Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2019

καθαρεύουσα



Χρονογραφίες



Η διδασκαλία της καθαρευούσης στην εκπαίδευση καταργήθηκε από έναν πολιτικό που μιλούσε στην καθαρεύουσα, τον Γεώργιο Ράλλη, υπουργό Παιδείας το 1976. Τότε το μέτρο θεωρήθηκε «προοδευτικό», αφού, εκτός των άλλων, τερμάτιζε έναν πόλεμο που κρατούσε πάνω από έναν αιώνα και συνέτεινε, με τον δικό του τρόπο, στον διχασμό. Η πρόοδος ήταν με την πλευρά της δημοτικής, η αντίδραση και ο συντηρητισμός υπερασπίζονταν τη χρήση του απαρεμφάτου. Το γλωσσικό, για το οποίο στο παρελθόν χύθηκε αίμα, έληξε με την οριστική ήττα της τρίτης κλίσης. Ας σημειωθεί ότι στη δεκαετία του εβδομήντα το καθαρευουσιάνικο ιδίωμα είχε υποστεί τέτοιο διασυρμό από τη ρητορεία του Γεώργιου Παπαδόπουλου που κανείς δεν τόλμησε να το υπερασπιστεί, έστω για την τιμή των όπλων, αν θυμάμαι καλά.

Το βασικό επιχείρημα, τότε όπως και τώρα, ήταν ότι η καθαρεύουσα ήταν μια «τεχνητή» γλώσσα που τη χρησιμοποίησαν οι ελίτ για να επιβληθούν στην αγνή ψυχή του λαού. Στη δεκαετία του εβδομήντα η γραμματεία της σύγχρονης γλωσσολογίας δεν είχε ακόμη μεταφρασθεί στη γλώσσα μας και οι αντιλήψεις περί γλώσσας ήταν στο έλεος της πολιτικοποίησης που καταβρόχθιζε σαν Πάκμαν τους νευρώνες του εγκεφάλου. Δεν ξέρω καμία γλώσσα που να είναι εντελώς «φυσιολογική», που γεννήθηκε δηλαδή σαν φυτό στα εύφορα εδάφη της λαϊκής ψυχής. Θεωρώ δε πως μια γλώσσα είναι «τεχνητή» όταν δεν μπορεί να δημιουργήσει λογοτεχνία, με άλλα λόγια, όταν οι εκφραστικές της δυνατότητες περιορίζονται στις ανάγκες της επικοινωνίας, όπως η εσπεράντο για παράδειγμα.

Η σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία δεν θα υπήρχε χωρίς την καθαρεύουσα. Αναφέρω ενδεικτικά ορισμένες κορυφαίες στιγμές: Αδαμάντιος Κοραής, Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, Παύλος Καλλιγάς, Εμμανουήλ Ροΐδης, Ανδρέας Κάλβος, Γεώργιος Βιζυηνός, Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, αλλά και Ανδρέας Εμπειρίκος και Νίκος Εγγονόπουλος. Τόσο διαφορετικοί συγγραφείς, με τόσο διαφορετικά έργα και τόσο διαφορετικές αντιλήψεις. Οταν ο Κάλβος γράφει τα ποιήματά του, δεν τα γράφει «εναντίον» της γλώσσας του Διονυσίου Σολωμού. Και πώς θα ήταν η μοναδική γλωσσική ιδιοσυγκρασία του Καβάφη χωρίς να ακούς την καθαρεύουσα στους στίχους του; Και πώς θα ήταν η δημοτική του Σεφέρη χωρίς τη βαθιά γνώση της καθαρεύουσας; Δεν χρειάζεται εδώ να παραθέσω το γνωστό επιχείρημα ότι, αν δεν υπήρχε η καθαρεύουσα, το επιστημονικό και φιλοσοφικό λεξιλόγιο δεν θα ήταν δυνατόν να μεταφρασθεί στα ελληνικά. Σε αντίθεση με την ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι η καθαρεύουσα ήταν μια χειρονομία «εσωστρέφειας» του σύγχρονου ελληνισμού, ταυτισμένη με τον «σοφολογιοτατισμό», υπήρξε μια γενναιόδωρη χειρονομία συνεννόησης με τον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Το ιδίωμα που επεξεργάσθηκε ο Κοραής και έμοιαζε με την «κοινή» των ελληνιστικών χρόνων έδειχνε στην πολιτισμένη Ευρώπη ότι οι σύγχρονοι Ελληνες είναι διατεθειμένοι να προσπαθήσουν για να ξανακερδίσουν τον θαυμασμό της. Για τα Ελληνόπουλα του τέλους του εικοστού αιώνα η διδασκαλία της σηματοδοτούσε την προσπάθεια που έπρεπε να καταβάλουν όχι μόνον για να έρθουν σε επαφή με τους αρχαίους προγόνους και το κλέος τους, αλλά με τα επιτεύγματα των παππούδων τους και των πατεράδων τους.

