθοῦμε τοὺς
Τούρκους μὲ ὅλα τὰ μέσα». (Κ. Σιμόπουλος, «ξενοκρατία», σέλ. 557).
Οἱ Ἄγγλοι, ποὺ ἦταν τὸν
19ο αἱ. κοσμοκράτορες, ἔστησαν μὲ τὶς ραδιουργίες τοὺς τὸ λυμφατικὸ κρατίδιο
τοῦ 1828 ἐξαρτημένο καὶ ὑποτελές, γιατί ἔτρεμαν τὴν εὐφυία καὶ τὴν ἱκανότητα
τῶν Ἑλλήνων. Χάρις καὶ στοὺς ἀνίκανους καὶ μικρονοϊκοὺς κομματάρχες, ποὺ ἐνεργοῦσαν
ὡς ἐντολοδόχοι τους, καθήλωσαν τὴν πατρίδα στὴν Μελούνα διὰ τῶν κανονιοφόρων,
ἐνῶ ἔπρεπε ἡ Ἐπανάσταση τοῦ ’21, νὰ σταματήσει στὴν Κωνσταντινούπολη, τὴν
ἱστορικὴ πρωτεύουσα τῆς Ρωμηοσύνης.
Ἡ ἐπανάσταση στὴν Μολδοβλαχία τοῦ Ἄλ.Ὑψηλάντη αὐτὸν τὸν σκοπὸ εἶχε, τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὴν ὑλοποίηση τοῦ ὁράματος τοῦ Ρήγα, τὴν ἀνασύσταση, δηλαδή, τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Νέας Ρώμης-Κωνσταντινούπολης.
Ἡ ἐπανάσταση στὴν Μολδοβλαχία τοῦ Ἄλ.Ὑψηλάντη αὐτὸν τὸν σκοπὸ εἶχε, τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὴν ὑλοποίηση τοῦ ὁράματος τοῦ Ρήγα, τὴν ἀνασύσταση, δηλαδή, τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Νέας Ρώμης-Κωνσταντινούπολης.
Τὸ ἀνέφερε καὶ ὁ
Κολοκοτρώνης στὸν λόγο του στὴν Πνύκα, τὸ 1838: «Εἰς τὸν πρῶτον χρόνο τῆς
Ἐπαναστάσεως εἴχαμε μεγάλη ὁμόνοια, καὶ ὅλο ἐτρέχαμε σύμφωνοι... Καὶ ἐὰν αὐτὴ ἡ
ὁμόνοια ἐβαστοῦσε ἀκόμη δύο χρόνους, ἠθέλαμε κυριεύση καὶ τὴν Θεσσαλία καὶ τὴν
Μακεδονία καὶ ἴσως ἐφθάναμεν καὶ ἕως τὴν Κωνσταντινούπολη.
Τόσον τρομάξαμε τοὺς
Τούρκους, ὁπού ἄκουγαν Ἕλληνα καὶ ἔφευγαν χίλια μίλια μακριά...». Πιὸ πολὺ
τρόμαξαν ὅμως οἱ Ἄγγλοι, ποὺ μᾶς «ἔρριξαν» τὸ δόλωμα τῆς διχόνοιας τῆς δολερῆς,
τὰ «δάνεια τῆς ἀνεξαρτησίας», ὅπως εὐφημιστικῶς τὰ ὀνόμασαν, καὶ ἔσπειραν τὰ
μίση στοὺς ἀγαθοὺς καὶ ἀνίδεους ἀπὸ φράγκικη διπλωματία Ἕλληνες μὲ
ἀποτέλεσμα... τὰ σύνορα Παγασητικὸς-Ἀμβρακικός.
Ὅπως γράφει ὁ σπουδαῖος
Ἐπ.Κυριακίδης στὴν «Ἱστορία τοῦ συγχρόνου Ἑλληνισμοῦ»: «Ὅσον ἔλεγε ἡ Ἀγγλία ἐν
Ἀθήναις ἴνα ἑκάστοτε συγκρατῆ τὸν Ἑλληνισμόν, ἐπὶ τοσούτον συνεζυμώθησαν μετὰ
τοῦ ἐγκεφάλου Ἑλλήνων τινῶν πολιτευομένων, ὥστε κατήντησε νὰ λέγωσι πρῶτοι εἰς
τοὺς Ἄγγλους ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον αὐτοὶ προντίθεντο νὰ συμβουλεύσωσιν!».
Ἂν στὴν τελευταία
συμπερασματικὴ πρόταση «ὥστε κατήντησε νὰ λέγωσι...», ἀντικαταστήσουμε τοὺς
Ἄγγλους, μὲ τὴν λέξη Τρόικα ἔχουμε μία σοφὴ περιγραφὴ καὶ τῆς σημερινῆς
κατάστασης. Πολλοὶ ἀφελῶς, ψέγουν τὴν Τρόικα γιὰ τὴν ἐξαθλίωση καὶ τὸ ξεπούλημα
τῆς χώρας. Μὰ τὰ κάστρα συνήθως ἁλώνονται γιατί ὑπάρχουν οἱ ἀπαραίτητοι
ἐφιάλτες καὶ Νενέκοι...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου