Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2024

ΜΙΑ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ ΓΕΥΣΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΜΕΤΑ ΤΟΣΗ ΑΣΕΒΕΙΑ ΠΟΥ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΤΑΙ

 





Ἡ νίκη ἐπὶ τῶν παθῶν καὶ τὰ παθήματα ὡς μοχλὸς ἐν Πνεύματι ἐμπειρίας

Πολλάκις ἠσθάνθην ἐμαυτὸν ἐσταυρωμένον ἐπὶ ἀοράτου σταυροῦ. Τοῦτο συνέβαινεν ἐν τῷ Ἄθῳ, ὅτε θυμὸς ἐκυρίευεν ἐμοῦ ἐναντίον ἐκείνων, οἵτινες προσέβαλλον ἐμέ. Τὸ πονηρὸν τοῦτο πάθος ἐφόνευεν ἐν ἐμοὶ τὴν προσευχὴν καὶ οὕτως ὡδήγει ἐμὲ εἰς φρίκην.

Κατὰ καιροὺς ἡ πάλη πρὸς τὸ πάθος τοῦτο ἐφαίνετο ἀδύνατος: Κατέσχιζεν ἐμέ, ὡς τὸ ἄγριον θηρίον κατασπαράσσει τὸ θύμα αὐτοῦ. Συνέβη ποτε ἐξ αἰτίας στιγμιαίου ἐρεθισμοῦ ἡ προσευχὴ νὰ ἀποχωρήση ἀπ’ ἐμοῦ. Ἠγωνιζόμην ἐπὶ ὀκτὼ μήνας, ὅπως ἐπιστρέψη αὕτη. Ὅτε ὅμως ὁ Κύριος ἐνέδωσεν εἰς τὰ δάκρυά μου, τότε ἡ καρδία μου ἐγένετο νηφαλιωτέρα καὶ πλέον ὑπομονητική.

Ἡ πείρα αὕτη τῆς σταυρώσεως ἐπανελήφθη ἀργότερον (ἐν Γαλλίᾳ ἤδη), ἀλλὰ δι’ ἄλλου τρόπου. Δὲν ἠρνούμην νὰ διακονῶ ὡς πνευματικός τούς προσερχομένους εἰς ἐμέ. Ἰδιαιτέρως συνέπασχεν ἡ καρδία μου μετὰ τῶν ψυχικῶς ἀσθενούντων. Τινὲς ἐξ αὐτῶν κλονισθέντες ὑπὸ ἀκραίων δυσκολιῶν τῆς συγχρόνου ζωῆς, ἐζήτουν ἐπιμόνως παρ’ ἐμοῦ διαρκῆ προσοχήν, πρᾶγμα ὅπερ ὑπερέβαινε τὰς δυνάμεις μου. Ἐδημιουργοῦντο ἀδιέξοδοι καταστάσεις: Πρὸς οἱανδήποτε κατεύθυνσιν καὶ ἐὰν ἐκινούμην, ὑπῆρχε τὶς, ὅστις θὰ ἔκραζεν ἐκ τοῦ πόνου. Τοῦτο ἀπεκάλυψεν εἰς ἐμὲ τὰ παθήματα τῶν συγχρόνων ἀνθρώπων, τῶν συντετριμμένων ὑπὸ τῆς ἀγριότητος τοῦ περιβοήτου ἡμῶν πολιτισμοῦ.

Ἡ κολοσσιαία κρατικὴ μηχανή, καίτοι ἐδημιουργήθη ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων, φέρει ἐν τούτοις χαρακτῆρα ἀπροσώπου, ἵνα μὴ εἴπω ἀπανθρώπου, συσκευῆς, ἥτις μετὰ ἀδιαφορίας καταπιέζει ἑκατομμύρια ἀνθρωπίνων ὑπάρξεων. Ἀνίσχυρος νὰ ἀλλάξω τὰ κατ’ οὐσίαν ἀνυπόφορα καὶ ὅμως νόμιμα ἐγκλήματα τῆς κοινωνικῆς ζωῆς τῶν λαῶν, κατὰ τὴν ἐκτὸς πάσης ὁρατῆς εἰκόνος προσευχήν μου ἠσθάνθην τὴν παρουσίαν τοῦ ἐσταυρωμένου Χριστοῦ. Ἔζων τὸ Πάθος Αὐτοῦ ἐν Πνεύματι τοσοῦτον ἐναργῶς, ὥστε ἡ φυσικὴ ὅρασις τοῦ «ὑψουμένου ἐκ τῆς γῆς» (βλ. Ἰωάν. 12,32) οὐδόλως θὰ ἐνίσχυε τὴν συμμετοχήν μου εἰς τὸν πόνον Αὐτοῦ. Ὅσον μηδαμινὰ καὶ ἂν ἦσαν τὰ βιώματά μου, ἐν τούτοις ηὔξανον εἰς βάθος τὴν γνῶσιν τοῦ Χριστοῦ, ὡς πρὸς τὴν ἐπὶ γῆς ἐμφάνισιν Αὐτοῦ, ἵνα σώση τὸν κόσμον.