Την περασμένη Κυριακή έγραφα για τη σημασία της διδασκαλίας της λογοτεχνίας στη Μέση Εκπαίδευση και για την αδιαφορία με την οποία αντιμετωπίζεται πάντα από τις ηγεσίες του υπουργείου και το βαθύ κράτος των εκπαιδευτικών. Εγραψα πως η λογοτεχνία αποκαλύπτει τις «εκφραστικές δυνατότητες» της γλώσσας, εννοώντας τη δυνατότητα που έχει μια γλώσσα να αναδείξει αισθήματα, συναισθήματα και ψυχικές τροπές και όχι την ορθή χρήση κάποιων γραμματοσυντακτικών κανόνων που όντως μπορεί να τους μάθεις αποστηθίζοντας κανόνες και αόριστους. Είναι δυνατόν να συλλάβουμε τις εκφραστικές δυνατότητες της σύγχρονης ελληνικής χωρίς τον Βιζυηνό; Κατά τη γνώμη μου, δεν είναι. Και γιατί προτιμούμε τον Ψυχάρη του οποίου η λογοτεχνία, όπως και η γλώσσα, είναι κατασκευασμένη με φανατισμό; Μα γιατί είμαστε προοδευτικοί, σύγχρονοι άνθρωποι, κοινώς είμαστε «υπέρ του λιτού βίου και της λιτής έκφρασης». Οσο πιο λίγα εκφράζεις τόσο το καλύτερο, για τα υπόλοιπα υπάρχουν οι σιδηρογροθιές και τα μολότοφ.

Για σκεφθείτε, τι θα γινόταν αν ο ποιητής του αιδοίου και του δικού του φαλλού κ. Κουράκης αποφάσιζε να επαναφέρει τη διδασκαλία της καθαρευούσης στη Μέση Εκπαίδευση; Μπουμ ηκούσθη στον αέρα! Επανάσταση ΟΛΜΕ, συριζαίικου πάτου, παλαιοπασόκων και λοιπών πουριτανών της προοδευτικής Ελλάδας, μαζί με τους ηρωικούς γονείς των Πανελλαδικών, ανεξαρτήτως πολιτικών φρονημάτων αυτοί. Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα παιδί μου, κι εγώ, εδώ που τα λέμε, είπα να κάνω λίγη πλάκα. Παρ’ όλα αυτά πιστεύω ότι η πιο ανατρεπτική πολιτική πράξη στην Ελλάδα του 2015 θα ήταν η επαναφορά της διδασκαλίας της καθαρευούσης στη Μέση Εκπαίδευση.

Πρώτον, τα παιδιά θα μάθαιναν ότι πάνε στο σχολείο για να μάθουν κάτι παραπάνω απ’ αυτό που ήδη ξέρουν κι ότι αυτό χρειάζεται προσπάθεια. Δεύτερον, θα μάθαιναν οι δάσκαλοι ότι για να διδάξουν ελληνικά, πρέπει οι ίδιοι να ξέρουν ελληνικά. Και, τρίτον, θα είχαν ένα μέτρο για να κρίνουμε τις ελληνικούρες των χρυσαυγιτών και των λοιπών υπερασπιστών της ελληνικής ταυτότητας. Ασε που θα διάβαζαν το υπέροχο «Το αμάρτημα της μητρός μου» στο πρωτότυπο και όχι από «μετάφραση» στη δημοτική και θα καταλάβαιναν ότι αυτός ο τόπος, με όλα του τα χάλια, κατάφερε να δημιουργήσει έργα.

Πηγή

Δυὸ εἶναι τὰ ἐνδιαφέροντα. Πρῶτον, ἡ ἐπισήμανση γιὰ τὰ προβλήματα τῆς διάκρισης μεταξὺ τεχνητῆς καὶ φυσικῆς γλώσσας, λὲς καὶ ὁ μπαμπὰς ποὺ στέλνει τὸ παιδί του νὰ ἀγοράσει «ἐφημερίδα» ἀντὶ γιὰ γαζέτα, καὶ τοῦ λέει νὰ πάει στὸν κουρέα ἀντὶ στὸ μπαρμπέρη, δὲν τοῦ μιλᾶ σὲ μιὰ τεχνητὴ γλώσσα. Ἐὰν κάτι ἔγινε μιὰ φορά, τότε μπορεῖ νὰ ξαναγίνει· ἐὰν ἡ τεχνητὴ δημοτικὴ ἔγινε φυσική, τότε καὶ ἡ τεχνητὴ καθαρεύουσα μπορεῖ νὰ γίνει φυσική.

Δεύτερον, ἡ λόγια ἀττικὴ ὅπως καὶ ἡ λόγια βυζαντινή, ὅπως καὶ ἡ πελοποννησιακὴ ποὺ βαπτίστηκε δημοτικὴ ἀφότου πρῶτα ἀποκαθάρθηκε, δὲν χρησιμοποιήθηκαν ἀπὸ πανούργους ἐξουσιαστὲς ποὺ ἤθελαν, λέει τὸ συνωμοσιολογικὸ ἀφήγημα, νὰ ἀποκόψουν τὶς πλατιὲς ἀδιαφώτιστες λαϊκὲς μάζες ἀπὸ τὴ φιλοσοφία καὶ τὰ γράμματα. Ἀλλὰ γιατὶ ὅπως καὶ ἕως σήμερα, ἔτσι καὶ στὴν κλασικὴ Ἑλλάδα, ἔτσι καὶ στὴν ἑλληνιστικὴ ἐποχή, ἔτσι καὶ στὴ βυζαντινή, ἔτσι καὶ στὴν Τουρκοκρατία, τὸ πλῆθος τῶν διαλέκτων σήμαινε ὅτι ἔπρεπε καὶ πρέπει νὰ βρεθεῖ μιὰ κοινὴ γλώσσα, ἡ πιὸ λόγια καὶ μὲ περισσότερες ἔμπρακτες δυνατότητες ἐπικοινωνίας γιὰ τὸν συγκεκριμένο πολιτισμό. Εἴτε αὐτὴ ἡ κοινή, ἐπίσημη γλώσσα τῶν ἐγγράφων θὰ ἦταν μιᾶς περιοχῆς εἴτε θὰ ἦταν μιὰ πιὸ λόγια καὶ πιὸ φτιαχτὴ γλώσσα μὲ λέξεις γιὰ ἀνάγκες καὶ ἰδέες τὶς ὁποῖες ὁ μέσος ἑλληνιστικός, κλασσικός, βυζαντινὸς τζομπάνος, σαλδαμάριος καὶ μυρεψὸς ἀγνοοῦσαν.

Βέβαια, τὸ ζητούμενο δὲν εἶναι ἡ δημοσιογραφικὴ πρόκληση -νὰ διδάσκεται ἡ καθαρεύουσα. Ἀλλὰ νὰ διδάσκονται πολλά, πάρα πολλά, κείμενα βυζαντινά, λόγια καὶ λαϊκά, τῆς Τουρκοκρατίας καὶ τῆς ἑλληνιστικῆς ἐποχῆς καὶ τῆς ρωμαϊκῆς, τῶν παπύρων, τῶν συμβολαίων πώλησης σπιτιῶν κ.ο.κ. Μαζὶ μὲ τῆς κλασσικῆς Ἑλλάδας. Θὰ μποροῦσε καὶ νὰ διδάσκεται, φυσικά, ἡ καθαρεύουσα, μὲ λογοτεχνικὰ κείμενα. Οἱ συντηρητικοὶ ἔχουν περιθωριοποιηθεῖ, κι ἔτσι πότε φαίνονται περίεργοι στοὺς κομματικὰ δικούς τους εἴτε ἀναγκάζονται νὰ ρίχνουν μεγάλες δόσεις ἀπὸ τὴν εὐρωπαϊκὴ σάλτσα, π.χ. πόσο μᾶς συνέδεσε μὲ τὴν Εὐρώπη ἡ καθαρεύουσα -ἐνῶ μᾶς συνέδεσε μόνο μὲ τὴν Ἀρχαιότητα καὶ τὴν Ἑλληνιστικὴ-Βυζαντινὴ ἐποχή. Λὲς καὶ οἱ Ἀριστεροὶ εἶναι λιγότερο λυσσασμένοι δυτικιστὲς ἀπὸ τὸν Κυριάκο. Ἀκόμη κι ἐκεῖνοι οἱ Ἀριστεροὶ ποὺ φορᾶνε φουλάρια τοῦ ΙΣΙΣ, προσβλέπουν σὲ μιᾶς κάποιας μορφῆς ἐκδυτικισμὸ-ἐκπολιτισμὸ τῶν Ἀσιατῶν (ἐκλογές, ἀνθρώπινα δικαιώματα, «ἐλευθερία νὰ κάνει καθένας ὅ,τι θέλει μὲ τὸ κορμί του» κ.λπ.)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου