Το Ευαγγέλιο μιλάει για λύκους, που κατασπαράζουν τα πρόβατα και διαλύουν τα κοπάδια. Μιλάει και για κλέφτες και ληστές, που σφάζουν κα καταστρέφουν. Και για μισθωτούς, που αδιαφορούν και κοιμούνται. Όταν δεν συνεργάζονται με του λύκους, τους ληστές και τους κλέφτες…
Και μιλάει και για τον καλό τσοπάνη, που πονάει τα πρόβατα. Όλα αδιακρίτως και το καθένα χωριστά. Και που προσπαθεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες τους και να λύσει τα προβλήματά τους. Θυσιάζοντας ακόμη και τη ζωή του. Κι όχι από ιδιοτέλεια. Γιατί κανένας δεν θυσιάζει τη ζωή του από ιδιοτέλεια. Παρά μόνο από αγάπη. Για το Θεό και το συνάνθρωπο:
«Aδελφοί μου, λέει ο Πατροκοσμάς (η μνήμη του στις 24 Αυγούστου), ο Θεός έχει πολλά ονόματα. Αλλά το κύριο όνομά του είναι Αγάπη. Κι εμείς, για να 'μαστε παιδιά του Θεού, πρέπει να 'χομε αγάπη. Αγάπη προς το Θεό και το συνάνθρωπό μας…».
«Όπως το χελιδόνι χρειάζεται δυο φτερούγες, για να πετάξει, έτσι κι εμείς, για να φτάσουμε στη σωτηρία χρειαζόμαστε αυτές τις δυο αγάπες. Αυτή η αγάπη μ’ έκαμε και μένα ν’ αφήσω το μοναστήρι και να βγω στον κόσμο. Ας χαθώ, είπα, εγώ, για να σωθεί το Γένος. Και παρακαλώ το Χριστό, που σταυρώθηκε απ’ την αγάπη του για μένα να μ’ αξιώσει να μαρτυρήσω για τη δική του αγάπη…».
Αυτές ήταν οι συντεταγμένες της ζωής και δράσης του Πατροκοσμά. Και πάνω σ’ αυτές ακουμπώντας αγωνίστηκε να γίνει το χελιδόνι για την Ανάσταση του Γένους…
Στην αρχή του επέτρεπαν να κηρύττει παντού ελεύθερα. Γιατί πίστεψαν ότι δεν θα ’κανε τίποτε διαφορετικό απ’ τους συνηθισμένους ιεροκήρυκες, που συντηρούν τα νεκροταφεία των συνειδήσεων. Αλλά διαψεύστηκαν. Γιατί ο Πατροκοσμάς, αντί για υπνοφόρες τιποτολογίες, παιάνιζε το εγερτήριο σάλπισμα του Ευαγγελίου.
Αφότου άρχισε τη δράση του, διέκρινε αφενός την αγνότητα των ανθρώπων του λαού και αφετέρου την πονηρία των αρχόντων. Και η ψυχή του επαναστάτησε: Χτύπησε την αρχοντική τάξη, που καταπίεζε το λαό. Κεραυνοβόλησε τις καταχρήσεις των αρχών και την εκμετάλλευση των εμπόρων. Kαι, προπάντων, επεσήμανε την καταχθόνια τακτική των Εβραίων...