Θαυμαστὴ ἀποκάλυψις ἐδόθη εἰς ἡμᾶς ἐν Αὐτῷ. Οὗτος ἑλκύει πρὸς Ἑαυτὸν τὸ πνεῦμα ἡμῶν διὰ τοῦ μεγαλείου τῆς ἀγάπης Αὐτοῦ. Ἡ ψυχή μου μετὰ κλαυθμοῦ ηὐλόγει καὶ εὐλογεῖ τὸν Θεὸν καὶ Πατέρα, τὸν εὐδοκήσαντα νὰ ἀποκαλύψη εἰς ἐμὲ διὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου τὴν μετ’ οὐδενὸς συγκρινομένην ἁγιότητα καὶ ἀλήθειαν τοῦ Υἱοῦ Αὐτοῦ, διὰ μέσου μικρῶν παθημάτων εἰς τὰ ὁποῖα ὑποβαλλόμεθα.
Όσιος Σωφρόνιος _Η πιο μεγάλη τιμωρία για τον άνθρωπο είναι, να τον παραδώσει ο Θεός, στο "ίδιο'' θέλημά του...


Δεν θα μας έδινε ο Κύριος την εντολή, «μη καταφρονήσητε ενός των μικρών τούτων» (Ματθ. 18,10), αν ο Ίδιος δεν ενεργούσε με αυτό τον τρόπο. Η γνήσια πνευματική αγάπη ασπάζεται τον τόπο όπου στάθηκαν τα πόδια του Χριστού, που μας χάρισε την ουράνια αυτή κατάσταση. Η αγάπη του Χριστού, ως φορέας της αιωνιότητος που δεν γνωρίζει θάνατο, παραδίδεται στην υπηρεσία ή ακόμη και στην καταδαπάνησή της για τους άλλους.

Αυτό το Φως της αιωνιότητος είναι βεβαίως καθαρή δωρεά. Εμείς τίποτε δεν έχουμε «ως μη λαβόντες» (βλ. Α’ Κορ. 4,7). Ωστόσο το καθαρό αυτό δώρο αφομοιώνεται από μας με δύσκολο αγώνα, με τη σταύρωση μας. Και αυτό, για να μπορέσει ο Κύριος κατά την έσχατη κρίση να μας αποδώσει εκείνο που ο Ίδιος πραγματοποίησε μέσα μας με τον ερχομό Του.

Από την άλλη πλευρά δεν μπορώ να συναισθανθώ τον εαυτό μου ελεύθερο στην πράξη της αγάπης, αν η αγάπη ήταν μόνο ευχαρίστηση. Όταν είμαι «σταυρωμένος», τότε έχω την τόλμη να πω στον Πατέρα: «Σε αγαπώ», και η καρδιά γνωρίζει ότι η αγάπη αυτή είναι αληθινή και αγία. Έτσι ο Θεός ζητά αφορμή να καταγράψει σε μας κάθε καλή μας ενέργεια· εμείς όμως όλα τα αποδίδουμε σε Εκείνον. Επειδή δεν βρίσκουμε μέσα μας τίποτε άξιο της αιώνιας Βασιλείας, γινόμαστε κληρονόμοι και κάτοχοι της στην πληρότητα.

Ο Γέροντας Σιλουανός πριν από τη μακαρία λήξη του είπε: «Δεν ταπεινώθηκα ακόμη». Στις γραφές του Γέροντα χωρίς κόπο βρίσκουμε δύο είδη ταπεινώσεως: την ασκητική και τη θεία. Από ασκητική άποψη η ταπείνωση εκδηλώνεται με τη συναίσθηση του εαυτού μας ως «χειρίστου πάντων». Η Θεία όμως ταπείνωση δεν επιδέχεται σύγκριση. Είναι οντολογικό κατηγόρημα της Θείας Αγάπης. Η Αγάπη αυτή είναι απλή, χωρίς ίχνος υπερηφάνειας ή έπαρσης. Ο Θεός είναι ταπεινός· αντίθετος στην υπερηφάνεια. «Ο Θεός αγάπη εστίν» (Α’ Ιωάν. 4,8), ενώ η υπερηφάνεια αντιτάσσεται στην αληθινή αγάπη. Η ταπείνωση του Θεού έγκειται στο ότι Αυτός παραδίδει τον Εαυτό Του χωρίς όρια, σε όλη την πληρότητά Του. Αναφέρεται στη Γραφή: «Ο Θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν» (Ιωάν. 4,6· Α’ Πέτρ. 5,5). «Αντιτάσσεται» σημαίνει δεν δέχεται αιώνια ένωση με τους υπερηφάνους· τους αφήνει να βασανίζονται στην υπερήφανη απομόνωσή τους, στην χωρίς αγάπη αποκοπή τους από τον Θεό και τα άλλα λογικά κτίσματα.

Λέγοντας ότι «ακόμη δεν ταπεινώθηκα» ο Γέροντας είχε υπ’ όψιν του τη Θεία «απερίγραπτη ταπείνωση», που γνώρισε κατά την εμφάνιση του Χριστού σε αυτόν. «Ακόμη δεν ταπεινώθηκα» σημαίνει, γνώρισα την ταπείνωση «Πνεύματι Αγίω», αλλά δεν μπόρεσα να την αποκτήσω στην πληρότητα.


Το μειονέκτημα των σαφώς καθορισμένων κανόνων είναι ότι καθησυχάζουν τη συνείδηση εκείνων που μπορούν να τους τηρούν, και τους δίνουν την αίσθηση ότι είναι σωσμένοι. Αυτό είναι πολύ αφελές. Οι Φαρισαίοι, οι ασκητές και θεολόγοι της Παλαιάς Διαθήκης εγκρατεύονταν επίσης, αλλ’ αυτό δεν ήταν αρκετό. Ο Χριστός είπε: «Εάν μη περισσεύση η δικαιοσύνη υμών πλείον (των αρετών) των Γραμματέων και των Φαρισαίων, ου μη εισέλθητε εις την Βασιλείαν των Ουρανών» (Ματθ. 5,20).
Ο Απόστολος Παύλος, το μεγάλο αυτό πνεύμα που μας έδωσε η Πρόνοια του Θεού, βεβαιώνει ότι ο νόμος δεν οδήγησε ποτέ κανένα στην τελειότητα. Αυτό σημαίνει ότι οι κανόνες της Εκκλησίας μπορούν να μας βοηθήσουν στην αρχή. Πράγματι, αν από την αρχή αφεθούμε στον εαυτό μας, στο αυτεξούσιο μας, μπορεί να αισθανθούμε λίγο χαμένοι.
Ο άνθρωπος που κατόρθωσε να υψωθεί πάνω από κάθε νόμο, έφθασε στην κατάσταση της θεώσεως, δηλαδή στη σωτηρία. Σημαντικότερο είναι να έχουμε συνείδηση και υπευθυνότητα για την κάθε κίνηση της καρδιάς και του νου μας, παρά να έχουμε κάποιον κανόνα.
Οι εξωτερικές εκδηλώσεις της ασκήσεως όπως είναι η τήρηση των νηστειών δεν αρκούν. Οφείλουμε να αναγεννηθούμε εκ θεμελίων.


Αγίου Σωφρονίου

Άλλαις λέξεσιν, εις εκάστην περίπτωσι δέον όπως ζητής την επίγνωσιν του θελήματος του Θεού και τας οδούς προς εκπλήρωσιν αυτού.Η εκζήτησις του θελήματος του Θεού είναι το σπουδαιότερο έργο της ζωής ημών, διότι «οδεύοντες την οδόν» του θελήματος του Θεού, γινόμεθα μέτοχοι της αιωνίου θείας ζωής.

Η γνώσις του θελήματος του Θεού είναι δυνατή δια διαφόρων οδών.
Μία εξ αυτών είναι ο λόγος του Θεού, oι εντολαί του Χριστού. Αλλ’ εν ταις ευαγγελικαίς εντολαίς, παρά την τελειότητα αυτών ή μάλλον λόγω της τελειότητος αυτών, το θέλημα του Θεού αποκαλύπτεται εις την τελικήν γενικήν αυτού έννοιαν, και ο άνθρωπος εις την ζωήν αυτού, αντιμέτωπος προς ατελείωτον ποικιλίαν περιστάσεων, συχνάκις δεν γνωρίζει πώς πρέπει να ενεργήση, ίνα ευρεθή η πράξις αυτού εντός του ρεύματος του Θείου θελήματος. [//96]

Ίνα έχη πράξις τις, ενέργειά τις, καλόν τέλος, δεν αρκεί να γνωρίζης μόνον την γενικήν έκφρασιν του θελήματος του Θεού εις τας εντολάς, ήτοι:
«αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της διανοίας σου και εξ όλης της ισχύος σου, και τον πλησίον ως σεαυτόν», είναι απαραίτητος εισέτι ο εκ Θεού φωτισμός περί του τρόπου της εν τη ζωή πραγματοποιήσεως των εντολών. Πλέον τούτου απαραίτητος είναι και η «εξ ύψους δύναμις» (Μάρκ. κδ’ 49).
 
Απο το βιβλίο Άγιος Σιλουανός

Ἐρώτηση: Ἂν ὁ Χριστὸς ἦλθε καὶ μᾶς ἀνέπλασε σὲ «καινὴ κτίση», γιατί ὁ νόμος τῆς ἁμαρτίας ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι τόσο ἐνεργὸς μέσα μας;

Ἀπάντηση:  Ὁ Χριστὸς δὲν ἦλθε νὰ καταργήσει τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀκόμα ἐλεύθερος νὰ Τὸν δεχθεῖ ἤ νὰ μὴν Τὸν δεχθεῖ. Ὁ Χριστὸς ἦλθε καὶ ἔφερε σωτηρία σὲ ὅλους, ἔδειξε τὴν ὁδὸ καὶ τὴν ἀγάπη Του μέχρι τέλους μέσῳ τῆς προσευχῆς Του στὴ Γεθσημανὴ γιὰ τὴ σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι ἡ θυσία Του θὰ φέρει ὅλους σὲ φιλότιμο, οὕτως ὥστε νὰ ἑλκύονται ὅλοι πρὸς Αὐτόν. Δὲν ἀναγκάζει κανέναν νὰ ἔρθει σὲ Αὐτόν, μόνο ἑλκύει. Πρέπει νὰ θυμόμαστε, ὅτι ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ τραγωδία του. Ὁ Θεὸς ἀνέλαβε μεγάλο ρίσκο, ὅταν δημιούργησε ἕνα τόσο ὑπέροχο πλάσμα, ὅπως ὁ ἄνθρωπος, καὶ νὰ τοῦ δώσει τέτοια ἐλευθερία. Ἦταν τὸ «ρίσκο τῆς δημιουργίας», ὅπως τὸ ἀποκαλεῖ ὁ ἅγιος Σωφρόνιος.

Ὡστόσο, ἄξιζε τὸ ρίσκο αὐτό. Δισεκατομμύρια καὶ τρισεκατομμύρια ἄνθρωποι θὰ ἔρθουν στὴ ζωὴ αὐτὴ καὶ ἴσως μόνο μερικὰ ἑκατομμύρια θὰ γίνουν ἅγιοι. Ὡστόσο, ἀξίζει τὸ ρίσκο τῆς δημιουργίας ἀκόμη καὶ γιὰ μερικοὺς ἁγίους, ἐπειδὴ αὐτοὶ δικαιώνουν τὸν Θεὸ ὡς Δημιουργὸ καὶ Σωτῆρα, καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ δόξα Του. Ὁ Θεὸς δοξάζεται «ἐν συναγωγῇ ἁγίων» (Ψάλμ. 81,1). Ὁ Κύριος ἤξερε πολὺ καλὰ τί ἔκανε. Πῆρε ἕνα ρίσκο γιὰ ἐκείνους τοὺς ἐκλεκτοὺς ποὺ θὰ δέχονταν ἐλεύθερα νὰ Τὸν ἀκολουθήσουν καὶ θὰ περιφρονοῦσαν τὰ παθήματα τοῦ κόσμου αὐτοῦ, τὰ ὁποῖα δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μὲ τὴν δόξα ποὺ θὰ τοὺς ἀποκαλυφθεῖ στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἅγιοι δικαιώνουν τὸν Θεό, ἐπειδὴ ἔγιναν ἱκανοὶ νὰ βαστάζουν τὴ δόξα Του, ποὺ εἶναι καὶ ὁ πρωταρχικὸς σκοπὸς τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου: νὰ γίνει μέτοχος τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ.

«Η συναίσθησις της αμαρτίας ημών είναι μέγα δώρον του Ουρανού, μεγαλύτερον και της οράσεως των αγγέλων… Η μετάνοια είναι ανεκτίμητον δώρον προς την ανθρωπότητα… Δια της μετανοίας συντελείται η θέωσις ημών. Τούτο είναι γεγονός ασυλλήπτου μεγαλείου»


ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΜΑΣ ΣΑΝ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΞΩΓΗΙΝΕΣ ΤΡΙΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΤΙΣ ΚΕΝΟΛΟΓΙΕΣ ΤΩΝ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΩΝ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΤΑΥΤΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΜΕ ΤΗΝ ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου